Όλη την προεκλογική περίοδο έκανα υπομονή και δεν υπέκυψα στην πιεστική μου επιθυμία να γράψω την άποψή μου για τους χειρισμούς και την ανεύθυνη στάση που εδώ και καιρό κράτησε ο Φώτης Κουβέλης και για τους ανεπίτρεπτους χειρισμούς του. Τώρα που ολοκληρώθηκε η διαδικασία και τα αποτελέσματα της θέλησης του λαού είναι δεδομένα απελευθερώνομαι και όπως πάντα, χωρίς φόβο αλλά με πάθος, θα διατυπώσω την άποψή μου. Βεβαίως ίσως να υπάρξει μια ένσταση.
« Με ποιο δικαίωμα μιλάς, κύριε, όταν ποτέ δεν υπήρξες μέλος του κόμματος της ΔΗΜΑΡ;»
Ανταπαντώ ότι τα δημόσια πρόσωπα εφόσον έχουν εκτεθεί και διεκδικούν την ψήφο σου πρέπει να είναι προετοιμασμένα να δεχτούν, χωρίς παράπονα κι επιφυλάξεις, την κριτική από τον οποιοδήποτε. Ακόμα τολμώ να πάρω αυτό το δικαίωμα και για τον επιπρόσθετο λόγο ότι, βλέποντας θετικά τη δημιουργία και το πρόγραμμα της ΔΗΜΑΡ, υπήρξα ψηφοφόρος της στις εκλογές του 2012. Το κόμμα αυτό περιελάμβανε άλλωστε στις γραμμές του πληθώρα καλών φίλων με τους οποίους υπήρξα συναγωνιστής σε προηγούμενα χρόνια.
Προσωπικά είδα με θετικό μάτι την ολιγόμηνη συμμετοχή της στη Κυβέρνηση, ως θετική συμβολή, στη κρίσιμη φάση που περνούσε η χώρα. Όμως πολύ νωρίς κατάλαβα ότι ο αρχηγός της ΔΗΜΑΡ ένιωσε από την αρχή άβολα κι ασφυκτικά γι αυτήν την πρωτοβουλία. Αντί να παίξει τίμια το παιχνίδι της συνεργασίας έκανε άμυνα, μιλούσε για αόριστα ισοδύναμα μέτρα ή άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε. Ποτέ δεν την πίστεψε πραγματικά. Μέσα σ’ ένα κλίμα φωνασκούντων και ανθρώπων που επεδίωκαν ασυνείδητα ή και ενσυνείδητα την ολική καταστροφή, φάνηκε ότι η συμμετοχή στην κυβέρνηση δεν ήταν πραγματική γραμμή, αλλά ένας συγκυριακός τακτικισμός. Με την πρώτη ευκαιρία «δραπέτευσε» από μια πολιτική που δεν πίστεψε ποτέ πραγματικά σε αντίθεση με τις απόψεις μιας σοβαρής και ικανής ομάδας από το στελεχικό απαράτ του κόμματος της ΔΗΜΑΡ. που την πίστευαν και την υπεράσπιζαν πραγματικά
Η διάσπαση του Συνασπισμού και η δημιουργία της ΔΗΜΑΡ έδωσε την ελπίδα ότι ένα κομμάτι της Αριστεράς στην Ελλάδα θα πάψει επιτέλους ν’ αντιστέκεται και να λέει ΟΧΙ στο ο,τιδήποτε. Θα αρχίσει να δρα θετικά προσκομίζοντας μεταρρυθμιστικές προτάσεις, ιδιαίτερα σε μια φάση που η χώρα έδινε τη μάχη για να επιβιώσει, κόντρα στην ευκολία της άρνησης και μη συμπαρατασσόμενη με ότι αντιδραστικό μπήκε στο νέο κοινοβούλιο του 2012. Σύντομα διαψεύστηκα. Ακόμα χειρότερα άρχισε μια βαθμιαία αλλαγή θέσεων και φρασεολογίας τέτοια ώστε ο τρίτος παρατηρητής να αναρωτηθεί γιατί έγινε τελικώς η διάσπαση του Συνασπισμού.
Κορωνίδα των ευθυνών είναι η θέση του για την εκλογή προέδρου της δημοκρατίας. Ενθυμούμαι δεκάδες προηγούμενες δηλώσεις του Φώτη ότι αυτή η Βουλή μπορεί και πρέπει να εκλέξει πρόεδρο. Το ξέχασε στην πορεία. Όπως και μια σειρά άλλων θέσεων. Την κύρια κρυάδα την ένιωσα μετά τα αποτελέσματα της Ευρωβουλής. Παρά την απώλεια του 80% της κομματικής δύναμης, σαφές δείγμα της διαφωνίας των ψηφοφόρων της ΔΗΜΑΡ με τους χειρισμούς του, στοιχειώδης υποχρέωσή του ήταν να υποβάλλει την αμετάκλητη παραίτησή του από την αρχηγία και την παραμέριση του σε ρόλο βετεράνου.
Προς γενική έκπληξη και με προσωπικό πείσμα έμεινε ακλόνητος στη θέση του. Η αποχώρηση αρκετών από τα στελέχη του δεν τον ταρακούνησαν καθόλου Γαντζωμένος στην αρχηγία άρχισε ν’ αναζητά άλλες λύσεις. Δε γνωρίζω τι συζητήσεις και τι υποσχέσεις πήρε από τους παλαιούς συντρόφους του, που τελικώς κιόλας δεν ευοδώθηκαν. Εκείνο που γνωρίζω είναι ότι εγκλώβισε τους εναπομείναντες βουλευτές του σε μια αδιέξοδη στάση και έτσι -κυρίως αυτός- οδήγησε τη χώρα σε μια περιπέτεια με άδηλη εξέλιξη σε μια κρίσιμη φάση που «φάνηκε» να υπερνικείται η ύφεση και για πρώτη φορά να ανοίγει η προοπτική μιας αναπτυξιακής πορείας.
Αυτό δεν είναι πολιτικό λάθος. Είναι εγκληματική πράξη!!! Το λιγότερο που του απομένει πια είναι η οριστική αποχώρησή του από την πολιτική σκηνή. Τραυμάτισε σοβαρά ένα ιδεολογικό ρεύμα που πίσω του είχε μια πλούσια κληρονομιά αγώνων, νέων ιδεών και θετικών προτάσεων και κλόνισε ισχυρά την εμπιστοσύνη του εκλογικού σώματος στη δύναμη και την πιστότητα των ιδεών της ανανεωτικής Αριστεράς. Ας ελπίσουμε ότι στο μέλλον αυτός ο τραυματισμός θα ιαθεί χωρίς μόνιμα σημάδια.
« Με ποιο δικαίωμα μιλάς, κύριε, όταν ποτέ δεν υπήρξες μέλος του κόμματος της ΔΗΜΑΡ;»
Ανταπαντώ ότι τα δημόσια πρόσωπα εφόσον έχουν εκτεθεί και διεκδικούν την ψήφο σου πρέπει να είναι προετοιμασμένα να δεχτούν, χωρίς παράπονα κι επιφυλάξεις, την κριτική από τον οποιοδήποτε. Ακόμα τολμώ να πάρω αυτό το δικαίωμα και για τον επιπρόσθετο λόγο ότι, βλέποντας θετικά τη δημιουργία και το πρόγραμμα της ΔΗΜΑΡ, υπήρξα ψηφοφόρος της στις εκλογές του 2012. Το κόμμα αυτό περιελάμβανε άλλωστε στις γραμμές του πληθώρα καλών φίλων με τους οποίους υπήρξα συναγωνιστής σε προηγούμενα χρόνια.
Προσωπικά είδα με θετικό μάτι την ολιγόμηνη συμμετοχή της στη Κυβέρνηση, ως θετική συμβολή, στη κρίσιμη φάση που περνούσε η χώρα. Όμως πολύ νωρίς κατάλαβα ότι ο αρχηγός της ΔΗΜΑΡ ένιωσε από την αρχή άβολα κι ασφυκτικά γι αυτήν την πρωτοβουλία. Αντί να παίξει τίμια το παιχνίδι της συνεργασίας έκανε άμυνα, μιλούσε για αόριστα ισοδύναμα μέτρα ή άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε. Ποτέ δεν την πίστεψε πραγματικά. Μέσα σ’ ένα κλίμα φωνασκούντων και ανθρώπων που επεδίωκαν ασυνείδητα ή και ενσυνείδητα την ολική καταστροφή, φάνηκε ότι η συμμετοχή στην κυβέρνηση δεν ήταν πραγματική γραμμή, αλλά ένας συγκυριακός τακτικισμός. Με την πρώτη ευκαιρία «δραπέτευσε» από μια πολιτική που δεν πίστεψε ποτέ πραγματικά σε αντίθεση με τις απόψεις μιας σοβαρής και ικανής ομάδας από το στελεχικό απαράτ του κόμματος της ΔΗΜΑΡ. που την πίστευαν και την υπεράσπιζαν πραγματικά
Η διάσπαση του Συνασπισμού και η δημιουργία της ΔΗΜΑΡ έδωσε την ελπίδα ότι ένα κομμάτι της Αριστεράς στην Ελλάδα θα πάψει επιτέλους ν’ αντιστέκεται και να λέει ΟΧΙ στο ο,τιδήποτε. Θα αρχίσει να δρα θετικά προσκομίζοντας μεταρρυθμιστικές προτάσεις, ιδιαίτερα σε μια φάση που η χώρα έδινε τη μάχη για να επιβιώσει, κόντρα στην ευκολία της άρνησης και μη συμπαρατασσόμενη με ότι αντιδραστικό μπήκε στο νέο κοινοβούλιο του 2012. Σύντομα διαψεύστηκα. Ακόμα χειρότερα άρχισε μια βαθμιαία αλλαγή θέσεων και φρασεολογίας τέτοια ώστε ο τρίτος παρατηρητής να αναρωτηθεί γιατί έγινε τελικώς η διάσπαση του Συνασπισμού.
Κορωνίδα των ευθυνών είναι η θέση του για την εκλογή προέδρου της δημοκρατίας. Ενθυμούμαι δεκάδες προηγούμενες δηλώσεις του Φώτη ότι αυτή η Βουλή μπορεί και πρέπει να εκλέξει πρόεδρο. Το ξέχασε στην πορεία. Όπως και μια σειρά άλλων θέσεων. Την κύρια κρυάδα την ένιωσα μετά τα αποτελέσματα της Ευρωβουλής. Παρά την απώλεια του 80% της κομματικής δύναμης, σαφές δείγμα της διαφωνίας των ψηφοφόρων της ΔΗΜΑΡ με τους χειρισμούς του, στοιχειώδης υποχρέωσή του ήταν να υποβάλλει την αμετάκλητη παραίτησή του από την αρχηγία και την παραμέριση του σε ρόλο βετεράνου.
Προς γενική έκπληξη και με προσωπικό πείσμα έμεινε ακλόνητος στη θέση του. Η αποχώρηση αρκετών από τα στελέχη του δεν τον ταρακούνησαν καθόλου Γαντζωμένος στην αρχηγία άρχισε ν’ αναζητά άλλες λύσεις. Δε γνωρίζω τι συζητήσεις και τι υποσχέσεις πήρε από τους παλαιούς συντρόφους του, που τελικώς κιόλας δεν ευοδώθηκαν. Εκείνο που γνωρίζω είναι ότι εγκλώβισε τους εναπομείναντες βουλευτές του σε μια αδιέξοδη στάση και έτσι -κυρίως αυτός- οδήγησε τη χώρα σε μια περιπέτεια με άδηλη εξέλιξη σε μια κρίσιμη φάση που «φάνηκε» να υπερνικείται η ύφεση και για πρώτη φορά να ανοίγει η προοπτική μιας αναπτυξιακής πορείας.
Αυτό δεν είναι πολιτικό λάθος. Είναι εγκληματική πράξη!!! Το λιγότερο που του απομένει πια είναι η οριστική αποχώρησή του από την πολιτική σκηνή. Τραυμάτισε σοβαρά ένα ιδεολογικό ρεύμα που πίσω του είχε μια πλούσια κληρονομιά αγώνων, νέων ιδεών και θετικών προτάσεων και κλόνισε ισχυρά την εμπιστοσύνη του εκλογικού σώματος στη δύναμη και την πιστότητα των ιδεών της ανανεωτικής Αριστεράς. Ας ελπίσουμε ότι στο μέλλον αυτός ο τραυματισμός θα ιαθεί χωρίς μόνιμα σημάδια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου