Ο σεισμός
Ο πρώτος σεισμός, που έζησα, ήταν στο Βόλο το 1955. Με βρήκε τη στιγμή που καθόμουν αμέριμνος στην τουαλέτα. Μια εμπειρία που όταν την πρωτοσυναντάς, σε ταράζει έτσι κι αλλιώς, αλλά εκεί που ήμουν πλήρως αφημένος το ξαφνικό ταρακούνημα σφραγίστηκε μέσα μου σαν αρνητικό αίσθημα και από τότε με κυνηγάει διαρκώς όλα τα υπόλοιπα χρόνια. Βεβαίως ο ίδιος ο σεισμός είναι μια διαδικασία που κρατάει λίγα δευτερόλεπτα και μετά τελειώνει. Στη διάρκεια του ό,τι είναι να συμβεί, συμβαίνει πριν προλάβεις καν να το συνειδητοποιήσεις. Γίνεται όμως! Για λίγους έχει τραγικές συνέπειες, για τους πολλούς αποτελεί ένα περαστικό συμβάν. Η αγωνία δεν είναι αυτός ο ίδιος ο σεισμός. Η αγωνία και το βασανιστήριο είναι η διαρκής ανησυχία, η αδιάκοπη αναμονή για το επόμενο ραντεβού μαζί του. Όποιος δεν έχει αυτή την αγωνία να μου τον δείξετε, να τον γνωρίσω!
Γι’ όποιον δε φοβάται το σεισμό δυο ερμηνείες μόνο μπορώ να δώσω. Πρώτον γιατί μέχρι τώρα δεν είχε την «τύχη» αυτής της εμπειρίας και δεύτερον γιατί είναι από εκείνη την παράξενη κι αντιπαθή χοντρόπετση κατηγορία ανθρώπων, που δεν τη ζηλεύω και θα μπορούσα να ισχυριστώ ότι μάλλον τη λυπάμαι. Είναι εκείνοι που έχοντας στην πραγματικότητα κλειστούς τους δρόμους επικοινωνίας με το περιβάλλον, έχουν αυθαίρετα βαπτίσει την αναισθησία τους ψυχραιμία ή θάρρος. Εμένα ο φόβος του σεισμού είναι βαθειά χαραγμένος μέσα μου και τον συνάντησα πολλές φορές στη ζωή μου, ιδιαίτερα όταν στους σεισμούς των Αλκυονίδων νήσων είχα και μικρό παιδί.
Ο σεισμός στο Βόλο του ’55 πέρα από τις δεκάδες ανθρώπινα θύματα προκάλεσε ανεπανόρθωτες υλικές ζημιές στην Πόλη, πλήγωσε τα ωραία νεοκλασικά σπίτια που είχε το κέντρο της και άφησε άστεγους χιλιάδες κατοίκους της. Ανάμεσα στα κτίρια ήταν και τα σχολεία και εκείνη η σχολική χρονιά τελείωσε με μαθήματα στο ύπαιθρο.
Από εκείνη τη χρονιά και με συνεχή φθίνουσα πορεία στα επόμενα χρόνια ο Βόλος έχασε την αρχική του λάμψη και έπαψε να είναι το πρώτο αστέρι της Θεσσαλίας. Για αντικειμενικούς λόγους άρχισε να αναδεικνύεται η πόλη της Λάρισας. Με ιδιαίτερα φροντισμένη πολιτική πίεση από τον τότε σημαντικό πολιτικό παράγοντα και πρόεδρο της Βουλής Κ, .Ροδόπουλο* τον γνωστό με το προσωνύμιο ο Μοχλός και τη σταδιακή μεταφορά των κεντρικών υπηρεσιών από το Βόλο στη Λάρισα, με το φυσικό άνοιγμα των αυτοκινητόδρομου Αθήνας- Θεσσαλονίκης το λιμάνι του Βόλου, ως μοναδική διέξοδος των προϊόντων του κάμπου της Θεσσαλίας, έχασε μεγάλο μέρος από την αρχική του σημασία. Έμειναν τα εργοστάσια σιδηροβιομηχανίας, κλωστοϋφαντουργίας, επεξεργασίας καπνού και ένας μεγάλος αριθμός ειδικευμένων βιομηχανικών εργατών. Η κρίση στη Βιομηχανία στέρησε σε ένα μεγάλο ποσοστό κι αυτό το πλεονέκτημα.
Έμεινε μόνο το πλεονέκτημα της φυσικής θέσης της πόλης, η ύπαρξη της θάλασσας, οι καλλονές του Πηλίου με τα πανέμορφα χωριά του και η αυξανόμενη ανάπτυξη του τουρισμού. Μεγάλο χτύπημα στην πόλη ήταν η αναχώρηση, κυρίως για την Αθήνα ενός μεγάλου αριθμού ευκατάστατων αστικών οικογενειών που είχαν τη δυνατότητα αλλά και την πολυτέλεια της μετεγκατάστασης. Η πόλη έχασε ένα μεγάλο κομμάτι από το ειδικό άρωμα πολιτισμού που προηγουμένως τη διέκρινε. Ο Βόλος παρότι ήταν επαρχιακή πόλη είχε από παλαιά πλούσια καλλιτεχνική και πολιτιστική παράδοση και αντίστοιχους συλλόγους με πυκνό πρόγραμμα εκδηλώσεων.
Είναι μια ευκαιρία να υπενθυμίσω σ’ αυτό το σημείο- γιατί τελικά όλα τα παίρνει ο άνεμος και μερικά πράγματα δεν πρέπει να ξεχνώνται- το «κόλπο» με τον οποίο χάθηκαν πολλοί ελεύθεροι χώροι αλλά και μια σειρά από πλατείες στη Νέα Ιωνία. Με τους μεγάλους σεισμούς στο Βόλο τη δεκαετία του πενήντα για κάποιο διάστημα στήθηκαν στους χώρους και τις πλατείες σκηνές και πρόχειρα τσαντίρια. Λογικό κι εξηγήσιμο σε πρώτη φάση. Από ντόπιους κατοίκους, αλλά κυρίως από ξένους άστεγους ή έξυπνους που πάντα υπάρχουν και που «μύρισαν» την ευκαιρία για δωρεάν οικόπεδο. Σημειωτέον ότι τα χαμόσπιτα της Νέας Ιωνίας, λόγω κυρίως του μεγέθους τους, δεν έπαθαν με το σεισμό τις μεγάλες καταστροφές των σπιτιών της κάτω πόλης του Βόλου.
Τα πρόχειρα αυτά καταλύματα έγιναν στη συνέχεια μόνιμες κατοικίες και στα επόμενα χρόνια και με τους αναπόφευκτους «αγώνες» και την εύκολη συμπαράσταση που προσφέρουν απλόχερα αθώοι κι ανυποψίαστοι συμπολίτες στους «καημένους και φτωχούς συνανθρώπους» μας, πήραν τίτλους ιδιοκτησίας και σήμερα στη θέση των πλατειών μπορείς να συναντήσεις πολυκατοικίες με νοικιαζόμενα δωμάτια.
Ο «χαζός» και νομιμόφρων πολίτης, που ξαναγύρισε στο προσφυγικό του σπίτι των λίγων δεκάδων τετραγωνικών, έμεινε εκεί που τον έταξε η φτωχή του μοίρα. Αυτή είναι η κοινωνική δικαιοσύνη. Πρέπει όμως για λόγους μιας τέτοιας δικαιοσύνης να ειπωθεί ότι το δώρο των κρατούντων σε μερικούς άρπαγες της εποχής απαίτησε κάποια στιγμή το αντίστοιχο αντίδωρο, το οποίο σε δοσμένες ευκαιρίες δόθηκε και με το παραπάνω.
Όπως ήδη προανέφερα στους σεισμούς στις αρχές της δεκαετίας του’80 ήμουν στην Αθήνα κι αγωνία μου βρήκε άλλη δικαιολογική βάση. Είχα μικρό παιδί και ο φόβος ήταν και για τη δική του ασφάλεια. Εκείνο το χρονικό διάστημα εργαζόμουν και σε ένα ιδιωτικό σχολείο θηλέων στο Δάσος Χαϊδαρίου σε ένα κτίριο που δεν είχε τα εχέγγυα της αντισεισμικής κατασκευής και οι φορές που οι συχνοί μετασεισμοί με βρήκαν μέσα στην τάξη οπότε οι στιγμές αγωνίας και για τα νέα κορίτσια ήταν δεδομένες.
Ο σεισμός της Πάρνηθας παρά τα υπερεκατό αθώα θύματά του και παρά το γεγονός ότι το επίκεντρο ήταν τόσο κοντά με βρήκε πιο έμπειρο και ψύχραιμο. Είναι χαρακτηριστικό ότι παρέμεινα μέσα στο σπίτι έχοντας τώρα τη γνώση ότι εκεί είναι ασφαλέστερα. Δε γίνεται διαφορετικά. Ο σεισμός είναι ένα φυσικό φαινόμενο και πρέπει να ζήσουμε μαζί του.
Θα πρέπει μόνο, για την ιστορία, να ειπωθεί ότι κατά τη διάρκεια των πανεπιστημιακών μου σπουδών ένα από τα βασικά μαθήματα στο Φυσικό τμήμα ήταν και το μάθημα της Σεισμολογίας, που πέρα από τη θεωρητική μελέτη του είχε κι εργαστηριακές ασκήσεις που γίνονταν πάνω στο Αστεροσκοπείο. Μια από τις ασκήσεις ήταν ο προσδιορισμός του επικέντρου του σεισμού. Σε μένα η μοίρα το έφερε έτσι ώστε ο σεισμός που μου ζητήθηκε, με βάση κάποια στοιχεία, να προσδιορίσω το επίκεντρό του ήταν ο σεισμός που με βρήκε στην τουαλέτα. Αυτός με τον οποίο είχα το πρώτο ραντεβού μαζί του. 1η Ιουνίου 2009
* Ο Μ .Καραγάτσης (φιλολογικό φευδώνυμο) ήταν αδελφός του
Ο πρώτος σεισμός, που έζησα, ήταν στο Βόλο το 1955. Με βρήκε τη στιγμή που καθόμουν αμέριμνος στην τουαλέτα. Μια εμπειρία που όταν την πρωτοσυναντάς, σε ταράζει έτσι κι αλλιώς, αλλά εκεί που ήμουν πλήρως αφημένος το ξαφνικό ταρακούνημα σφραγίστηκε μέσα μου σαν αρνητικό αίσθημα και από τότε με κυνηγάει διαρκώς όλα τα υπόλοιπα χρόνια. Βεβαίως ο ίδιος ο σεισμός είναι μια διαδικασία που κρατάει λίγα δευτερόλεπτα και μετά τελειώνει. Στη διάρκεια του ό,τι είναι να συμβεί, συμβαίνει πριν προλάβεις καν να το συνειδητοποιήσεις. Γίνεται όμως! Για λίγους έχει τραγικές συνέπειες, για τους πολλούς αποτελεί ένα περαστικό συμβάν. Η αγωνία δεν είναι αυτός ο ίδιος ο σεισμός. Η αγωνία και το βασανιστήριο είναι η διαρκής ανησυχία, η αδιάκοπη αναμονή για το επόμενο ραντεβού μαζί του. Όποιος δεν έχει αυτή την αγωνία να μου τον δείξετε, να τον γνωρίσω!
Γι’ όποιον δε φοβάται το σεισμό δυο ερμηνείες μόνο μπορώ να δώσω. Πρώτον γιατί μέχρι τώρα δεν είχε την «τύχη» αυτής της εμπειρίας και δεύτερον γιατί είναι από εκείνη την παράξενη κι αντιπαθή χοντρόπετση κατηγορία ανθρώπων, που δεν τη ζηλεύω και θα μπορούσα να ισχυριστώ ότι μάλλον τη λυπάμαι. Είναι εκείνοι που έχοντας στην πραγματικότητα κλειστούς τους δρόμους επικοινωνίας με το περιβάλλον, έχουν αυθαίρετα βαπτίσει την αναισθησία τους ψυχραιμία ή θάρρος. Εμένα ο φόβος του σεισμού είναι βαθειά χαραγμένος μέσα μου και τον συνάντησα πολλές φορές στη ζωή μου, ιδιαίτερα όταν στους σεισμούς των Αλκυονίδων νήσων είχα και μικρό παιδί.
Ο σεισμός στο Βόλο του ’55 πέρα από τις δεκάδες ανθρώπινα θύματα προκάλεσε ανεπανόρθωτες υλικές ζημιές στην Πόλη, πλήγωσε τα ωραία νεοκλασικά σπίτια που είχε το κέντρο της και άφησε άστεγους χιλιάδες κατοίκους της. Ανάμεσα στα κτίρια ήταν και τα σχολεία και εκείνη η σχολική χρονιά τελείωσε με μαθήματα στο ύπαιθρο.
Από εκείνη τη χρονιά και με συνεχή φθίνουσα πορεία στα επόμενα χρόνια ο Βόλος έχασε την αρχική του λάμψη και έπαψε να είναι το πρώτο αστέρι της Θεσσαλίας. Για αντικειμενικούς λόγους άρχισε να αναδεικνύεται η πόλη της Λάρισας. Με ιδιαίτερα φροντισμένη πολιτική πίεση από τον τότε σημαντικό πολιτικό παράγοντα και πρόεδρο της Βουλής Κ, .Ροδόπουλο* τον γνωστό με το προσωνύμιο ο Μοχλός και τη σταδιακή μεταφορά των κεντρικών υπηρεσιών από το Βόλο στη Λάρισα, με το φυσικό άνοιγμα των αυτοκινητόδρομου Αθήνας- Θεσσαλονίκης το λιμάνι του Βόλου, ως μοναδική διέξοδος των προϊόντων του κάμπου της Θεσσαλίας, έχασε μεγάλο μέρος από την αρχική του σημασία. Έμειναν τα εργοστάσια σιδηροβιομηχανίας, κλωστοϋφαντουργίας, επεξεργασίας καπνού και ένας μεγάλος αριθμός ειδικευμένων βιομηχανικών εργατών. Η κρίση στη Βιομηχανία στέρησε σε ένα μεγάλο ποσοστό κι αυτό το πλεονέκτημα.
Έμεινε μόνο το πλεονέκτημα της φυσικής θέσης της πόλης, η ύπαρξη της θάλασσας, οι καλλονές του Πηλίου με τα πανέμορφα χωριά του και η αυξανόμενη ανάπτυξη του τουρισμού. Μεγάλο χτύπημα στην πόλη ήταν η αναχώρηση, κυρίως για την Αθήνα ενός μεγάλου αριθμού ευκατάστατων αστικών οικογενειών που είχαν τη δυνατότητα αλλά και την πολυτέλεια της μετεγκατάστασης. Η πόλη έχασε ένα μεγάλο κομμάτι από το ειδικό άρωμα πολιτισμού που προηγουμένως τη διέκρινε. Ο Βόλος παρότι ήταν επαρχιακή πόλη είχε από παλαιά πλούσια καλλιτεχνική και πολιτιστική παράδοση και αντίστοιχους συλλόγους με πυκνό πρόγραμμα εκδηλώσεων.
Είναι μια ευκαιρία να υπενθυμίσω σ’ αυτό το σημείο- γιατί τελικά όλα τα παίρνει ο άνεμος και μερικά πράγματα δεν πρέπει να ξεχνώνται- το «κόλπο» με τον οποίο χάθηκαν πολλοί ελεύθεροι χώροι αλλά και μια σειρά από πλατείες στη Νέα Ιωνία. Με τους μεγάλους σεισμούς στο Βόλο τη δεκαετία του πενήντα για κάποιο διάστημα στήθηκαν στους χώρους και τις πλατείες σκηνές και πρόχειρα τσαντίρια. Λογικό κι εξηγήσιμο σε πρώτη φάση. Από ντόπιους κατοίκους, αλλά κυρίως από ξένους άστεγους ή έξυπνους που πάντα υπάρχουν και που «μύρισαν» την ευκαιρία για δωρεάν οικόπεδο. Σημειωτέον ότι τα χαμόσπιτα της Νέας Ιωνίας, λόγω κυρίως του μεγέθους τους, δεν έπαθαν με το σεισμό τις μεγάλες καταστροφές των σπιτιών της κάτω πόλης του Βόλου.
Τα πρόχειρα αυτά καταλύματα έγιναν στη συνέχεια μόνιμες κατοικίες και στα επόμενα χρόνια και με τους αναπόφευκτους «αγώνες» και την εύκολη συμπαράσταση που προσφέρουν απλόχερα αθώοι κι ανυποψίαστοι συμπολίτες στους «καημένους και φτωχούς συνανθρώπους» μας, πήραν τίτλους ιδιοκτησίας και σήμερα στη θέση των πλατειών μπορείς να συναντήσεις πολυκατοικίες με νοικιαζόμενα δωμάτια.
Ο «χαζός» και νομιμόφρων πολίτης, που ξαναγύρισε στο προσφυγικό του σπίτι των λίγων δεκάδων τετραγωνικών, έμεινε εκεί που τον έταξε η φτωχή του μοίρα. Αυτή είναι η κοινωνική δικαιοσύνη. Πρέπει όμως για λόγους μιας τέτοιας δικαιοσύνης να ειπωθεί ότι το δώρο των κρατούντων σε μερικούς άρπαγες της εποχής απαίτησε κάποια στιγμή το αντίστοιχο αντίδωρο, το οποίο σε δοσμένες ευκαιρίες δόθηκε και με το παραπάνω.
Όπως ήδη προανέφερα στους σεισμούς στις αρχές της δεκαετίας του’80 ήμουν στην Αθήνα κι αγωνία μου βρήκε άλλη δικαιολογική βάση. Είχα μικρό παιδί και ο φόβος ήταν και για τη δική του ασφάλεια. Εκείνο το χρονικό διάστημα εργαζόμουν και σε ένα ιδιωτικό σχολείο θηλέων στο Δάσος Χαϊδαρίου σε ένα κτίριο που δεν είχε τα εχέγγυα της αντισεισμικής κατασκευής και οι φορές που οι συχνοί μετασεισμοί με βρήκαν μέσα στην τάξη οπότε οι στιγμές αγωνίας και για τα νέα κορίτσια ήταν δεδομένες.
Ο σεισμός της Πάρνηθας παρά τα υπερεκατό αθώα θύματά του και παρά το γεγονός ότι το επίκεντρο ήταν τόσο κοντά με βρήκε πιο έμπειρο και ψύχραιμο. Είναι χαρακτηριστικό ότι παρέμεινα μέσα στο σπίτι έχοντας τώρα τη γνώση ότι εκεί είναι ασφαλέστερα. Δε γίνεται διαφορετικά. Ο σεισμός είναι ένα φυσικό φαινόμενο και πρέπει να ζήσουμε μαζί του.
Θα πρέπει μόνο, για την ιστορία, να ειπωθεί ότι κατά τη διάρκεια των πανεπιστημιακών μου σπουδών ένα από τα βασικά μαθήματα στο Φυσικό τμήμα ήταν και το μάθημα της Σεισμολογίας, που πέρα από τη θεωρητική μελέτη του είχε κι εργαστηριακές ασκήσεις που γίνονταν πάνω στο Αστεροσκοπείο. Μια από τις ασκήσεις ήταν ο προσδιορισμός του επικέντρου του σεισμού. Σε μένα η μοίρα το έφερε έτσι ώστε ο σεισμός που μου ζητήθηκε, με βάση κάποια στοιχεία, να προσδιορίσω το επίκεντρό του ήταν ο σεισμός που με βρήκε στην τουαλέτα. Αυτός με τον οποίο είχα το πρώτο ραντεβού μαζί του. 1η Ιουνίου 2009
* Ο Μ .Καραγάτσης (φιλολογικό φευδώνυμο) ήταν αδελφός του
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου