16.Υπηρέτησα την πατρίδα (μνήμες και σκηνές από τη θητεία μου
στο στρατό)
Απόσπασμα από το κομμάτι «Πως πέθανε το παρελθόν μου»
………………Το πραξικόπημα με βρήκε στην Αλεξανδρούπολη με όλες
τις συνέπειες, που φαντάζεστε. Δεν θέλω να κάνω τον έξυπνο. Αλλά απομονωμένος
πάνω από έναν χρόνο εκεί ψηλά στην άκρη της Ελλάδας, χωρίς άδειες, με μια μικρή
και προσεκτική αλληλογραφία με δυο-τρία άτομα, έζησα το στρατοκρατικό κλίμα και
μύρισα τη διάχυτη επιθυμία πολλών να λύσουν το γόρδιο δεσμό με δραστικό τρόπο.
Πολλές φορές ακουστήκαν λόγια που υπέκρυπταν τέτοιου είδους προθέσεις σε
αναφορές, σε μαθήματα ηθικής διαπαιδαγώγησης.
Τις επόμενες μέρες οι λύκοι, που τους είχα συνεχώς σκιά πίσω
μου εκείνα τα χρόνια στο Βόλο, παρουσιάστηκαν φουριόζοι και απειλητικοί στο
σπίτι. Ας αποφύγω την αναφορά ονομάτων! Δε φταίνε καθόλου οι απόγονοί τους το
διασυρμό, Ζητούσαν τα χαρτιά μου, να βρουν ονόματα, καταλόγους, να στείλουν κι
άλλο κόσμο μέσα.
Για τυχαίους λόγους η Μάνα είχε διαλύσει το δικό της σπιτικό
και είχε πάει στο σπίτι της κόρης της. Ο Πατέρας είχε μείνει ανήμπορος στο
κρεβάτι και δεν μπορούσε να τον κουμαντάρει μόνη της. Ας είναι καλά η αδερφούλα
μας η Βαγγελίτσα. Γηροκόμησε τους γονείς μας τραβώντας του Χριστού τα πάθη,
έχοντας συγχρόνως άρρωστο και τον δικό της άντρα, που έμπαινε κι έβγαινε στα
νοσοκομεία.
Ό,τι δεν χώρεσε στο σπίτι της Βαγγελιώς, τα λίγα έπιπλα κι
άλλα μικροπράγματα τα πήγε σ’ ένα δωμάτιο της θείας Μαρίας με ένα συμβολικό
νοίκι. Μαζί ήταν και τα προσωπικά μου πράγματα. Όλα αυτά σε ανύποπτο χρόνο, το
1966, ενώ εγώ υπηρετούσα τη θητεία μου.
Η Μάνα δεν είπε τίποτα. Ξεσήκωσαν τα πάντα. Λυσσασμένοι δεν σεβάστηκαν τον κατάκοιτο
Πατέρα. Δύο εύσωμα γαϊδούρια σήκωσαν το στρώμα για να βρουν από κάτω τα μεγάλα
μυστικά. Έφυγαν τότε άπρακτοι.
Ο Θεός ας τους
συγχωρήσει. Δεν εφάρμοζαν απλώς εντολές. Υπερβάλλαν, απολαμβάνοντας τη
μικροεξουσία τους κι αυτό είναι το έγκλημά τους.
Αργότερα ήρθαν οι νέες περιπέτειες. Είχα πέσει στα χέρια της
Ασφάλειας και ήμουν στη Μπουμπουλίνας.
Σε λίγο θα πήγαινα στου Αβέρωφ. Ο Πατέρας είχε στο μεταξύ πεθάνει.
Νέα επίσκεψη στο σπίτι. Τώρα οι απειλές ήταν σαφείς.
«Δε θα ξαναδείς το γιό σου. Πες μας πού τα έχεις κρύψει»
Τι να κάνει η καημένη η Μάνα. Άμαθη στα τερτίπια της Ασφάλειας
δεν άντεξε στις απειλές, φοβήθηκε για το μικρό της γιο και τους πήγε στο
δωμάτιο της θείας. Εκεί μάζεψαν τα πάντα. Για να τα μεταφέρουν στο υπηρεσιακό
αυτοκίνητο τα έβαλαν σε δύο τραπεζομάντιλα και τα πήγαν στην Ασφάλεια. Δεν τα
ξανάδα έκτοτε. Όμως τι φαντάζεσαι πως ήταν;
Λίγα γράμματα που είχα ανταλλάξει τα προηγούμενα χρόνια με
φίλους και κορίτσια. Λίγα βιβλία, μπροσούρες της Δ.Ν. Λαμπράκη κι όλο το άλλο
φοιτητικό υλικό. Κανένα πράμα μυστικό!
Τι ήταν άλλωστε τότε μυστικό, όταν χιλιάδες πληρωμένα μάτια παρακολουθούσαν την κάθε κίνησή μας; Ευτυχώς, λίγους μήνες
πριν πιαστώ είχα σώσει το καλούπι της επίσημης σφραγίδας της Ε.Φ.Ε.Ε. Ο γνωστός ρόμβος. Συνεννοήθηκα με το
φίλο μου τον Τριαντάφυλλο Σκαλίδη και τον είχε φέρει από το Βόλο στην Αθήνα. Μ’
αυτό το καλούπι σφράγισα την ανακοίνωση-καταγγελία της Ε.Φ.Ε.Ε. από την παρανομία που στάλθηκε και στο
εξωτερικό. Κάποιοι μυημένοι, βλέποντας τη σφραγίδα ίσως να υποπτεύθηκαν την πηγή της. Σιγά τα
μυστικά!
Λίγες φωτογραφίες. Δεν υπήρχαν και πολλές, γιατί κάποιες
ήταν αλλού. Παιδικές φωτογραφίες δεν υπήρχαν άλλωστε. ……………… Είναι
χαρακτηριστικό ότι μέσα στα προσωπικά ενθυμήματα που άρπαξαν ήταν και μια σειρά
από έγχρωμες εικονίτσες, που μας έδιναν στο κατηχητικό όπου από κάτω ήταν
γραμμένο το ρητό και το ηθικό δίδαγμα της εβδομάδας!
Όλα χάθηκαν. Χάθηκαν οριστικά!
Στη μεταπολίτευση κάποιοι αναζήτησαν τα δικά τους και
κάποιοι κάτι πέτυχαν. Εγώ δεν ήθελα να τους πλησιάσω με τίποτα. Μέσα μου ακόμα
υπήρχε συσσωρευμένος αρκετός θυμός. Χρειάστηκε μακρύς χρόνος για να μου
περάσει.
Ίσως κάηκαν, ίσως πετάχτηκαν στα σκουπίδια. Δεν ξέρω τίποτα.
Η Μάνα μου δεν καταλάβαινε τη δική μου πλευρά. Εκείνη είχε το δικό της καημό!
Έλεγε και ξαναέλεγε η καλή μου:
«Αχ! Πάνε τα
τραπεζομάντιλα!» (2005)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου