Παρασκευή 28 Ιανουαρίου 2022

 

                              Μια   άποψη

Μέσα στα γεμάτα 30 χρόνια που χρημάτισα  συνεργάτης στο μεγάλο φροντιστήριο του Ηράκλειτου στο κέντρο της Αθήνας είχα την ευκαιρία, αλλά και την ευτυχία, να γνωρίσω όχι χιλιάδες, αλλά δεκάδες χιλιάδες νέους που έδιναν τη δύσκολη μάχη για την εισαγωγή τους, σε μια πανεπιστημιακή σχολή. Είναι αυτονόητο ότι αναμεσά τους υπήρχαν όλες οι δυνατές περιπτώσεις. Γνώρισα παιδιά να τα πιεις στο ποτήρι που στο πρόσωπό τους, λες και  ήταν συγκεντρωμένες όλες οι αρετές που μπορεί να στολίζουν ένα νέο παιδί. Τα ζήλεψα, τα ζήλεψα πολύ. Εγώ στην ηλικία τους οι γνώσεις μου ήταν σαφώς υπο-πολλαπλάσιες των δικών τους, όπως και η καλοσύνη τους. Στην πορεία ανακάλυπτες καθαρά ότι ήταν πανέτοιμοι για το προσωπικό τους στόχο και υπολειπόταν ο χρόνος να επαληθεύσει το γεγονός.  Ναι, αυτά τα παιδιά δεν χρειαζόντουσαν  φροντιστήριο αφού η πνευματικό τους στάθμη υπέρβαινε τις απαιτήσεις της εισαγωγής τους στη σχολή της επιλογής τους

  Το παράξενο είναι ότι αυτοί οι προικισμένοι νέοι ήταν οι πιο φανατικοί ακροατές των μαθημάτων. Ναι, υπάρχουν ταλέντα διαλεχτά. Το μόνο ερώτημα που βάζω είναι αν το εκπαιδευτικό μας σύστημα είναι δομημένο με τρόπο ώστε να αξιοποιεί και να προωθεί αυτές τις περιπτώσεις.  Μια κυρίαρχη και μηχανιστική αντίληψη της ισότητας απωθεί τους διαφέροντες από το μέσο όρο. Χρησιμοποιώντας μια αγοραία έκφραση θα έλεγα ένα τέτοιο παιδί «χαλάει την πιάτσα».

 Όλες οι χώρες δίνουν ιδιαίτερες ευκαιρίες σε τέτοια ταλέντα και υπάρχουν ειδικά σχολεία να προωθήσουν αυτές τις δυνατότητες. Οι ΗΠΑ σε κάθε χώρα, ίσως και με τη συνδρομή των εκεί πρεσβειών τους, ανιχνεύουν κι αναζητούν εντατικά τέτοιους μαθητές. Γνωρίζω περιπτώσεις που μεγάλα πανεπιστήμια της Αμερικής πριν την αποφοίτηση του μαθητή από τη μέση εκπαίδευση τους αποστέλλουν δελεαστικές υποτροφίες και βρίσκουν φυσικά ανταπόκριση

Η μόνιμη  άποψή μου είναι πως η απουσία συναγωνισμού και επιβράβευσης των αρίστων οδηγεί σε πτώση του μέσου επιπέδου εκπαιδευτικής αποτελεσματικότητας. Ας απαλλαγούμε από δεσμούς που κρατούν την παιδεία μας αλυσοδεμένη με τη μετριότητα κι ας αναζητήσουμε θεσμούς που θ’ αξιοποιούν τις δυνατότητες των ταλαντούχων Ελληνόπουλων  

 

Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2022

 

Το  αμάρτημα  της  νιότης  μου

Όταν ήμουν παιδί του δημοτικού στο σπίτι μας υπήρχαν δυο βιβλία. Πρώτα η απαραίτητη «Σύνοψη». Κάθε Μεγάλη Παρασκευή την κουβαλούσα στον Επιτάφιο, να ψάλλω με την παρέα το «Ω! γλυκύ μου έαρ». Μετά, ένα κακοτυπωμένο πρόχειρο φυλλάδιο -  λησμονώ τον τίτλο του- που είχε τρομερές περιγραφές των τιμωριών και μαρτυρίων που θα υποστούμε στην κόλαση αν αμαρτήσουμε και απομακρυνθούμε από το δρόμο του Κυρίου.

Ο φόβος κρατάει στο μαντρί και φυλάει τα έρημα.

Η κόνα-Μαριγώ, η παλαιοημερολογίτισσα γιαγιά μου, μ’ έβαζε κάθε τόσο να της διαβάζω αποσπάσματα, όχι τόσο για την πάρτη της, αφού από την επανάληψη τα σιγοψιθύριζε μαζί μου, όσο για να μου κάνει την απαραίτητη «ηθική διαπαιδαγώγηση» και να με κρατάει ενεργό μέλος της εκκλησίας.

Τα βιβλία του σχολείου ήταν τότε μετρημένα, με κυρίαρχο το «Αναγνωστικό». Αυτά τα αγόραζα μεταχειρισμένα από μεγαλύτερα παιδιά ή πιο σπάνια μου τα χάριζε καμιά φιλική οικογένεια. Η «δωρεάν παιδεία» ήταν ακόμα πολύ μακριά.

Μια φορά, στην τρίτη δημοτικού, «έχασα» το «Αναγνωστικό». Ακούμπησα στα κάγκελα τη χασεδένια τσάντα μου και μπήκα με δύναμη στο «δίτερμα» που άρχιζε στο προαύλιο του σχολείου μετά το τελευταίο κουδούνι. Όταν τελείωσε ο αγώνας από την τσάντα έλειπε το «Αναγνωστικό». Είχαν αφήσει ανέπαφα τα «ντυμένα» τετράδια της Αντιγραφής, της Αριθμητικής και της Ιχνογραφίας.

Ο δάσκαλός μου σ’ αυτήν την τάξη ήταν ένας νεοφερμένος από τα νότια κύριος. Ένα απρόσωπο άτομο που παρέμεινε ξένο με τον τόπο μας, δεν γνώρισε τη ψυχοσύνθεση των ανθρώπων της συνοικίας, αλλά, το χειρότερο, δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ να μάθει. Με βάση τα δεδομένα της εποχής, ήταν από τις περιπτώσεις εκείνες που θα «ευδοκίμησαν εν υπηρεσία», όταν σε δύο χρόνια κατάφερε να φύγει από το «διαολότοπο» που τον είχαν στείλει.

Μια μέρα, πήρε χαμπάρι ότι δεν έχω Αναγνωστικό. Όταν με σήκωσε να διαβάσω το μάθημα εγώ αδέξια πήρα το βιβλίο του διπλανού μου. Αμέσως μ’ έδιωξε από την τάξη και το ίδιο επαναλήφθηκε την επόμενη μέρα. Τότε πρόσθεσε και το δυσβάστακτο όρο να επιστρέψω με τους γονείς μου. Αυτό ήταν εκ των πραγμάτων αδύνατο. Το μεροκάματο δεν χανόταν με τίποτα. Τελικά έπεισα μια παντρεμένη ξαδέλφη μου να έρθει μαζί μου και, εν τω μεταξύ, είχα βρει άλλο αντίτυπο του κλεμμένου Αναγνωστικού. Το πρόβλημα λύθηκε, αλλά γι’ αυτόν τον «παιδαγωγό»  σας έχω ήδη διηγηθεί την ιστορία με  την τριχιά και το αριστερό μου χέρι.

Όμως πάντα και με ευχαρίστηση διάβαζα ό,τι έπεφτε στα χέρια μου από φτωχοπεριοδικά, ρομάντζα και ό,τι άλλο μπορείς να φανταστείς. Θυμάμαι πως παραφύλαγα στο καφενείο κι αν η τοπική εφημερίδα ήταν ελεύθερη, έριχνα γρήγορες ματιές.

Όταν πήγα στο γυμνάσιο οι σχολικές ανάγκες με υποχρέωσαν ν’ αγοράζω και άλλα βοηθητικά βιβλία. Με τον πατέρα μου υπήρχε μια σιωπηρή συμφωνία με βάση και τις πραγματικές του δυνατότητες.

-   Εγώ θα σου εξασφαλίζω στέγη και φαγητό. Το σχολείο και τα τυχόν έξοδά του φρόντισε τα μόνος σου.

Αυτό έκανα. Μικροαπασχολήσεις στα μαγαζιά της γειτονιάς κάποια απογεύματα, στο μεγαλομπακάλικο το Σαββατόβραδο με την πολλή δουλειά. Ιδιαίτερα τα καλοκαίρια έβγαζα το χαρτζιλίκι...

Με αυτά τα λεφτά αγόραζα τις μεταφράσεις των Αρχαίων, τις λύσεις των ασκήσεων της Αριθμητικής. Τέτοια! Αργότερα όταν μου μπήκε η λόξα με τα Μαθηματικά άρχισα ν’ αγοράζω τους τόμους του Πέτρου Τόγκα, Άλγεβρα και Γεωμετρία, τη μεγάλη Γεωμετρία του Νικολάου, τη μεγάλη Άλγεβρα του Παπανικολάου και κάποια στιγμή τον ογκώδη δεμένο τόμο της Γεωμετρίας των Ιησουϊτών. Πάνω σ’ αυτά τα βιβλία έκανα πολλά μεροκάματα. Ώρες και ώρες. Μέρες και μήνες ν’ αθροίζω τις ασκήσεις που έλυσα.

Κανονική μανία.

Επειδή πήγα στο Πρακτικό πήρα και λίγο Φυσική. Τη σημαντική σειρά βιβλίων των Παλαιολόγου-Περιστεράκη και τη Χημεία Παπαγεωργίου-Λιάτη.

Το πρώτο προσωπικό «εξωσχολικό» βιβλίο που αγόρασα ήταν η Παγκόσμια Ιστορία του Ουέλς, δεμένο σ’ έναν βαρύ τόμο. Αφορμή στάθηκε ένας συμμαθητής μου που νωρίς-νωρίς μπήκε στη βιοπάλη κι έτρεχε πουλώντας βιβλία με δόσεις.            ( Εκ των υστέρων συμπλήρωση. Είναι ο γείτονας μου Γιάννης Τερζίδης, που καθόταν τότε στη γωνία Φρειδερίκης και Βενιζέλου. Από τότε δεν τον έχω ξαναδεί, μα τον   «συνάντησα» στο ευλογημένο φμ τα τελευταία χρόνια) Δύσκολο για μένα βιβλίο, γεμάτο γεγονότα, μάχες, τόπους, ονόματα. Εγώ όμως το πέρασα και το ξαναπέρασα σειρά-σειρά έχοντας άπειρες απορίες στην άκρη του μυαλού μου. Αργότερα το χάρισα σ’ ένα ανίψι μου. Ένα «σπάραγμά» του βρίσκεται χωμένο στην άκρη μιας βιβλιοθήκης ακόμα και σήμερα.

Όταν πέρασα στο Πανεπιστήμιο έφερα στο φοιτητικό μου δωμάτιο σε δυο χάρτινες κούτες από το «Γάλα Βλάχας» αυτά τα βοηθητικά βιβλία. Χιλιο-χρησιμοποιημένα, με σχισμένα πολλές φορές εξώφυλλα και άπειρες σημειώσεις πάνω τους. Σε κάποια φάση ένιωσα την ανάγκη να πάρω ένα αξιοπρεπές ρούχο πάνω μου... Γυνή γάρ!

Ο άθλιος εγώ, τα σκότωσα σε ομάδες στα παλαιοβιβλιοπωλεία της Νομικής, στη Μασσαλίας και Σόλωνος. Μ’ αυτά τα λεφτά, αγόρασα ένα ανοιξιάτικο παντελόνι και, για πρώτη φορά στη ζωή μου, μια μπλούζα, που αντικατέστησε τα χιλιοφορεμένα από τα μεγαλύτερα αδέρφια μου πουκάμισα. Καμαρωτός και άνετος κυκλοφορούσα εκεί που έπρεπε. Αργότερα άρχισαν να με ζώνουν τα φίδια. Οι τύψεις άρχισαν να με πνίγουν. Δεν πούλησα κάποια μεταχειρισμένα βιβλία. Πούλησα ένα κομμάτι της ζωής μου! Αυτό κι αν ήταν αμαρτία. Το αμάρτημα της νιότης μου!

Όταν πέρασαν κι άλλα χρόνια, άρχισα να αγοράζω παλαιά βιβλία. Το θέμα ξεκίνησε από μια ερευνητική ανάγκη, αργότερα όμως αυτό έγινε σημαντικό κομμάτι της ζωής μου. Ίσως πίσω από αυτήν την ενασχόλησή μου να κρύβεται ασυνείδητα η ανάγκη για μερική εξιλέωση στο ανίερο νεανικό μου ολίσθημα... Ίσως!

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Σάββατο 1 Ιανουαρίου 2022

 

Έχω γράψει πάνω από δέκα  μεγάλες ιστορίες μέχρι στιγμής και τις έχω παρουσιάσει τουλάχιστον μια φορά με τη μέθοδο των συνεχειών στον τοίχο μου. Βάζω κατάλογο των τίτλων που θυμάμαι

Η ΝΕΑ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ

Η ΕΛΕΝΗ

ΜΙΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΉ ΙΣΤΟΡΊΑ

Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

ΟΙ ΦΟΙΤΗΤΕΣ

Η ΜΙΚΡΗ ΜΑΣ ΠΟΛΗ

Η ΛΥΤΡΩΣΗ

Ο ΠΕΤΡΟΣ

Η ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑ

Η ΖΩΗ ΜΙΑΣ ΕΦΗΒΗΣ

Η ΔΕΚΑΕΤΊΑ ΤΟΥ 60

Ο ΔΗΛΩΣΙΑΣ 

Είναι ιστορίες σε μέγεθος μεταξύ των 25 έως 50  χιλιάδων λέξεων και με ποικίλο περιεχόμενο. Σήμερα τις ονομάζω νουβέλες, δηλαδή μικρά μυθιστορήματα ή μεγάλα διηγήματα και δεν έχουν κυκλοφορήσει σε τυπωμένα βιβλία, εκτός από το ΔΗΛΩΣΙΑ που έχει βγει σε αυτοέκδοση και μικρό αριθμό αντιτύπων

Η προσωπική μου μέθοδος είναι η αυτόματη γραφή. Μια γενική ιδέα που αρχίζει να γράφεται χωρίς προηγούμενη προετοιμασία, όπως συνήθως κάνουν οι επαγγελματίες της γραφής. Συγκέντρωση υλικού και βασικός σκελετός.

Όμως η αλήθεια πρέπει να ειπωθεί. Χωρίς να το επιδιώκεις κι ίσως περισσότερο να προσπαθείς να το αποφύγεις, μέσα σ’ όλα τα κείμενα μου έχουν εμφιλοχωρήσει παραποιημένες προφανώς μνήμες. Το μεγαλύτερο κομμάτι είναι προϊόν φαντασίας. Εξαίρεση η δεκαετία του 60 που είναι αυτοβιογραφικό. Σε ένα μόνο τομέα υπάρχει αυτόματη καθοδήγηση. Το αίσιο πέρας ή επί το Ελληνικότερο Happy End  για τους σύγχρονους γραφείς κειμένων αυτό να θεωρείται ξεπερασμένο, αλλά αυτό μου ταιριάζει και δεν το αλλάζω. Στα κείμενα της Αγκάθα Κρίστι οι ήρωες Πουαρό και Μις Μαρπλ θέλουν συνήθως στο τέλος το αγόρι και το κορίτσι να φεύγουν αγκαλιασμένοι.

Επειδή δεν είναι εύκολο να έχεις συνεχώς νέες ιστορίες θα συνεχίσω με επανάληψη. Αλλά περί αυτού θα τα πούμε αύριο

 

 Το πρώτο μου ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη  

 Βιβλία που έφερα από εκεί

 

Στην Κωνσταντινούπολη πήγα για πρώτη φορά το 1980. Με λεωφορείο που ξεκίνησε από την οδό Μάρνης κι έκανε με τα σημερινά κριτήρια ένα ημερήσιο κουραστικό ταξίδι μέχρι να μας ακουμπήσει στην Πόλη Παρέα μου ήταν ένας κολλητός μου φίλος, που αναζητούσε χαλιά κι εγώ ενδιαφερόμουν για Ελληνικά βιβλία αφού με φανατισμό από το 1979 είχα «εξελιχθεί» σε συλλέκτη του είδους. Η ατμόσφαιρα της στρατοκρατίας διάχυτη σε όλη την πόλη με συνεχείς περιπόλους και ελέγχους στοιχείων. Η απλή επίδειξη του διαβατηρίου μας απάλλασσε από περαιτέρω έλεγχους. Είχαν φαίνεται τέτοια εντολή. Πρώτη τραυματική εμπειρία η επίσκεψη στην Αγιά Σοφιά. Σας ομολογώ χωρίς ντροπή ότι μ’ έπιασαν τα κλάματα. Μέσα στο σχολείο είχα μεγαλώσει με όλη την πορεία της κατασκευής της και τις περιπέτειες της ιστορικής διαδρομής της. Τώρα όλα σοβαντισμένα και το μόνο εμφανές δυο τεράστια αποσπάσματα Κορανίου. Τότε είχαν αρχίσει οι εργασίες επανεμφάνισης των αγιογραφιών και ψηφιδωτών. Μείναμε σ’ ένα ξενοδοχείο στον κεντρικό δρόμο του Πέραν , που μόλις άρχιζε τη λειτουργία του σε ένα παλαιό νεοκλασικό Ελληνικό, που οι παλαιοί ιδιοκτήτες το είχαν εγκαταλείψει. Τιμές ημερήσιας χρέωσης σχεδόν αστείες με τα αντίστοιχα Ελληνικά δεδομένα. Το 1983 πράγματι ξαναπήγα αλλά με αεροπλάνο.

Με πληροφόρησαν ότι κοντά στο Tunnel της Πόλης υπάρχει ένα βιβλιοπωλείο μιας Ρωμιάς με Ελληνικά κυρίως Βιβλία. Η Θάλεια Νομίδου Ήταν η πρώτη μας επίσκεψη το πρώτο πρωινό. Όταν μπήκα μέσα θαμπώθηκα. Θησαυροί !! Τι να διαλέξω  Τελικά κατέληξα σε δύο. Πρώτο τη δωδεκάτομη «Ιστορία των ανθρωπίνων πράξεων» του Λαρισαίου Κ. Μ .Κούμα. Εκδόθηκαν στη Βιέννη μεταξύ των ετών 1830 έως 1832. Σχήμα 12ον  Όλοι οι τόμοι δεμένοι. Το δικά μου αντίτυπο έχει μια ιδιομορφία. Στον ένα τόμο έλλειπαν κάποιες σελίδες και ο ιδιοκτήτης που τα έδεσε πρόσθεσε με ιδιαίτερη καλλιγραφική γραφή ότι έλλειπε και αποκατέστησε τη ζημιά  Το δεύτερο βιβλίο ήταν του Μηλιώτη λόγιου Γρηγορίου Κωνσταντά  με τον τίτλο «Στοιχεία Λογικής. Μεταφυσικής και Ηθικής» σχήμα 8ον  Βενετία 1804 σελ 352

Ρώτησα την κ. Θάλεια την τιμή τους και μου είπε 50 δολάρια. Επειδή πέρασαν τα χρόνια και κάποια πράγματα ίσως έχουν ξεχαστεί τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε ο κάθε Έλληνας τότε να έχει μαζί του ξένο συνάλλαγμα. Το νόμιμο, που ήταν μικρό το προμηθευόσουν από την τράπεζα  με ισοδυναμία, που εκείνη καθόριζε και τα υπόλοιπα που χρειαζόσουν από τη μαύρη αγορά με το αναπόφευκτο πρόσθετο τίμημα. Επειδή γινόταν αυστηρός έλεγχος τα επιπλέον δολάρια τα ράβαμε στις φόδρες των ρούχων μας. Έτσι κι εγώ στο πάνω μέρος του παντελονιού ξήλωσα το ένα κατοστάρι και της το έδωσα. Μου είπε

«Δεν έχω ρέστα. Πήγαινε απέναντι στην τράπεζα να το χαλάσεις..»

Στήθηκα στην ουρά και το έκανα. Όταν όμως επέστρεψα στο μαγαζί της κ. Θάλειας χωρίς κανένα δισταγμό με μια ξερή φωνή μου λέει

«Το σκέφτηκα πάλι και για να στα δώσω θέλω 100 δολάρια»    

Είχε δει τη δίψα μου, άπειρος ακόμα από αγορές κι έκανε εκβιασμό Με βάση το χαρακτήρα μου θα έπρεπε να τη χέσω και να φύγω, μα ο διψασμένος στην έρημο για να ξεδιψάσει δίνει ό,τι έχει και δεν έχει Τα έδωσα χωρίς σχόλια αποφασισμένος όμως να μην ξαναπατήσω εκεί. Ευτυχώς την άλλη μέρα βρήκα καλύτερη κι αξιόπιστη άλλη πηγή.

Η επόμενη δραστηριότητα μας ήταν η επίσκεψή στο δημοπρατήριο χαλιών. Το ενδιαφέρον δυο Ελλήνων για ένα όμορφο χαλί μεσαίου μεγέθους δημιούργησε μια μικρή αναστάτωση. Αυτοί που έκαναν τα χτυπήματα τιμών ήταν κυρίως επαγγελματίες του κλάδου. Χτυπήσαμε μέχρι το ύψος που θέλαμε και μετά σιωπή. Όμως, ίσως και για λόγους αδράνειας, η τιμή ανέβηκε κι άλλο και ο νικητής πλήρωσε το χαλί σε τιμή του ήταν υπέρ τριπλάσια της αρχικής. Τις επόμενες λίγες μέρες του ταξιδιού μας, οι επισκέψεις του φίλου μου σε εκθέσεις χαλιών  απέδωσαν κι όταν αναχωρούσαμε  ήταν κάτοχος δυο κομματιών

Εγώ με έναν τρόπο, που δε θυμάμαι ακριβώς, ήρθα σε επαφή με ένα άτομο με το οποίο  διατηρήσαμε αυτήν την  επαφή για αρκετά από τα επόμενα χρόνια. Μέσα σε αυτό το διάστημα πλούτησα τη συλλογή μου σε αριθμό που προσεγγίζει τα εκατό κομμάτια. Εδώ να διευκρινίσω ότι κυρίως ενδιαφερόμουν για βιβλία σχετικά με τις θετικές επιστήμες , αλλά δεν ήμουν αδιάφορος και για ότι τσίγκλαγε  κάποιο ενδιαφέρον μου. Το εν λόγω πρόσωπο ήταν ιερωμένος και δε θέλω ν’ αναφέρω τ’ όνομά του, χωρίς να υπάρχει κάποιος εμφανής λόγος, αλλά ποτέ δεν πρέπει να είσαι σίγουρος σε αυτούς τους κύκλους. Ο ίδιος ήταν λάτρης του παλαιού βιβλίου και το ειδικό του ενδιαφέρον ήταν η καταγραφή όλων των Ελληνικών βιβλίων που είχαν εκδοθεί στην Κωνσταντινούπολη όλα τα προηγούμενα χρόνια. Ο ίδιος  είχε μια πλούσια βιβλιοθήκη που συνεχώς εμπλουτιζόταν από Ρωμιούς, που  αναχωρούσαν για μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα κι άφηναν αρκετά από τα βιβλία τους στον ιερέα της ενορίας τους  Εδώ ίσχυαν σε όλα τα χρόνια άλλοι κανόνες.  Εκείνος έκανε προτάσεις και οι τιμές ήταν φιξ. Τα χρήματα πάντα σε ελληνικό νόμισμα που τα κατέθετα σε τραπεζικό λογαριασμό που είχε από πριν ανοίξει στην Αθήνα.  Τακτική αλληλογραφία.  Προτάσεις από αυτόν με την αντίστοιχη τιμή τους. Αποδοχή από μένα  και μεταφορά των βιβλίων στην Αθήνα Τρεις φορές από μένα που πήγα στην Πόλη, δυο φορές που ήρθε ο ίδιος αυτοπροσώπως στην Αθήνα και όλες τις υπόλοιπες μέσω γνωστών  του που έκανε και για προσωπικούς τους λόγους τη διαδρομή Πόλη- Αθήνα. Μάλιστα την δεύτερη φορά που ήρθε ο ίδιος  στην Αθήνα, κατά τη διάρκεια της παραμονής του, με ξαναπήρε τηλέφωνο γιατί με τις αγορές που έκανε για την οικογένειά του ξέμεινε από λεφτά και μου ζήτησε προπληρωμή μελλοντικής αποστολής. Του είπα να περάσει από το φροντιστήριο για να τα πάρει, αφού συνεννοήθηκα με τον ταμία. Πράγματι ήρθε αυθημερόν, μόνο που δεν τον είδα γιατί ήμουν σε μάθημα και βιαζόταν. Σε λίγες μέρες κάποιος Ρωμιός ήρθε στη δουλειά μου φέρνοντας τα υποσχεθέντα. Η χρήσιμη αυτή σχέση πρέπει να κράτησε μια δεκαετία και κόπηκε ξαφνικά για άγνωστο λόγο. Υποπτεύομαι για λόγους υγείας. Εντωμεταξύ μου είχε περάσει και η αρχική δίψα και αρκετά από τα χρήματα πήγαιναν σε άλλες ανάγκες που έβγαλε εντωμεταξύ ο χρόνος

Τα βιβλία με τα οποία εγκαινίασα τη μεταξύ μας σχέση το 1980 ήταν

1} « Οδός Μαθηματικής .. Μεθοδίου Ανθρακίτου ..κυρίου Μπαλάνου Βασιλόπουλου ..» τόμος 1ος LXXVI +424 sx. 4ον Ενετίησιν  1749

2) Τόμος 2ος  σελ 454

3) Τόμος 3ος σελ. 528

 ( Συμπεριλαμβάνεται ο γεωγραφικός πίνακας Χρύσανθου Νοταρά  σε

 Μεγάλο σχήμα Έκδοση Παταβία 1700 )

4)  Κ.Μ Κούμα  Η οκτάτομη « Σειρά στοιχειώδους των Μαθηματικών και Φυσικών πραγματειών Βιέννη 1807   κ.α          

Οι νέοι ιδιοκτήτες του ξενοδοχείου που καταλύσαμε δεν είχαν ακόμα την όποια οργάνωση να μας προσφέρουν κάτι φαγώσιμο πέραν του εμφιαλωμένου νερού. Έτσι  εξηγείται και η μικρή τιμή της ημερήσιας χρέωσης. Λησμόνησα να πω ότι αυτήν την περίοδο η Τουρκία βρίσκεται σε καθεστώς σκληρής δικτατορίας υπό τον στρατηγό Κενάν Εβρέμ με ό,τι αυτό σημαίνει για τις ελευθερίες και τις περιπέτειες του λαού της. Σε  άθλια οικονομική κατάσταση με μια σειρά απαγορεύσεις. Μια κακιά συνήθεια σε αρκετές χώρες που η δύναμη των όπλων οπλίζει και τις φιλοδοξίες ενίων αξιωματικών που υπερεκτιμούν τις ικανότητές τους και θεωρούν μονοπώλιό τους την αγάπη τους προς την πατρίδα. Το έχουμε ζήσει κι εμείς οι Έλληνες αυτό το φαινόμενο.

 Αναζητήσαμε ένα από τα πολλά μαγαζάκια που προσφέρουν την πλούσια ποικιλία του Τούρκικου πρωινού. Σύντομα το βρήκαμε σε μια πάροδο της κεντρικής οδού όπου ήταν το Αγγλικό προξενείο και κάτσαμε στο σχεδόν άδειο κατάστημα Κάναμε την παραγγελία που θέλαμε και τότε ανακαλύψαμε ότι δεν υπάρχει στην Τουρκία καφές. Η χούντα με την τραγική έλλειψη συναλλάγματος είχε απαγορεύσει εισαγωγές πολλών αγαθών πρώτης ανάγκης. Δεν θυμάμαι τον λόγο που με ώθησε τότε να πάρω μαζί μου από την Ελλάδα μια σακούλα καφέ Λουμίδη, την οποία είχα στο σακίδιο της πλάτης μου. Τον φώναξα και του έδωσα τη σακούλα. Μ’ ένα παρακλητικό ύφος μου λέει

«Να κάνω κι εγώ;»

«Κράτησε την όλη γιατί θα έρθουμε κι αύριο» του απάντησα

Όταν ζητήσαμε λογαριασμό η απάντηση του ήταν

« προσφορά του καταστήματος»

 Έχω πολλά παραδείγματα που μου έδειξαν ότι ο απλός Τούρκος είναι καρντάσης, έχει καλή συμπεριφορά απέναντι στον Έλληνα και προσφέρεται να τον εξυπηρετήσει. Εγώ επηρεασμένος κι από τη μάνα μου σε αυτή τη διάθεση.  Έλεγε η γλυκιά μου

«Εμείς με τους τούρκους ήμασταν μέλι γάλα. Οι τσέτες φταίνε για όλα» Σήμερα θα συμπλήρωνα και κάποιοι που ήρθαν να μας «απελευθερώσουν» 

Ξέραμε για τα σιροπιαστά γλυκά και τα τιμήσαμε δεόντως παραπάνω στου Γκιουλίογλου  Μετά στη Σκεπαστή Αγορά έψαξα σε τούρκικα παλαιοπωλεία και βρήκα μερικά των ενδιαφερόντων μου Ενδεικτικά αναφέρω

1) Εγκυκλοπαίδεια Φιλολογική   Ιωάννη Πατούσα   Βενετία 1819 εκδ. Γλυκύς σχ 8ο  4ος τόμος

2) Λεξικόν δίγλωσσον Ρωμαίικης και Γαλλικης διαλέκτου Τόμος Βιέννη 1804  σ. 352                        

Την τελευταία μέρα της παραμονής μας στην Πόλη κάναμε ένα ταξιδάκι με το καραβάκι στα Πριγκηπόννησα. Περάσαμε από τη Χάλκη. Άφησε λίγους επιβάτες και συνέχισε για την Πρίγκηπο που ήταν κι ο προορισμός μας. Εκεί νιώσαμε αμέσως καλά γιατί ακούσαμε μια σειρά άτομα να μιλάνε τη γλώσσα μας Όμορφα σπίτια, αρκετά ξύλινα αριστουργήματα φτιαγμένα με μεράκι

Το πρώτο που μας είπαν ντόπιοι Ρωμιοί ήταν να πάμε στη μονή του Αη Γιώργη τον Κουδουνά να προσκυνήσουμε. Ακόμα δεν είχε χαραχτεί βατό μονοπάτι και η άνοδος θα ήταν δύσκολη. Σε όλα υπάρχει λύση. Ένα Τουρκόπουλο είχε γαιδουράκια και με μια πενιχρή αμοιβή μας ανέβασε ο ίδιος μέχρι πάνω. Προηγουμένως είχαμε προμηθευτεί από πλανόδιο μανάβη ένα κιλό λαχταριστά κεράσια. Στη γιορτή  του Αγίου γίνεται ονομαστό πανήγυρι που μετέχουν και οι τούρκοι Τώρα όμως ερημιά του θανατά. Κάποια στιγμή βρήκαμε το φύλακα, ένας φιλόξενος Κούρδος που μας ξενάγησε μέσα.  Αφήσαμε την προσφορά μας κι ανάψαμε κεριά στην εκκλησία. Τότε είπε

« Καθίστε να σας κάνω μια τηγανιά. Έχω πατάτες,  αλλά το ψωμί είναι χθεσινό»

Πλύναμε τα κεράσια, στρώθηκε πρόχειρο τραπέζι και καθίσαμε ο φύλακας, το τουρκόπουλο και οι δυο μας. Μας φάνηκαν όλα με μια ιδιαίτερη νοστιμιά. Ήταν όμορφα. Με το ζόρι ο φύλακας πήρε ένα χρηματικό μπαξίσι που του αφήσαμε

Την άλλη μέρα ήταν η αναχώρηση. Ο μόνος μας φόβος ήταν μη μας δημιουργήσουν προβλήματα κατά την έξοδο. Μας δυσκόλεψαν λίγο αφού και τους δυο στον έλεγχο μας κάλεσαν στο γραφείο του επικεφαλής. Η γραμμή ήταν να μη φεύγουν θησαυροί από τη χώρα  Μετά από αρκετή συζήτηση έγραψαν στα διαβατήρια μια ποινή 50 δολαρίων με… αναστολή

Ήταν όμορφο το παρθενικό μου ταξίδι στην Τουρκία. Επειδή επαναλήφθηκε κι άλλες φορές η παρατήρηση που κάνω είναι πως κάθε φορά συναντούσα κι άλλη χώρα. Δεν είναι παράξενο. Το ίδιο θα έλεγε κι ένας ξένος ταξιδιώτης που θα έκανε διαδοχικά ταξίδια στην Ελλάδα Κλείνω μ’ ένα παράπονο. Οι καημένοι οι γονείς μου, στο συνεχές κυνήγι του επιούσιου δεν αξιώθηκαν ποτέ   να επισκεφτούν τους τόπους γέννησής τους. Τα «μέρη»  τους όπως τα αποκαλούσαν 

 

 

 

  

 

 

 

 

 

 

 

Ας πετάξουμε πάνω από τις μικρότητες και τις μεμψιμοιρίες της επίπεδης καθημερινότητας. Ας κολυμπήσουμε, έστω για λίγο, στην ήρεμη θάλασσα της ελπίδας και των προσδοκιών. Ας ονειρευτούμε όλα όσα φοβηθήκαμε να ομολογήσουμε ακόμα και στον εαυτό μας. Κι ίσως τότε ν’ ακουμπήσουμε ένα πτωχό κομμάτι απ’ αυτό που λένε ευτυχία. Ας γευτούμε όλοι το μικρό μερτικό, που μας έλαχε πριν έρθει η ώρα της τελικής κλήσης