Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2015

ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΝ ΠΑΠΠΟΥΔΩΝ ΜΑΣ ΑΦΗΓΕΙΤΑΙ Η ΕΛΕΝΗ ΜΠΟΥΡΑ
Στις σκάλες του παλιού κτιρίου του Μουστακείου Γυμνασίου Θηλέων Λαμίας (1964)
Α. Καταγωγή – Οικογενειακά στοιχεία
Ονομάζομαι Μπούρα Ελένη και είμαι 69 ετών. Οι γονείς μου κατάγονταν από το Παλαιοχώρι Γαρδικίου Ομιλαίων. Ο πατέρας μου ήταν δημόσιος υπάλληλος του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Η μητέρα μου ήταν νοικοκυρά. Αγαπούσα εξίσου και τους δύο γονείς μου, γιατί και οι δύο ήταν σωστοί απέναντί μου. Οι γονείς μου συμπεριφέρονταν στοργικά, με αγάπη και με ενδιαφέρον σε ’μένα και την αδερφή μου για καθετί που μας απασχολούσε.
Τα παιδικά και τα νεανικά μου χρόνια τα έζησα στη Λαμία παρέα με την οικογένειά μου. Η γειτονιά μου ήταν υπέροχη και ήσυχη γεμάτη από σπίτια, που το καθένα είχε μια μεγάλη λουλουδάτη αυλή. Τα περισσότερα ήταν πέτρινα και κατά τη πλειοψηφία με έναν ή δυο ορόφους. Οι δρόμοι ήταν στενοί και οι περισσότεροι χωματόδρομοι. Οι πλατείες ήτανε μεγάλες με πολλά δέντρα, συνήθως πλατάνια και νεραντζιές, και πολλές από αυτές είχαν και σιντριβάνι. Επίσης τότε δεν υπήρχαν παιδικές χαρές παρά μόνο αλάνες όπου παίζαν τα παιδιά της γειτονιάς...
Με το σημερινό σύζυγό μου γνωριστήκαμε στο μαγαζί που διατηρούσε και εγώ δούλευα ως ταμίας. Είχα μια μικρότερη αδερφή και σπάνια μαλώναμε, συνήθως για παιχνίδια, αλλά όχι για σοβαρούς λόγους. Επειδή η οικογένειά μου είχε παιδιά του ίδιου φύλου ήμασταν και οι δύο αδελφές εξίσου περιορισμένες και μπορούσαμε να είμαστε εκτός σπιτιού μέχρι και τις 8 η ώρα. Συνήθως δεν έκανα αταξίες ως παιδί, ήμουνα αρκετά υπάκουη. Μερικές φορές όμως ερχόμουν αργά στο σπίτι και ως τιμωρία οι γονείς μου δε μου επέτρεπαν να βγω έξω την επόμενη μέρα. Συνήθως οι γονείς μου δε με έδερναν, τότε αλλά όπως είπα και πριν μου έβαζαν την παραπάνω τιμωρία.
Β. Σχολική ζωή
Όσον αφορά τη σχολική μου ζωή πήγα στο σχολείο «Μουστάκειο Θηλέων Λαμίας». Το σχολείο μου ήταν στην οδό Καποδιστρίου. Ήταν μικρό με εξωτερικές σκάλες και ένα μικρό προαύλιο. Οι αίθουσες ήταν και αυτές μικρές με ξύλινα θρανία και έναν ξύλινο πίνακα. Το σχολείο μου ήταν σχετικά κοντά στο σπίτι μου και πήγαινα με τα πόδια. Απ’ αυτό το σχολείο μου έχουν μείνει αξέχαστες κάποιες στιγμές όταν έπαιζα με τις φίλες μου, στο προαύλιο, και όταν ήμουν στην ομάδα του βόλεϊ. Τέλος πάντων αγαπούσα πολύ το σχολείο μου και τα περισσότερα πράγματα σ’ αυτό ήταν θετικά.
Το σχολείο μου είχε γύρω στους 150 μαθητές, και πηγαίναμε για μάθημα μόνο τα πρωινά. Τα μαθήματα ήταν γύρω στις 5 με 6 ώρες. Συνήθως διδάσκονταν τα κλασσικά μαθήματα εκείνης της εποχής όπως Γλώσσα, Μαθηματικά, Φυσική, Ιστορία, Θρησκευτικά, οικοκυρικά, γυμναστική, μουσική, κ.α. Η κάθε τάξη τότε είχε το δάσκαλό της και το σχολείο μου εξαθέσιο. Οι δάσκαλοι εκείνη την εποχή ήταν πολύ αυστηροί και μας συμπεριφέρονταν με αγάπη βέβαια, αλλά και με αυστηρότητα όπως είπα. Καλοί μαθητές ήταν εκείνοι που ήταν εντάξει στις υποχρεώσεις τους, ήταν ευπρεπείς και είχαν καλή συμπεριφορά. Τότε γράφαμε με μολύβι και στυλό και γράφαμε πάνω σε πλάκες και αργότερα σε τετράδια. Τα βιβλία μας ήταν σχετικά εύκολα και τα αγοράζαμε απ’ τα προηγούμενα παιδιά αυτής της τάξης. Είχα κρατήσει ορισμένα βιβλία, αλλά χαθήκανε με το πέρασμα των χρόνων. Στο σχολείο είχα πει πολλά ποιήματα αλλά δυστυχώς δε θυμάμαι να σας τα πω.
Συνήθως έπαιρνα χαρτζιλίκι για το σχολείο και αγόραζα ένα κουλούρι. Τις ώρες του διαλείμματος κουβέντιαζα με τις φίλες μου για διάφορα πράγματα ή επαναλαμβάναμε το μάθημα για την επόμενη ώρα. Κάθε χρόνο περνούσα παρέλαση επειδή μου άρεσε και φορούσαμε ή παραδοσιακές στολές ή μια μπλε φούστα και ένα λευκό πουκάμισο. Κοντά στη περιοχή υπήρχαν πολλά δημοτικά και δύο γυμνάσια ένα Θηλέων και ένα Αρρένων. Τα περισσότερα παιδιά της γειτονιάς μου τελείωναν το δημοτικό και κάποια από αυτά και το γυμνάσιο και το λύκειο. Ο πατέρας μου ήξερε γράμματα ενώ η μητέρα μου όχι. Εγώ ήθελα να σπουδάσω και αυτό ήθελαν και οι γονείς μου. Γι’ αυτό μόλις τελείωσα το Γυμνάσιο έδωσα εξετάσεις στη Παιδαγωγική Ακαδημία Λαμίας και μετά από διετή φοίτηση πήρα το πτυχίο δασκάλας. Έκανα μόνη μου τα μαθήματά μου, χωρίς βοήθεια. Τότε τα παιδικά μαθαίνανε Γαλλικά και Αγγλικά. Εγώ έμαθα Αγγλικά σε ομαδικά φροντιστήρια.
Απ’ ότι θυμάμαι σε φτωχά, ορεινά χωριά πολλά παιδιά περπατούσαν ξυπόλυτα. Στην πόλη όμως όχι. Τότε σχεδόν όλοι ντύνονταν με φτωχικά αλλά καθαρά ρούχα, επειδή τότε οι περισσότερες μανάδες δεν εργάζονταν και φρόντιζαν τα παιδιά τους. Εγώ είχα μία μαύρη πλαστική τσάντα στις μεγάλες τάξεις και μία πάνινη στο δημοτικό.
Γ. Παιχνίδια – Άλλα ενδιαφέροντα
Εκείνη την εποχή παίζαμε πολλά παιχνίδια όπως βόλεϊ, κρυφτό, τσιλίκα, γουρούνα, βεζίρια, ρολόι, σπασμένο τηλέφωνο και τα κορίτσια παίζαν περισσότερο τα πεντόβολα, τις κυρά-κουμπάρες και τις κούκλες οι οποίες όπως και οι μπάλες ήταν φτιαγμένες από παλιά υφάσματα, ή απομεινάρια από μοδίστρες. Τα περισσότερα παιχνίδια ήταν ομαδικά και παίζονταν σε αυλές σπιτιών ή σε αλάνες. Εμένα μ’ άρεσαν όλα τα παιχνίδια αλλά περισσότερο μου άρεσαν οι κυρά κουμπάρες. Τότε, μόνο τα αγόρια έπαιζαν ποδόσφαιρο, αλλά όχι σε μεγάλο βαθμό όπως σήμερα και οι μπάλες ήταν πάνινες και χειροποίητες. Πετούσαμε χαρταητό κάθε Καθαρή Δευτέρα και τον φτιάχναμε από καλάμια και από εφημερίδες, και την ουρά του από κουρέλια. Εγώ πιο πολύ από τα παιχνίδια θυμάμαι τις φτιαχτές πάνινες, κούκλες. Σπάνια παίζαμε αγόρια και κορίτσια, μαζί και συνήθως, παίζαμε ομαδικά παιχνίδια.
Εμένα δε μου άρεσε η ζωγραφική. Φτιάχναμε ανθρωπάκια και σπιτάκια από λάσπη. Επίσης φτιάχναμε πολλά παιχνίδια από ξύλο. Εγώ δεν είχα ποδήλατο. Συνήθως τα αγόρια, έφτιαχναν ξύλινα πατίνια. Επίσης τα αγόρια κυνηγούσαν πουλιά με σφεντόνες και ξόβεργες. Εμείς δεν είχαμε πουλιά στο κλουβί και δεν πηγαίναμε για ψάρεμα (τα κορίτσια).
Όταν ήμουν μικρή έτρωγα παγωτά και τα αγόραζα από τον πλανόδιο παγωτατζή που γυρνούσε από γειτονιά σε γειτονιά και διαλαλούσε την πραμάτεια του. Στον ελεύθερο μου χρόνο μου άρεσε ναι παίζω με τις φίλες μου στη γειτονιά. Εγώ δε διάβαζα εφημερίδες παρά μόνο παιδικά, περιοδικά όπως τη «Ζωή του παιδιού». Η γιαγιά μου δε μου έλεγε παραμύθια, μερικές φορές μου έλεγε η μαμά μου, αλλά δε θυμάμαι κανένα. Περιπάτους έκαναν με το σχολείο μου και με την οικογένειά μου κάθε καθαρή Δευτέρα. Ένα απ’ τα αγαπημένα μου φαγητά ήταν το αρνάκι στο φούρνο. Όταν τραγουδούσαμε τα κάλαντα και πηγαίναμε σε παρέες των δύο ή των τριών, συνήθως μας έδιναν αυγά, γλυκά, καρύδια ή μια-δυο δεκάρες. Τα βράδια τα περνούσα με τις φίλες μου στη γειτονιά παίζοντας ή λέγοντας διάφορες ιστορίες.
Πήγαινα εκκλησία με το σχολείο και με την οικογένειά μου περίπου μία, δύο φορές την Εβδομάδα στον Άγιο Δημήτριο. Επίσης πήγαινα και Κατηχητικό. Τις Κυριακές η εκκλησία γέμιζε από κόσμο και ιδίως από παιδιά. Οι μεγαλύτεροι μας φέρονταν ευγενικά, και αν φερόμασταν και εμείς καλά δε μας έκαναν παρατηρήσεις. Κανένας δεν είχε κλίση στις «καλές τέχνες» από τα αδέρφια και τα ξαδέρφια μου. Δεν θυμάμαι κανένα ανέκδοτο για να σας πω.
Ε. Κοινωνική - Πολιτιστική ζωή
Εγώ και η οικογένειά μου διασκεδάζαμε περισσότερο σε γιορτές φίλων ή συγγενών, σε διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις, σε γάμους σε βαπτίσεις, σε επισκέψεις καθώς και σε εκθέσεις προικιών. Τότε γίνονταν πανηγύρια περισσότερο σε χωριά, σε γιορτές εκκλησιών και οι μεγάλοι και τα παιδιά συνήθιζαν να χορεύουν. Στα πανηγύρια παίζονταν δημοτικά τραγούδια και η ορχήστρα είχε όργανα όπως κλαρίνα, ακορντεόν, φυσαρμόνικες και βιολιά. Δυστυχώς όμως δε θυμάμαι να σας πω κανέναν οργανοπαίχτη ή τραγουδιστή από πανηγύρια. Στο σπίτι γλεντούσαμε σε γιορτές ακούγοντας δημοτικά τραγούδια από γραμμόφωνο Εκείνα τα χρόνια οι μεγαλύτεροι χόρευαν ελληνικούς χορούς (συρτό, τσάμικο, καλαματιανό) και ευρωπαϊκούς (ταγκό, βαλς) επίσης. Τις μεγάλες γιορτές τις γιορτάζαμε χορεύοντας και τραγουδώντας. Τα Χριστούγεννα στολίζαμε το δέντρο, το Πάσχα σουβλίζαμε το αρνί και βάφαμε κόκκινα τα αυγά και τις Απόκριες ντυνόμασταν μασκαράδες. Επίσης για τις Απόκριες υπήρχε ένα έθιμο που δεν υπάρχει στις μέρες μας
Ντυμένοι μασκαράδες πηγαίναμε σε γνωστά πρόσωπα και αν δε μας αναγνώριζαν τότε μας έδιναν γλυκά. Τη σαρακοστή, πριν τα Χριστούγεννα νήστευε όλη η οικογένεια και την περίοδο της νηστείας τρώγαμε νηστίσιμες πίτες, χορταρικά, φρούτα και δε βάζαμε λάδι στο φαγητό μας. Την ονομαστική γιορτή κάποιου από την οικογένεια τη γιορτάζαμε με τον εξής τρόπο:
Παίρναμε λειτουργιά από τον παπά, ύστερα πηγαίναμε στο σπίτι, ετοιμάζαμε φαγητό και καλούσαμε κόσμο. Στις γιορτές, στα πανηγύρια και τις Κυριακές οι γονείς μου και γενικά όλος ο κόσμος φορούσε πιο επίσημα ρούχα. Οι άντρες φορούσαν κουστούμια πάντα με γραβάτα και καπέλο και επίσημα παπούτσια. Οι γυναίκες φορούσαν ταγιεράκια, τσάντες, επίσημα παπούτσια και κάποιες φορούσαν και γάντια. Επίσης μερικές πλούσιες φορούσαν και κοσμήματα όπως σκουλαρίκια, δαχτυλίδια, καρφίτσες. Τότε σπάνια οι γυναίκες βάφανε τα μαλλιά τους και οι περισσότερες τα είχαν κατσαρά ή με κοτσίδα. Εκείνες τις μέρες όταν κάποιος γιόρταζε δεν πηγαίναμε δώρα γιατί δεν είχαμε λεφτά. Με τους υπόλοιπους συγγενείς μου είχαμε στενές σχέσεις και βρισκόμασταν κάθε Κυριακή ή σε γιορτές. Το παζάρι τότε γινόταν κάθε Σεπτέμβριο στο μέρος που σήμερα βρίσκεται η πλατεία Πάρκου. Οι γονείς μου αγόραζαν από ’κει υφάσματα, τραπεζομάντιλα, καλύμματα και κουβέρτες.
Όταν ήμουνα παιδί δεν είχε έρθει τσίρκο στην πόλη μου. Στον Κινηματογράφο άρχισα να πηγαίνω μόνη μου σε μεγάλη ηλικία, ενώ όταν ήμουνα μικρή πήγαινα πάντα με το σχολείο και παρακολουθούσα χριστιανικά έργα, διδακτικά και κωμωδίες. Τότε δεν παρακολουθούσαμε πολύ θέατρο αλλά βλέπαμε πολλές παραστάσεις Καραγκιόζη. Επίσης πηγαίναμε και σε άλλες εκδηλώσεις όπως ομιλίες και αμερικάνικα ντοκυμαντέρ, τα οποία πραγματοποιούνταν σε ειδικές αίθουσες.
Όταν ήμουν μικρή είχα βρεθεί πολλές φορές σε παραδοσιακούς γάμους οι οποίοι δε διέφεραν πολύ απ’ τους σημερινούς. Η νύφη συναντιόταν με το γαμπρό στην εκκλησία. Ύστερα αρχίζαν τα κλαρίνα και τα βιολιά γινόταν απλά το μυστήριο και το γλέντι κρατούσε μέχρι το πρωί.
Εκείνη την εποχή χρησιμοποιούσαμε πολύ τα παρατσούκλια και ο καθένας σχεδόν είχε και ένα παρατσούκλι που του το βγάζαμε από κάποια χαρακτηριστικά του, αλλά το κάναμε για πλάκα.
Στ. Εμπειρίες από την καθημερινή ζωή
Τότε το πρωί παιδιά και γονείς ξυπνούσαν πολύ νωρίς, κατά τις εφτά η ώρα και τα παιδιά κοιμόντουσαν στις οχτώμιση ή εννιά το αργότερο. Τα καλοκαίρια συνηθίζαμε να πηγαίνουμε για διακοπές ή στα χωριά μας ή σε κατασκηνώσεις, όπου κάναμε θαλασσινά μπάνια μαζί με άλλα παιδιά και περνούσαμε πολύ ωραία.
Εγώ και η αδερφή μου βοηθούσαμε τους γονείς μας σε δουλειές όπως σκούπισμα, σφουγγάρισμα και μερικές φορές κάναμε και τα ψώνια. Εκείνη την εποχή οι γυναίκες που δούλευαν εκτός σπιτιού ήταν πολύ λίγες. Η γιαγιά μου έμεινε σε δικό της σπίτι αλλά την επισκεπτόμασταν κάθε Κυριακή. Επίσης ερχόταν και έμενε μαζί μας κατά διαστήματα. Στο σπίτι εγώ έμενα στο ίδιο δωμάτιο με την αδερφή μου.
Στην οικογένεια τρώγαμε όλοι μαζί την ίδια ώρα. Τότε διατηρούσαμε τα φαγητά βάζοντάς τα σε ένα φαναράκι με σίτα γύρω-γύρω ώστε να τα προστατεύουμε και από διάφορα έντομα. Αργότερα εμφανίστηκαν τα ψυγεία με πάγο τα οποία διατηρούσαν τα φαγητά για λίγες μέρες και πολύ αργότερα εμφανίστηκαν τα ηλεκτρικά ψυγεία. Για ψώνια στο μπακάλη πήγαινε συνήθως ο πατέρας μου και σπάνια πήγαινα και εγώ με την αδερφή μου. Τότε κυκλοφορούσαν κυρίως οι πεντάρες, οι δεκάρες, οι εικοσάρες, τα πενηνταράκια, η μία δραχμή, τα δίφραγγα, τα τάλιρα ως κέρματα και τα εικοσάρικα, τα πενηντάρικα, τα εκατοστάρικα, τα πεντακοσάρικα και τα χιλιάρικα ως χαρτονομίσματα.
Όταν ήμουνα παιδί τα μεγαλύτερα ταξίδια μου τα είχα κάνει όταν πήγαινα στο Γυμνάσιο που πήγα στους Δελφούς, στην Ιτέα και στο Γαλαξίδι με λεωφορεία. Τότε δεν έκαναν συχνά ταξίδια. Κανένας από την οικογένειά μου δεν ξενιτεύτηκε. Εκείνη την εποχή τα τηλέφωνα δεν ήταν απαραίτητα και υπήρχαν μόνο στα περίπτερα όπου έπρεπε να πληρώσεις για να τα χρησιμοποιήσεις.
Εκείνα τα χρόνια έγινε ένας τεράστιος σεισμός που προξένησε πολλές καταστροφές, ιδιαίτερα στα σπίτια. Υπήρχαν και τότε γιατροί αλλά ήταν λιγοστοί, και τους χρησιμοποιούσαμε για διάφορα προβλήματα υγείας. Τα φαρμακεία ήταν και αυτά πολύ λίγα και βρίσκονταν σε διάφορα μέρη της πόλης. Η μητέρα μου δε μάζευε βότανα. Μας μάθαινε να κεντάμε και στο σχολείο μαθαίναμε να ράβουμε.
Υπήρχαν αρκετά κουρεία όπου κουρεύονταν μικροί και μεγάλοι. Τα αγόρια σε μικρή ηλικία κουρεύονταν πολύ κοντά, ενώ υπήρχαν γυναίκες με κοντά ή μακριά μαλλιά.
Όταν μπήκαν οι Ιταλοί και οι Γερμανοί στην Ελλάδα εγώ ήμουν πολύ μικρή και το μόνο που θυμάμαι είναι ότι υπήρχε πολύ φτώχεια.
Στο σπίτι είχαμε ένα μεγάλο ξυπνητήρι που το κρεμούσαμε στον τοίχο, αλλά οι γονείς δεν είχαν ρολόι χεριού. Ο πατέρας μου βοήθησε στο χτίσιμο εκκλησιών με χρηματικές δωρεές.
Το Κάστρο της Λαμίας βρισκόταν τότε σε χειρότερη κατάσταση και δεν το χρησιμοποιούσαν σε τίποτα.
Ζ. Συνθήκες ζωής
Τις καθημερινές συνηθίζαμε να τρώμε στο σπίτι ζαρζαβατικά, ζυμαρικά και μερικές φορές κρέας. Το χειμώνα, επειδή το σπίτι μας δεν είχε κεντρική θέρμανση, ζεσταινόταν με σόμπα με ξύλα, και τα βράδια, για φωτισμό, χρησιμοποιούσαμε λάμπες που δούλευαν με πετρέλαιο. Ελάχιστοι δρόμοι φωτίζονταν στην πόλη τα βράδια και για μικρή διάρκεια Το πατρικό μου σπίτι ήταν διώροφο, με μία μεγάλη κουζίνα, ένα μπάνιο και ένα πολύ μεγάλο δωμάτιο. Είχε επίσης κεραμίδια και μια αυλή με λουλούδια, μα δεν ήταν πέτρινο. Τα περισσότερα σπίτια της γειτονιάς ήταν πέτρινα διώροφα, με μεγάλες αυλές και κεραμίδια.
Τα φρούτα και τα λαχανικά τα εξασφαλίζαμε από τον μπακάλη της γειτονιάς ή από τη λαϊκή αγορά. Στον κήπο μας δεν καλλιεργούσαμε τίποτα και τον περιποιόταν κυρίως η μητέρα μου. Δεν είχαμε οικιακά ζώα. Το σπίτι μας δεν είχε βρύσες και φέρναμε το νερό από δημόσιες βρύσες που υπήρχαν σε διάφορα μέρη της πόλης. Τότε δεν χρησιμοποιούσαμε ηλεκτρικές συσκευές. Είχαμε ψυγεία πάγου. Το φαγητό μαγειρευόταν σε γκαζιέρες. Στο σπίτι μας είχαμε κυρίως κατσαρόλες και ταψιά τα οποία ήταν χαλκώματα. Το ψωμί το ζυμώναμε και το πηγαίναμε για ψήσιμο στο φούρνο.
Η τουαλέτα υπήρχε μέσα στο σπίτι. Υπήρχε αποχέτευση για τα βρώμικα νερά της πόλης. Τα ρούχα τα πλέναμε σε μία σκάφη με ζεστό νερό. Δεν είχαμε πλυσταριό. Το μπάνιο βρισκόταν μέσα στο σπίτι. Για την καθαριότητα του σώματος χρησιμοποιούσαμε πράσινο σαπούνι. Το μόνο απορρυπαντικό εκείνης της εποχής ήταν το Tide (Τάιντ) και απ’ ότι θυμάμαι και η χλωρίνη. Τα ρούχα στεγνώνονταν πάνω σε σχοινιά, στην αυλή. Τα κρεμούσαμε όταν είχε ήλιο και τα αφήναμε να στεγνώσουν. Τα ρούχα σιδερώνονταν με ένα βαρύ σίδερο όπου τοποθετούσαμε μέσα κάρβουνα.
Τα αγόρια φορούσαν στο σχολείο σορτσάκια με πουκάμισο και σακάκι. Τα κορίτσια φορούσαν μπλε ποδιές. Στις γιορτές φορούσαμε πιο επίσημα ρούχα. Τα ρούχα συνήθως τα φτιάχναμε στο σπίτι. Τότε δίναμε αρκετή σημασία στην εμφάνιση ώστε να είναι ευπρεπής. Εγώ προσωπικά δεν είχα κάποιο πρότυπο.
Αυτό που νοσταλγώ περισσότερο από τα παιδικά μου χρόνια είναι το παιχνίδι, η ξεγνοιασιά και η ασφάλεια που υπήρχε εκείνα τα χρόνια. Η σημερινή εποχή για ’μένα είναι απαίσια, χειρότερη απ’ την παλιά, δε βρίσκω καμία ομοιότητα. Μπορεί η σημερινή εποχή να είναι πιο εύκολη προς το ζην απ’ την παλιά, αλλά εγώ προτιμώ την εποχή της νιότης μου!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου