Ο κ ί ν δ υ ν ο ς
Η πόλη λουφάζει,
καθηλωμένη στον ακαθόριστο κίνδυνο
Μια κραυγή αγωνίας σέρνεται...
από υπέρηχους ανάκουστους
στην ανθρώπινη αίσθηση
Η πόλη λουφάζει,
καθηλωμένη στον ακαθόριστο κίνδυνο
Μια κραυγή αγωνίας σέρνεται...
από υπέρηχους ανάκουστους
στην ανθρώπινη αίσθηση
Μόν’ αλυχτίσματα σκυλιών
κάπου στο βάθος
αραιά ακούγονται
προμηνύματα μιας θύελλας
που πλανιέται παντού.
Τοπία γιομάτα σιωπές,
σπίτια γονατισμένα στον κίνδυνο
πρόσωπα χαραγμένα από δάκρυα
πελεκημένα με πόνους
Κάτω από την ακίνητη επιδερμίδα
μιας ηρεμίας αμφίβολης
βομβούν σφυγμοί ταραγμένοι
κι αγωνίες πελώριες
Μόνο τα παιδιά αμέριμνα
τρεχαλάνε στα πάρκα
οι γκουβερνάντες τα παρατήσανε
τρυπώνοντας στο πρώτο υπόγειο
Μια πόλη ανίσχυρη, παραδομένη
αναμένει το άγνωστο
που έρχεται σιγά- σιγά
πηδώντας τις πρώτες οικοδομές.
κάπου στο βάθος
αραιά ακούγονται
προμηνύματα μιας θύελλας
που πλανιέται παντού.
Τοπία γιομάτα σιωπές,
σπίτια γονατισμένα στον κίνδυνο
πρόσωπα χαραγμένα από δάκρυα
πελεκημένα με πόνους
Κάτω από την ακίνητη επιδερμίδα
μιας ηρεμίας αμφίβολης
βομβούν σφυγμοί ταραγμένοι
κι αγωνίες πελώριες
Μόνο τα παιδιά αμέριμνα
τρεχαλάνε στα πάρκα
οι γκουβερνάντες τα παρατήσανε
τρυπώνοντας στο πρώτο υπόγειο
Μια πόλη ανίσχυρη, παραδομένη
αναμένει το άγνωστο
που έρχεται σιγά- σιγά
πηδώντας τις πρώτες οικοδομές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου