Ο δάσκαλος και ιερέας Ευάγγελος Στ. Ιωαννίδης από το Αλύκο
Γεννήθηκε το 1880 στο Αλύκο της Βορείου Ηπείρου και ήταν ο πρωτότοκος γιος του Σταύρου και της Μαρίας Ιωαννίδη. Από μικρός αγαπούσε τα γράμματα. Αποφοίτησε από το Δημοτικό σχολείο στο χωριό του με άριστα και μεταβαίνει στα Ιωάννινα το 1895 και εγγράφεται στην Α΄ τάξη του Γυμνασίου.
Ο Ελληνο-τουρκικός πόλεμος του 1897-98 έφερε την πείνα και την εξαθλίωση και στην οικογένεια Ιωαννίδη. Ο γιος του, τώρα, δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει τι οικονομικές του υποχρεώσεις. Ο πατέρας του, ύστερα από 40 ώρες πεζοπορίας, βρέθηκε στα Ιωάννινα. Έβγαλε το καπέλο του στην πόρτα της εκκλησίας και εκλιπαρούσε τους πιστούς να τον βοηθήσουν ώστε ο γιος του να αποπερατώσει τις σπουδές. Με τον τρόπο αυτόν ο γιος του πήρε το ενδεικτικό της Γ΄ τάξης Γυμνασίου, το 1898 («Ελλην, Παιδεία Β. Ηπείρου» του Ν, Υφαντή). Ως άνθρωπος με πολλά χαρίσματα του προτάθηκε να διοριστεί δάσκαλος στα Ιωάννινα. Ο Ευάγγελος, όμως, προτίμησε να επιστρέψει στη γενέτειρά του, γιατί οι προσδοκίες του ήταν να προσφέρει στο δικό του χώρο που τον λάτρευε και που στέναζε κάτω από τον Τουρκικό ζυγό.
Διορίζεται δάσκαλος της Κεντρικής Σχολής Αλύκου, όπου φοιτούσαν μαθητές από τα χωριά: Αλύκο, Τσαούσι, Τρέμουλη και Πάλη, με 35 μαθητές. Ο Ιωαννίδης μετέτρεψε το Δημοτικό σχολείο του Αλύκου σε Αστική Σχολή («Το Δέλβινο» του Β. Μπαρά), δίνοντας σημασία στην σωστή διαπαιδαγώγηση της παιδείας του έθνους και την προετοιμασία άξιων διδασκάλων για τις ανάγκες του τόπου. Πίστευε πως με την σωστή εκμάθηση της Ελληνικής γλώσσας και της ένδοξης Ιστορίας του Έθνους, θα ξυπνούσε μέσα τους η ελληνική συνείδηση και θα διεκδικούσαν την πολυπόθητη ελευθερία. Έτσι ο αφοσιωμένος δάσκαλος και διευθυντής της Αστικής Σχολής του Αλύκου έδωσε τα πρώτα ενδεικτικά σε άριστους μαθητές όπως στον Ανδρέα Χ. Ιωαννίδη, τον Γρηγόριο Μάσσιο, τον Ιωάννη Παπαθανασίου, τον Ευάγγελο Κ. Ζάχο και στον Κωνσταντίνο Ν. Ιωάννου (αρχεία VIII Μεραρχίας Ιωαννίνων), οι οποίοι αργότερα, μαζί με το δάσκαλό τους, έγιναν οι στυλοβάτες των ελληνικών γραμμάτων στην περιοχή.
Τα έτη 1911-12 ο Ευάγγελος μετατίθεται στη Δίβρη όπου παίρνει μαζί του την οικογένεια και τα δυο ορφανά ανίψια του Σταύρο και Βασίλη Ιωαννίδη (όπως ομολογούν οι ίδιοι). Το 1913 -15 έχει καταταγεί εθελοντής στον Ελληνικό στρατό όπου διακρίθηκε για την ανδρεία και τις πολεμικές ικανότητές του στην πρώτη γραμμή του πυρός. Τα έτη 1915-16 διορίζεται δάσκαλος ξανά στο Αλύκο όπου συνεχίζει να παραδίδει ενδεικτικά σε νέους διδασκάλους. Στους: Σταύρο και Βασίλη Π. Ιωαννίδη, Σταύρο Χ. Κόκκαλη, Παρασκευή Κίτου (Σίτο), Νίκο Κολιαγιάννη (παππα-Νικόλα) Μιχάλη Ζήσο κ. ά. Το 1902 παντρεύεται την Αλεξάνδρα του γένους Παππά από το Χάλιο και μεγάλωσαν πέντε άξια τέκνα όπου έκαναν υπερήφανους τους γονείς, τις οικογένειές τους και την κοινωνία του Αλύκου.
Το 1916 ο Ευάγγελος Ιωαννίδης χειροτονείται ιερέας από τον Μητροπολίτη Βελλά και Κονίτσης, Σπυρίδωνα, στον Ιερό Ναό Αγίας Βαρβάρας του Αλύκου. Από τότε θα αποκαλείται από το ποίμνιό του «ο παπά Βαγγέλης μας». Λάτρης του Πάτρο Κοσμά του Αιτωλού, πολλές από τις διδαχές του τις διδάσκει στους πιστούς του. «Είμαστε αυτόχθονες Έλληνες σε τούτα τα μέρη, από τότε που ο Θεός τα έπλασε. Να είμαστε υπερήφανοι και αντάξιοι των προγόνων μας που γέννησαν την Δημοκρατία και τον Πολιτισμό», διέδιδε στους πιστούς. Ρίζωσε βαθιά στην ψυχή τους την Ορθοδοξία και την πίστη στο Χριστό, αντικρούοντας σθεναρά την καθολική εκκλησία που προσπαθούσε να απλώσει τον καθολικισμό στον Βορειοηπειρωτικό Ελληνισμό. Ήταν ένας χαρισματικός άνθρωπος και προικισμένος με όλες τις κοινωνικές αρετές.
Όταν η φτωχή Σταμάτω ζήτησε τη γνώμη του σε ποιον να δώσει την κόρη της στον εύπορο με τα πολλά γελάδια ή στον φτωχό δάσκαλο, της απάντησε: «Πρώτα θα ρωτήσεις την κόρη σου για ποιον χτυπάει η καρδιά της και δεύτερον, τα γελάδια του πλούσιου μπορεί να πεθάνουν μέσα σε έναν σκληρό χειμώνα, ενώ τα γράμματα του φτωχού δάσκαλου δεν τ’ ακουμπά κανένας χειμώνας».
Η φονική γρίπη του 1917-18, η φτώχεια και η ελονοσία έκαναν τις καμπάνες των εκκλησιών να χτυπούν σε καθημερινή βάση. Ο παππα- Βαγγέλης κοινωνεί τους μελλοθάνατους και ξεπροβοδεί τους δυστυχισμένους στην τελευταία τους κατοικία. Πολλοί του έλεγαν να προφυλάγονταν και να μην ακουμπούσε τους ασθενείς και τους νεκρούς γιατί ο κίνδυνος ήταν μεγάλος, αλλά για τον παππα- Βαγγέλη πολυτιμότερη ήταν η τιμή, ο όρκος στην πίστη, η αξιοπρέπεια, το ήθος, το ΧΡΕΟΣ…
Σεπτέμβριος 1918, επιστρέφοντας από το χωριό Πάλη, που είχε πάει να κοινωνήσει έναν μελλοθάνατο από τη γρίπη, αρρώστησε και μετά από λίγες μέρες εκοιμήθη για να αναπαυτεί η ψυχή του στην αγκαλιά των αγγέλων.
Αναμφισβήτητα ο παππα -Βαγγέλης παραμένει μια λάμπρη προσωπικότητα κι ένα σημαντικό κεφάλαιο στην ιστορία του Αλύκου.
Βασίλης Ιωάννου, τέως έπαρχος Αλύκου - επιμέλεια Β. Παπαχρήστος, ιδρυτικό μέλος ΟΜΟΝΟΙΑΣ, τ. πρόεδρος παραρτήματος Αγ. Σαράντα
Αρχική σελίδα \ Ιστορικά Στοιχεία \ Ηρωϊκές μορφές στην περίοδο του κομμουνισμού \ Να γνωρίσουμε τους επιφανείς πατριώτες μας: Ο δάσκαλος και ιερέας Ευάγγελος Στ. Ιωαννίδης από το Αλύκο
Γεννήθηκε το 1880 στο Αλύκο της Βορείου Ηπείρου και ήταν ο πρωτότοκος γιος του Σταύρου και της Μαρίας Ιωαννίδη. Από μικρός αγαπούσε τα γράμματα. Αποφοίτησε από το Δημοτικό σχολείο στο χωριό του με άριστα και μεταβαίνει στα Ιωάννινα το 1895 και εγγράφεται στην Α΄ τάξη του Γυμνασίου.
Ο Ελληνο-τουρκικός πόλεμος του 1897-98 έφερε την πείνα και την εξαθλίωση και στην οικογένεια Ιωαννίδη. Ο γιος του, τώρα, δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει τι οικονομικές του υποχρεώσεις. Ο πατέρας του, ύστερα από 40 ώρες πεζοπορίας, βρέθηκε στα Ιωάννινα. Έβγαλε το καπέλο του στην πόρτα της εκκλησίας και εκλιπαρούσε τους πιστούς να τον βοηθήσουν ώστε ο γιος του να αποπερατώσει τις σπουδές. Με τον τρόπο αυτόν ο γιος του πήρε το ενδεικτικό της Γ΄ τάξης Γυμνασίου, το 1898 («Ελλην, Παιδεία Β. Ηπείρου» του Ν, Υφαντή). Ως άνθρωπος με πολλά χαρίσματα του προτάθηκε να διοριστεί δάσκαλος στα Ιωάννινα. Ο Ευάγγελος, όμως, προτίμησε να επιστρέψει στη γενέτειρά του, γιατί οι προσδοκίες του ήταν να προσφέρει στο δικό του χώρο που τον λάτρευε και που στέναζε κάτω από τον Τουρκικό ζυγό.
Διορίζεται δάσκαλος της Κεντρικής Σχολής Αλύκου, όπου φοιτούσαν μαθητές από τα χωριά: Αλύκο, Τσαούσι, Τρέμουλη και Πάλη, με 35 μαθητές. Ο Ιωαννίδης μετέτρεψε το Δημοτικό σχολείο του Αλύκου σε Αστική Σχολή («Το Δέλβινο» του Β. Μπαρά), δίνοντας σημασία στην σωστή διαπαιδαγώγηση της παιδείας του έθνους και την προετοιμασία άξιων διδασκάλων για τις ανάγκες του τόπου. Πίστευε πως με την σωστή εκμάθηση της Ελληνικής γλώσσας και της ένδοξης Ιστορίας του Έθνους, θα ξυπνούσε μέσα τους η ελληνική συνείδηση και θα διεκδικούσαν την πολυπόθητη ελευθερία. Έτσι ο αφοσιωμένος δάσκαλος και διευθυντής της Αστικής Σχολής του Αλύκου έδωσε τα πρώτα ενδεικτικά σε άριστους μαθητές όπως στον Ανδρέα Χ. Ιωαννίδη, τον Γρηγόριο Μάσσιο, τον Ιωάννη Παπαθανασίου, τον Ευάγγελο Κ. Ζάχο και στον Κωνσταντίνο Ν. Ιωάννου (αρχεία VIII Μεραρχίας Ιωαννίνων), οι οποίοι αργότερα, μαζί με το δάσκαλό τους, έγιναν οι στυλοβάτες των ελληνικών γραμμάτων στην περιοχή.
Τα έτη 1911-12 ο Ευάγγελος μετατίθεται στη Δίβρη όπου παίρνει μαζί του την οικογένεια και τα δυο ορφανά ανίψια του Σταύρο και Βασίλη Ιωαννίδη (όπως ομολογούν οι ίδιοι). Το 1913 -15 έχει καταταγεί εθελοντής στον Ελληνικό στρατό όπου διακρίθηκε για την ανδρεία και τις πολεμικές ικανότητές του στην πρώτη γραμμή του πυρός. Τα έτη 1915-16 διορίζεται δάσκαλος ξανά στο Αλύκο όπου συνεχίζει να παραδίδει ενδεικτικά σε νέους διδασκάλους. Στους: Σταύρο και Βασίλη Π. Ιωαννίδη, Σταύρο Χ. Κόκκαλη, Παρασκευή Κίτου (Σίτο), Νίκο Κολιαγιάννη (παππα-Νικόλα) Μιχάλη Ζήσο κ. ά. Το 1902 παντρεύεται την Αλεξάνδρα του γένους Παππά από το Χάλιο και μεγάλωσαν πέντε άξια τέκνα όπου έκαναν υπερήφανους τους γονείς, τις οικογένειές τους και την κοινωνία του Αλύκου.
Το 1916 ο Ευάγγελος Ιωαννίδης χειροτονείται ιερέας από τον Μητροπολίτη Βελλά και Κονίτσης, Σπυρίδωνα, στον Ιερό Ναό Αγίας Βαρβάρας του Αλύκου. Από τότε θα αποκαλείται από το ποίμνιό του «ο παπά Βαγγέλης μας». Λάτρης του Πάτρο Κοσμά του Αιτωλού, πολλές από τις διδαχές του τις διδάσκει στους πιστούς του. «Είμαστε αυτόχθονες Έλληνες σε τούτα τα μέρη, από τότε που ο Θεός τα έπλασε. Να είμαστε υπερήφανοι και αντάξιοι των προγόνων μας που γέννησαν την Δημοκρατία και τον Πολιτισμό», διέδιδε στους πιστούς. Ρίζωσε βαθιά στην ψυχή τους την Ορθοδοξία και την πίστη στο Χριστό, αντικρούοντας σθεναρά την καθολική εκκλησία που προσπαθούσε να απλώσει τον καθολικισμό στον Βορειοηπειρωτικό Ελληνισμό. Ήταν ένας χαρισματικός άνθρωπος και προικισμένος με όλες τις κοινωνικές αρετές.
Όταν η φτωχή Σταμάτω ζήτησε τη γνώμη του σε ποιον να δώσει την κόρη της στον εύπορο με τα πολλά γελάδια ή στον φτωχό δάσκαλο, της απάντησε: «Πρώτα θα ρωτήσεις την κόρη σου για ποιον χτυπάει η καρδιά της και δεύτερον, τα γελάδια του πλούσιου μπορεί να πεθάνουν μέσα σε έναν σκληρό χειμώνα, ενώ τα γράμματα του φτωχού δάσκαλου δεν τ’ ακουμπά κανένας χειμώνας».
Η φονική γρίπη του 1917-18, η φτώχεια και η ελονοσία έκαναν τις καμπάνες των εκκλησιών να χτυπούν σε καθημερινή βάση. Ο παππα- Βαγγέλης κοινωνεί τους μελλοθάνατους και ξεπροβοδεί τους δυστυχισμένους στην τελευταία τους κατοικία. Πολλοί του έλεγαν να προφυλάγονταν και να μην ακουμπούσε τους ασθενείς και τους νεκρούς γιατί ο κίνδυνος ήταν μεγάλος, αλλά για τον παππα- Βαγγέλη πολυτιμότερη ήταν η τιμή, ο όρκος στην πίστη, η αξιοπρέπεια, το ήθος, το ΧΡΕΟΣ…
Σεπτέμβριος 1918, επιστρέφοντας από το χωριό Πάλη, που είχε πάει να κοινωνήσει έναν μελλοθάνατο από τη γρίπη, αρρώστησε και μετά από λίγες μέρες εκοιμήθη για να αναπαυτεί η ψυχή του στην αγκαλιά των αγγέλων.
Αναμφισβήτητα ο παππα -Βαγγέλης παραμένει μια λάμπρη προσωπικότητα κι ένα σημαντικό κεφάλαιο στην ιστορία του Αλύκου.
Βασίλης Ιωάννου, τέως έπαρχος Αλύκου - επιμέλεια Β. Παπαχρήστος, ιδρυτικό μέλος ΟΜΟΝΟΙΑΣ, τ. πρόεδρος παραρτήματος Αγ. Σαράντα
Αρχική σελίδα \ Ιστορικά Στοιχεία \ Ηρωϊκές μορφές στην περίοδο του κομμουνισμού \ Να γνωρίσουμε τους επιφανείς πατριώτες μας: Ο δάσκαλος και ιερέας Ευάγγελος Στ. Ιωαννίδης από το Αλύκο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου