1. Η παρέα των παιδικών χρόνων(διήγημα σε δυο συνέχειες)
(α) Το ταλέντο, ο Τάκης
Πόσο τον θαύμαζε, πόσο τον ζήλευε; Ίσως και λίγο να τον μισούσε. Μα ο άθλιος, ήταν ανυπόφορος! Μπορούσε να «φύγει» νοερά από δίπλα μας, έτσι ξαφνικά. Να μην ακούει τις ομιλίες, να μην αισθάνεται την παρουσία μας καθόλου και πάλι ξαφνικά να τον! Να «επανέρχεται», λες και συνήλθε από κώμα. Τότε να ζητάει το λόγο σε θέμα που εμείς το είχαμε ήδη εξαντλήσει και είχαμε πάει παρακάτω. Όταν του τον έδιναν, έ δεν θα το πιστέψετε. Τότε άρχιζε να απαγγέλει, σαν τρεχούμενο νεράκι, ένα κείμενο πλήρως δομημένο, με αρχή, μέση και τέλος, με στέρεα επιχειρήματα σαν να ήταν η απόδειξη ενός σύνθετου προβλήματος της γεωμετρίας.
« Πώς το κάνεις αυτό ρε αδελφέ;» τολμάς κάποια στιγμή να τον ρωτήσεις
Με την έκπληξη γραμμένη στο πρόσωπό του για την ερώτηση, που του γίνεται, απαντά λες και λέει την απλούστερη κοινοτυπία.
«Το γράφω, δικέ μου, με τη γραφομηχανή του μυαλού μου κι όταν είμαι έτοιμος, απλώς σας το διαβάζω»
Η απάντηση μπορεί να είναι αποστομωτική, αλλά δεν ικανοποιεί το ερώτημα που σε βασανίζει
«Γιατί μωρέ να μην μπορώ κι εγώ να το κάνω αυτό;»
Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειές μου, το αποτέλεσμα; Τζίφος, μηδέν εις το πηλίκο! Είναι φαίνεται ειδικό δώρο του θεού μόνο σ’ αυτόν. Μια ευτυχισμένη συνύπαρξη αναλυτικής σκέψης, συνθετικής ικανότητας και λίαν αυξημένης μνήμης στον ίδιο άνθρωπο. Δεν εξηγείται αλλιώς.
Κι όμως! Αυτός ο προικισμένος άντρας ήταν εξόφθαλμα ανεπαρκής σε άλλους τομείς της ζωής μας. Ε! Θα ήταν αδικία, βρε αδελφέ, όλα να του είναι δεξιά! Τότε για μένα μια και μόνο διέξοδος θα υπήρχε. Να δώσω ένα σάλτο από τη ψηλή γέφυρα και καλιά μου. Βλέπεις είναι ο κολλητός μου και τον τρώω στη μάπα τις περισσότερες ώρες του εικοσιτετραώρου. Δεν θ’ άντεχα το αίσθημα της μειονεξίας που θα με περιτριγύριζε τότε σαν μια επίμονη πλανεύτρα και κακιά νεράιδα.
Ενδεικτικά και μόνο, αναφέρω τον αισθηματικό τομέα. Εκεί τα κάνει πάντα μαντάρα! Σε μένα οφείλει τη σωτηρία του, αν και δεν το παραδέχεται. Όμως δεν με πειράζει. Είναι φίλος και του το οφείλω.
Πόσο μα πόσο εύκολα πιάνεται κορόιδο ο κύριος! Ερωτεύεται ακαριαία και με τον πιο άγαρμπο τρόπο ζητά την αντίστοιχη ανταπόκριση. Είναι αναπόφευκτο να τρώει χυλόπιτες ή ακόμα και σφαλιάρες. Του το είπα εκατοντάδες φορές
«Αδελφέ δεν γίνονται έτσι απότομα αυτά. Η γυναίκα θέλει υπομονή, χρειάζεται στρατηγική, να κάνεις χειρισμούς. Τη γυναίκα την κερδίσεις σιγά σιγά. Θέλει, δικέ μου, γαλιφιές, θέλει τρυφερότητα, προηγείται η φάση του φλερτ. Εν τέλει θέλει και τα δωράκια της. Δεν είσαι κι ο Μπραντ Πιτ, μανάρι μου, να πέσουν αυτόματα στην αγκαλιά σου; Σχεδόν ποντικομούρης είσαι και τα ταλέντα που έχεις, ναι έχεις, το ξέρω, δεν φαίνονται με την πρώτη. Ή ακόμα και να τα γνωρίζουν, ίσως να μην τις ενδιαφέρουν. Είναι παράξενη ράτσα οι γυναίκες, Τάκη. Πότε θα το μάθεις;»
Αντιθέτως αν καμιά υστερόβουλη και καπάτσα καταλάβαινε εγκαίρως με τι κορόιδο έχει να κάνει του αποσπούσε με άνεση και σε χρόνο μηδέν ό,τι είχε και δεν είχε. Μόνο η δική μου και πάλι, παρέμβαση τον έσωσε πολλές φορές στο παρελθόν από ηχηρά κάζα.
Τελικά η φύση δεν είναι τόσο άδικη να τα δώσει όλα σ‘ έναν και μόνον έναν. Έχει τη σοφία να κρατά κάποιες ισορροπίες. Όχι να ισομοιράζει, αλλά να μην υπάρχουν κι ανισότητες σε βαθμό σκανδάλου. Αυτό και μόνο με καθησυχάζει και δεν οδηγήθηκα τελικά σε ακραίες λύσεις. Γεννηθήκαμε σε διπλανά σπίτια, ζήσαμε στενά μαζί και τον θεωρώ και λίγο αδελφό μου.
(β) Ο γκομενιάρης Μπάμπης
Το είχε από μικρός το χούι. Το μυαλό του ήταν πάντα προσανατολισμένο στις γκόμενες. Σ’ αυτές που δοκίμασε και σ’ όλες τις υπόλοιπες που φιλοδοξούσε να δοκιμάσει. Το θέμα είχε την αποκλειστικότητα στην σκέψη του. Δεν ορρωδούσε μπροστά σε καμιά κοινωνική συμβατικότητα, ούτε τον φρέναραν ηθικής φύσεως διλήμματα. Χτύπαγε στόχους χωρίς αποκλεισμούς, χωρίς αναστολές, εκλεκτικότητα ή κάποιου είδους φόβους.
Να σας πω το παράξενο; Είχε τόσες και τέτοιες επιτυχίες που δεν μπορούσαν να εξηγηθούν μόνο με τα αντικειμενικά του προσόντα. Δηλαδή το επίπεδο ομορφιάς, μόρφωσης, οικονομικής επιφάνειας κι ό,τι άλλο βάζει ο νους σας. Η μόνη εξήγηση που μπορεί να δώσει κάποιος είναι ότι οι γυναίκες είναι ευεπίφορες σε περιπέτειες και οι άνδρες, συνήθως φοβισμένοι και διστακτικοί στο ενδεχόμενο της απόρριψης, δεν τολμούν να πάρουν τη στοιχειώδη πρωτοβουλία και να εκμεταλλευθούν την αστείρευτη αυτή πηγή. Αυτός όχι! Ατρόμητος καβαλάρης εφορμούσε προς τα πρόσω κι είχε εισπράξει πολλάκις το «κέρδος των κόπων» του.
Πρέπει να ειπωθεί και το άλλο. Δίπλα στην αλυσίδα των επιτυχιών, δίπλα στη συλλογή των καταφατικών απαντήσεων υπάρχει μια αντίστοιχη αλυσίδα από καζούρες, με εξευτελισμούς και κακά ξεμπερδέματα. Δεν τον συγκρατούσαν φιλίες, συγγενικές σχέσεις, ηλικίες και ομορφιά ή ασχήμια Το ρητό που είχε ως προμετωπίδα του ήταν: «ο καλός ο μύλος όλα τα αλέθει». Σε ένα ακόμα πρέπει να τον παραδεχτώ. Αφομοιούσε τις αποτυχίες του σε μηδενικό χρόνο, λες και διέθετε το μυστικό της επιλεκτικής λήθης. Τόσο μα τόσο άνετα τα πέταγε στα σκουπίδια, ενώ αντίθετα συνέχιζε αδιακόπως να επαίρεται για τις επιτυχίες του που δεν «ξεχνούσε» ποτέ.
(γ) Ο αόρατος Αγάθωνας
Μπορεί να περνούσε δίπλα σου και να μην τον έπαιρνες είδηση. Να ανταλλάσσατε λόγια κι έπειτα να μην θυμάσαι τι σου είπε και ποια είναι τα χαρακτηριστικά του. Αδιάφορος πάντα και αθόρυβος. Καθ’ υπερβολή θα έλεγα, αδιαφανής. Μικρός το δέμας, χωρίς ιδιαίτερα στοιχεία που ενδεχομένως θα τραβούσαν την προσοχή τρίτου. Ίσια μαλλιά, αραιά πλέον, χτενισμένα προς τα δεξιά με μια τεθλασμένη σχεδόν χωρίστρα στο αριστερό ημισφαίριο του κεφαλιού του. Ρούχα πολυφορεμένα σε ουδέτερα χωμάτινα χρώματα και μια μονόχρωμη γραβάτα, που δεν πρόσθετε κάτι. Απλώς έδινε την εντύπωση ότι του σφίγγει το λαιμό λες κι αποπειράται να τον πνίξει.
Εργαζόταν κάτω από τον ίδιο και μόνο εργοδότη, από την έναρξη της εργασιακής του ζωής. Χωμένος σ’ ένα εσωτερικό γραφείο της επιχείρησης κρατούσε τα βιβλία της και έχοντας την πλήρη εμπιστοσύνη του αφεντικού του, είχε την εξουσιοδότηση αυτός να κάνει τις αναλήψεις των απαραίτητων ποσών από τις τράπεζες για την πληρωμή όλων των εργαζομένων. Επιτελούσε αυτό το καθήκον με ιερή προσήλωση, έχοντας ως οδηγό τις αρχές της καθαρότητας και της διαφάνειας. Κάτι που πρέπει να διακρίνει έναν τίμιο άνθρωπο. Κι αυτό έκανε. Ποτέ μα ποτέ δεν διανοήθηκε να υπεξαιρέσει, έστω κι ένα παρά, από χρήματα που δεν του ανήκαν. Το αφεντικό τον είχε νωρίς ψυχολογήσει σωστά και τον εμπιστευόταν πλήρως. Η εμπιστοσύνη δε αυτή δεν λεκιάστηκε ποτέ.
Το μόνο έσοδό ήταν ο τακτικός μισθός από τη δουλειά του. Με την περιορισμένη, για να μην πω ασκητική, ζωή του τα λεφτά του έφταναν και του περίσσευαν. Με το καιρό είχε συγκεντρώσει ένα ποσό και συνεπικουρούμενος από ένα δάνειο της τράπεζας, που η εταιρία του συνεργαζόταν, είχε αγοράσει σε μια πολυκατοικία ένα δυαράκι. Το είχε επιπλώσει με τα βασικά απαιτούμενα χρειώδη ενός νοικοκυριού και απαραίτητα με μια τηλεόραση. Ήταν η μοναδική ευκαιρία που έδινε στον εαυτό του για «διασκέδαση», μαζί με μερικούς ολιγόχρονους περιπάτους στο διπλανό πάρκο. Δεν του κακοφαινόταν. Αυτός ήταν ο κόσμος του. Ο ίδιος είχε κάνει τις επιλογές του, έλεγε από μέσα του, κάτι που δεν ήταν πλήρως αληθές. Αυτό που εσύ ονομάζεις επιλογή σου είναι τις περισσότερες φορές καταναγκαστική επιβολή των εξωτερικών συνθηκών κι επιδράσεων.
Μέχρι τώρα δεν του είχε δοθεί η ευκαιρία μιας σχέσης με το γυναικείο φύλο. Δεν είχε κανένα από τα εξωτερικά χαρακτηριστικά, που γίνονται δέλεαρ στις γυναίκες, ούτε διέθετε προτερήματα άλλου είδους, που προσελκύουν τις αχόρταγες. Χρήματα ή εξουσία. Μόνος κι αυτάρκης; Σχεδόν, αφού και οι γενετήσιες ορμές ήταν κι αυτές περιορισμένες. Είχε αλλάξει περιβάλλον, όταν αγόρασε το διαμέρισμα κι έκοψε με μαχαίρι τις, περιορισμένες έτσι κι αλλιώς, παιδικές του γνωριμίες.
Τον είδα όλως τυχαία ένα απόγευμα, όταν βρεθήκαμε φάτσα-φάτσα σ’ ένα κεντρικό σούπερ μάρκετ. Έχω την εντύπωση ότι δεν ενθουσιάστηκε, αλλά και δεν και μπορούσε και να με αγνοήσει παντελώς. Στα παιδικά μας χρόνια ήμασταν γειτονόπουλα. Με το ζόρι μου έδωσε το τηλέφωνο στη δουλειά του. Το προσωπικό του αρνήθηκε με την ψεύτική- κατ’ εμέ- δικαιολογία ότι δεν διαθέτει ο ίδιος. Πώς την βγάζει, με τι ασχολείται; Ποιες είναι οι παρέες του; Δεν μπόρεσα να μάθω τίποτα γιατί πεισματικά αρνήθηκε να μου δώσει, έστω και ολίγα ψίχουλα από τέτοιες πληροφορίες
(α) Το ταλέντο, ο Τάκης
Πόσο τον θαύμαζε, πόσο τον ζήλευε; Ίσως και λίγο να τον μισούσε. Μα ο άθλιος, ήταν ανυπόφορος! Μπορούσε να «φύγει» νοερά από δίπλα μας, έτσι ξαφνικά. Να μην ακούει τις ομιλίες, να μην αισθάνεται την παρουσία μας καθόλου και πάλι ξαφνικά να τον! Να «επανέρχεται», λες και συνήλθε από κώμα. Τότε να ζητάει το λόγο σε θέμα που εμείς το είχαμε ήδη εξαντλήσει και είχαμε πάει παρακάτω. Όταν του τον έδιναν, έ δεν θα το πιστέψετε. Τότε άρχιζε να απαγγέλει, σαν τρεχούμενο νεράκι, ένα κείμενο πλήρως δομημένο, με αρχή, μέση και τέλος, με στέρεα επιχειρήματα σαν να ήταν η απόδειξη ενός σύνθετου προβλήματος της γεωμετρίας.
« Πώς το κάνεις αυτό ρε αδελφέ;» τολμάς κάποια στιγμή να τον ρωτήσεις
Με την έκπληξη γραμμένη στο πρόσωπό του για την ερώτηση, που του γίνεται, απαντά λες και λέει την απλούστερη κοινοτυπία.
«Το γράφω, δικέ μου, με τη γραφομηχανή του μυαλού μου κι όταν είμαι έτοιμος, απλώς σας το διαβάζω»
Η απάντηση μπορεί να είναι αποστομωτική, αλλά δεν ικανοποιεί το ερώτημα που σε βασανίζει
«Γιατί μωρέ να μην μπορώ κι εγώ να το κάνω αυτό;»
Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειές μου, το αποτέλεσμα; Τζίφος, μηδέν εις το πηλίκο! Είναι φαίνεται ειδικό δώρο του θεού μόνο σ’ αυτόν. Μια ευτυχισμένη συνύπαρξη αναλυτικής σκέψης, συνθετικής ικανότητας και λίαν αυξημένης μνήμης στον ίδιο άνθρωπο. Δεν εξηγείται αλλιώς.
Κι όμως! Αυτός ο προικισμένος άντρας ήταν εξόφθαλμα ανεπαρκής σε άλλους τομείς της ζωής μας. Ε! Θα ήταν αδικία, βρε αδελφέ, όλα να του είναι δεξιά! Τότε για μένα μια και μόνο διέξοδος θα υπήρχε. Να δώσω ένα σάλτο από τη ψηλή γέφυρα και καλιά μου. Βλέπεις είναι ο κολλητός μου και τον τρώω στη μάπα τις περισσότερες ώρες του εικοσιτετραώρου. Δεν θ’ άντεχα το αίσθημα της μειονεξίας που θα με περιτριγύριζε τότε σαν μια επίμονη πλανεύτρα και κακιά νεράιδα.
Ενδεικτικά και μόνο, αναφέρω τον αισθηματικό τομέα. Εκεί τα κάνει πάντα μαντάρα! Σε μένα οφείλει τη σωτηρία του, αν και δεν το παραδέχεται. Όμως δεν με πειράζει. Είναι φίλος και του το οφείλω.
Πόσο μα πόσο εύκολα πιάνεται κορόιδο ο κύριος! Ερωτεύεται ακαριαία και με τον πιο άγαρμπο τρόπο ζητά την αντίστοιχη ανταπόκριση. Είναι αναπόφευκτο να τρώει χυλόπιτες ή ακόμα και σφαλιάρες. Του το είπα εκατοντάδες φορές
«Αδελφέ δεν γίνονται έτσι απότομα αυτά. Η γυναίκα θέλει υπομονή, χρειάζεται στρατηγική, να κάνεις χειρισμούς. Τη γυναίκα την κερδίσεις σιγά σιγά. Θέλει, δικέ μου, γαλιφιές, θέλει τρυφερότητα, προηγείται η φάση του φλερτ. Εν τέλει θέλει και τα δωράκια της. Δεν είσαι κι ο Μπραντ Πιτ, μανάρι μου, να πέσουν αυτόματα στην αγκαλιά σου; Σχεδόν ποντικομούρης είσαι και τα ταλέντα που έχεις, ναι έχεις, το ξέρω, δεν φαίνονται με την πρώτη. Ή ακόμα και να τα γνωρίζουν, ίσως να μην τις ενδιαφέρουν. Είναι παράξενη ράτσα οι γυναίκες, Τάκη. Πότε θα το μάθεις;»
Αντιθέτως αν καμιά υστερόβουλη και καπάτσα καταλάβαινε εγκαίρως με τι κορόιδο έχει να κάνει του αποσπούσε με άνεση και σε χρόνο μηδέν ό,τι είχε και δεν είχε. Μόνο η δική μου και πάλι, παρέμβαση τον έσωσε πολλές φορές στο παρελθόν από ηχηρά κάζα.
Τελικά η φύση δεν είναι τόσο άδικη να τα δώσει όλα σ‘ έναν και μόνον έναν. Έχει τη σοφία να κρατά κάποιες ισορροπίες. Όχι να ισομοιράζει, αλλά να μην υπάρχουν κι ανισότητες σε βαθμό σκανδάλου. Αυτό και μόνο με καθησυχάζει και δεν οδηγήθηκα τελικά σε ακραίες λύσεις. Γεννηθήκαμε σε διπλανά σπίτια, ζήσαμε στενά μαζί και τον θεωρώ και λίγο αδελφό μου.
(β) Ο γκομενιάρης Μπάμπης
Το είχε από μικρός το χούι. Το μυαλό του ήταν πάντα προσανατολισμένο στις γκόμενες. Σ’ αυτές που δοκίμασε και σ’ όλες τις υπόλοιπες που φιλοδοξούσε να δοκιμάσει. Το θέμα είχε την αποκλειστικότητα στην σκέψη του. Δεν ορρωδούσε μπροστά σε καμιά κοινωνική συμβατικότητα, ούτε τον φρέναραν ηθικής φύσεως διλήμματα. Χτύπαγε στόχους χωρίς αποκλεισμούς, χωρίς αναστολές, εκλεκτικότητα ή κάποιου είδους φόβους.
Να σας πω το παράξενο; Είχε τόσες και τέτοιες επιτυχίες που δεν μπορούσαν να εξηγηθούν μόνο με τα αντικειμενικά του προσόντα. Δηλαδή το επίπεδο ομορφιάς, μόρφωσης, οικονομικής επιφάνειας κι ό,τι άλλο βάζει ο νους σας. Η μόνη εξήγηση που μπορεί να δώσει κάποιος είναι ότι οι γυναίκες είναι ευεπίφορες σε περιπέτειες και οι άνδρες, συνήθως φοβισμένοι και διστακτικοί στο ενδεχόμενο της απόρριψης, δεν τολμούν να πάρουν τη στοιχειώδη πρωτοβουλία και να εκμεταλλευθούν την αστείρευτη αυτή πηγή. Αυτός όχι! Ατρόμητος καβαλάρης εφορμούσε προς τα πρόσω κι είχε εισπράξει πολλάκις το «κέρδος των κόπων» του.
Πρέπει να ειπωθεί και το άλλο. Δίπλα στην αλυσίδα των επιτυχιών, δίπλα στη συλλογή των καταφατικών απαντήσεων υπάρχει μια αντίστοιχη αλυσίδα από καζούρες, με εξευτελισμούς και κακά ξεμπερδέματα. Δεν τον συγκρατούσαν φιλίες, συγγενικές σχέσεις, ηλικίες και ομορφιά ή ασχήμια Το ρητό που είχε ως προμετωπίδα του ήταν: «ο καλός ο μύλος όλα τα αλέθει». Σε ένα ακόμα πρέπει να τον παραδεχτώ. Αφομοιούσε τις αποτυχίες του σε μηδενικό χρόνο, λες και διέθετε το μυστικό της επιλεκτικής λήθης. Τόσο μα τόσο άνετα τα πέταγε στα σκουπίδια, ενώ αντίθετα συνέχιζε αδιακόπως να επαίρεται για τις επιτυχίες του που δεν «ξεχνούσε» ποτέ.
(γ) Ο αόρατος Αγάθωνας
Μπορεί να περνούσε δίπλα σου και να μην τον έπαιρνες είδηση. Να ανταλλάσσατε λόγια κι έπειτα να μην θυμάσαι τι σου είπε και ποια είναι τα χαρακτηριστικά του. Αδιάφορος πάντα και αθόρυβος. Καθ’ υπερβολή θα έλεγα, αδιαφανής. Μικρός το δέμας, χωρίς ιδιαίτερα στοιχεία που ενδεχομένως θα τραβούσαν την προσοχή τρίτου. Ίσια μαλλιά, αραιά πλέον, χτενισμένα προς τα δεξιά με μια τεθλασμένη σχεδόν χωρίστρα στο αριστερό ημισφαίριο του κεφαλιού του. Ρούχα πολυφορεμένα σε ουδέτερα χωμάτινα χρώματα και μια μονόχρωμη γραβάτα, που δεν πρόσθετε κάτι. Απλώς έδινε την εντύπωση ότι του σφίγγει το λαιμό λες κι αποπειράται να τον πνίξει.
Εργαζόταν κάτω από τον ίδιο και μόνο εργοδότη, από την έναρξη της εργασιακής του ζωής. Χωμένος σ’ ένα εσωτερικό γραφείο της επιχείρησης κρατούσε τα βιβλία της και έχοντας την πλήρη εμπιστοσύνη του αφεντικού του, είχε την εξουσιοδότηση αυτός να κάνει τις αναλήψεις των απαραίτητων ποσών από τις τράπεζες για την πληρωμή όλων των εργαζομένων. Επιτελούσε αυτό το καθήκον με ιερή προσήλωση, έχοντας ως οδηγό τις αρχές της καθαρότητας και της διαφάνειας. Κάτι που πρέπει να διακρίνει έναν τίμιο άνθρωπο. Κι αυτό έκανε. Ποτέ μα ποτέ δεν διανοήθηκε να υπεξαιρέσει, έστω κι ένα παρά, από χρήματα που δεν του ανήκαν. Το αφεντικό τον είχε νωρίς ψυχολογήσει σωστά και τον εμπιστευόταν πλήρως. Η εμπιστοσύνη δε αυτή δεν λεκιάστηκε ποτέ.
Το μόνο έσοδό ήταν ο τακτικός μισθός από τη δουλειά του. Με την περιορισμένη, για να μην πω ασκητική, ζωή του τα λεφτά του έφταναν και του περίσσευαν. Με το καιρό είχε συγκεντρώσει ένα ποσό και συνεπικουρούμενος από ένα δάνειο της τράπεζας, που η εταιρία του συνεργαζόταν, είχε αγοράσει σε μια πολυκατοικία ένα δυαράκι. Το είχε επιπλώσει με τα βασικά απαιτούμενα χρειώδη ενός νοικοκυριού και απαραίτητα με μια τηλεόραση. Ήταν η μοναδική ευκαιρία που έδινε στον εαυτό του για «διασκέδαση», μαζί με μερικούς ολιγόχρονους περιπάτους στο διπλανό πάρκο. Δεν του κακοφαινόταν. Αυτός ήταν ο κόσμος του. Ο ίδιος είχε κάνει τις επιλογές του, έλεγε από μέσα του, κάτι που δεν ήταν πλήρως αληθές. Αυτό που εσύ ονομάζεις επιλογή σου είναι τις περισσότερες φορές καταναγκαστική επιβολή των εξωτερικών συνθηκών κι επιδράσεων.
Μέχρι τώρα δεν του είχε δοθεί η ευκαιρία μιας σχέσης με το γυναικείο φύλο. Δεν είχε κανένα από τα εξωτερικά χαρακτηριστικά, που γίνονται δέλεαρ στις γυναίκες, ούτε διέθετε προτερήματα άλλου είδους, που προσελκύουν τις αχόρταγες. Χρήματα ή εξουσία. Μόνος κι αυτάρκης; Σχεδόν, αφού και οι γενετήσιες ορμές ήταν κι αυτές περιορισμένες. Είχε αλλάξει περιβάλλον, όταν αγόρασε το διαμέρισμα κι έκοψε με μαχαίρι τις, περιορισμένες έτσι κι αλλιώς, παιδικές του γνωριμίες.
Τον είδα όλως τυχαία ένα απόγευμα, όταν βρεθήκαμε φάτσα-φάτσα σ’ ένα κεντρικό σούπερ μάρκετ. Έχω την εντύπωση ότι δεν ενθουσιάστηκε, αλλά και δεν και μπορούσε και να με αγνοήσει παντελώς. Στα παιδικά μας χρόνια ήμασταν γειτονόπουλα. Με το ζόρι μου έδωσε το τηλέφωνο στη δουλειά του. Το προσωπικό του αρνήθηκε με την ψεύτική- κατ’ εμέ- δικαιολογία ότι δεν διαθέτει ο ίδιος. Πώς την βγάζει, με τι ασχολείται; Ποιες είναι οι παρέες του; Δεν μπόρεσα να μάθω τίποτα γιατί πεισματικά αρνήθηκε να μου δώσει, έστω και ολίγα ψίχουλα από τέτοιες πληροφορίες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου