Τρίτη 14 Ιανουαρίου 2014

Η αντίληψη της κοινωνίας μας για την «ιδιωτική πρωτοβουλία»

 Στην πρώτη φάση οργάνωσης και ζωής του νέου Ελληνικού Κράτους η συμβολή της ιδιωτικής πρωτοβουλίας ήταν καθοριστική. Άλλωστε δεν μπορούσε να γίνει και διαφορετικά. Τα πρώτα ιδρύματα, τα πρώτα περικαλλή κτίρια που σήμερα κοσμούν την Αθήνα, αλλά και άλλες πόλεις της Ελλάδος, είναι οι καρποί της εμπνευσμένης και ηρωικής  προσπάθειας επιτροπών και εράνων, είναι η γενναιόδωρη προσφορά ανθρώπων που έδωσαν όλο τον πλούτο τους από τη σκληρή εργασία μιας ζωής σε ένα κοινωφελή σκοπό, είναι πραγμάτωση του οράματος κάποιων πρωτοπόρων για τη πορεία, το μέλλον και την ανάπτυξη της νεοσύστατης πολιτείας μας. Είναι συνολικά τόσες πολλές  οι περιπτώσεις των Εθνικών Ευεργετών, και δημιούργησαν στη χώρα μια θετική αλλά και καρποφόρα παράδοση για τα επόμενα χρόνια. Θεωρούνταν- και σωστά- τιμή, κοινωνική καταξίωση αλλά και πρώτιστο χρέος απέναντι στη πατρίδα μια τέτοια πράξη προσφοράς. Μέσα στους περισσότερους Έλληνες εκείνης της περιόδου ήταν ιδιαίτερα ανεπτυγμένο το αίσθημα της φιλοπατρίας για τον τόπο που τους γέννησε ή ακόμα περισσότερο τον τόπο από τον οποίο κατάγονταν οι πρόγονοί τους.


         Αργότερα όμως ο όλο και ογκούμενος κρατικός μηχανισμός μείωσε έως και καταρράκωσε την αξιοπιστία του κράτους. Συγκεκριμένα σκάνδαλα αμαύρωσαν την εικόνα της ουσιαστικής αξιοποίησης αυτής της άδολης και εθελοντικής προσφοράς. Επόμενες προσφορές καταναλώθηκαν, παρά την επιθυμία του Ευεργέτη σε αλλότριους σκοπούς ή ακόμα χειρότερα ιδιοποιήθηκαν από ανθρώπους που βρέθηκαν σε κατάλληλη θέση να έχουν αυτή τη δυνατότητα, χωρίς να έχουν την αντίστοιχη συνείδηση.   Έτσι το ρεύμα των προσφορών άρχισε να μειώνεται σταδιακά έως ότου σχεδόν καταργήθηκε.

     Τώρα εμφανίστηκε μια νέα ισοπεδωτική αντίληψη. Πίσω  από κάθε- ακόμα και άγια- πρόθεση αναζητούνταν υστεροβουλίες και άνομες βλέψεις. Αυτό γινόταν από ανθρώπους που με ένα μόνιμο και στερεότυπο τρόπο τοποθετούνταν αρνητικά σε οποιαδήποτε ιδιωτική πρωτοβουλία, διεκδικώντας αυθαίρετα και εγωιστικά το απόλυτα δίκαιο μόνο στην άποψή τους. Επαγγελματίες γκρινιάρηδες, μόνιμοι επικριτές της οποιασδήποτε πρωτοβουλίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι σημερινοί χορηγοί, οι έχοντες άξιου λόγου συλλογές ή σχέδια για πολιτιστικές πρωτοβουλίες και τα αντίστοιχα οικονομικά μέσα δεν τα αποδίδουν  στο κράτος. Προσπαθούν να δημιουργήσουν- όχι πάντοτε βέβαια με επιτυχία- αυτοδιαχειριζόμενα ιδρύματα  για να διατηρήσουν και να αυξήσουν το περιεχόμενό τους και να το καταστήσουν χρήσιμο κοινωνικό αγαθό.

         Τις δεκαετίες μετά τη μεταπολίτευση κυριάρχησε στη κοινωνία μας μια αντίληψη υποτίμησης, κακόβουλης δυσφήμησης και απόρριψης της χορηγίας και των δωρεών.  Ένα κύμα άκρατου κρατικισμού κατέλαβε τους παράγοντες που καθόριζαν, δυστυχώς, τις εξελίξεις στη χώρα, μια πορεία αδιέξοδη που τελικά θα οδηγούσε στην αποτυχία. Και αυτό φυσικά έγινε. Οι δυνάμεις του κρατικισμού και της άρνησης κυριάρχησαν και επέβαλαν την ισοπεδωτική αντίληψή τους. Ακόμα και σήμερα παραμένουν ισχυρές και συνεχίζουν να επηρεάζουν ανασταλτικά την εξέλιξη των πραγμάτων. Κυρίαρχη είναι ακόμα η αντίληψη ότι όλα πρέπει να ελέγχονται από τον κρατικό μηχανισμό, δέσμιοι μιας χοντροκομμένης και μηχανιστικής αντίληψης για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας μας.

      Σε ένα τέτοιο διογκωμένο κρατικό μηχανισμό ήταν αναπόφευκτο να υπάρξουν φαινόμενα παρασιτισμού, φατριασμού, εκμαυλισμού και παράνομου χρηματισμού μέσω της εκμετάλλευσης της εξουσίας που, λόγω της θέσης τους ανατέθηκε. Έτσι στον ήδη πληθωρικό μηχανισμό άρχισε σιγά- σιγά να δημιουργείται ένας δεύτερος «ελεγκτικός μηχανισμός», μια σειρά   «ανεξάρτητων αρχών» που πρέπει κι αυτές να σιτίζονται από τον κρατικό κορβανά, επιτείνοντας το ήδη πιεστικό πρόβλημα της αναζήτησης πόρων για την κάλυψη των αναγκαίων μισθών, των γενικών εξόδων και των κτηριακών εγκαταστάσεων.

    Όλος αυτός ο συμφερτός των κριτών, των ρεπόρτερ, των αναλυτών δεν ψάχνουν καθόλου αυτή τη διάσταση, αποτελούντες στην ουσία και αυτοί κρίκοι στην ίδια αδιέξοδη πορεία. Είναι αναπόφευκτη η μελλοντική πορεία: Να υπάρξει ανάγκη να δημιουργηθεί ένας τρίτος μηχανισμός που θα «ελέγχει» τους ελεγκτές.

    Χριστέ μου το αδιέξοδο είναι πλήρες!

      Η λυσιτελής πορεία βρίσκεται στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Στο δραστικό περιορισμό του κρατικού μηχανισμού, στις άκρως απαραίτητες ελεγκτικές διαδικασίες σαφώς μελετημένες και οριοθετημένες. Ο συνεχής διορισμός ατόμων στο δημόσιο- πέρα από το οικονομικό βάρος που δημιουργεί-  εξουδετερώνει μια σειρά ικανούς Έλληνες πολίτες μετατρέποντας τους σε εξουδετερωμένους θεατές, υπαλλήλους χωμένους σε ένα γραφείο και μέρα με τη μέρα τους εμποτίζει με την αντίληψη ότι δεν υπάρχει σωτηρία, αφήνοντας έτσι αναξιοποίητες τις εν δυνάμει κρυμμένες ικανότητες τους για δημιουργική σταδιοδρομία. Εξαίρεση βεβαίως αποτελούν αυτοί που ενσυνείδητα εισέρχονται στο χώρο για να αξιοποιήσουν δι’ ίδιον όφελος τα πλεονεκτήματα και τις εξουσίες της νέας θέσης τους.  

 Μία μεγάλη και ικανή ομάδα ανθρώπων που θα μπορούσαν να «κολυμπήσουν» στη δημιουργική θάλασσα της ιδιωτικής οικονομίας και να παράξουν πλούτο στη χώρα «αράζουν» στη σιγουριά ενός μόνιμου μισθού και στην ουσία καταναλώνονται σε μια ανώδυνη υποαπασχόληση.  

   Μια αποτρεπτική κίνηση θα ήταν να μελετηθούν και να θεσμοθετηθούν αυστηρά   τα κριτήρια εξέλιξης της σταδιοδρομίας ενός κρατικού λειτουργού με βάση τη στενή παρακολούθηση της απόδοσης του. Αποκλεισμός της αυτόματης προαγωγής που ισοπέδωσε και έφερε στην ίδια μοίρα τον ικανό με τον ανίκανο, τον εργατικό με τον τεμπέλη, τον τίμιο με τον αργυρώνητο. Στην εφαρμογή της ισοπεδωτικής αντίληψης της ισότητας το αποτέλεσμα είναι αναπόφευκτο: Ισότητα στο κατώτερο δυνατό επίπεδο!  Στη συνέχεια θρονιασμένοι στη σιγουριά της θέσης τους, χωρίς αιδώ, αναγορεύονται εύκολα  σε κριτές των πολιτών που αγωνίζονται μέσα σε δύσκολες συνθήκες, δαπανώντας κόπο, αγωνία αλλά και οικονομικά μέσα και μάλιστα πολλές φορές για υποκειμενικούς ή αντικειμενικούς λόγους χωρίς την προσδοκόμενη τελική επιτυχία.   Όμως ας βάλουμε το ερώτημα: Πόσοι από τους οικονομικά πετυχημένους Έλληνες ήταν δημόσιοι υπάλληλοι;

   Πρέπει να γίνει ριζική αλλαγή στη χώρα μας λίγο πριν το αδιέξοδο. Να μεταβληθεί η άποψη της κοινωνίας για την ιδιωτική πρωτοβουλία. Είναι ιστορικό δεδομένο ότι κοινωνίες που έχουν αυτή την αντιμετώπιση, που είναι κυρίαρχη σήμερα για την ιδιωτική πρωτοβουλία, είναι καταδικασμένες σε υλικό και πνευματικό υποσιτισμό. Η αλλαγή και η συγκομιδή της θετικής σοδειάς αυτής της αλλαγής δε θα είναι άμεση και αυτόματα ευδιάκριτη. Χρειάζεται καιρός, υπομονή και αδιάκοπη και καθημερινή προσπάθεια.

 Έχουμε παρατηρήσει τα συνεχή «παράπονα» των διαφόρων υπηρεσιών για τα τεράστια «οργανικά κενά» που δεν επιτρέπουν την εύρυθμο λειτουργία των υπηρεσιών. Με βάση «αγώνες» για «θεσμικά αιτήματα» ρύθμισαν με αυθαίρετα κριτήρια πολύπλοκους και βολικούς εσωτερικούς κανονισμούς και οργανογράμματα που απαιτούν πληθώρα υπαλλήλων. Αν μια ιδιωτική επιχείρηση είχε τα ίδια κριτήρια είναι μαθηματικά βέβαιο ότι θα οδηγείτο σε πτώχευση.

      Η επίκληση αυτής της δικαιολογίας έρχεται ιδιαίτερα όταν εμφανίζονται ανάγλυφα οι αδυναμίες και η αναποτελεσματικότητα τους  ή όταν κάποιος συλλαμβάνεται «κλέπτων οπώρας». Αν κάποιος συγκεντρώσει τα «αιτήματα» των οργανισμών για νέους διορισμούς ίσως να μην αρκούσε ο ενεργός  εγχώριος πληθυσμός και θα χρειαζόταν να διοριστούν και κάποιοι από τους άφθονους μετανάστες μας.

   Είναι ανάγκη λοιπόν να γίνει ένας εξαρχής σχεδιασμός των αναγκαίων υπηρεσιών και ένα λογικός, με βάση οικονομικούς όρους, καταμερισμός των εργασιών στον καθένα υπάλληλο. Αν με τα σημερινά δεδομένα γίνει μια τέτοια έρευνα είναι σίγουρη η έκβασή της. Θα καταλήξουμε στο παράδοξο αποτέλεσμα χιλιάδες υπάλληλοι να μην έχουν αντικείμενο εργασίας.  Βασική αρχή είναι:

 Δε διορίζουμε ένα άτομο για να καλύψουμε τις βιοτικές του ανάγκες, διορίζουμε ένα προσοντούχο άνθρωπο για να καλύψει μια διαπιστωμένη   ανάγκη του κρατικού μηχανισμού.

   Σήμερα ένας Έλληνας που έχει τη δυνατότητα να κάνει μια δωρεά στη πατρίδα βρίσκεται μπροστά σε ένα συνειδησιακό δίλημμα. Να δωρίσει το κτήριο που κατέχει στο δημόσιο ή όχι. Γιατί τον τρομάζει η προοπτική μόλις αυτό περιέλθει στη κυριότητα του δημοσίου να γεμίσει με νέους υπαλλήλους και να επιτείνει περισσότερο το ήδη επιτακτικό πρόβλημα

 Ο κρατικός μηχανισμός χρειάζεται ένα δυνατό σοκ, με δραστική μείωση των θέσεων εργασίας. Τότε και μόνο τότε θα υπάρξουν οι οικονομικές δυνατότητες για πραγματικές επενδύσεις και όχι περιττές δαπάνες που για στατιστικούς λόγους βαπτίζονται ψευδεπίγραφα επενδύσεις.

     Πρέπει θαρραλέα να υπερπηδήσουμε τις λαϊκίστικες αναστολές που έχουν γίνει βρόχος στη χώρα και οικονομικό βάρος αφόρητο. Το κυνηγητό για την εκπλήρωση αυτού του βάρους  αναστέλλει κάθε φορά  την ενασχόληση της εκάστοτε κυβέρνησης με τα ουσιαστικά προβλήματα και το μακροπρόθεσμο σχεδιασμό της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας.

  Όλα ξεκινάνε από μια στρεβλή αντίληψη που είναι κυρίαρχη σε κάποιους κύκλους. Δε θεωρούν τον εαυτό τους μέλος αυτής της κοινότητας τουλάχιστον στις υποχρεώσεις απέναντί της. Αντίθετα υπερθεματίζουν όσον αφορά τα δικαιώματά τους και διεκδικούν συνεχώς όλο και περισσότερα.

      Δεν δέχονται το αυτονόητο γεγονός. Το χρήμα και γενικότερα ο πλούτος  δεν αρύονται από μια αστείρευτη και αυτοτροφοδοτημένη δεξαμενή. Το κράτος με βάση κάποιους νόμους και αρχές έχει, θα πρέπει νάχει, ένα συγκεκριμένο, κάθε φορά, όγκο εσόδων  που πρέπει να καλύψουν όλες τις ανάγκες της λειτουργίας του. Η συζήτηση μπορεί να γίνει πάνω στην αριστοποίηση της κατανομής αυτών των εισοδημάτων. Δυστυχώς όμως διάφορες ομάδες πίεσης εκμεταλλευόμενες την θέση τους δημιουργούν στρεβλώσεις στην δίκαιη αυτή κατανομή. Εδώ βρίσκεται η ευθύνη της εκάστοτε εξουσίας. Θα κάνει τα χατίρια αυτών των λόμπι ή αταλάντευτά θα ακολουθήσει το γενικό κοινωνικό και εθνικό συμφέρον; Ο φόβος του «πολιτικού κόστους» έχει γίνει στη χώρα μας πληγή των Φαραώ. Οι πελατειακές σχέσεις των πολιτικών μας με τις ομάδες πίεσης τους μετατρέπουν σε ενδοτικούς κρίκους. Η κυρίαρχη αγωνία τους δεν είναι το μακροπρόθεσμο συμφέρον της χώρας αλλά η βραχυπρόθεσμη πρόθεσή τους να αναπαράξουν τον αναγκαίο αριθμό των ψήφων για την επανεκλογή τους στη θέση που επιθυμούν.

  Χρειάζεται να αλλάξει νοοτροπία συνολικά όλη η κοινωνία. Να αμείβει τον πολιτικό που νοιάζεται για το ουσιαστικό καλό της χώρας και έχει όραμα. Αντίθετα  πρέπει να ψέγει και να τιμωρεί τον μικροπολιτικό εκείνο που εκπροσωπεί  και προωθεί τα άνομα συμφέροντα. Να τον συνταξιοδοτεί έγκαιρα, στέλνοντας τον στο σπίτι του. Προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να εργαστούν όλες οι υγιείς δυνάμεις της κοινωνίας μας. Δεν αντέχεται  πλέον τέτοια κατάσταση.

  Πρέπει εγκαίρως να παρθούν όλες οι απαραίτητες πρωτοβουλίες για μια έξοδο κινδύνου.

 

 

Φεβρουάριος 2009

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου