Η εκπαίδευση στο Λασίθι από την ύστερη τουρκοκρατία (19ος αι.)
μέχρι και την Κρητική Πολιτεία (αρχές του 20ου αιώνα)
Του Μανώλη Μακράκη*
ΜΕΡΟΣ Α' Μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Οθωμανούς το 1654 διακόπτεται οριστικά η άνθηση των γραμμάτων, γνωστή σαν Κρητική Αναγέννηση. Μέχρι και την μεγάλη Κρητική Επανάσταση του 1821 ελάχιστα ήταν τα σχολεία που λειτούργησαν στην Κρήτη, κι αυτά μόνο στις μεγάλες πόλεις Ηράκλειο, Ρέθυμνο και Χανιά από τα τέλη του 18ου αιώνα. Οι Τούρκοι κατακτητές ήσαν τελείως αρνητικοί σε κάθε προσπάθεια για πνευματική πρόοδο του πληθυσμού και ειδικά του Χριστιανικού.
Ετσι επικρατούσε μεγάλη αγραμματοσύνη και βαθύ πνευματικό σκοτάδι απλωνόταν σ' ολόκληρο το νησί. Οι ελάχιστοι που ήξεραν λίγη γραφή και ανάγνωση μάθαιναν τα λίγα "κολυβογράμματα" όπως τα έλεγα, στα μοναστήρια και στις εκκλησίες, από τα εκκλησιαστικά βιβλία Οκτώηχο και Ψαλτήρι, Επιστολές και Πράξεις των Αποστόλων που ήταν βέβαια γραμμένα σε γλώσσα αρχαίζουσα, χωρίς καμμία μέθοδο διδασκαλίας με τη φροντίδα των ολιγογραμματων καλογέρων και των Παπάδων. Η ανάγνωση περιοριζόταν στα παρπάνω εκκλησιαστικά βιβλία ελλείψει αναγνωστικών αλλά και γιατί βασικός σκοπός της μάθησης ήταν η προετοιμασία ιερέων και ψαλτών. Τέτοια υποτυπώδη σχολεία λειτούργησαν μέχρι το 1850 στο νομό Λασιθίου στα μοναστήρια, Τοπλού, Φανερωμένης, Κρεμαστών, Αρετίου αλλά και στα χωριά Μίλατο, Κριτσά και Τζερμιάδων.
Το γεγονός της λειτουργίας σχολείων στα Μοναστήρια φαίνεται ότι δημιούργησε το θρύλο του Κρυφού Σχολειού.
Τα λίγα σχολεία που λειτουργούσαν στην Κρήτη το 1821 θεωρήθηκαν "κέντρα αποστασίας και πολέμου" από τους Τούρκους κατακτητές, έκλεισαν και οι δάσκαλοι καταδιώχτηκαν.
Ο πόθος όμως για λευτεριά και εκπαίδευση έμενε άσβεστος. Αρκετοί από τους γονείς που ποθούσαν να μάθουν τα παιδιά τους γράμματα κατέφευγαν στους γραμματοδιδάσκαλους που κι αυτοί διέθεταν στοιχειώδεις μόνο γνώσεις της Ελληνικής γλώσσας. Επιτελούσαν όμως έργο Ιεραποστολικό - Εθνικό και η αμοιβή των περισσοτέρων δεν ήταν μεγαλύτερη από 100 γρόσια το μήνα - περίπου ένα σακκί αλεύρι ή είδη τροφίμων. Στα περισσότερα χωριά η αμοιβή του δασκάλου ήταν "μια οκά μέλανος άρτου" και ονομαζόταν Δευτεριάτικα.
Κατά την περίοδο της Αιγυπτιοκρατίας (1830-1840) η διοίκηση της Κρήτης επέτρεψε και βοήθησε "όσον ήτο αναγκαίον εις τη σύστασιν αλληλοδιδακτικών σχολείων της γραικικής γλώσσης". Ο Μωχάμετ Αλή κατά την πρώτη του επίσκεψη στην Κρήτη (1833) παρακίνησε τα τοπικά συμβούλια να ιδρύσουν σχολεία, δηλώνοντας ότι "είναι δίκαιον η κυβέρνησις να σώση τον λαόν της νήσου από την αμάθειαν και την απώλειαν και ότι να διαφωτίσει αυτόν με την γνώσιν και την μόρφωσιν".
Ενα τέτοιο σχολείο λειτούργησε στην Κριτσά αμέσως μετά την επανάσταση του 1821. Το σχολείο της Κριτσάς αναφέρεται από τον Κ. Κοζύρη στο ημερολόγιο του το 1832. Πρώτος δάσκαλος ο Κριτσώτης Εμμανουήλ Π. Μιχ. Μπρόκος, Μπροκοδάσκαλος από το 1821 - 1836 και από το 1836-1848 ο Νικόλαος Αλέξης ή Καπετάνιος. Διάδοχός του ο Εμμανουήλ Σαριδάκης από τις Κορφές Μαλεβιζίου που δίδαξε από το 1848-1863.Επόμενος Δάσκαλοςο Ιωάννης Ν. Επιτροπάκης, Ιδρυτής του πρώτου Σχολείου Στοιχειώδους Εκπ/σης (αλληλοδιδακτικό σχολείο) από 1836-1885, με 4 τάξεις και μισθό 3-5 γρόσια από κάθε μαθητή.
Το δημοτικό σχολείο Μιλάτου λειτούργησε σαν εκκλησιαστικό από το 1800-1870, στην εκκλησία του Αγ. Δημητρίου και σε ιδιωτικές οικίες. Σαν κοινοτικό από το 1870-1899.
Πρώτος δάσκαλος ο Ι. Κατσαράκης απότο Καρύδι Μεραμβέλλου, έμαθε τα πρώτα του γράμματα στην ιερά μονή Αρετίου, παντρεύτηκε κι έμεινε στη Μίλατο. Η συζυγός του αιχμαλωτίστηκε στην άλωση του σπηλαίου της Μιλάτου (1823) και μεταφέρθηεκ στην Κων/λη όπου αργότερα πέθανε. Ο Κατσαράκης εξάσκησε το επάγγελμα του δασκάλου μέχρι του 1835. Επόμενος δάσκαλος ο Γ. Κατσαράκης μέχρι το 1850. Αλλοι δάσκαλοι που δίδαξαν οι: Κοζύρης, Ν. Μανούσος, Καλάιτζης, Ξέπαπας, Μαραντώνης, Μιχ. Πεδιώτης.
Τύχη αγαθή για το σχολείο ο ερχομός του Παναγιώτη Πάντσου, δασκάλου από τη Συλιβρία της Α. Θράκης, απόφοιτου της Μεγάλης του Γένους Σχολής Ευρυμαθέστατος και πρακτικότατος εφάρμοσε την αλληλοδιδακτική μέθοδο και βοηθησε καθοριστικά στο ανέβασμα του επιπέδου της τοπικής κοινωνίας.
Σε δικές του ενέργειες οφείλεται η ανέγερση του νέου διδακτηρίου της Μιλάτου (1870-76) επί Αδοσίδη Πασά, Διοικητή Λασιθίου.
Τα μοναστήρια της περιοχής αποτέλεσαν τον πυρήνα της Εκπ/σης στο Λασίθι. Ο φωτισμένος και δραστήριος επίσκοπος Πέτρας Δωρόθεος Λάσκαρης από την Αγχίαλο Βουλγαρίας (Εύξεινος Πόντος) αποκαλούμενος και Μαυροθαλασσίτης είχε αντιληφθεί τη σημασία της παιδείας για το μέλλον του τόπου, και την αποτίναξη του Τουρκικού ζυγού. Με ενέργειές του ιδρύει στα μοναστήρια, Κρεμαστών στις Βρύσες, Κεραπολίτισσας στη Φουρνή και Καρδαμούτσας στο Καρύδι σχολεία που αποτέλεσαν τους φωτεινούς φάρους και σκόρπισαν τα πρώτα τους φώτα στις ψυχές των υπόδουλων.
Με δωρητήριο του παραχωρούνται στους κατοίκους της Φουρνής ορισμένα κτήματα που ανήκαν στη μονή Αρετίου για την ίδρυση σχολείου το 1946. Σ' αυτό το σχολείο που στεγάστηκε σ' ένα κελί φοιτούσαν μαθητές απ' όλα τα χωριά του μετέπειτα δήμου Φουρνής, δηλαδή τα τρία χωριά της Φουρνής, Δωριές, Καρύδι, Σκινιά, Βρουχά, Λούμα, Πλάκα, Ελούντα και Πινές.
Τη δεκαετία του 1840 δίδαξε σαν δάσκαλος στη μονή Κρεμαστών ο Αρχιμανδρίτης Μελέτης Χλαπουτάκης Ηγούμενος της μονής. Ο επόμενος δάσκαλος ήταν ο Ιερομοναχος Γρηγόριος Λυμπρίδης, εγγράματος κληρικός από την Αστυπάλαια που ήρθε μετά από πρόσκληση του Δωροθεου. Η φήμη του σχολείου ολοένα μεγάλωνε και συνεχώς κατέφθαναν μαθητές από τις υπόλοιπες περιοχές του Μερα-μπέλου και του Λασιθίου, γεγονός που αναγκάζει τη Δημογεροντία να διορίσει και άλλο δάσκαλο το Λεωνίδα Παπαδάκη τον Οκτώβρη του 1863, ο οποίος ανέλαβε και τη Δ/νση του αλληλοδιδακτικού σχολείου με ετήσιο μισθό 4.000 γρόσια.
Σχολείο λειτουργούσε και στη Μονή Τοπλού (Ακρωτηριανής) όπου φοιτούσαν μαθητές απ' όλη την επαρχία Σητείας, μαθαίνοντας το εκκλησιαστικό τυπικό και την εγκύκλιο εκπαίδευση, γνώσεις που τους εξασφάλιζαν προνομιούχα θέση στην κοινωνία. Το σχολείο αναφέρεται από τον περιηγητή Spratt, Αγγλο ναύαρχο που ταξίδεψε στην Κρήτη το 1850: "Ενα σχολείο είναι προσαρτημένο σ' αυτό το μοναστήρι, όπου φοιτούν 30 παιδιά της περιοχής. Ετσι, παρέχεται κάποια στοιχειώδης εκπαίδευση, εδώ κι εκεί στην αγροτική Κρήτη από τα κάμποσα μοναστήρια που υπάρχουν, αλλά αυτά είναι μόνον μια σταγόνα. Πολύ συχνά τα σχολεία αυτά είναι πολύ άβολα επειδή απέχουν πολύ από τα χωριά". Το 1871 λειτουργούσε στη Μονή Τοπλού αλληλοδακτικό σχολείο υπό τη διεύθυνση του Ανδρέα Αντύπα. Η λειτουργία του σχολείου της Μονής σταμάτησε λίγα χρόνια αργότερα λόγω της αντικειμενικής δυσκολίας που υπήρχε στη φιλοξενία των μαθητών και λόγω της σύστασης σχολείων σε άλλα χωριά της επαρχίας Σητείας . (Ηδη το 1876 λειτουργούσαν 13 σχολεία).
Αυτά τα ελάχιστα σχολειά λειτουργούσαν στο Λασίθι μέχρι το 1858. Με τους συνεχείς όμως αγώνες του Κρητικού λαού η κατάσταση αλλάζει τα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας. Η αρχή έγινε στα μέσα του 19ου αιώνα και συγκεκριμένα μετά τον Κριμαϊκό πόλεμο, με τη λήξη του οποίουη Τουρκία υποχρεώθηκε να εκδώσει το Χάτι Χουμαγιούν (λαμπρά γραφή) το 1856, νόμο που χορηγούσε προνόμια και ελευθερίες στους υπόδουλους Χριστιανούς.
Η μη εφαρμογή αυτών των προνομίων οδήγησε στην Επανάσταση του Μαυρογένη το 1858 και στην εκ νέου παραχώρηση και εφαρμογή από το Σουλτάνο των ζητουμενων ελευθεριών.Α νάμεσα στις ελευθερίες που παραχωρήθηκαν ήταν η σύσταση των Δημογεροντιών και η δυνατότητα ίδρυσης σχολείων.
Ακολούθησε η μεγάλη τρίχρονη επανάσταση του 1866, με τη λήξη της οποίας παραχωρήθηκε ο Οργανικός νόμος του 1868. Σύμφωνα με τον Οργανικό νόμο υποστηρίχτηκε και οργανώθηκε συστηματικότερα η παιδεία, ιδρύθηκαν δημοτικά σχολεία στα μεγαλύτερα χωριά και Ελληνικά σχολεία (Σχολαρχεία) στις 4 κωμοπόλεις του νομού Λασιθίου, Νεάπολη, Σητεία, Ιεράπετρα και Βιάννο. Μια έκθεση του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως για την κατάσταση της παιδείας στις ελληνικές επαρχίες το 1872 μας πληροφορεί ότι στο τμήμα Λασιθίου φοιτούν 1.456 μαθητές και 68 μαθήτριες και η εφορία "θερμώς συνίστησε τον καταρτισμόν δύο τουλαχιστον αλληλοδιδακτικών εν ταις επαρχίες Ιεραπέτρου και Αρκαδίας (Βιάννου), ων οι κάτοικοι πτωχότατοι, έχουσι την πικρίαν αν βλέπωσι τα τέκνα αυτών εγκαταλελλειμένα εν ταις αγυαίς, άνευ παρόντος καιάνευ μέλλοντος".
Ετσι ιδρύθηκε η Εκπαιδευτική εφορεία το 1874 στην οποία ανατέθηκε η οργάνωση και η εποπτεία των σχολείων ενώ η συντήρησή τους ανατέθηκε στις κατά τόπους δημογεροντίες τις οποίες ενίσχυε η μεγάλη Δημογεροντία Λασιθίου με έδρα τη Νεάπολη.Τόσο οι Δημογεροντίες και η Εφορεία όσο και λαός που διψούσε για μάθηση και ελληνοπρεπή μόρφωση επέδειξαν εξαιρετικό ζήλο και πρωτοφανή δραστηριότητα για την ίδρυση των σχολείων.
Το διάστημα 1874-80 κτίστηκαν πολλά σχολεία στην περιοχή από τοπικούς πόρους, από ενίσχυση των μοναστηριών και της μεγάλης Δημογεροντίας. Το πρώτο σχολείο στον Αγιο Νικόλαο ιδρύθηκε το 1873 και στεγάστηκε σε οίκημα που οικοδόμησαν με συνεισφορές (15.000 γρόσια) οι κάτοικοι του μικρού τότε χωριού - Μαντράκι.
Πρώτος δάσκαλος ήταν ο αγωνιστής της Κρητικής ελευθερίας Μανώλης Καζάνης ή Καραμανώλης. Πέθανε το 1914 και τον διαδέχτηκε ο Παπά Εμμανουήλ Σταματάκης. Στο σχολείο φοιτούσαν 45 μαθητές και βρισκόταν απέναντι από τον κινηματογράφο Rex στην οδό Πασιφάης της συνοικίας Μύλος (τρίτο αριστερά κτίριο κατεδαφισμένο σήμερα).Οι τύποι των πρώτων σχολείων, τα οποία ιδρύθηκαν από την εκπαιδευτική εφορεία ήταν οι εξής:
1) Αλληλοδιδακτικά Σχολεία (τετρατάξια)
Ηταν τα πρώτα που ιδρύθηκαν από το 1869. Σε αυτά οι ικανότεροι και οι εξυπνότεροι μαθητές διδασκαν υπό την καθοδήγηση και εποπτεία ενός μόνο δασκάλου τους τελείως αγράμματους ή αδύνατους μαθητές
2) Δημοτικά Σχολεία Αρρένων (πεντατάξια). Συγχρόνως με τα αλληλοδιδακτικά ιδρύθηκαν στις κωμοπόλεις του νομού Λασιθίου όπου υπήρχε μεγαλύτερη οικονομική ευχέρεια, Δημοτικά σχολεία με 5 τάξεις
3) Ελληνικά Σχολεία τριτάξια Σχολαρχεία από το 18. Λειτούργησαν στις 4 κωμοπόλεις του νομού Λασιθίου (Νεάπολη, Ιεράπετρα, Σητεία και Βιάννο)
4) Παρθεναγωγεία πεντατάξια (δηλ. Δημοτικά σχολεία θηλέων με 5 τάξεις).
ΜΕΡΟΣ Β' Τα πρώτα παρθεναγωγεία ιδρύθηκαν στη Νεάπολη, την Ιεράπετρα και τη Σητεία. Από το 1876 προστέθηκε η πρώτη γυμνασιακή τάξη στο Ελληνικό Σχολείο Νεάπολης, επειδή δεν υπήρχε αυτοτελές Γυμνάσιο το οποίο ιδρύθηκε και λειτούργησε σαν αυτοτελές από το 1882. Να σημειωθεί ότι το Γυμνάσιο της Νεάπολης ήταν το μοναδικό που λειτουργούσε στο νομό Λασιθίου μέχρι το 1916 που ιδρύθηκε το Γυμνάσιο Σητείας. Τον επόμενο χρόνο (1917) ιδρύθηκε το Γυμνάσιο της Ιεράπετρας και το 1925 ιδρύεται το Γυμνάσιο του Αγίου Νικολάου.
Το Φεβρουαρίο του 1876 λειτουργούσαν στο Μεραμπέλο τα εξής σχολεία:
Το ίδιο έτος κτιζόταν σχολεία στην Ελούντα και τη Μίλατο "μη εισετι αποπερατωθέντα".
Προτείνεται από τη Δημογεροντία η ίδρυση σχολείου στα χωριά Λίμνες και Λούμα ή Πινές.
Τελικά ιδρύθηκε στο Λούμα σχολείο το 1881.
Στην επαρχία Λασιθίου:
α) Στο χωριό Ψυχρό 1 αλληλοδιδακτικό σχολείο, το οποίο ιδρύθηκε το 1858 και αποπερατώθηκε το 1875 συντηρείται από τον Αντώνη Φρ. Παπαδάκη (Καμπάνη) Ψυχριάνο, μεγάλο εθνικό ευεργέτη. Στο Καμπάνειο Ιδρυμα (όπως ονομαζόταν το σχολείο) φοιτούσαν περί τους 60 μαθητές υπό τη διδασκαλία του Αντ. Βοραδάκη.
Πρέπει να τονίσουμε πως η σύσταση του Καμπάνειου κληροδοτήματος το 1875 στο Ψυχρό αποτέλεσε μια προδρομική μορφή της σημερινής δωρεάν παιδείας. Το Καμπάνιο πρωτοπόρο στο είδος του σ' όλη την Ελλάδα αποτέλεσε τη βάση της τεχνικής παιδείας που παρέχεται δωρεάν σε οργανωμένη μορφή, για πρώτη φορά.
β) Στο χωριό Τζερμιάδω αλληλοδιδακτικό συντηρούμενο από τους κατοίκους του χωριού και δίδασκε σε αυτό ο Εμμ. Κυπριωτάκης με μισθό 2.500 γρόσια, είχε 50 μαθητές. Αρχικά για τις ανάγκες στέγασης των μαθητών χρησιμοποιήθηκαν διάφορα σπίτια, μέχρι να κτιστεί αργότερα (1848) το πρώτο Δημοτικό που στέγασε και το Γυμνάσιο Τζερμιάδω από την ίδρυσή του (1901). Στο Λασίθι δεν υπήρχαν την εποχή εκείνη ερειπωμένα σχολειά. Υπάρχει η ανάγκη για σύσταση σχολείων στα χωριά Αγ. Γεώργιο και Αγ. Κων/νο, σε διάφορα σπίτια των οποίων διδάσκονταν τα κοινά λεγόμενα γράμματα αλλά λόγω ελλείψεως πόρων οι κάτοικοι απογοητεύτηκαν και εγκατάλειψαν τις προσπάθειες μόρφωσης των παιδιών τους. Το σχολείο του Αγ. Γεωργίου θεμελιώθηκε το 1871 από τον Κωστάκη Αδοσίδη Πασά όπως μαρτυρεί επιγραφή σε ανώφυλλο του σχολείου. Είναι άγνωστο όμως πότε άρχισε να λειτουργεί.
Στην Επαρχία Ιεράπετρας:
Ολα συντηρούνταν από τις συνδρομές των χριστιανών κατοίκων εκτός από το Ανώτατο Εκπαιδευτήριο που συντηρούνταν από συνδρομές της Ιεράς μονής Τοπλού.
Εκτός από την Ιεράπετρα, το Κάτω Χωριό και το Καβούσι που είχαν οικοδομηθεί Σχολεία, διδασκαλία στα υπόλοιπα χωριά γινόταν σε διάφορα σπίτια με την καταβολή ενοικίου.
Στην Επαρχία Σητείας:
Από τα παραπάνω σχολεία το Ελληνικό (Ανώτερο Εκπαιδευτήριο) συντηρούνταν από την Ιερά Μονή Τοπλού, τα δε δημοτικά από τους κατοίκους.
Η προσφορά της Μονής Τοπλού στην υπόθεση της παιδείας της Ανατολικής Κρήτης ήταν τεράστια.
Μέχρι το 1899 η Μονή πλήρωνε συνδρομές υπερ των σχολείων στη Δημογεροντία Ηρακλείου στην οποία υπαγόταν η Δημογεροντία Λασιθίου. Τα σχολεία συντηρούνταν από ιδιωτικές συνδρομές και τα εκκλησιαστικά κτήσματα.
Οι μισθοί των δασκάλων εξαρτώνταν από τις σπουδές και τις ικανότητες τους και κυμαίνονταν από 2 μέχρι 5 χιλιάδες γρόσια το χρόνο.
Η εποχή που ιδρύθηκαν τα παραπάνω σχολεία ήταν ιδιαίτερα αρνητική για την εκπαίδευση (καταπίεση του χριστιανικού πληθυσμου, ταραχές, επαναστατικά κινήματα).
Παραθέτουμε χαρακτηριστικό απόσπασμα από το Μαθητολόγιο του Δημοτικού Σχολείου Κριτσάς στο οποίο αναφέρονται τα εξής:
Με τη σύμβαση της Χαλέπας (1878), που δημιούργουσε καθεστώς ημιαυτόνομης επαρχίας διευρύνθηκαν τα προνόμια και ιδρυθηκαν περισσότερα σχολεία ιδίως επί διοικητού Κρήτης Ι. Φωτιάδη (1878-1885).
Τα εκκλησιαστικά βιβλία αντικαθίστανται από αναγνωστικά γραμμένα σύμφωνα με τις παιδαγωγικές αρχές της εποχής. Ακόμη ιδρύθηκαν Φιλεκπαιδευτικοί Σύλλογοι και αναπτύχθηκε ζωηρή πνευματική κίνηση με τη δημιουργία βιβλιοθηκών και την έκδοση εφημερίδων.
Το 1881 ψηφίζεται από τη Γενική Συνέλευση των Κρητών ο "νόμος περί παιδείας" που τέθηκε σε εφαρμογή τον Ιούνιο του 1881 και ίσχυσε ως το 1898.
Ο νόμος προέβλεπε υποχρεωτική βασική εκπαίδευση και για τα δύο φύλα και ίδρυση Δημοτικών σχολείων όπου συγκεντρώνονταν 30 μαθητές και Ελληνικού (Σχολαρχείου) όπου συγκεντρωνονταν 80 μαθητές.
Παρά τις προαναφερόμενες προσπάθειες τα ποσοστά του αναλφαβητισμού είναι ιδιαίτερα υψηλά σύμφωνα με την απογραφή του 1881.
Στην επαρχία Βιάννου συμπεριλαμβάνεται και ο Δήμος Μουρνιών τα περισσότερα χωριά του οποίου ανήκουν σήμερα στην επαρχία Ιεράπετρας.
Σύμφωνα με αυτήν την απογραφή ο μέσος όρος του αναλφαβητισμού στην Κρήτη ανερχόταν για τους μεν χριστιανούς στο 81,8% για τους άνδρες και στο 96,5% για τις γυναίκες. Για τους Οθωμανούς ήταν 80,8% και 88,25% τόσο σε επίπεδο νομού όσο και νησιού. Τα αντίστοιχα ποσοστά στο Ν. Λασιθίου ήταν για τους Χριστιανούς 77% για τους άνδρες και 98% για τις γυναίκες.
Η διαφορά υπερ των Τούρκων παρατηρείται: "επειδή το πλείστον μέρος του χριστιανικού πληθυσμού ανήκει εις τας αγροτικάς τάξεις, τουναντίον δε το πλείστον μέρος του τουρκικού πληθυσμού κατοικεί εν ταις πόλεσιν, εν αις ο αριθμός των εν τοις σχολείοις φοιτώντων είναι πάντοτε μεγαλύτερος" Η ίδρυση των παραπάνω Σχολείων ανέβασε τον αριθμό των μαθητών από 7.800 το 1860 στις 13.971 το 1881.
Μέχρι το 1889 με πρωτοβουλία και χρηματοδότηση επιφανών χριστιανών κατοίκων του νησιού είχαν ιδρυθεί 318 Χριστιανικά Δημοτικά Σχολεία σε ολόκληρη την Κρήτη. Η φοίτηση στα Ελληνικά σχολεία ήταν τριετής και στα Γυμνάσια τετραετής. Οι μαθητές που τέλειωναν το Δημοτικό, Ελληνικό και Γυμνάσιο εγγράφονταν στο Εθνικό Πανεπιστήμιο.
Παρά τις αντίξοες συνθήκες ο χριστιανικός πληθυσμός θα οργανώσει την εκπαίδευσή του σε καλύτερες βάσεις θα ξεπεράσει τα πολλά εμπόδια και ωθούμενος από τις πολιτικοκοινωνικές δυνάμεις ευνοϊκότερων συνθηκών θα κατορθώσει να μειώσει το ποσοστό του αναλφαβητισμού (τουλάχιστον στον αντρικό πληθυσμό) σε αρκετά ικανοποιητικό για την εποχή επίπεδο ποσοστό μείωσης 22,44% για τους άνδρες και 11,45% για τις γυναίκες κατά την εικοσαετία 1880-1900. Ραγδαία ήταν και η αύξηση των μαθητών που έφθασε τις 33.536 το 1898. Η εκπαίδευση γενικεύτηκε στο νησί με την ίδρυση της Κρητικής πολιτείας που συστάθηκε το 1898.
Τη χρονιά αυτή το νησί απαλάσσεται από τον τουρκικό ζυγό αποκτώντας αυτονομία με τη δική του βουλή και διοίκηση. Ανάμεσα στους νόμους και τα διατάγματα που ψηφίζονται για την οργάνωση του διοικητικού του μηχανισμού, την εξυγίανση του τόπου και τη βελτίωση των συνθηκών ζωής του ντόπιου πληθυσμού, εξέχουσα θέση κατέχουν αυτά που αφορούν στην οργάνωση και τον εκσυγχρονισμό της παιδείας.
Με την ψήφιση από την κρητική βουλή, τον Απρίλη του 1899 σημαντικών διατάξεων του Συντάγματος εκπληρώνονται οι πόθοι και τα οράματα ολόκληρων γενεών. Σύμφωνα με αυτές τις διατάξεις του καθιερώνεται η υποχρεωτική παιδεία και για τα δύο φύλα. Εντυπωσιακή είναι και η αύξηση των στατιστικών δεδομένων της εκπαίδευσης σχολείων, δασκάλων, μαθητών δαπανών και άλλων μεγεθών της εποχής.
Τα σχολεία αυξήθηκαν σε 656 το 1909-10 από 523 που ήσαν το 1899-1900. Ο αριθμός των μαθητών έφθασε τους 40.559 από 35.844 το 1899-1900. Οι δαπάνες για την παιδεία από 406.193 δρχ. το 1900 αυξήθηκαν σε 805.749 δρχ. το 1910. Δάσκαλοι διορίστηκαν εκτός από απόφοιτοι Γυμνασιακών τάξεων, απόφοιτοι σχολαρχείων και ορισμένοι απόφοιτοι τετραταξιων δημοτικών.
Κατά την περίοδο αυτή λειτουργούν δύο τύπου δημοτικών σχολείων τα κατώτερα (τετρατάξια) και τα ανώτερα η πλήρη (εξατάξια). Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση έχουμε τα ημιγυμνάσια με τρεις τάξεις, στα μικρά επαρχιακά κέντρα, τα πλήρη εξατάξια γυμνάσια στα αστικα΄κέντρα του νησιού και τα ανώτερα παρθεναγωγεία, τριτάξια των Χανίων, Νεάπολης και το πεντατάξιο Παρθεναγωγείο του Ηρακλείου. Με το νόμο του 1903 ιδρύθηκε στο Ηράκλειο παιδαγωγική σχολή, το τριτάξιο διδασκαλείο και στη Μονή Αγ. Τριάδας των Χανίων ιεροδιδασκαλείο, γεγονός που συνέβαλε αποφασιστικά στην ποιοτική και ποσοτική βελτίωση της εκπαίδευσης στην Κρήτη.
Η νομοθεσία της Κρητικής πολιτείας σε εκπαιδευτικά θέματα ίσχυσε ως το 1914. Εκτοτε εφαρμόστηκε και στην Κρήτη η κοινή γενική εκπαιδευτική πολιτική και νομοθεσία του Ελληνικού Κράτους.
*Ο Μ.ΜΑΚΡΑΚΗΣ είναι δάσκαλος, προϊστάμενος
εκπαιδευτικών θεμάτων στη διεύθυνση Α΄ βάθμιας εκπαίδευσης
Λασιθίου και το παραπάνω θέμα δημοσιεύτηκε στο αξιόλογο
περιοδικό της Ν.Α. Λασιθίου "Αντιπαραθέσεις".
________________________________________
© Copyright "ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ"
μέχρι και την Κρητική Πολιτεία (αρχές του 20ου αιώνα)
Του Μανώλη Μακράκη*
ΜΕΡΟΣ Α' Μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Οθωμανούς το 1654 διακόπτεται οριστικά η άνθηση των γραμμάτων, γνωστή σαν Κρητική Αναγέννηση. Μέχρι και την μεγάλη Κρητική Επανάσταση του 1821 ελάχιστα ήταν τα σχολεία που λειτούργησαν στην Κρήτη, κι αυτά μόνο στις μεγάλες πόλεις Ηράκλειο, Ρέθυμνο και Χανιά από τα τέλη του 18ου αιώνα. Οι Τούρκοι κατακτητές ήσαν τελείως αρνητικοί σε κάθε προσπάθεια για πνευματική πρόοδο του πληθυσμού και ειδικά του Χριστιανικού.
Ετσι επικρατούσε μεγάλη αγραμματοσύνη και βαθύ πνευματικό σκοτάδι απλωνόταν σ' ολόκληρο το νησί. Οι ελάχιστοι που ήξεραν λίγη γραφή και ανάγνωση μάθαιναν τα λίγα "κολυβογράμματα" όπως τα έλεγα, στα μοναστήρια και στις εκκλησίες, από τα εκκλησιαστικά βιβλία Οκτώηχο και Ψαλτήρι, Επιστολές και Πράξεις των Αποστόλων που ήταν βέβαια γραμμένα σε γλώσσα αρχαίζουσα, χωρίς καμμία μέθοδο διδασκαλίας με τη φροντίδα των ολιγογραμματων καλογέρων και των Παπάδων. Η ανάγνωση περιοριζόταν στα παρπάνω εκκλησιαστικά βιβλία ελλείψει αναγνωστικών αλλά και γιατί βασικός σκοπός της μάθησης ήταν η προετοιμασία ιερέων και ψαλτών. Τέτοια υποτυπώδη σχολεία λειτούργησαν μέχρι το 1850 στο νομό Λασιθίου στα μοναστήρια, Τοπλού, Φανερωμένης, Κρεμαστών, Αρετίου αλλά και στα χωριά Μίλατο, Κριτσά και Τζερμιάδων.
Το γεγονός της λειτουργίας σχολείων στα Μοναστήρια φαίνεται ότι δημιούργησε το θρύλο του Κρυφού Σχολειού.
Τα λίγα σχολεία που λειτουργούσαν στην Κρήτη το 1821 θεωρήθηκαν "κέντρα αποστασίας και πολέμου" από τους Τούρκους κατακτητές, έκλεισαν και οι δάσκαλοι καταδιώχτηκαν.
Ο πόθος όμως για λευτεριά και εκπαίδευση έμενε άσβεστος. Αρκετοί από τους γονείς που ποθούσαν να μάθουν τα παιδιά τους γράμματα κατέφευγαν στους γραμματοδιδάσκαλους που κι αυτοί διέθεταν στοιχειώδεις μόνο γνώσεις της Ελληνικής γλώσσας. Επιτελούσαν όμως έργο Ιεραποστολικό - Εθνικό και η αμοιβή των περισσοτέρων δεν ήταν μεγαλύτερη από 100 γρόσια το μήνα - περίπου ένα σακκί αλεύρι ή είδη τροφίμων. Στα περισσότερα χωριά η αμοιβή του δασκάλου ήταν "μια οκά μέλανος άρτου" και ονομαζόταν Δευτεριάτικα.
Κατά την περίοδο της Αιγυπτιοκρατίας (1830-1840) η διοίκηση της Κρήτης επέτρεψε και βοήθησε "όσον ήτο αναγκαίον εις τη σύστασιν αλληλοδιδακτικών σχολείων της γραικικής γλώσσης". Ο Μωχάμετ Αλή κατά την πρώτη του επίσκεψη στην Κρήτη (1833) παρακίνησε τα τοπικά συμβούλια να ιδρύσουν σχολεία, δηλώνοντας ότι "είναι δίκαιον η κυβέρνησις να σώση τον λαόν της νήσου από την αμάθειαν και την απώλειαν και ότι να διαφωτίσει αυτόν με την γνώσιν και την μόρφωσιν".
Ενα τέτοιο σχολείο λειτούργησε στην Κριτσά αμέσως μετά την επανάσταση του 1821. Το σχολείο της Κριτσάς αναφέρεται από τον Κ. Κοζύρη στο ημερολόγιο του το 1832. Πρώτος δάσκαλος ο Κριτσώτης Εμμανουήλ Π. Μιχ. Μπρόκος, Μπροκοδάσκαλος από το 1821 - 1836 και από το 1836-1848 ο Νικόλαος Αλέξης ή Καπετάνιος. Διάδοχός του ο Εμμανουήλ Σαριδάκης από τις Κορφές Μαλεβιζίου που δίδαξε από το 1848-1863.Επόμενος Δάσκαλοςο Ιωάννης Ν. Επιτροπάκης, Ιδρυτής του πρώτου Σχολείου Στοιχειώδους Εκπ/σης (αλληλοδιδακτικό σχολείο) από 1836-1885, με 4 τάξεις και μισθό 3-5 γρόσια από κάθε μαθητή.
Το δημοτικό σχολείο Μιλάτου λειτούργησε σαν εκκλησιαστικό από το 1800-1870, στην εκκλησία του Αγ. Δημητρίου και σε ιδιωτικές οικίες. Σαν κοινοτικό από το 1870-1899.
Πρώτος δάσκαλος ο Ι. Κατσαράκης απότο Καρύδι Μεραμβέλλου, έμαθε τα πρώτα του γράμματα στην ιερά μονή Αρετίου, παντρεύτηκε κι έμεινε στη Μίλατο. Η συζυγός του αιχμαλωτίστηκε στην άλωση του σπηλαίου της Μιλάτου (1823) και μεταφέρθηεκ στην Κων/λη όπου αργότερα πέθανε. Ο Κατσαράκης εξάσκησε το επάγγελμα του δασκάλου μέχρι του 1835. Επόμενος δάσκαλος ο Γ. Κατσαράκης μέχρι το 1850. Αλλοι δάσκαλοι που δίδαξαν οι: Κοζύρης, Ν. Μανούσος, Καλάιτζης, Ξέπαπας, Μαραντώνης, Μιχ. Πεδιώτης.
Τύχη αγαθή για το σχολείο ο ερχομός του Παναγιώτη Πάντσου, δασκάλου από τη Συλιβρία της Α. Θράκης, απόφοιτου της Μεγάλης του Γένους Σχολής Ευρυμαθέστατος και πρακτικότατος εφάρμοσε την αλληλοδιδακτική μέθοδο και βοηθησε καθοριστικά στο ανέβασμα του επιπέδου της τοπικής κοινωνίας.
Σε δικές του ενέργειες οφείλεται η ανέγερση του νέου διδακτηρίου της Μιλάτου (1870-76) επί Αδοσίδη Πασά, Διοικητή Λασιθίου.
Τα μοναστήρια της περιοχής αποτέλεσαν τον πυρήνα της Εκπ/σης στο Λασίθι. Ο φωτισμένος και δραστήριος επίσκοπος Πέτρας Δωρόθεος Λάσκαρης από την Αγχίαλο Βουλγαρίας (Εύξεινος Πόντος) αποκαλούμενος και Μαυροθαλασσίτης είχε αντιληφθεί τη σημασία της παιδείας για το μέλλον του τόπου, και την αποτίναξη του Τουρκικού ζυγού. Με ενέργειές του ιδρύει στα μοναστήρια, Κρεμαστών στις Βρύσες, Κεραπολίτισσας στη Φουρνή και Καρδαμούτσας στο Καρύδι σχολεία που αποτέλεσαν τους φωτεινούς φάρους και σκόρπισαν τα πρώτα τους φώτα στις ψυχές των υπόδουλων.
Με δωρητήριο του παραχωρούνται στους κατοίκους της Φουρνής ορισμένα κτήματα που ανήκαν στη μονή Αρετίου για την ίδρυση σχολείου το 1946. Σ' αυτό το σχολείο που στεγάστηκε σ' ένα κελί φοιτούσαν μαθητές απ' όλα τα χωριά του μετέπειτα δήμου Φουρνής, δηλαδή τα τρία χωριά της Φουρνής, Δωριές, Καρύδι, Σκινιά, Βρουχά, Λούμα, Πλάκα, Ελούντα και Πινές.
Τη δεκαετία του 1840 δίδαξε σαν δάσκαλος στη μονή Κρεμαστών ο Αρχιμανδρίτης Μελέτης Χλαπουτάκης Ηγούμενος της μονής. Ο επόμενος δάσκαλος ήταν ο Ιερομοναχος Γρηγόριος Λυμπρίδης, εγγράματος κληρικός από την Αστυπάλαια που ήρθε μετά από πρόσκληση του Δωροθεου. Η φήμη του σχολείου ολοένα μεγάλωνε και συνεχώς κατέφθαναν μαθητές από τις υπόλοιπες περιοχές του Μερα-μπέλου και του Λασιθίου, γεγονός που αναγκάζει τη Δημογεροντία να διορίσει και άλλο δάσκαλο το Λεωνίδα Παπαδάκη τον Οκτώβρη του 1863, ο οποίος ανέλαβε και τη Δ/νση του αλληλοδιδακτικού σχολείου με ετήσιο μισθό 4.000 γρόσια.
Σχολείο λειτουργούσε και στη Μονή Τοπλού (Ακρωτηριανής) όπου φοιτούσαν μαθητές απ' όλη την επαρχία Σητείας, μαθαίνοντας το εκκλησιαστικό τυπικό και την εγκύκλιο εκπαίδευση, γνώσεις που τους εξασφάλιζαν προνομιούχα θέση στην κοινωνία. Το σχολείο αναφέρεται από τον περιηγητή Spratt, Αγγλο ναύαρχο που ταξίδεψε στην Κρήτη το 1850: "Ενα σχολείο είναι προσαρτημένο σ' αυτό το μοναστήρι, όπου φοιτούν 30 παιδιά της περιοχής. Ετσι, παρέχεται κάποια στοιχειώδης εκπαίδευση, εδώ κι εκεί στην αγροτική Κρήτη από τα κάμποσα μοναστήρια που υπάρχουν, αλλά αυτά είναι μόνον μια σταγόνα. Πολύ συχνά τα σχολεία αυτά είναι πολύ άβολα επειδή απέχουν πολύ από τα χωριά". Το 1871 λειτουργούσε στη Μονή Τοπλού αλληλοδακτικό σχολείο υπό τη διεύθυνση του Ανδρέα Αντύπα. Η λειτουργία του σχολείου της Μονής σταμάτησε λίγα χρόνια αργότερα λόγω της αντικειμενικής δυσκολίας που υπήρχε στη φιλοξενία των μαθητών και λόγω της σύστασης σχολείων σε άλλα χωριά της επαρχίας Σητείας . (Ηδη το 1876 λειτουργούσαν 13 σχολεία).
Αυτά τα ελάχιστα σχολειά λειτουργούσαν στο Λασίθι μέχρι το 1858. Με τους συνεχείς όμως αγώνες του Κρητικού λαού η κατάσταση αλλάζει τα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας. Η αρχή έγινε στα μέσα του 19ου αιώνα και συγκεκριμένα μετά τον Κριμαϊκό πόλεμο, με τη λήξη του οποίουη Τουρκία υποχρεώθηκε να εκδώσει το Χάτι Χουμαγιούν (λαμπρά γραφή) το 1856, νόμο που χορηγούσε προνόμια και ελευθερίες στους υπόδουλους Χριστιανούς.
Η μη εφαρμογή αυτών των προνομίων οδήγησε στην Επανάσταση του Μαυρογένη το 1858 και στην εκ νέου παραχώρηση και εφαρμογή από το Σουλτάνο των ζητουμενων ελευθεριών.Α νάμεσα στις ελευθερίες που παραχωρήθηκαν ήταν η σύσταση των Δημογεροντιών και η δυνατότητα ίδρυσης σχολείων.
Ακολούθησε η μεγάλη τρίχρονη επανάσταση του 1866, με τη λήξη της οποίας παραχωρήθηκε ο Οργανικός νόμος του 1868. Σύμφωνα με τον Οργανικό νόμο υποστηρίχτηκε και οργανώθηκε συστηματικότερα η παιδεία, ιδρύθηκαν δημοτικά σχολεία στα μεγαλύτερα χωριά και Ελληνικά σχολεία (Σχολαρχεία) στις 4 κωμοπόλεις του νομού Λασιθίου, Νεάπολη, Σητεία, Ιεράπετρα και Βιάννο. Μια έκθεση του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως για την κατάσταση της παιδείας στις ελληνικές επαρχίες το 1872 μας πληροφορεί ότι στο τμήμα Λασιθίου φοιτούν 1.456 μαθητές και 68 μαθήτριες και η εφορία "θερμώς συνίστησε τον καταρτισμόν δύο τουλαχιστον αλληλοδιδακτικών εν ταις επαρχίες Ιεραπέτρου και Αρκαδίας (Βιάννου), ων οι κάτοικοι πτωχότατοι, έχουσι την πικρίαν αν βλέπωσι τα τέκνα αυτών εγκαταλελλειμένα εν ταις αγυαίς, άνευ παρόντος καιάνευ μέλλοντος".
Ετσι ιδρύθηκε η Εκπαιδευτική εφορεία το 1874 στην οποία ανατέθηκε η οργάνωση και η εποπτεία των σχολείων ενώ η συντήρησή τους ανατέθηκε στις κατά τόπους δημογεροντίες τις οποίες ενίσχυε η μεγάλη Δημογεροντία Λασιθίου με έδρα τη Νεάπολη.Τόσο οι Δημογεροντίες και η Εφορεία όσο και λαός που διψούσε για μάθηση και ελληνοπρεπή μόρφωση επέδειξαν εξαιρετικό ζήλο και πρωτοφανή δραστηριότητα για την ίδρυση των σχολείων.
Το διάστημα 1874-80 κτίστηκαν πολλά σχολεία στην περιοχή από τοπικούς πόρους, από ενίσχυση των μοναστηριών και της μεγάλης Δημογεροντίας. Το πρώτο σχολείο στον Αγιο Νικόλαο ιδρύθηκε το 1873 και στεγάστηκε σε οίκημα που οικοδόμησαν με συνεισφορές (15.000 γρόσια) οι κάτοικοι του μικρού τότε χωριού - Μαντράκι.
Πρώτος δάσκαλος ήταν ο αγωνιστής της Κρητικής ελευθερίας Μανώλης Καζάνης ή Καραμανώλης. Πέθανε το 1914 και τον διαδέχτηκε ο Παπά Εμμανουήλ Σταματάκης. Στο σχολείο φοιτούσαν 45 μαθητές και βρισκόταν απέναντι από τον κινηματογράφο Rex στην οδό Πασιφάης της συνοικίας Μύλος (τρίτο αριστερά κτίριο κατεδαφισμένο σήμερα).Οι τύποι των πρώτων σχολείων, τα οποία ιδρύθηκαν από την εκπαιδευτική εφορεία ήταν οι εξής:
1) Αλληλοδιδακτικά Σχολεία (τετρατάξια)
Ηταν τα πρώτα που ιδρύθηκαν από το 1869. Σε αυτά οι ικανότεροι και οι εξυπνότεροι μαθητές διδασκαν υπό την καθοδήγηση και εποπτεία ενός μόνο δασκάλου τους τελείως αγράμματους ή αδύνατους μαθητές
2) Δημοτικά Σχολεία Αρρένων (πεντατάξια). Συγχρόνως με τα αλληλοδιδακτικά ιδρύθηκαν στις κωμοπόλεις του νομού Λασιθίου όπου υπήρχε μεγαλύτερη οικονομική ευχέρεια, Δημοτικά σχολεία με 5 τάξεις
3) Ελληνικά Σχολεία τριτάξια Σχολαρχεία από το 18. Λειτούργησαν στις 4 κωμοπόλεις του νομού Λασιθίου (Νεάπολη, Ιεράπετρα, Σητεία και Βιάννο)
4) Παρθεναγωγεία πεντατάξια (δηλ. Δημοτικά σχολεία θηλέων με 5 τάξεις).
ΜΕΡΟΣ Β' Τα πρώτα παρθεναγωγεία ιδρύθηκαν στη Νεάπολη, την Ιεράπετρα και τη Σητεία. Από το 1876 προστέθηκε η πρώτη γυμνασιακή τάξη στο Ελληνικό Σχολείο Νεάπολης, επειδή δεν υπήρχε αυτοτελές Γυμνάσιο το οποίο ιδρύθηκε και λειτούργησε σαν αυτοτελές από το 1882. Να σημειωθεί ότι το Γυμνάσιο της Νεάπολης ήταν το μοναδικό που λειτουργούσε στο νομό Λασιθίου μέχρι το 1916 που ιδρύθηκε το Γυμνάσιο Σητείας. Τον επόμενο χρόνο (1917) ιδρύθηκε το Γυμνάσιο της Ιεράπετρας και το 1925 ιδρύεται το Γυμνάσιο του Αγίου Νικολάου.
Το Φεβρουαρίο του 1876 λειτουργούσαν στο Μεραμπέλο τα εξής σχολεία:
Το ίδιο έτος κτιζόταν σχολεία στην Ελούντα και τη Μίλατο "μη εισετι αποπερατωθέντα".
Προτείνεται από τη Δημογεροντία η ίδρυση σχολείου στα χωριά Λίμνες και Λούμα ή Πινές.
Τελικά ιδρύθηκε στο Λούμα σχολείο το 1881.
Στην επαρχία Λασιθίου:
α) Στο χωριό Ψυχρό 1 αλληλοδιδακτικό σχολείο, το οποίο ιδρύθηκε το 1858 και αποπερατώθηκε το 1875 συντηρείται από τον Αντώνη Φρ. Παπαδάκη (Καμπάνη) Ψυχριάνο, μεγάλο εθνικό ευεργέτη. Στο Καμπάνειο Ιδρυμα (όπως ονομαζόταν το σχολείο) φοιτούσαν περί τους 60 μαθητές υπό τη διδασκαλία του Αντ. Βοραδάκη.
Πρέπει να τονίσουμε πως η σύσταση του Καμπάνειου κληροδοτήματος το 1875 στο Ψυχρό αποτέλεσε μια προδρομική μορφή της σημερινής δωρεάν παιδείας. Το Καμπάνιο πρωτοπόρο στο είδος του σ' όλη την Ελλάδα αποτέλεσε τη βάση της τεχνικής παιδείας που παρέχεται δωρεάν σε οργανωμένη μορφή, για πρώτη φορά.
β) Στο χωριό Τζερμιάδω αλληλοδιδακτικό συντηρούμενο από τους κατοίκους του χωριού και δίδασκε σε αυτό ο Εμμ. Κυπριωτάκης με μισθό 2.500 γρόσια, είχε 50 μαθητές. Αρχικά για τις ανάγκες στέγασης των μαθητών χρησιμοποιήθηκαν διάφορα σπίτια, μέχρι να κτιστεί αργότερα (1848) το πρώτο Δημοτικό που στέγασε και το Γυμνάσιο Τζερμιάδω από την ίδρυσή του (1901). Στο Λασίθι δεν υπήρχαν την εποχή εκείνη ερειπωμένα σχολειά. Υπάρχει η ανάγκη για σύσταση σχολείων στα χωριά Αγ. Γεώργιο και Αγ. Κων/νο, σε διάφορα σπίτια των οποίων διδάσκονταν τα κοινά λεγόμενα γράμματα αλλά λόγω ελλείψεως πόρων οι κάτοικοι απογοητεύτηκαν και εγκατάλειψαν τις προσπάθειες μόρφωσης των παιδιών τους. Το σχολείο του Αγ. Γεωργίου θεμελιώθηκε το 1871 από τον Κωστάκη Αδοσίδη Πασά όπως μαρτυρεί επιγραφή σε ανώφυλλο του σχολείου. Είναι άγνωστο όμως πότε άρχισε να λειτουργεί.
Στην Επαρχία Ιεράπετρας:
Ολα συντηρούνταν από τις συνδρομές των χριστιανών κατοίκων εκτός από το Ανώτατο Εκπαιδευτήριο που συντηρούνταν από συνδρομές της Ιεράς μονής Τοπλού.
Εκτός από την Ιεράπετρα, το Κάτω Χωριό και το Καβούσι που είχαν οικοδομηθεί Σχολεία, διδασκαλία στα υπόλοιπα χωριά γινόταν σε διάφορα σπίτια με την καταβολή ενοικίου.
Στην Επαρχία Σητείας:
Από τα παραπάνω σχολεία το Ελληνικό (Ανώτερο Εκπαιδευτήριο) συντηρούνταν από την Ιερά Μονή Τοπλού, τα δε δημοτικά από τους κατοίκους.
Η προσφορά της Μονής Τοπλού στην υπόθεση της παιδείας της Ανατολικής Κρήτης ήταν τεράστια.
Μέχρι το 1899 η Μονή πλήρωνε συνδρομές υπερ των σχολείων στη Δημογεροντία Ηρακλείου στην οποία υπαγόταν η Δημογεροντία Λασιθίου. Τα σχολεία συντηρούνταν από ιδιωτικές συνδρομές και τα εκκλησιαστικά κτήσματα.
Οι μισθοί των δασκάλων εξαρτώνταν από τις σπουδές και τις ικανότητες τους και κυμαίνονταν από 2 μέχρι 5 χιλιάδες γρόσια το χρόνο.
Η εποχή που ιδρύθηκαν τα παραπάνω σχολεία ήταν ιδιαίτερα αρνητική για την εκπαίδευση (καταπίεση του χριστιανικού πληθυσμου, ταραχές, επαναστατικά κινήματα).
Παραθέτουμε χαρακτηριστικό απόσπασμα από το Μαθητολόγιο του Δημοτικού Σχολείου Κριτσάς στο οποίο αναφέρονται τα εξής:
Με τη σύμβαση της Χαλέπας (1878), που δημιούργουσε καθεστώς ημιαυτόνομης επαρχίας διευρύνθηκαν τα προνόμια και ιδρυθηκαν περισσότερα σχολεία ιδίως επί διοικητού Κρήτης Ι. Φωτιάδη (1878-1885).
Τα εκκλησιαστικά βιβλία αντικαθίστανται από αναγνωστικά γραμμένα σύμφωνα με τις παιδαγωγικές αρχές της εποχής. Ακόμη ιδρύθηκαν Φιλεκπαιδευτικοί Σύλλογοι και αναπτύχθηκε ζωηρή πνευματική κίνηση με τη δημιουργία βιβλιοθηκών και την έκδοση εφημερίδων.
Το 1881 ψηφίζεται από τη Γενική Συνέλευση των Κρητών ο "νόμος περί παιδείας" που τέθηκε σε εφαρμογή τον Ιούνιο του 1881 και ίσχυσε ως το 1898.
Ο νόμος προέβλεπε υποχρεωτική βασική εκπαίδευση και για τα δύο φύλα και ίδρυση Δημοτικών σχολείων όπου συγκεντρώνονταν 30 μαθητές και Ελληνικού (Σχολαρχείου) όπου συγκεντρωνονταν 80 μαθητές.
Παρά τις προαναφερόμενες προσπάθειες τα ποσοστά του αναλφαβητισμού είναι ιδιαίτερα υψηλά σύμφωνα με την απογραφή του 1881.
Στην επαρχία Βιάννου συμπεριλαμβάνεται και ο Δήμος Μουρνιών τα περισσότερα χωριά του οποίου ανήκουν σήμερα στην επαρχία Ιεράπετρας.
Σύμφωνα με αυτήν την απογραφή ο μέσος όρος του αναλφαβητισμού στην Κρήτη ανερχόταν για τους μεν χριστιανούς στο 81,8% για τους άνδρες και στο 96,5% για τις γυναίκες. Για τους Οθωμανούς ήταν 80,8% και 88,25% τόσο σε επίπεδο νομού όσο και νησιού. Τα αντίστοιχα ποσοστά στο Ν. Λασιθίου ήταν για τους Χριστιανούς 77% για τους άνδρες και 98% για τις γυναίκες.
Η διαφορά υπερ των Τούρκων παρατηρείται: "επειδή το πλείστον μέρος του χριστιανικού πληθυσμού ανήκει εις τας αγροτικάς τάξεις, τουναντίον δε το πλείστον μέρος του τουρκικού πληθυσμού κατοικεί εν ταις πόλεσιν, εν αις ο αριθμός των εν τοις σχολείοις φοιτώντων είναι πάντοτε μεγαλύτερος" Η ίδρυση των παραπάνω Σχολείων ανέβασε τον αριθμό των μαθητών από 7.800 το 1860 στις 13.971 το 1881.
Μέχρι το 1889 με πρωτοβουλία και χρηματοδότηση επιφανών χριστιανών κατοίκων του νησιού είχαν ιδρυθεί 318 Χριστιανικά Δημοτικά Σχολεία σε ολόκληρη την Κρήτη. Η φοίτηση στα Ελληνικά σχολεία ήταν τριετής και στα Γυμνάσια τετραετής. Οι μαθητές που τέλειωναν το Δημοτικό, Ελληνικό και Γυμνάσιο εγγράφονταν στο Εθνικό Πανεπιστήμιο.
Παρά τις αντίξοες συνθήκες ο χριστιανικός πληθυσμός θα οργανώσει την εκπαίδευσή του σε καλύτερες βάσεις θα ξεπεράσει τα πολλά εμπόδια και ωθούμενος από τις πολιτικοκοινωνικές δυνάμεις ευνοϊκότερων συνθηκών θα κατορθώσει να μειώσει το ποσοστό του αναλφαβητισμού (τουλάχιστον στον αντρικό πληθυσμό) σε αρκετά ικανοποιητικό για την εποχή επίπεδο ποσοστό μείωσης 22,44% για τους άνδρες και 11,45% για τις γυναίκες κατά την εικοσαετία 1880-1900. Ραγδαία ήταν και η αύξηση των μαθητών που έφθασε τις 33.536 το 1898. Η εκπαίδευση γενικεύτηκε στο νησί με την ίδρυση της Κρητικής πολιτείας που συστάθηκε το 1898.
Τη χρονιά αυτή το νησί απαλάσσεται από τον τουρκικό ζυγό αποκτώντας αυτονομία με τη δική του βουλή και διοίκηση. Ανάμεσα στους νόμους και τα διατάγματα που ψηφίζονται για την οργάνωση του διοικητικού του μηχανισμού, την εξυγίανση του τόπου και τη βελτίωση των συνθηκών ζωής του ντόπιου πληθυσμού, εξέχουσα θέση κατέχουν αυτά που αφορούν στην οργάνωση και τον εκσυγχρονισμό της παιδείας.
Με την ψήφιση από την κρητική βουλή, τον Απρίλη του 1899 σημαντικών διατάξεων του Συντάγματος εκπληρώνονται οι πόθοι και τα οράματα ολόκληρων γενεών. Σύμφωνα με αυτές τις διατάξεις του καθιερώνεται η υποχρεωτική παιδεία και για τα δύο φύλα. Εντυπωσιακή είναι και η αύξηση των στατιστικών δεδομένων της εκπαίδευσης σχολείων, δασκάλων, μαθητών δαπανών και άλλων μεγεθών της εποχής.
Τα σχολεία αυξήθηκαν σε 656 το 1909-10 από 523 που ήσαν το 1899-1900. Ο αριθμός των μαθητών έφθασε τους 40.559 από 35.844 το 1899-1900. Οι δαπάνες για την παιδεία από 406.193 δρχ. το 1900 αυξήθηκαν σε 805.749 δρχ. το 1910. Δάσκαλοι διορίστηκαν εκτός από απόφοιτοι Γυμνασιακών τάξεων, απόφοιτοι σχολαρχείων και ορισμένοι απόφοιτοι τετραταξιων δημοτικών.
Κατά την περίοδο αυτή λειτουργούν δύο τύπου δημοτικών σχολείων τα κατώτερα (τετρατάξια) και τα ανώτερα η πλήρη (εξατάξια). Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση έχουμε τα ημιγυμνάσια με τρεις τάξεις, στα μικρά επαρχιακά κέντρα, τα πλήρη εξατάξια γυμνάσια στα αστικα΄κέντρα του νησιού και τα ανώτερα παρθεναγωγεία, τριτάξια των Χανίων, Νεάπολης και το πεντατάξιο Παρθεναγωγείο του Ηρακλείου. Με το νόμο του 1903 ιδρύθηκε στο Ηράκλειο παιδαγωγική σχολή, το τριτάξιο διδασκαλείο και στη Μονή Αγ. Τριάδας των Χανίων ιεροδιδασκαλείο, γεγονός που συνέβαλε αποφασιστικά στην ποιοτική και ποσοτική βελτίωση της εκπαίδευσης στην Κρήτη.
Η νομοθεσία της Κρητικής πολιτείας σε εκπαιδευτικά θέματα ίσχυσε ως το 1914. Εκτοτε εφαρμόστηκε και στην Κρήτη η κοινή γενική εκπαιδευτική πολιτική και νομοθεσία του Ελληνικού Κράτους.
*Ο Μ.ΜΑΚΡΑΚΗΣ είναι δάσκαλος, προϊστάμενος
εκπαιδευτικών θεμάτων στη διεύθυνση Α΄ βάθμιας εκπαίδευσης
Λασιθίου και το παραπάνω θέμα δημοσιεύτηκε στο αξιόλογο
περιοδικό της Ν.Α. Λασιθίου "Αντιπαραθέσεις".
________________________________________
© Copyright "ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου