Επειδή από την πόλη του Πειραιά απουσίαζε ένα σχολείο θηλέων και τα έσοδα του Δήμου δεν επαρκούσαν για τη συντήρηση ενός τέτοιου σχολείου, ο Δήμαρχος Λ. Ράλλης πρότεινε στον αδελφό του Ιάκωβο Ράλλη να χρηματοδοτήσει το έργο της ανέγερσης σχολικού καταστήματος. Ο Ιακ. Ράλλης αποδέχτηκε την πρόταση υπό τον όρο να μην γνωστοποιηθεί κατ' αρχήν το όνομά του, ως δωρητή. Στις 9 Σεπτεμβρίου 1855 τα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου Πειραιά, προεδρεύοντος του Δημάρχου συνήλθαν και εξέδωσαν το υπ. αριθμ. 645/9.9.1855 ψήφισμα δυνάμει των άρθρων του οποίου το υπό ανέγερση σχολείο "θέλει χρησιμεύσει δια παντός ως Παρθενικόν Σχολείον του Δήμου μας" και ο Δήμος ανελάμβανε την υποχρέωση όχι μόνο να το διατηρεί σε καλή κατάσταση, αλλά να μεριμνά πάντοτε ώστε να εξασφαλίζεται το αναγκαίο διδακτικό προσωπικό για την εκπαίδευση των κοριτσιών. Στο ψήφισμα καταγράφεται επίσης η επιθυμία του δωρητή να υπάρχει εγχάρακτη μαρμάρινη πλάκα στην είσοδο του σχολείου με την επιγραφή "Παρθενικόν Σχολείον" Ιδρυθέν δαπάνη… Δημαρχούντος Λουκά Ράλλη, 1855, καθώς και προτομή του Αδαμάντιου Κοραή. Ο δωρητής είχε το δικαίωμα α) να διορίζει επιτρόπους που θα τηρούσαν τις ρητές υποχρεώσεις έναντι του σχολείου ώστε να μην παραβιάζονται οι συμφωνηθέντες όροι, και β) σε περίπτωση κατά την οποίαν ο Δήμος θα αθετούσε τα συμφωνημένα – δηλαδή το οίκημα να μένει εσαεί "Παρθενικόν Σχολείον" να ανακαλέσει την δωρεά του και να περιέλθει στον ίδιο το οικοδόμημα ή "σε ζων άρρεν τέκνον" ή στους κληρονόμους του μετά το θάνατό του.
Το περιεχόμενο του ψηφίσματος κοινοποιήθηκε στις αρμόδιες αρχές δηλαδή τον Νομάρχη Αττικοβοιωτίας και το Υπουργείο Εσωτερικών. Στις 4 Οκτωβρίου 1855 ο Υπουργός Δημήτριος Βούλγαρης ενημέρωνε με αναφορά του το Νομάρχη και δι' αυτού το Δήμαρχο Πειραιώς πως το Υπουργείο είναι απολύτως σύμφωνο για την ανέγερση του Παρθεναγωγείου σε οικόπεδο επί της πλατείας Κοραή Το οικόπεδο αυτό είχε παραχωρηθεί από το Δημόσιο στο Δήμο το 1835 προκειμένου να οικδομηθεί εκεί κτήριο Τραπέζης. Επειδή τραπεζικό κατάστημα δεν οικοδομήθηκε, το 1855 στον ίδιο χώρο κτίσθηκε το Παρθεναγωγείο Πειραιώς. Λίγα χρόνια αργότερα μετά την έκπτωση του Όθωνα, η Προσωρινή Κυβέρνηση της Ελλάδος με πρόεδρο τον Μπενιζέλο Ρούφο εξέδωσε το υπ. αριθμ. 16164 ψήφισμα της 14 Αυγούστου 1863 –μετά από πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών Αθ. Γ. Πετιμεζά– δυνάμει του οποίου νομιμοποιείτο ο Δήμος αναφορικά με την ανταλλαγή του οικοπέδου.
Ο δωρητής Ράλλης κατέβαλε αρχικά το ποσό των είκοσι χιλιάδων δραχμών για την ανέγερση του κτηρίου. Δημοσίευμα της εφημερίδας "Αθηνά" έκανε μνεία για το εν Πειραιεί Παρθενικόν Σχολείον δίνοντας και το στίγμα της ανεγέρσεως του σχολικού κτίσματος "κατά την μεσημβρινήν πλευράν της πλατείας Κοραή, προς την οδόν Κολοκοτρώνη" (Εφημ. "Αθηνά", 1855). Με βάση το αρχιτεκτονικό σχέδιο, το υπό ανέγερση κτήριο θα ήταν ευρύχωρο και κομψό, κατάλληλο για τη λειτουργία συνδιδακτικού, αλληλοδιδακτικού σχολείου, αλλά και τμήματος νηπιακού.
Κι ενώ οι εργασίες ξεκίνησαν χωρίς καθυστέρηση και κατατέθηκε ο θεμέλιος λίθος, ένα χρόνο περίπου αργότερα ο Δήμαρχος και καθορισμένος επίτροπος του έργου Λουκάς Ράλλης πληροφορούσε τον αδελφό του για κωλυσιεργία. Την 1η Μαρτίου 1857 με επιστολή του από την Κωνσταντινούπολη ο δωρητής εξέφραζε την λύπη του προφανώς γιατί δεν έγινε η σωστή επιστασία και τα χρήματα εξανεμίστηκαν παρ' ότι ήσαν 2.000 περισσότερες από τις 18.000 δρχ. που αναφέρονταν στο συμβόλαιο (ΓΑΚ, Συλλογή Βλαχογιάννη). Ο Ιακ. Ράλλης δήλωσε ότι αποστέλλει άλλες 10.000 δρχ. προκειμένου να τελειοποιηθεί η οικοδομή και ζητούσε να γίνουν τα αποκαλυπτήρια στο σχολείο εκτός της προτομής του Κοραή και μία της Αμαλίας, η οποία θεωρείτο προστάτιδα των ορφανοτροφείων και παρθενικών σχολείων. Το Δημοτικό Συμβούλιο Πειραιώς σε ψήφισμά (Πρακτικά Δήμου) του ασμένως έκανε δεκτό το αίτημα του δωρητή αλλά και τη νέα του χορηγία.
Η οικοδόμηση του κτηρίου τελικά ολοκληρώθηκε και στο σχολείο λειτούργησε το συνδιδακτικό υπό τη διεύθυνση της Σοφίας Βαμβακάρη, το αλληλοδιδακτικό υπό την εποπτεία της Σταματίνας Χ. Σωτήρου και το "νηπιακό" του οποίου προίστατο η Αικατερίνη Βαμβακάρη. Του "ανωτέρου" σχολείου, δηλαδή του Ελληνικού διευθυντής ήταν ο σχολαρχών Κ. Θ. Βραχνός. Το διδακτήριο διέθετε εκατέρωθεν δυτικά και ανατολικά προαύλιο και δύο πτέρυγες. Στη Βόρεια στεγαζόταν το νηπιακό, ενώ στη νότια η τάξη του Ελληνικού σχολείου, τις πτέρυγες χώριζαν δύο πάροδοι με εισόδους απέναντι ακριβώς από την κεντρική αίθουσα. Το οικοδόμημα που περιγράφεται ως "λίαν σεμνόν και αξιοπρεπές... και αρμόζον εις οίκον ιερόν της παιδείας" ήταν ευρύχωρο και στέγαζε περίπου τετρακόσια κορίτσια και νήπια το έτος 1859 (Εφημ. "Αθηνά", 7.8.1859, σ. 2).
Το κτήριο του Σχολείου το οποίο δεσμευόταν από τους όρους της σύμβασης που είχε συναφθεί μεταξύ του δωρητή και του Δήμου Πειραιώς αποπειράθηκαν στα μετέπειτα χρόνια να εκμεταλλευτούν ορισμένοι Δήμαρχοι, όπως ο Θεόδωρος Ρετσίνας και ο Αναστάσιος Παναγιωτόπουλος προς όφελος έργων Δημοτικής ανάγκης δίχως, όμως, αποτέλεσμα. Το σχολείο συνέχισε τη λειτουργία του κατά την περίοδο βασιλείας του Γεωργίου του Α΄ λανθάνουν, όμως, στοιχεία αναφορικά με το μαθητικό του δυναμικό. Το βέβαιο είναι πως λίγο νωρίτερα ή αργότερα της πρώτης δεκαετίας του 20ου αιώνα στο ίδιο κτήριο ιδρύεται και λειτουργεί Διδασκαλείο το οποίο αναγνωρίζεται ως ισότιμο των ήδη λειτουργούντων το 1914. Στα χρόνια που ακολούθησαν με νομοθετικά και προεδρικά διατάγματα οριζόταν ο αριθμός των μαθητριών που θα φοιτούσαν στις τάξεις του Τριτάξιου Διδασκαλείου Θηλέων Πειραιώς (βλ. πιν. 1). Την περίοδο 1928 έως 1935 το Διδασκαλείο διηύθυνε ο παιδαγωγός Κώστας Σωτηρίου, συνεργάτης του Γληνού και μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου. Ο Σωτηρίου κατόρθωσε να βελτιώσει την υλικοτεχνική υποδομή του διδακτηρίου, να οργανώσει συσσίτια για τις άπορες μαθήτριες, να θέσει σε λειτουργία θεωρητικό, πρακτικό και λογοτεχνικό φροντιστήριο καθώς και "Επαγγελματική Σχολή Θηλέων" (Μπαμπούνης, 19-21, 263-265).
Στις 28 Σεπτεμβρίου 1932 (Βιβλίον Πρακτικών Ραλλείου) ο σύλλογος διδασκόντων του Διδασκαλείου υπό την προεδρία του διευθυντή του Κ. Σωτηρίου προβαίνει στην ίδρυση της πρώτης και δευτέρας τάξεως Δημοσυντήρητου Γυμνασίου Θηλέων αφού έλαβε υπόψη του σχετικές αποφάσεις της Δημοτικής Αρχής Πειραιώς και την υπ. αριθμ. 30554/6 Ιουλίου 1932 απόφαση του Υπουργείου Παιδείας. Σε διάστημα δύο ημερών ανακοινώνονται τα ονόματα των τριάντα μαθητριών που πέρασαν με επιτυχία τις προφορικές και γραπτές εξετάσεις. Μια νέα περίοδος για το σχολείο άρχιζε. Ένα χρόνο αργότερα, με το Π.Δ. 11/13.12.1933 αναγνωριζόταν η ισοτιμία του σχολείου με τα άλλα δημόσια γυμνάσια του Κράτους. Άλλωστε, ο Ν. 5874/33 όριζε με σαφήνεια την κατάργηση των ημιγυμνασίων και την ίδρυση τριτάξιων Αστικών σχολείων.
Στα χρόνια που ακολούθησαν τις πολιτικές αλλαγές και τους κλυδωνισμούς που ταλάνισαν τη χώρα σε εθνικό και όχι μόνον επίπεδο ακολούθησαν αρκετές μεταβολές στα εκπαιδευτικά πράγματα. Ο Ν. 770/1937 προέβλεπε τη λειτουργία οκταταξίου Γυμνασίου σε δύο κύκλους (5τάξιο κατώτερο και 3τάξιο ανώτερο) (βλ. πιν. 2). Από το έτος 1943 ενώ η φοίτηση στη Μέση Εκπαίδευση ορίζεται εξαετής, παραμένει η ονομασία "οκτατάξιο" ως το 1959. Ήδη, είναι εμφανής η μεγάλη προσέλευση μαθητριών που φοιτούν στο ονομαζόμενο πλέον από το 1939 Ράλλειο Γυμνάσιο Θηλέων Πειραιώς (βλ. πιν. 3).
Έως και το έτος 1938 το σχολείο φέρει την επωνυμία "Δημοσυντήρητου Γυμνάσιον Θηλέων Πειραιώς". Η Δημοτική Αρχή, ωστόσο, δεν παρεμβαίνει στη λειτουργία του σχολείου παρά μόνο για να βραβεύσει μαθήτριες που αρίστευσαν ή να καλύψει τα έξοδα προς συντήρηση του σχολείου και του συστεγαζόμενου Διδασκαλείου. Από το σχολικό έτος 1939 λαμβάνει πλέον την επωνυμία "Ράλλειον Γυμνάσιον Θηλέων Πειραιώς" προς τιμήν του δωρητή Ιακ. Ράλλη.
Στο διδακτήριο έως το 1944-45 συλλειτουργούν δύο τύποι δευτεροβάθμιου σχολείου: το οκτατάξιο και το εξατάξιο Γυμνάσιο. Μαθήτριες προερχόμενες από ημιγυμνάσια είχαν τη δυνατότητα να εγγραφούν μετά από εξέταση του τίτλου τους στη β΄ και γ΄ αντίστοιχα τάξη του Γυμνασίου. Η εισαγωγή στην α΄ τάξη οκταταξίου γινόταν το 1938 κατόπιν εξετάσεων, ενώ για το τύπο σχολείου, του εξαταξίου, ο νόμος 1849/1939 (άρθρα 10,11) προέβλεπε προφορικές και γραπτές κατατακτήριες εξετάσεις κατά μήνα Σεπτέμβριο. Στον πρώτο χρόνο της γερμανικής κατοχής, λόγω της εμπερίστατης κατάστασης οι κατακτακτήριες εξετάσεις διενεργήθηκαν τον Ιανουάριο μήνα.
Ο Σύλλογος διδασκόντων αποφαινόταν για θέματα εσωτερικής τάξεως και προόδου των μαθητριών λαμβάνοντας βεβαίως υπ' όψιν σχετικές εγκυκλίους του Υπουργείου Παιδείας για τα εγκεκριμένα βιβλία ή για την απαλλαγή από τα εκπαιδευτικά τέλη εγγραφής (Ν. 500/1939). Κατά κανόνα απαλλάσσονταν των εκπαιδευτικών τελών εγγραφής οι αριστούχοι, τα τέκνα εκπαιδευτικών, απόρων ή πολυτέκνων οικογενειών, θυμάτων πολέμου, προσφύγων κ.ά. Στη λεγόμενη μεταρρύθμιση του 1943 για εξαετή φοίτηση στη Μέση Εκπαίδευση, ο Σύλλογος διδασκόντων του Ραλλείου αντιπροτείνει την κατάργηση του 8ταξίου Γυμνασίου, την αναδιάρθρωση του Δημοτικού σχολείου και την ίδρυση τριετούς μεσαίου σχολείου ή τετραετούς εάν η εγκύκλια εκπαίδευση εκτεινόταν σε 13 χρόνια με προσανατολισμό "θεωρητικο-πρακτικό". Επειδή, όμως η συγκυρία δεν ήταν κατά την κρίση του Συλλόγου ευνοϊκή για δραστικές τομές κατέληξε προς το παρόν στο ακόλουθο σχήμα: α) για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση πεντατάξιο Δημοτικό και β) για τη δευτεροβάθμια: τριτάξιο ελληνικό και τετρατάξιο Γυμνάσιο. Το σχήμα αυτό ασφαλώς παρέπεμπε σε δομές του παρελθόντος και πρόδιδε τουλάχιστον ως προς την ονομασία των σχολείων μια τάση συντηρητισμού. Το πνεύμα, άλλωστε, που επικρατούσε στο σχολείο ήταν απόλυτα σύμφωνο με τη νοοτροπία της εποχής και την αυστηρότητα όσον αφορά στην ανατροφή των κοριτσιών. Οι μαθήτριες όφειλαν να είναι πειθαρχημένες, να εκκλησιάζονται υποχρεωτικά και να ακολουθούν κατά γράμμα τους καθηκοντολογικούς κώδικες συμπεριφοράς του Σχολείου τους. Παρέκκλιση του κανόνος συνεπαγόταν αυστηρότατες ποινές. Όσον αφορά στην κοινωνική στρωμάτωση των μαθητριών διαπιστώνεται ότι τις δύο πρώτες δεκαετίες υπερτερούν σε αριθμό οι μαθήτριες των οποίων οι πατέρες είναι αυτοαπασχολούμενοι τεχνίτες.
Από τα αρχειακά κατάλοιπα του Ραλλείου Γυμνασίου / Λυκείου προκύπτει ότι το εύρος του μαθητικού δυναμικού αυξάνει από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 έως τα τέλη της δεκαετίας του 1970 (βλ. πιν. 4, 5, 6). Στις λυκειακές τάξεις που έχουν θεωρητικό προσανατολισμό το ποσοστό των μαθητριών είναι (± 63%), πράγμα που είναι αναμενόμενο δεδομένου ότι έχει ήδη ανοίξει ο επαγγελματικός ορίζοντας για τις γυναίκες, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν κοινωνικά αντερείσματα που σε αξιοσημείωτο βαθμό προσανατολίζουν ή προσδιορίζουν την ποιότητα και τις κατευθύνσεις της έμφυλης εκπαίδευσης και παιδείας (βλ. πιν. 7, 8, 9).
Μετά τη μεταπολίτευση και την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, λόγοι πολιτικοί, κοινωνικοί, οικονομικοί, ψυχολογικοί και άλλοι (Χαραλαμπάκης, 3) επέβαλαν αλλαγές εκσυγχρονιστικές για το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Με τη μεταρρύθμιση του 1976 (Ν. 309) η υποχρεωτική φοίτηση επεκτάθηκε έως το 15ο έτος και δυο χρόνια αργότερα τα σχολεία λειτούργησαν ως μεικτά. Ωστόσο, το Ράλλειο Γυμνάσιο / Λύκειο παραμένει ένα αμιγώς σχολείο θηλέων, το μοναδικό κρατικό σχολείο της μορφής αυτής στην Ελλάδα. Η σταδιακή μείωση του αριθμού των μαθητριών τις τελευταίες δεκαετίες είναι συνάρτηση όχι μόνο δημογραφικού προβλήματος αλλά κυριότατα του κτηριακού στεγαστικού ζητήματος, καθώς και των περιουσιακών στοιχείων του σχολείου, που εκκρεμούν από την εποχή της συνταγματικής εκτροπής του 1967.
Επί Δημαρχίας Αριστ. Σκυλίτση, μετά από παρέμβαση του Στυλ. Πατακού αντικαταστάθηκαν τα μέλη της έως τότε Σχολικής Επιτροπής επειδή είχαν αρνηθεί να συνεργήσουν στην παράνομη διεκδίκηση του ακινήτου από το δήμο Πειραιά. Τα μέλη της νέας Σχολικής Επιτροπής προσυπέγραψαν τότε με αποτέλεσμα το μεν σχολείο να μεταφερθεί σε προπολεμικό κτήριο της οδού Κολοκοτρώνη που κατά καιρούς είχε λειτουργήσει ως νεκροτομείο και Σταθμός Πρώτων Βοηθειών το δε διδακτήριο να γκρεμισθεί.
Και από την θέση αυτή ευχαριστώ τη συνάδελφο Ζαχαρούλα Νικόλη - Υποδιευθύντρια του Ραλλείου Λυκείου, το Γυμνασιάρχη του Ραλλείου Γυμνασίου Δημήτρη Καλαϊτζίδη, και τον Υποδιευθυντή του ίδιου σχολείου Κωνσταντίνo Ανδρέου για τις πληροφορίες και τα στοιχεία που μου παρέσχον.
Το περιεχόμενο του ψηφίσματος κοινοποιήθηκε στις αρμόδιες αρχές δηλαδή τον Νομάρχη Αττικοβοιωτίας και το Υπουργείο Εσωτερικών. Στις 4 Οκτωβρίου 1855 ο Υπουργός Δημήτριος Βούλγαρης ενημέρωνε με αναφορά του το Νομάρχη και δι' αυτού το Δήμαρχο Πειραιώς πως το Υπουργείο είναι απολύτως σύμφωνο για την ανέγερση του Παρθεναγωγείου σε οικόπεδο επί της πλατείας Κοραή Το οικόπεδο αυτό είχε παραχωρηθεί από το Δημόσιο στο Δήμο το 1835 προκειμένου να οικδομηθεί εκεί κτήριο Τραπέζης. Επειδή τραπεζικό κατάστημα δεν οικοδομήθηκε, το 1855 στον ίδιο χώρο κτίσθηκε το Παρθεναγωγείο Πειραιώς. Λίγα χρόνια αργότερα μετά την έκπτωση του Όθωνα, η Προσωρινή Κυβέρνηση της Ελλάδος με πρόεδρο τον Μπενιζέλο Ρούφο εξέδωσε το υπ. αριθμ. 16164 ψήφισμα της 14 Αυγούστου 1863 –μετά από πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών Αθ. Γ. Πετιμεζά– δυνάμει του οποίου νομιμοποιείτο ο Δήμος αναφορικά με την ανταλλαγή του οικοπέδου.
Ο δωρητής Ράλλης κατέβαλε αρχικά το ποσό των είκοσι χιλιάδων δραχμών για την ανέγερση του κτηρίου. Δημοσίευμα της εφημερίδας "Αθηνά" έκανε μνεία για το εν Πειραιεί Παρθενικόν Σχολείον δίνοντας και το στίγμα της ανεγέρσεως του σχολικού κτίσματος "κατά την μεσημβρινήν πλευράν της πλατείας Κοραή, προς την οδόν Κολοκοτρώνη" (Εφημ. "Αθηνά", 1855). Με βάση το αρχιτεκτονικό σχέδιο, το υπό ανέγερση κτήριο θα ήταν ευρύχωρο και κομψό, κατάλληλο για τη λειτουργία συνδιδακτικού, αλληλοδιδακτικού σχολείου, αλλά και τμήματος νηπιακού.
Κι ενώ οι εργασίες ξεκίνησαν χωρίς καθυστέρηση και κατατέθηκε ο θεμέλιος λίθος, ένα χρόνο περίπου αργότερα ο Δήμαρχος και καθορισμένος επίτροπος του έργου Λουκάς Ράλλης πληροφορούσε τον αδελφό του για κωλυσιεργία. Την 1η Μαρτίου 1857 με επιστολή του από την Κωνσταντινούπολη ο δωρητής εξέφραζε την λύπη του προφανώς γιατί δεν έγινε η σωστή επιστασία και τα χρήματα εξανεμίστηκαν παρ' ότι ήσαν 2.000 περισσότερες από τις 18.000 δρχ. που αναφέρονταν στο συμβόλαιο (ΓΑΚ, Συλλογή Βλαχογιάννη). Ο Ιακ. Ράλλης δήλωσε ότι αποστέλλει άλλες 10.000 δρχ. προκειμένου να τελειοποιηθεί η οικοδομή και ζητούσε να γίνουν τα αποκαλυπτήρια στο σχολείο εκτός της προτομής του Κοραή και μία της Αμαλίας, η οποία θεωρείτο προστάτιδα των ορφανοτροφείων και παρθενικών σχολείων. Το Δημοτικό Συμβούλιο Πειραιώς σε ψήφισμά (Πρακτικά Δήμου) του ασμένως έκανε δεκτό το αίτημα του δωρητή αλλά και τη νέα του χορηγία.
Η οικοδόμηση του κτηρίου τελικά ολοκληρώθηκε και στο σχολείο λειτούργησε το συνδιδακτικό υπό τη διεύθυνση της Σοφίας Βαμβακάρη, το αλληλοδιδακτικό υπό την εποπτεία της Σταματίνας Χ. Σωτήρου και το "νηπιακό" του οποίου προίστατο η Αικατερίνη Βαμβακάρη. Του "ανωτέρου" σχολείου, δηλαδή του Ελληνικού διευθυντής ήταν ο σχολαρχών Κ. Θ. Βραχνός. Το διδακτήριο διέθετε εκατέρωθεν δυτικά και ανατολικά προαύλιο και δύο πτέρυγες. Στη Βόρεια στεγαζόταν το νηπιακό, ενώ στη νότια η τάξη του Ελληνικού σχολείου, τις πτέρυγες χώριζαν δύο πάροδοι με εισόδους απέναντι ακριβώς από την κεντρική αίθουσα. Το οικοδόμημα που περιγράφεται ως "λίαν σεμνόν και αξιοπρεπές... και αρμόζον εις οίκον ιερόν της παιδείας" ήταν ευρύχωρο και στέγαζε περίπου τετρακόσια κορίτσια και νήπια το έτος 1859 (Εφημ. "Αθηνά", 7.8.1859, σ. 2).
Το κτήριο του Σχολείου το οποίο δεσμευόταν από τους όρους της σύμβασης που είχε συναφθεί μεταξύ του δωρητή και του Δήμου Πειραιώς αποπειράθηκαν στα μετέπειτα χρόνια να εκμεταλλευτούν ορισμένοι Δήμαρχοι, όπως ο Θεόδωρος Ρετσίνας και ο Αναστάσιος Παναγιωτόπουλος προς όφελος έργων Δημοτικής ανάγκης δίχως, όμως, αποτέλεσμα. Το σχολείο συνέχισε τη λειτουργία του κατά την περίοδο βασιλείας του Γεωργίου του Α΄ λανθάνουν, όμως, στοιχεία αναφορικά με το μαθητικό του δυναμικό. Το βέβαιο είναι πως λίγο νωρίτερα ή αργότερα της πρώτης δεκαετίας του 20ου αιώνα στο ίδιο κτήριο ιδρύεται και λειτουργεί Διδασκαλείο το οποίο αναγνωρίζεται ως ισότιμο των ήδη λειτουργούντων το 1914. Στα χρόνια που ακολούθησαν με νομοθετικά και προεδρικά διατάγματα οριζόταν ο αριθμός των μαθητριών που θα φοιτούσαν στις τάξεις του Τριτάξιου Διδασκαλείου Θηλέων Πειραιώς (βλ. πιν. 1). Την περίοδο 1928 έως 1935 το Διδασκαλείο διηύθυνε ο παιδαγωγός Κώστας Σωτηρίου, συνεργάτης του Γληνού και μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου. Ο Σωτηρίου κατόρθωσε να βελτιώσει την υλικοτεχνική υποδομή του διδακτηρίου, να οργανώσει συσσίτια για τις άπορες μαθήτριες, να θέσει σε λειτουργία θεωρητικό, πρακτικό και λογοτεχνικό φροντιστήριο καθώς και "Επαγγελματική Σχολή Θηλέων" (Μπαμπούνης, 19-21, 263-265).
Στις 28 Σεπτεμβρίου 1932 (Βιβλίον Πρακτικών Ραλλείου) ο σύλλογος διδασκόντων του Διδασκαλείου υπό την προεδρία του διευθυντή του Κ. Σωτηρίου προβαίνει στην ίδρυση της πρώτης και δευτέρας τάξεως Δημοσυντήρητου Γυμνασίου Θηλέων αφού έλαβε υπόψη του σχετικές αποφάσεις της Δημοτικής Αρχής Πειραιώς και την υπ. αριθμ. 30554/6 Ιουλίου 1932 απόφαση του Υπουργείου Παιδείας. Σε διάστημα δύο ημερών ανακοινώνονται τα ονόματα των τριάντα μαθητριών που πέρασαν με επιτυχία τις προφορικές και γραπτές εξετάσεις. Μια νέα περίοδος για το σχολείο άρχιζε. Ένα χρόνο αργότερα, με το Π.Δ. 11/13.12.1933 αναγνωριζόταν η ισοτιμία του σχολείου με τα άλλα δημόσια γυμνάσια του Κράτους. Άλλωστε, ο Ν. 5874/33 όριζε με σαφήνεια την κατάργηση των ημιγυμνασίων και την ίδρυση τριτάξιων Αστικών σχολείων.
Στα χρόνια που ακολούθησαν τις πολιτικές αλλαγές και τους κλυδωνισμούς που ταλάνισαν τη χώρα σε εθνικό και όχι μόνον επίπεδο ακολούθησαν αρκετές μεταβολές στα εκπαιδευτικά πράγματα. Ο Ν. 770/1937 προέβλεπε τη λειτουργία οκταταξίου Γυμνασίου σε δύο κύκλους (5τάξιο κατώτερο και 3τάξιο ανώτερο) (βλ. πιν. 2). Από το έτος 1943 ενώ η φοίτηση στη Μέση Εκπαίδευση ορίζεται εξαετής, παραμένει η ονομασία "οκτατάξιο" ως το 1959. Ήδη, είναι εμφανής η μεγάλη προσέλευση μαθητριών που φοιτούν στο ονομαζόμενο πλέον από το 1939 Ράλλειο Γυμνάσιο Θηλέων Πειραιώς (βλ. πιν. 3).
Έως και το έτος 1938 το σχολείο φέρει την επωνυμία "Δημοσυντήρητου Γυμνάσιον Θηλέων Πειραιώς". Η Δημοτική Αρχή, ωστόσο, δεν παρεμβαίνει στη λειτουργία του σχολείου παρά μόνο για να βραβεύσει μαθήτριες που αρίστευσαν ή να καλύψει τα έξοδα προς συντήρηση του σχολείου και του συστεγαζόμενου Διδασκαλείου. Από το σχολικό έτος 1939 λαμβάνει πλέον την επωνυμία "Ράλλειον Γυμνάσιον Θηλέων Πειραιώς" προς τιμήν του δωρητή Ιακ. Ράλλη.
Στο διδακτήριο έως το 1944-45 συλλειτουργούν δύο τύποι δευτεροβάθμιου σχολείου: το οκτατάξιο και το εξατάξιο Γυμνάσιο. Μαθήτριες προερχόμενες από ημιγυμνάσια είχαν τη δυνατότητα να εγγραφούν μετά από εξέταση του τίτλου τους στη β΄ και γ΄ αντίστοιχα τάξη του Γυμνασίου. Η εισαγωγή στην α΄ τάξη οκταταξίου γινόταν το 1938 κατόπιν εξετάσεων, ενώ για το τύπο σχολείου, του εξαταξίου, ο νόμος 1849/1939 (άρθρα 10,11) προέβλεπε προφορικές και γραπτές κατατακτήριες εξετάσεις κατά μήνα Σεπτέμβριο. Στον πρώτο χρόνο της γερμανικής κατοχής, λόγω της εμπερίστατης κατάστασης οι κατακτακτήριες εξετάσεις διενεργήθηκαν τον Ιανουάριο μήνα.
Ο Σύλλογος διδασκόντων αποφαινόταν για θέματα εσωτερικής τάξεως και προόδου των μαθητριών λαμβάνοντας βεβαίως υπ' όψιν σχετικές εγκυκλίους του Υπουργείου Παιδείας για τα εγκεκριμένα βιβλία ή για την απαλλαγή από τα εκπαιδευτικά τέλη εγγραφής (Ν. 500/1939). Κατά κανόνα απαλλάσσονταν των εκπαιδευτικών τελών εγγραφής οι αριστούχοι, τα τέκνα εκπαιδευτικών, απόρων ή πολυτέκνων οικογενειών, θυμάτων πολέμου, προσφύγων κ.ά. Στη λεγόμενη μεταρρύθμιση του 1943 για εξαετή φοίτηση στη Μέση Εκπαίδευση, ο Σύλλογος διδασκόντων του Ραλλείου αντιπροτείνει την κατάργηση του 8ταξίου Γυμνασίου, την αναδιάρθρωση του Δημοτικού σχολείου και την ίδρυση τριετούς μεσαίου σχολείου ή τετραετούς εάν η εγκύκλια εκπαίδευση εκτεινόταν σε 13 χρόνια με προσανατολισμό "θεωρητικο-πρακτικό". Επειδή, όμως η συγκυρία δεν ήταν κατά την κρίση του Συλλόγου ευνοϊκή για δραστικές τομές κατέληξε προς το παρόν στο ακόλουθο σχήμα: α) για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση πεντατάξιο Δημοτικό και β) για τη δευτεροβάθμια: τριτάξιο ελληνικό και τετρατάξιο Γυμνάσιο. Το σχήμα αυτό ασφαλώς παρέπεμπε σε δομές του παρελθόντος και πρόδιδε τουλάχιστον ως προς την ονομασία των σχολείων μια τάση συντηρητισμού. Το πνεύμα, άλλωστε, που επικρατούσε στο σχολείο ήταν απόλυτα σύμφωνο με τη νοοτροπία της εποχής και την αυστηρότητα όσον αφορά στην ανατροφή των κοριτσιών. Οι μαθήτριες όφειλαν να είναι πειθαρχημένες, να εκκλησιάζονται υποχρεωτικά και να ακολουθούν κατά γράμμα τους καθηκοντολογικούς κώδικες συμπεριφοράς του Σχολείου τους. Παρέκκλιση του κανόνος συνεπαγόταν αυστηρότατες ποινές. Όσον αφορά στην κοινωνική στρωμάτωση των μαθητριών διαπιστώνεται ότι τις δύο πρώτες δεκαετίες υπερτερούν σε αριθμό οι μαθήτριες των οποίων οι πατέρες είναι αυτοαπασχολούμενοι τεχνίτες.
Από τα αρχειακά κατάλοιπα του Ραλλείου Γυμνασίου / Λυκείου προκύπτει ότι το εύρος του μαθητικού δυναμικού αυξάνει από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 έως τα τέλη της δεκαετίας του 1970 (βλ. πιν. 4, 5, 6). Στις λυκειακές τάξεις που έχουν θεωρητικό προσανατολισμό το ποσοστό των μαθητριών είναι (± 63%), πράγμα που είναι αναμενόμενο δεδομένου ότι έχει ήδη ανοίξει ο επαγγελματικός ορίζοντας για τις γυναίκες, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν κοινωνικά αντερείσματα που σε αξιοσημείωτο βαθμό προσανατολίζουν ή προσδιορίζουν την ποιότητα και τις κατευθύνσεις της έμφυλης εκπαίδευσης και παιδείας (βλ. πιν. 7, 8, 9).
Μετά τη μεταπολίτευση και την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, λόγοι πολιτικοί, κοινωνικοί, οικονομικοί, ψυχολογικοί και άλλοι (Χαραλαμπάκης, 3) επέβαλαν αλλαγές εκσυγχρονιστικές για το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Με τη μεταρρύθμιση του 1976 (Ν. 309) η υποχρεωτική φοίτηση επεκτάθηκε έως το 15ο έτος και δυο χρόνια αργότερα τα σχολεία λειτούργησαν ως μεικτά. Ωστόσο, το Ράλλειο Γυμνάσιο / Λύκειο παραμένει ένα αμιγώς σχολείο θηλέων, το μοναδικό κρατικό σχολείο της μορφής αυτής στην Ελλάδα. Η σταδιακή μείωση του αριθμού των μαθητριών τις τελευταίες δεκαετίες είναι συνάρτηση όχι μόνο δημογραφικού προβλήματος αλλά κυριότατα του κτηριακού στεγαστικού ζητήματος, καθώς και των περιουσιακών στοιχείων του σχολείου, που εκκρεμούν από την εποχή της συνταγματικής εκτροπής του 1967.
Επί Δημαρχίας Αριστ. Σκυλίτση, μετά από παρέμβαση του Στυλ. Πατακού αντικαταστάθηκαν τα μέλη της έως τότε Σχολικής Επιτροπής επειδή είχαν αρνηθεί να συνεργήσουν στην παράνομη διεκδίκηση του ακινήτου από το δήμο Πειραιά. Τα μέλη της νέας Σχολικής Επιτροπής προσυπέγραψαν τότε με αποτέλεσμα το μεν σχολείο να μεταφερθεί σε προπολεμικό κτήριο της οδού Κολοκοτρώνη που κατά καιρούς είχε λειτουργήσει ως νεκροτομείο και Σταθμός Πρώτων Βοηθειών το δε διδακτήριο να γκρεμισθεί.
Και από την θέση αυτή ευχαριστώ τη συνάδελφο Ζαχαρούλα Νικόλη - Υποδιευθύντρια του Ραλλείου Λυκείου, το Γυμνασιάρχη του Ραλλείου Γυμνασίου Δημήτρη Καλαϊτζίδη, και τον Υποδιευθυντή του ίδιου σχολείου Κωνσταντίνo Ανδρέου για τις πληροφορίες και τα στοιχεία που μου παρέσχον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου