Ιωάννης Συκουτρής.
Γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1901. Τα οικονομικά μέσα της οικογένειάς του ήταν περιορισμένα, αλλά οι εξαιρετικές σχολικές επιδόσεις του τού εξασφάλισαν την οικονομική υποστήριξη της Αρχιεπισκοπής Σμύρνης ώστε να κατορθώσει να ολοκληρώσει τη φοίτησή του στο σχολείο. Οι φιλολογικές του επιδόσεις, αλλά και η ικανότητα χειρισμού της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, φάνηκαν από πολύ νωρίς, ήδη από τα κείμενα που έγραφε σε σχολικό περιοδικό.
Το 1918 αποφοίτησε από την Ευαγγελική Σχολή και διορίστηκε δάσκαλος στο χωριό Γκιαούρκιοϊ της Μαγνησίας. Το 1919 γράφτηκε αναδρομικά ως δευτεροετής στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από την οποία αποφοίτησε το 1922. Τα έξοδα για τις σπουδές του τα κάλυπτε από την εργασία του ως βοηθός στο Σπουδαστήριο της Φιλοσοφικής Σχολής και με τα έσοδα από τις υποτροφίες του Σεβαστοπούλειου Διαγωνισμού, στον οποίο συμμετείχε δύο φορές.
Τα επόμενα δύο χρόνια μετά την αποφοίτησή του εργάστηκε ως καθηγητής στο Παγκύπριο Ιεροδιδασκαλείο της Λάρνακας και παράλληλα ασχολήθηκε με τη μελέτη ποικίλων εκφάνσεων του κυπριακού πολιτισμού και προσπάθησε να οργανώσει την πνευματική και επιστημονική ζωή του τόπου ιδρύοντας συλλόγους και εκδίδοντας το περιοδικό «Κυπριακά Χρονικά». Το 1924 επέστρεψε στην Αθήνα και το 1925 αναγορεύτηκε διδάκτωρ και αναχώρησε για σπουδές Κλασικής Φιλολογίας στη Γερμανία, όπου παρέμεινε μέχρι το 1929.
Σπούδασε στα Πανεπιστήμια του Βερολίνου και της Λειψίας κοντά σε μεγάλους φιλολόγους, όπως οι U. von Wilamowitz και W. Jaeger. Εκείνα τα χρόνια ήταν τα πιο παραγωγικά σε φιλολογικές μελέτες, τις οποίες δημοσίευε σε πολλά φιλολογικά περιοδικά. Η διδακτορική διατριβή του είχε θέμα τον Επιτάφιο του Δημοσθένη για τους πεσόντες Αθηναίους οπλίτες της Χαιρώνειας, ο οποίος θεωρούνταν νόθο έργο και ο Συκουτρής απέδειξε ότι ήταν γνήσιος.
Ενδεικτικό της φήμης που απέκτησε είναι το γεγονός ότι ο Wilamowitz τον είχε εντάξει στο φιλολογικό σύλλογο Graeca Wilamowitziana, που αποτελούνταν από φιλολόγους, οι οποίοι στις συναντήσεις τους ερμήνευαν κλασικούς Ελληνες συγγραφείς. Ο Συκουτρής ήταν το μόνο μέλος μη γερμανικής καταγωγής που συμμετείχε στο σύλλογο. Εκτός από τις ποικίλες δημοσιεύσεις σε φιλολογικά περιοδικά, ο Συκουτρής ανέλαβε και την έκδοση των λόγων του Δημοσθένη για τον εκδοτικό οίκο Teubner.
Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα, άρχισε να διδάσκει στο Αρσάκειο και το 1930 εξελέγη υφηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το εναρκτήριο μάθημά του είχε το θέμα «Φιλολογία και ζωή». Παράλληλα με τις παραδόσεις μαθημάτων στο πανεπιστήμιο και τις δημοφιλείς διαλέξεις και τα σεμινάρια σε ποικίλα θέματα, όχι μόνο κλασικής αλλά και νεοελληνικής και σύγχρονης ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, συνέχισε το επιστημονικό του έργο. Ανέλαβε την πρωτοβουλία για την οργάνωση της σειράς Ελληνική Βιβλιοθήκη της Ακαδημίας Αθηνών, η οποία θα περιελάμβανε σχολιασμένες και μεταφρασμένες εκδόσεις κειμένων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Το 1934 εξέδωσε τον πρώτο τόμο της σειράς, το Συμπόσιο του Πλάτωνα, και άρχισε να προετοιμάζει την έκδοση της Ποιητικής του Αριστοτέλη (η οποία εκδόθηκε το 1937, μετά τον θάνατό του). Το 1933 τού προτάθηκε η έδρα της Κλασικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου της Πράγας, αλλά δεν αποδέχτηκε τη θέση.
Το 1936 υπέβαλε υποψηφιότητα για την έδρα καθηγητή της Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή. Από εκείνη τη χρονιά, και με αφορμή το κεφάλαιο της εισαγωγής του Συμποσίου που αναφερόταν στις γενετήσιες σχέσεις στην αρχαία Ελλάδα και ειδικότερα στην παιδεραστία, άρχισε να δέχεται πολλές επιθέσεις από ακαδημαϊκούς και εξωακαδημαϊκούς κύκλους, αρχικά από την εφημερίδα «Επιστημονική Ηχώ» και στη συνέχεια από διάφορους συλλόγους και από την Ιερά Σύνοδο. Για το ίδιο θέμα κατατέθηκαν εναντίον του δύο μηνύσεις.
Ο Ιωάννης Συκουτρής αυτοκτόνησε στις 21 Σεπτεμβρίου του 1937.
Ο Συκουτρής δημοσίευσε πλήθος μελετών για ποικίλα θέματα. Εκτός από τις μελέτες και εκδόσεις κλασικής φιλολογίας ασχολήθηκε ιδιαίτερα με θέματα βυζαντινής φιλολογίας. Το διδακτορικό που ολοκλήρωσε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών είχε θέμα βυζαντινής φιλολογίας (Μιχαήλ Ψελλού, Βίος και Πολιτεία του οσίου Αυξεντίου κατά πρώτον εκδιδόμενος) και μία από τις σημαντικότερες μελέτες του ήταν η ανακοίνωσή του για τα προβλήματα της βυζαντινής επιστολογραφίας.
Ασχολήθηκε ιδιαίτερα και με θέματα λογοτεχνίας (όπως τα άρθρα του «Γραμματολογία» και «Κριτική», που συνέταξε για τη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια) και ειδικότερα νεοελληνικής φιλολογίας, στην οποία η συμβολή του ήταν πολύ σημαντική τόσο με μελέτες, όπως η ερμηνεία του «Δωδεκάλογου του Γύφτου» του Κωστή Παλαμά ή το άρθρο για τις κριτικές εκδόσεις νεοελληνικών κειμένων, όσο και με θεωρητικά κείμενα για την αναγκαιότητα της διδασκαλίας της νεοελληνικής λογοτεχνίας, την οποία θεωρούσε απαραίτητη για την κατανόηση της κλασικής γραμματείας. Είχε μάλιστα προτείνει το 1932 την ίδρυση αυτόνομης έδρας Νεοελληνικής Φιλολογίας,η οποία έως τότε ήταν ενιαία με την έδρα Μεσαιωνικής Φιλολογίας.
Τα πιο σημαντικά έργα του:
**«Κυπριακά Χρονικά», 1924. Περιοδικό.
* Φιλολογία και ζωή, 1931. Εναρκτήρια ομιλία emoticon smile Philologie et vie, Budapest 1938).
**Υπόμνημα προς την Φιλοσοφικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου Αθηνών: (αντί χειρογράφου), 13 Δεκεμβρίου 1933.
* Μτφρ. Δημοσθένους Λόγοι. Μετάφραση στα γερμανικά.
* Πλάτωνος, Συμπόσιον, κείμενον, μετάφρασις και ερμηνεία υπό Ι. Συκουτρή, Ακαδημία Αθηνών, Ελληνική Βιβλιοθήκη, Αθήναι 1934.
**Αριστοτέλους, Περί Ποιητικής. Μετάφρασις υπό Σίμου Μενάρδου. Εισαγωγή, κείμενον και ερμηνεία υπό Ι. Συκουτρή. Ακαδημία Αθηνών, Ελληνική Βιβλιοθήκη, Αθήναι 1937
Γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1901. Τα οικονομικά μέσα της οικογένειάς του ήταν περιορισμένα, αλλά οι εξαιρετικές σχολικές επιδόσεις του τού εξασφάλισαν την οικονομική υποστήριξη της Αρχιεπισκοπής Σμύρνης ώστε να κατορθώσει να ολοκληρώσει τη φοίτησή του στο σχολείο. Οι φιλολογικές του επιδόσεις, αλλά και η ικανότητα χειρισμού της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, φάνηκαν από πολύ νωρίς, ήδη από τα κείμενα που έγραφε σε σχολικό περιοδικό.
Το 1918 αποφοίτησε από την Ευαγγελική Σχολή και διορίστηκε δάσκαλος στο χωριό Γκιαούρκιοϊ της Μαγνησίας. Το 1919 γράφτηκε αναδρομικά ως δευτεροετής στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από την οποία αποφοίτησε το 1922. Τα έξοδα για τις σπουδές του τα κάλυπτε από την εργασία του ως βοηθός στο Σπουδαστήριο της Φιλοσοφικής Σχολής και με τα έσοδα από τις υποτροφίες του Σεβαστοπούλειου Διαγωνισμού, στον οποίο συμμετείχε δύο φορές.
Τα επόμενα δύο χρόνια μετά την αποφοίτησή του εργάστηκε ως καθηγητής στο Παγκύπριο Ιεροδιδασκαλείο της Λάρνακας και παράλληλα ασχολήθηκε με τη μελέτη ποικίλων εκφάνσεων του κυπριακού πολιτισμού και προσπάθησε να οργανώσει την πνευματική και επιστημονική ζωή του τόπου ιδρύοντας συλλόγους και εκδίδοντας το περιοδικό «Κυπριακά Χρονικά». Το 1924 επέστρεψε στην Αθήνα και το 1925 αναγορεύτηκε διδάκτωρ και αναχώρησε για σπουδές Κλασικής Φιλολογίας στη Γερμανία, όπου παρέμεινε μέχρι το 1929.
Σπούδασε στα Πανεπιστήμια του Βερολίνου και της Λειψίας κοντά σε μεγάλους φιλολόγους, όπως οι U. von Wilamowitz και W. Jaeger. Εκείνα τα χρόνια ήταν τα πιο παραγωγικά σε φιλολογικές μελέτες, τις οποίες δημοσίευε σε πολλά φιλολογικά περιοδικά. Η διδακτορική διατριβή του είχε θέμα τον Επιτάφιο του Δημοσθένη για τους πεσόντες Αθηναίους οπλίτες της Χαιρώνειας, ο οποίος θεωρούνταν νόθο έργο και ο Συκουτρής απέδειξε ότι ήταν γνήσιος.
Ενδεικτικό της φήμης που απέκτησε είναι το γεγονός ότι ο Wilamowitz τον είχε εντάξει στο φιλολογικό σύλλογο Graeca Wilamowitziana, που αποτελούνταν από φιλολόγους, οι οποίοι στις συναντήσεις τους ερμήνευαν κλασικούς Ελληνες συγγραφείς. Ο Συκουτρής ήταν το μόνο μέλος μη γερμανικής καταγωγής που συμμετείχε στο σύλλογο. Εκτός από τις ποικίλες δημοσιεύσεις σε φιλολογικά περιοδικά, ο Συκουτρής ανέλαβε και την έκδοση των λόγων του Δημοσθένη για τον εκδοτικό οίκο Teubner.
Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα, άρχισε να διδάσκει στο Αρσάκειο και το 1930 εξελέγη υφηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το εναρκτήριο μάθημά του είχε το θέμα «Φιλολογία και ζωή». Παράλληλα με τις παραδόσεις μαθημάτων στο πανεπιστήμιο και τις δημοφιλείς διαλέξεις και τα σεμινάρια σε ποικίλα θέματα, όχι μόνο κλασικής αλλά και νεοελληνικής και σύγχρονης ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, συνέχισε το επιστημονικό του έργο. Ανέλαβε την πρωτοβουλία για την οργάνωση της σειράς Ελληνική Βιβλιοθήκη της Ακαδημίας Αθηνών, η οποία θα περιελάμβανε σχολιασμένες και μεταφρασμένες εκδόσεις κειμένων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Το 1934 εξέδωσε τον πρώτο τόμο της σειράς, το Συμπόσιο του Πλάτωνα, και άρχισε να προετοιμάζει την έκδοση της Ποιητικής του Αριστοτέλη (η οποία εκδόθηκε το 1937, μετά τον θάνατό του). Το 1933 τού προτάθηκε η έδρα της Κλασικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου της Πράγας, αλλά δεν αποδέχτηκε τη θέση.
Το 1936 υπέβαλε υποψηφιότητα για την έδρα καθηγητή της Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή. Από εκείνη τη χρονιά, και με αφορμή το κεφάλαιο της εισαγωγής του Συμποσίου που αναφερόταν στις γενετήσιες σχέσεις στην αρχαία Ελλάδα και ειδικότερα στην παιδεραστία, άρχισε να δέχεται πολλές επιθέσεις από ακαδημαϊκούς και εξωακαδημαϊκούς κύκλους, αρχικά από την εφημερίδα «Επιστημονική Ηχώ» και στη συνέχεια από διάφορους συλλόγους και από την Ιερά Σύνοδο. Για το ίδιο θέμα κατατέθηκαν εναντίον του δύο μηνύσεις.
Ο Ιωάννης Συκουτρής αυτοκτόνησε στις 21 Σεπτεμβρίου του 1937.
Ο Συκουτρής δημοσίευσε πλήθος μελετών για ποικίλα θέματα. Εκτός από τις μελέτες και εκδόσεις κλασικής φιλολογίας ασχολήθηκε ιδιαίτερα με θέματα βυζαντινής φιλολογίας. Το διδακτορικό που ολοκλήρωσε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών είχε θέμα βυζαντινής φιλολογίας (Μιχαήλ Ψελλού, Βίος και Πολιτεία του οσίου Αυξεντίου κατά πρώτον εκδιδόμενος) και μία από τις σημαντικότερες μελέτες του ήταν η ανακοίνωσή του για τα προβλήματα της βυζαντινής επιστολογραφίας.
Ασχολήθηκε ιδιαίτερα και με θέματα λογοτεχνίας (όπως τα άρθρα του «Γραμματολογία» και «Κριτική», που συνέταξε για τη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια) και ειδικότερα νεοελληνικής φιλολογίας, στην οποία η συμβολή του ήταν πολύ σημαντική τόσο με μελέτες, όπως η ερμηνεία του «Δωδεκάλογου του Γύφτου» του Κωστή Παλαμά ή το άρθρο για τις κριτικές εκδόσεις νεοελληνικών κειμένων, όσο και με θεωρητικά κείμενα για την αναγκαιότητα της διδασκαλίας της νεοελληνικής λογοτεχνίας, την οποία θεωρούσε απαραίτητη για την κατανόηση της κλασικής γραμματείας. Είχε μάλιστα προτείνει το 1932 την ίδρυση αυτόνομης έδρας Νεοελληνικής Φιλολογίας,η οποία έως τότε ήταν ενιαία με την έδρα Μεσαιωνικής Φιλολογίας.
Τα πιο σημαντικά έργα του:
**«Κυπριακά Χρονικά», 1924. Περιοδικό.
* Φιλολογία και ζωή, 1931. Εναρκτήρια ομιλία emoticon smile Philologie et vie, Budapest 1938).
**Υπόμνημα προς την Φιλοσοφικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου Αθηνών: (αντί χειρογράφου), 13 Δεκεμβρίου 1933.
* Μτφρ. Δημοσθένους Λόγοι. Μετάφραση στα γερμανικά.
* Πλάτωνος, Συμπόσιον, κείμενον, μετάφρασις και ερμηνεία υπό Ι. Συκουτρή, Ακαδημία Αθηνών, Ελληνική Βιβλιοθήκη, Αθήναι 1934.
**Αριστοτέλους, Περί Ποιητικής. Μετάφρασις υπό Σίμου Μενάρδου. Εισαγωγή, κείμενον και ερμηνεία υπό Ι. Συκουτρή. Ακαδημία Αθηνών, Ελληνική Βιβλιοθήκη, Αθήναι 1937
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου