Πέταξε στην ήρεμη θάλασσα
το άσπρο γιασεμί
κι’ αυτό σήκωσε κύματα
που πνίξανε το απέναντι τοπίο
Έσκυψε πάνω της κι’ είδε...
ένα πρόσωπο σπασμένο
κι’ ένα χαμόγελο μισό…
Όλα με αποδιώχνουν, είπε ριγώντας.
Έτσι αφέθηκε στο τράβηγμά της
ώσπου τον σκέπασε
Στις ύστατες στιγμές
-αντίδραση στον πανικό;-
τόλμησε το πέρασμα
στις αψηλάφητες μνήμες
Αλλοίμονο! Ήταν αργά…
Η αρμύρα βιαστική πλημμύρισε
όλες τις παρόδους
Ένα τυμπανιαίο πτώμα
σέρνεται στην ακτή…
Από τη συλλογή «Τα ποιήματα τη χρονιά του εγκλεισμού» 1973
το άσπρο γιασεμί
κι’ αυτό σήκωσε κύματα
που πνίξανε το απέναντι τοπίο
Έσκυψε πάνω της κι’ είδε...
ένα πρόσωπο σπασμένο
κι’ ένα χαμόγελο μισό…
Όλα με αποδιώχνουν, είπε ριγώντας.
Έτσι αφέθηκε στο τράβηγμά της
ώσπου τον σκέπασε
Στις ύστατες στιγμές
-αντίδραση στον πανικό;-
τόλμησε το πέρασμα
στις αψηλάφητες μνήμες
Αλλοίμονο! Ήταν αργά…
Η αρμύρα βιαστική πλημμύρισε
όλες τις παρόδους
Ένα τυμπανιαίο πτώμα
σέρνεται στην ακτή…
Από τη συλλογή «Τα ποιήματα τη χρονιά του εγκλεισμού» 1973
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου