Τρίτη 23 Αυγούστου 2016

Υποψήφιος βουλευτής(1)
Ο άνθρωπος είναι ματαιόδοξο ον από τη φύση του. Ισχυρίζομαι ότι αν σε κάποιον δεν εκδηλώθηκε αυτή η ιδιότητα είναι γιατί η μέχρι τώρα πορεία της ζωής του δεν του έδωσε ακόμα την αφορμή και το κίνητρο να εμφανισθεί αυτό το χαρακτηριστικό. Μόλις «κινηθεί το μαντήλι», θα υποκύψει στη μοιραία πορεία. Η σιγουριά αυτού του ισχυρισμού μου ίσως είναι μια προσωπική γραμμή άμυνας που με κάποιο τρόπο θα δικαιολογήσει την ευκολία με την οποία εγώ έπεσα σ’ αυτό το λούκι της φιλοδοξίας. Είναι γνωστό ότι, όταν ένα ελάττωμα διαχέεται σε πολλούς συνανθρώπους σου, τότε αισθάνεσαι να μετριάζεται το βάρος της δικής σου ενοχής.
Μέσα στη φυλακή, στις συνθήκες της παρατεταμένης απομόνωσης, συνδυασμένης με τις γενικότερες εξελίξεις στο παγκόσμιο ιδεολογικό και πολιτικό στερέωμα, έκανα μια αναδιάταξη των φιλοσοφικών και ιδεολογικών μου δοξασιών. Έτσι είχα οδηγηθεί στην απόφαση της αποχής μου από στενές πολιτικές ενασχολήσεις που τα προηγούμενα χρόνια απορροφούσαν ολοκληρωτικά το χρόνο και τη σκέψη μου. Δεν είχα φτάσει ασφαλώς να πιστεύω στη ματαιότητα μιας τέτοιας ασχολίας, αλλά επιτέλους, κατέληξα, ότι χρειάζεται μια κάποια προφύλαξη του εαυτού μου, ένα κράτημα, και τον προσανατολισμό του με χρήσιμες κι αναγκαίες απασχολήσεις για το προσωπικό και επαγγελματικό μέλλον. Έξω όλα τα μέτωπα για μένα ήταν ανοιχτά. Το πτυχίο σε εκκρεμότητα, το οικονομικό προσωπικό υπόβαθρο στο απόλυτο μηδέν.
Από νωρίς είχα απορρίψει την περίπτωση της απασχόλησής μου με την κομματική οργάνωση και ήδη είχα αρνηθεί την πρόταση που μου είχε γίνει πριν τη δικτατορία να γίνω επαγγελματικό στέλεχος, παρά τις πραγματικά δύσκολες συνθήκες εξασφάλισης του στοιχειώδους βιοπορισμού μου. Άρα έπρεπε να δώσω τη μάχη από μηδενική αφετηρία.
Όμως, παρά το λογικό καταστάλαγμα, παρά τις ειλημμένες αποφάσεις, όταν απόκτησα την ελευθερία μου, δεν έδειξα την απαιτούμενη σταθερότητα σ’ αυτές. Μέσα στην ατμόσφαιρα της έντονης πολιτικοποίησης της δημόσιας ζωής που κυριάρχησε μετά την μεταπολίτευση, την πλήρη ανατροπή της προηγούμενης σιωπής, η νέα συγκυρία, μας έφτασε στην άλλη άκρη ζητώντας τα πάντα εδώ και τώρα. Πρέπει να το ομολογήσω, ότι κι εγώ παρασύρθηκα από αυτό το «επαναστατικό κλίμα», βεβαίως με το δικό μου τρόπο, αναζητώντας ενδιάμεσες λύσεις. Αναμείχθηκα πάλι με πολιτικές δραστηριότητες, όπως η συμμετοχή μου στην κίνηση των «77» και τελικά κατέληξα στην επιστροφή μου σε κομματικές απασχολήσεις μέσα από τις γραμμές του ΚΚΕ-εσωτερικού.
Οι ανάγκες βιοπορισμού ήταν δεδομένες, ιδιαίτερα όταν είχα δημιουργήσει οικογένεια και σε λίγο γεννήθηκε η κόρη μου. Αυτές οι ανάγκες ήταν πλέον πιεστικές και δεν σήκωναν περαιτέρω αναβολή. Έπρεπε να εξασφαλίζω τα στοιχειώδη έξοδα, να συμβάλω στη συντήρηση μας. Έκανα στην αρχή μαθήματα τρέχοντας σε διάφορα σπίτια, ως Μαθηματικός, γιατί με αυτό το μάθημα εύρισκες πιο εύκολα υποψηφίους μαθητές. Όταν έδωσα τα χρεωστούμενα μαθήματα στο Πανεπιστήμιο και πήρα το πτυχίο, άρχισα να εργάζομαι με την ιδιότητα του Φυσικού σε ομαδικό φροντιστήριο.
Η επαμφοτερίζουσα θέση μου μεταξύ των κομματικών δραστηριοτήτων και της επαγγελματικής απασχόλησης, η ασάφεια εντός μου για την οριστική προσωπική μου επιλογή, μ’ έφεραν σε μια τέτοια πίεση που χωρίς να εξηγείται από τον όγκο της πραγματικής εργασίας μου, έφτασα στο χείλος της ψυχολογικής υπερκόπωσης και της εσωτερικής μου αστάθειας. Παρ’ όλα αυτά μου καλοφάνηκε η προοπτική της δυνατότητας να είμαι υποψήφιος βουλευτής στις επερχόμενες εκλογές του ΄77, επιβεβαιώνοντας έτσι τις εισαγωγικές μου παρατηρήσεις για τη ματαιοδοξία του ανθρώπου.
Τότε το ΚΚΕ-εσωτερικού έκανε μέτωπο με διάφορα συγγενή ρεύματα και κατέβηκε στις εκλογές με το σχήμα της «Συμμαχίας». Από την πρώτη μέρα που επισημοποιήθηκε από το κόμμα η υποψηφιότητά μου, άρχισε μέσα μου η αντίστροφη πορεία. Η άποψη της γυναίκας μου ήταν αναμενόμενη. Η διαφωνία της ήταν κάθετη και σαφώς αποτρεπτική, αλλά ούτε αυτή η πίεσή της με συγκράτησε. Έπρεπε να πιώ μέχρι τον πάτο την αποτυχία της επιλογής μου μαζί και όλες τις συνέπειές της. Ίσως ο χαρακτήρας μου να έχει αυτό το αυτοκτονικό χαρακτηριστικό.
Μόλις έφτασα στο Βόλο άρχισα να συνειδητοποιώ σιγά- σιγά το λάθος αυτής της επιλογής μου. Δεν έκανα εγώ γι’ αυτόν το ρόλο. Δεν είχα τα ψυχικά αποθέματα ν’ αντέξω στις δυσκολίες που θα είχε αυτή η αποκοτιά μου. Είναι δύσκολή αποστολή να είσαι υποψήφιος βουλευτής και να ζητάς την ψήφο των άλλων, όταν έχεις συναισθηματικές αναστολές κι όταν γύρω σου υπάρχει ένας κομματικός κύκλος που δικαιολογημένα ζητά από σένα να παίξεις επάξια το ρόλο που σου ανατέθηκε.
Ο πόλεμος εναντίον των «αναθεωρητών» από το ορθόδοξο ΚΚΕ ήταν στις βασικές προτεραιότητές του, ιδιαίτερα εκείνη την εποχή. Χωρίς τις αναστολές που θα ανέμενε κάποιος από ανθρώπους που εμφορούνται από την αριστερή ιδεολογία. Στις «εσωτερικές διαμάχες», η ιστορία του κόμματος διδάσκει, ότι ο πόλεμος είναι αμείλικτος και ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Τα χτυπήματα ήταν κάτω απ’ τη μέση. Άρχισαν να φτάνουν στα αυτιά μου απίθανες ειδήσεις. Βλέπεις είχα κι εγώ φίλους στο χώρο, αφού μιλάμε για την πόλη που γεννήθηκα, αφού υπήρχαν σύντροφοι αγώνων στα προδικτατορικά χρόνια και στα δυο χαρακώματα. Κάποιοι άνθρωποι σέβονταν μερικά πράγματα, διατηρούσαν τις βασικές τους αρχές και δεν ανεχόντουσαν να ξεπερνιόνται τα όρια.
«Ο Λευτέρης είναι έμμισθος υπάλληλος του Ράλλη! Η υποψηφιότητά του αποσκοπεί στο να στερήσει από το κόμμα το βουλευτή που πρέπει να βγάλει στο νομό μας.» Παρεμπιπτόντως να αναφέρω ότι υποψήφιος για να εκλεγεί στο νομό Μαγνησίας ήταν ένας Μυτιληνιός, υψηλόβαθμο στέλεχος του κόμματος και κάποιας σεβαστής πια ηλικίας, συγκρατούμενός μου στις φυλακές Κορυδαλλού τα προηγούμενα χρόνια, δεξί χέρι του Φλωράκη. Τελικώς εξελέγη, έστω κι οριακά. Δεν του πέρασε του Ράλλη και το «μίσθαρνο όργανό» του δεν εκτέλεσε επιτυχώς την ανατεθείσα σ’ αυτόν αποστολή!
« Ο Λευτέρης στο στρατό υπέγραψε δήλωση αποκήρυξης του κόμματος!»
Αυτό αναφέρθηκε από γνωστό καθοδηγητικό άτομο σε συνεδρίαση της οργάνωσης σ’ ένα χωριό του Αλμυρού και όταν ένα άλλο μέλος της , που έτυχε να είμαστε στρατιώτες μαζί κι γνώριζε από πρώτο χέρι τις συνθήκες που έζησα εκείνη την περίοδο, σηκώθηκε και είπε ότι αυτό δεν είναι αλήθεια. Του έγινε αυστηρή κριτική και σύσταση να μην φέρνει αντιρρήσεις στο κόμμα γιατί «δεν τα ξέρει όλα». Όμως οι δεσμοί που δημιουργήθηκαν μεταξύ μας στις δύσκολές μέρες που ζήσαμε μαζί δεν τον άφησαν ήσυχο. Ζήτησε να με συναντήσει κι αυτή η συνάντηση έγινε σε συνθήκες «βαριάς παρανομίας» και ατμόσφαιρας φόβου. Καταστάσεις τόσο μακρινές από τον ανθρωπιστικό χαρακτήρα που οι ιδέες της αριστερής παράταξης πρέσβευαν. Κι όμως υπάρχουν, ζουν και βασιλεύουν, ιδιαίτερα όταν το αρχικό όραμα συσκοτίζεται από εφήμερες σκοπιμότητες.
Η πολύχρονη πείρα μου έδειξε ότι, το κόμμα τους πραγματικούς δηλωσίες ξέρει καλά να τους χειρίζεται παίζοντας πάνω στην ανθρώπινη αδυναμία και τις τύψεις της ευαισθησίας. Εκεί που δυσκολεύεται είναι με τους ατίθασους, τους ανυποχώρητους, ιδιαίτερα όταν αυτή η ιδιότητα συνοδεύεται με την ύπαρξη προσωπικών απόψεων που είναι αποκλίνουσες από την κυρίαρχη επίσημη γραμμή.
Συντροφιά μου στις βόλτες που έκανα στη Νέα Ιωνία είχα έναν καλό φίλο, εργάτη. Τον Παναγιώτη Πετράκη, που πήρε επί τούτου άδεια από τη δουλειά του στην Αθήνα για να με βοηθήσει και να σταθεί στο πλάι μου. Μια μέρα που ανεβαίναμε με τα πόδια την Ελευθερίου Βενιζέλου μια ολοκαίνουργη Μερσεντές κατέβαινε σιγά-σιγά το δρόμο. Όταν έφτασε στο ύψος μας σταμάτησε και βγήκε ο οδηγός. Ήταν ένας γνωστός παράγοντας της προδικτατορικής ΕΔΑ, που δεν είχε μέχρι τότε ιδιαίτερη δραστηριότητα, αλλά κινούνταν σύμφωνα με δική του δήλωση στον ευρύτερο χώρο της ανανεωτικής Αριστεράς.
Με παίρνει ιδιαιτέρως και μου ψιθυρίζει στ’ αυτί:
- Καλά, Λευτέρη, με τον Πετράκη κυκλοφορείς στις γειτονιές;
(συνεχίζεται)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου