ΔΥΟ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΣ ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΜΠΟΥΡΑΤΖΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΜΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΛΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΚΛΕΙΟΥΣ - ΈΝΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑ
Γενικός Έλεγχος 1912…
Ο Γεώργιος Αριστείδης στην «Τετραλογία Πανηγυρική», μια έκδοση του 1863, αναφέρει ότι σύμφωνα με «είκοσι ετών νεωτέρας απογραφής» (δηλαδή γύρω στα 1843), η Κλειώ ανήκε στο «διαμέρισμα» Μυτιλήνης, το οποίο περιλάμβανε τριάντα «κοινότητες». Στο χωριό εμφανίζονται να κατοικούν 118 οικογένειες χριστιανών, (304 άνδρες) και 69 οικογένειες Οθωμανών, (164 άνδρες) (1999: 164,166). Ύπαρξη δημοτικού σχολείου δεν αναφέρεται. Συνολικά σε όλο το νησί καταγράφονται 46 δημοτικά σχολεία, 8 ελληνικά και 4 παρθεναγωγεία. Ο Σταύρος Τάξης όμως, σε έκδοση του 1874, επιβεβαιώνει τη λειτουργία αλληλοδιδακτικού σχολείου στην Κλειώ. Συγκριτικά με την απογραφή του 1843 που παραθέτει ο Γεώργιος Αριστείδης, παρατηρείται αύξηση του πληθυσμού, καθώς φαίνεται να κατοικούν 180 οικογένειες χριστιανών και 73 οικογένειες Οθωμανών. Το χωριό ανήκει στον «καζά» Μυτιλήνης και απέχει από αυτήν 9 ώρες! Στην καταγραφή που κάνει ο ίδιος στα 1909 παρατηρούμε ξανά μια σημαντική αύξηση του ντόπιου χριστιανικού κυρίως πληθυσμού, σε 260 οικογένειες, έναντι 80 των Μουσουλμάνων. Επιβεβαιώνεται ακόμη η ύπαρξη σχολείου αρρένων και θηλέων, της εκκλησίας της Αγίας Τριάδος, του Οθωμανικού τεμένους και ενός παραπλήσιου σε αυτό σχολείου (1996:40,41) (1994:127-128). Τέλος ο Παναγιώτης Σαμαράς αναφέρει για το 1887 τη λειτουργία ενός Οθωμανικού σχολείου με 30 μαθητές, και για το 1912, ενός δημοτικού σχολείου αρρένων και ενός παρθεναγωγείου, με 107 μαθητές (1948: 69, 72).
Είναι πολύ πιθανό τα παραπάνω στοιχεία να φέρουν σημαντικές αποκλίσεις από την πραγματικότητα, εντούτοις είναι χρήσιμα γιατί μας οδηγούν σε δύο βασικά συμπεράσματα. Το πρώτο αφορά τον χριστιανικό πληθυσμό της Κλειούς, ο οποίος αυξάνεται θεαματικά κατά τα τελευταία ογδόντα χρόνια της Τουρκοκρατίας, κάτι που παρατηρείται γενικά για όλο το νησί την ίδια περίοδο. Η αύξηση αυτή οφείλεται στην πτώση της θνησιμότητας και συνοδεύεται από σημαντική οικονομική και πνευματική ανάπτυξη των κατοίκων του νησιού την ίδια περίοδο. Δεύτερον, το σχολείο της Κλειούς ίσως να λειτούργησε πρώτη φορά, μεταξύ των ετών 1863 και 1874, ενώ ο μεγάλος και καταστροφικότατος σεισμός του 1867 μάλλον φέρνει την ίδρυση πιο κοντά στα 1874.
Το αρχείο του δημοτικού σχολείου που διασώζεται ως τις μέρες μας ξεκινάει από το μήνα Απρίλιο του 1912, οπότε μιλάμε και για την τελευταία σχολική χρονιά του 1911-1912, πριν από τα γεγονότα του Νοεμβρίου του 1912 και την κατοχή του νησιού από τον ελληνικό στρατό. Η μελέτη του είναι ιδιαίτερα σημαντική καθώς μπορεί να δώσει πληροφορίες γύρω από τη φοίτηση και διαρροή του μαθητικού πληθυσμού κατά φύλο, εντοπιότητα και κοινωνική τάξη. Ακόμη, μέσα από το επάγγελμα του πατέρα που καταγράφεται, μπορεί κανείς να ‘δει’ την εξέλιξη του κοινωνικού και οικονομικού ιστού της Κλειούς, ενώ μέσα από μια παράλληλη διερεύνηση του αρχείου των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων Μανταμάδου και του Γυμνασίου και Παρθεναγωγείου Μυτιλήνης, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η μελέτη των αντιλήψεων και πρακτικών των κατοίκων γύρω από τη μόρφωση των παιδιών τους και τη φοίτηση στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Τέλος, σε επίπεδο πιο συναισθηματικό, για τους ίδιους τους Κλειώτες, τα ονόματα όλων αυτών των παιδιών που πέρασαν από «το σχολείο του λαού», φέρνουν θύμισες από γενιές που πέρασαν, πρόσωπα πλέον χαμένα αλλά αποτυπωμένα από το δάσκαλο για πάντα, με γράμματα καλλιγραφικά, δίπλα σε βαθμούς και χαρακτηρισμούς όπως «στάσιμος» «προβιβάσιμος» και «απεσύρθη».
Κατά το σχολικό έτος 1911-1912, το σχολείο φαίνεται να λειτουργεί μέχρι τον Μάιο. Ο δάσκαλος σημειώνει κάθε μήνα τη φοίτηση των μαθητών, ενώ κάποιοι από αυτούς εμφανίζονται στο σχολείο προς το τέλος της χρονιάς. Χαρακτηριστικά εμφανίζεται και η κατηγορία των «νεοελθόντων». Τον μήνα Απρίλιο, είναι πάντως εγγεγραμμένοι 42 μαθητές. Πιο αναλυτικά δέκα μαθητές στην Α τάξη, εννέα στη Β, εννέα στη Γ, επτά στη Δ, και επτά στην Ε. Οι μαθητές της Πέμπτης δημοτικού που καταγράφονται είναι οι εξής: Νικόλαος Στυλ. Μυριτζή, Ελευθέριος Ιωαν. Τσεσμετζή, Ευστράτιος Ιωάννου Αποίκου, Γεώργιος Αποστ. Μαρμαρινού, Νικόλαος Βασιλ. Δούκα, Δημήτριος Γ. Βουγιατζόγλου, Στυλιανός Θεοδ. Κιουσέ. Από την άλλη μεριά, οι μαθητές της Πρώτης τάξης είναι οι εξης: Ευστρ Στυλ. Βογιατζή, Παλ. Ιωάν. Τσεσμετζή, Δημ. Παν. Ανδρέου, Παρασκ. Νικ. Τσουκαρή, Δρακούλη Θεοδ. Κιουσέ, Γεωργίου Χ. Κωνσταντίνου, Παν. Ευστρ. Τσαμαϊδη, Παντελή Β Κωνστάντογλου, Νικολ Ευαγ. Δούλγκερη, Σωτηρ. Ευστρ. Μπόλκα.
Το σχολικό έτος 1912-13 φαίνεται από τα αρχεία να ξεκινάει το μήνα Νοέμβριο. Και εδώ δεν υπάρχει περαιτέρω συστηματική καταγραφή της φοίτησης. Κάτι τέτοιο γίνεται από την επόμενη σχολική χρονιά (1913-14) με μια πρώτη καταγραφή από το δάσκαλο, του ονοματεπώνυμου του μαθητή, της ηλικίας του, του επαγγέλματος πατρός, της εποχής “προσελεύσεως”, και “αποχωρήσεως”, και άλλων “παρατηρήσεων” τα οποία μαρτυρούν μια πιο συντονισμένη προσπάθεια ‘ελέγχου’ της διαρροής και της εποχιακής και σποραδικής φοίτησης ορισμένων μαθητών στο σχολείο. Οι μαθητές είναι συνολικά 35 (18 στη Β, 7 στη Γ και 10 στη Δ τάξη). Στις παρατηρήσεις, ως αφορμές διακοπής της φοίτησης, εμφανίζονται δίπλα στα ονόματα δύο μαθητών οι εξής: «Στρατολόγηθέντος του αδερφού του προσελύφθη εις το παντοπωλείο», «Μετά δέκα ημερών εορτάς, ελθών αμελέτητος και επιπληχθείς απεσύρθει». Όσον αφορά τα επαγγέλματα των πατεράδων εμφανίζονται οι εξής χαρακτηρισμοί: τριχουργός (3 φορές) παντοπώλης (3) έμπορος (1), καφεπώλης (2), φύλακας (1), αγρότης (2), ξυλουργός (1), γεωργός (9), ορφανός (2), ξυλοπώλης (1), ιχθυοπώλης (1), μετρητής (1), ράπτης (1), εργάτης (4). Πιο συγκεκριμένα, ως «αγρότες» εμφανίζονται οι πατεράδες των Ευστρ. Αποίκου και Παν. Σάλιακα, ως «γεωργοί» αυτοί των Νικ Μυριτζή, Δημ. Βατσάνου, Βασ. Ζ. Δρακούλη, Ιωαν. Καρανικόλα, Χρίσ Χατζηκωνσταντίνου , Παναγ. Γούναρη, Νικ. Π. Ανδρέου, Ιωάν. Τσοκαρή και Χαρ. Γιανκυριάκου. Τέλος ως «έμπορος» καταγράφεται ο πατέρας του Νικολ. Β. Δούκα και ως «παντοπώλες» οι πατεράδες των Ζαχαρ. Ζαχαριάδη, Παναγ. Τερζή και Διαμ. Βογιατζόγλου.
Ιδιαίτερες ευχαριστίες στον διευθυντή του Δημοτικού Κάπης- Κλειούς κ. Χατζέλλη και σε όλο γενικά τον σύλλογο εκπαιδευτικών του σχολείου για την αμέριστη βοήθεια.
Μπούρατζη Βασιλική
Βιβλιογραφία - Πηγές
Αρχείο Δημοτικού Σχολείου Κλειούς
Αριστείδη, Γ. 1999. Τετραλογία Πανηγυρική (Φωτοτυπημένη επανέκδοση της Πρώτης Εκδόσεως του 1863). Μυτιλήνη: Χαρτοπωλείο Πετράς.
Σαμαρά, Ι. Π. 1948. Η Εκπαίδευση στη Λέσβο (Από τα Πρώτα Χρόνια της Σκλαβιάς). Μυτιλήνη.
Τάξης, Γ. Σ. 1994. Συνοπτική Ιστορία και Τοπογραφία της Λέσβου. (Φωτομηχανική Ανατύπωση της Έκδοσης του 1909). Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Μυτιλήνη: Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας.
Τάξης, Γ. Σ. 1996. Συνοπτική Ιστορία της Λέσβου και Τοπογραφία Αυτής. (Φωτομηχανική Ανατύπωση της Έκδοσης του 1874). Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Μυτιλήνη: Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας.
Επάγγελμα πατρός: ‘πρόσφυξ’
Ο Α΄ Διωγμός μέσα από το αρχείο Αρρένων του Δημοτικού σχολείου Κλειούς
Ξεφυλλίζοντας τα αρχεία του Δημοτικού σχολείου αρρένων Κλειούς, το 1914-15 είναι το πρώτο σχολικό έτος στο οποίο παρατηρεί κανείς τον χαρακτηρισμό «πρόσφυξ» δίπλα σε ονόματα μαθητών. Μάλιστα, τις πρώτες χρονιές αυτό καταγράφεται στη θέση του επαγγέλματος του πατέρα, κάτι που δείχνει ίσως την αναστάτωση που επικρατούσε. Ο χαρακτηρισμός συνοδεύει όλη τη φοίτηση των μαθητών, δείχνοντας ότι η προσφυγιά συγκροτούσε πάνω απ’ όλα την ταυτότητα των συγκεκριμένων ανθρώπων, τουλάχιστον στα μάτια του δασκάλου, ως εκπρόσωπο του κράτους μέσα απ’ το σχολείο. Η παρουσία των προσφύγων οφείλεται ασφαλώς στον Α΄ διωγμό διαφόρων εθνοτήτων που κατοικούσαν σε εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στα πλαίσια των εθνικιστικών τάσεων που άρχισαν να διαμορφώνονται με το κίνημα των Νεοτούρκων (1908). Ο Μπούμπας Δ. αναφέρει για τη Λέσβο, ότι ο Α΄ διωγμός ήταν σε όγκο προσφύγων το ίδιο μεγάλος σε σχέση με το 1922, με μόνη διαφορά ότι αναπτύχθηκε σε βάθος τεσσάρων ετών. Από τους 15.000 - κατά προσέγγιση - των μαθητών που φοιτούσαν στα σχολεία της νοτιο-ανατολικής Λέσβου, ο αριθμός των προσφύγων υπολογίζεται να αγγίζει το 28% , δηλαδή περίπου τους 4.000. Είναι εντυπωσιακό όμως ότι για την περίοδο 1914-18, όπως προκύπτει από στοιχεία που συνέλεξε από αρχεία των σχολείων ο ίδιος, ανάμεσα στους οικισμούς της Ανατολικής Λέσβου, τα Δ.Σ. της Κλειούς και της Κάπης έρχονται μαζί με αυτό της Παναγιούδας, στις πρώτες θέσεις υποδοχής προσφύγων μαθητών, σε σχέση με το σύνολο του μαθητικού πληθυσμού τους, με ποσοστά 44,44 %, 38,42 % και 69,82 % αντίστοιχα (Μπούμπας 2008: 42-43).
Στο παρόν κείμενο αναφέρονται ορισμένα στοιχεία που προκύπτουν μέσα από τη μελέτη του αρχείου αρρένων του Δημοτικού Σχολείου Κλειούς, για τα σχολικά έτη 1914 -1920, σχετικά με τους πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στην Κλειώ. Υπάρχουν δυσκολίες στην εξαγωγή συμπερασμάτων, από τη μία, γιατί το συγκεκριμένο δείγμα είναι σχετικά μικρό και από την άλλη, εξαιτίας της μεγάλης κινητικότητας του μαθητικού πληθυσμού. Για παράδειγμα, ο διευθυντής Π. Μακρής, το 1914-15, πέρα από το ‘ονοματεπώνυμο’, την ‘ηλικία’, το ‘επάγγελμα πατρός’ και άλλες τυχών ‘παρατηρήσεις’, αναγκάζεται να καταγράψει και την «εποχή προσελεύσεως και αποχώρησης» του μαθητή, στην προσπάθειά του να παρακολουθήσει τη μη σταθερή φοίτηση των μαθητών. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι από τους επτά μαθητές της Τρίτης τάξης του προηγούμενου έτους, συνεχίζουν στην Τετάρτη οι τρεις, και από τους δεκαοχτώ μαθητές της Δευτέρας, οι επτά, ενώ όλοι οι μαθητές της Δευτέρας τάξης του 1914-15 είναι νέες εγγραφές. Από τους ογδόντα-εννέα μαθητές, οι είκοσι-ένα θα διαρρεύσουν από το σχολείο την ίδια χρονιά. Εντούτοις, παρά τις παραπάνω αδυναμίες, η μελέτη της συγκεκριμένης εξαετίας, επιτρέπει να γίνουν κάποιες αρχικές υποθέσεις για τον τρόπο που κινήθηκε γενικότερα αυτή η μερίδα του πληθυσμού, μέσα στις δύσκολες συγκυρίες της συγκεκριμένης περιόδου. Τα όποια στοιχεία προκύπτουν, χρήζουν αναμφισβήτητα περισσότερης μελέτης.
Ο αριθμός των μαθητών που καταγράφονται ως φοιτώντες, έστω και για λίγο διάστημα, στο αρχείο του σχολείου αρρένων, κατά το 1914-15, είναι παραπάνω από διπλάσιος σε σχέση με το προηγούμενο σχολικό έτος (ογδόντα εννέα από τους τριάντα-πέντε). Η θεαματική αύξηση οφείλεται πέρα από τη λειτουργία ‘προκαταρκτικής’ τάξεως και στα τριάντα-δύο παιδιά που έρχονται από διάφορα μέρη της Μικράς Ασίας. Παρόλα αυτά, για δύο μαθητές, στους οποίους αναφέρεται ως ‘πατρίδα’ το Βαϊραμίτς και το Αδά - Τεπέ, δεν υπάρχει ο χαρακτηρισμός ‘πρόσφυξ’, ίσως γιατί μπορεί να είχαν εγκατασταθεί νωρίτερα με τις οικογένειές τους στην Κλειού ή να κατάγονταν από εκεί. Γι’ αυτούς, ως επάγγελμα πατρός αναφέρεται το «πεταλωτής» και το «μυλωθρός» (το τελευταίο, ένα επάγγελμα χαρακτηριστικό της εποχής αυτής, καθώς αναφερόταν στον μυλωνά ή / και σε αυτόν που γνώριζε τη λειτουργία των μύλων και ως πρακτικός μηχανικός επόπτευε την κατασκευή τους).
Στον πίνακα που ακολουθεί φαίνεται το ποσοστό προσφύγων μαθητών επί του συνόλου του μαθητικού πληθυσμού:
1914-15 1915-16 1916-17 1917-18 1918-19 1919-20
34,83% 29,57% Δεν υπάρχουν στοιχεία 33% 45,97% 42,16%
Από τα στοιχεία προκύπτει ότι πέρα από το σχολικό έτος 1914-15, η χρονιά κατά την οποία παρατηρείται ένα δεύτερο σημαντικό κύμα εισόδου προσφύγων μαθητών στο σχολείο είναι το 1918-19. Ενδιαφέρον έχει να επιβεβαιώσει κανείς το παραπάνω, σε σχέση με το ποσοστό καινούριων προσφύγων μαθητών που εγγράφονται σε διάφορες τάξεις του σχολείου (βλ. πίνακα που ακολουθεί), επί του συνόλου των καταγεγραμμένων ως προσφύγων. Αυτό ίσως δείξει το κατά πόσο οι οικογένειες αυτές εγκαταστάθηκαν μόνιμα ή όχι στην Κλειώ, αλλά και γενικότερα τα βασικά σχήματα της άφιξης των νέων προσφύγων στον οικισμό.
1915-16 1917-18 1918-19 1919-20
0% 66,66% 50% 11,42%
Το σχολικό έτος 1915-16, όλοι οι πρόσφυγες μαθητές ανήκουν σε οικογένειες που είχαν εγκατασταθεί ήδη από την προηγούμενη χρονιά. Από αυτούς, σύμφωνα με σημειώσεις του δασκάλου, οι τρεις μετακομίζουν οικογενειακώς στον Βόλο, και ένας στο ‘εξωτερικό’ (πιθανότατα πίσω στη Μικρά Ασία). Το έτος 1917-18 έχει ενδιαφέρον γιατί το ποσοστό των καινούριων προσφύγων μαθητών είναι υψηλό, εντούτοις από αυτούς, οι μισοί φέρουν επώνυμα κοινά με αντίστοιχους μαθητές που είχαν εμφανιστεί στο σχολείο τις δύο προηγούμενες σχολικές χρονιές. Αυτό μας φέρνει πιο κοντά στο ποσοστό του 33 %, ίσως υποδηλώνοντας ότι πρόκειται για αδέρφια ή κυρίως για διευρυμένους συγγενείς των οικογενειών που ήρθαν πρώτες (κάτι που ενισχύεται σε πολλές περιπτώσεις από τον κοινό τόπο καταγωγής τους) – και οι οποίοι ακολουθούν σε ένα δεύτερο χρόνο τους συγγενείς τους στην Κλειώ. Αντίθετα τα επώνυμα όλων των προσφύγων μαθητών που εγγράφονται για πρώτη φορά το 1918-19, δεν έχουν εμφανιστεί τα προηγούμενα τέσσερα έτη, κάτι που μπορεί να δείχνει πως ακολούθησε μια περίοδο δεύτερης, σημαντικής μετακίνησης πληθυσμού από τα απέναντι παράλια. Το 1919-20, τα ποσοστά εισόδου νέων προσφύγων είναι σαφώς μειωμένα. Γενικά, πρόκειται για χρονιά κατά την οποία, αρκετοί από τους πρόσφυγες άρχισαν να επιστρέφουν στη Μικρά Ασία.
Όσον αφορά τους τόπους καταγωγής, παρουσιάζονται παρακάτω τα ποσοστά εμφάνισής τους σε τρεις σχολικές χρονιές. Ως πιο συχνοί τόποι καταγωγής παραμένουν το Αδά-Τεπε και το Ταχτάκιοϊ. Η εμφάνιση μεγαλύτερης διασποράς στους τόπους καταγωγής, αν δεν είναι τυχαία, ίσως δείχνει την ολοένα αυξανόμενη αίσθηση ανασφάλειας των χριστιανών κατοίκων της ευρύτερης περιοχής του κόλπου του Αδραμυττίου (τουλάχιστον μέχρι το 1918 και τη λήξη του πολέμου).
1914-15 1917-18 1919-20
Αδάτεπε 38,70%
Ταχτάκιοϊ 22,58%
Άλλα: Μ. Τσιπνή, Βαϊραμίτς, Γκιορέ, Κουτσούκ-κουγιου
Αδάτεπε 37,50%
Ταχτάκιοϊ 16,66%
Τσιπνή 16,66%
Άλλα: Κουτσούκ-κουγιου, Βαϊραμίτς Αδραμύτιον,Μοσχονήσια Αδάτεπε 40%
Ταχτάκιοϊ 35%
Άλλα: Ζεϊτινλή, Κουτσούκ-κουγιου, Μ. Τσιπνή, Βαϊραμίτς Αδραμύτιον, Αβτζιλάρ, Κιουρέ, Μοσχονήσια, Παπαζλή
Τέλος, τα ποσοστά εμφάνισης των επαγγελμάτων των πατεράδων, επί του συνόλου των ‘προσφύγων’ μαθητών, δείχνουν την ύπαρξη μια μεγάλης ομάδας ‘εργατών’ που λογικά απασχολούνται σε διάφορες αγροτικές εργασίες που έχουν ζήτηση και στις οποίες έχει πρόσβαση, υπό αυτές τις συνθήκες, η συγκεκριμένη πληθυσμιακή ομάδα.
1917-18 1918-19 1919-20
Εργάτης 45,83%
Παντοπώλης 16,66%
Άλλα: αλιεύς, σανδαλοποιός, αρτοποιός, γεωργός, διδάσκαλος, ανθρακεύς Εργάτης 62,5%, Παντοπώλης 16,66%. Άλλα: σανδαλοποιός, μηχανικός, κτηματίας, διδάσκαλος. Κουρεύς, αλιεύς, ορφανός. Εργάτης 54,28% Παντοπώλης 8,57%
Άλλα: κτηματίας, μηχανικός, γεωργός, καφετζής, ανθρακεύς, αλιεύς, διδάσκαλος, ποιμήν, έμπορος, σανδαλοποιός, κουρεύς,
Μπούρατζη Βασιλική
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΚΛΕΙΟΥΣ - ΈΝΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑ
Γενικός Έλεγχος 1912…
Ο Γεώργιος Αριστείδης στην «Τετραλογία Πανηγυρική», μια έκδοση του 1863, αναφέρει ότι σύμφωνα με «είκοσι ετών νεωτέρας απογραφής» (δηλαδή γύρω στα 1843), η Κλειώ ανήκε στο «διαμέρισμα» Μυτιλήνης, το οποίο περιλάμβανε τριάντα «κοινότητες». Στο χωριό εμφανίζονται να κατοικούν 118 οικογένειες χριστιανών, (304 άνδρες) και 69 οικογένειες Οθωμανών, (164 άνδρες) (1999: 164,166). Ύπαρξη δημοτικού σχολείου δεν αναφέρεται. Συνολικά σε όλο το νησί καταγράφονται 46 δημοτικά σχολεία, 8 ελληνικά και 4 παρθεναγωγεία. Ο Σταύρος Τάξης όμως, σε έκδοση του 1874, επιβεβαιώνει τη λειτουργία αλληλοδιδακτικού σχολείου στην Κλειώ. Συγκριτικά με την απογραφή του 1843 που παραθέτει ο Γεώργιος Αριστείδης, παρατηρείται αύξηση του πληθυσμού, καθώς φαίνεται να κατοικούν 180 οικογένειες χριστιανών και 73 οικογένειες Οθωμανών. Το χωριό ανήκει στον «καζά» Μυτιλήνης και απέχει από αυτήν 9 ώρες! Στην καταγραφή που κάνει ο ίδιος στα 1909 παρατηρούμε ξανά μια σημαντική αύξηση του ντόπιου χριστιανικού κυρίως πληθυσμού, σε 260 οικογένειες, έναντι 80 των Μουσουλμάνων. Επιβεβαιώνεται ακόμη η ύπαρξη σχολείου αρρένων και θηλέων, της εκκλησίας της Αγίας Τριάδος, του Οθωμανικού τεμένους και ενός παραπλήσιου σε αυτό σχολείου (1996:40,41) (1994:127-128). Τέλος ο Παναγιώτης Σαμαράς αναφέρει για το 1887 τη λειτουργία ενός Οθωμανικού σχολείου με 30 μαθητές, και για το 1912, ενός δημοτικού σχολείου αρρένων και ενός παρθεναγωγείου, με 107 μαθητές (1948: 69, 72).
Είναι πολύ πιθανό τα παραπάνω στοιχεία να φέρουν σημαντικές αποκλίσεις από την πραγματικότητα, εντούτοις είναι χρήσιμα γιατί μας οδηγούν σε δύο βασικά συμπεράσματα. Το πρώτο αφορά τον χριστιανικό πληθυσμό της Κλειούς, ο οποίος αυξάνεται θεαματικά κατά τα τελευταία ογδόντα χρόνια της Τουρκοκρατίας, κάτι που παρατηρείται γενικά για όλο το νησί την ίδια περίοδο. Η αύξηση αυτή οφείλεται στην πτώση της θνησιμότητας και συνοδεύεται από σημαντική οικονομική και πνευματική ανάπτυξη των κατοίκων του νησιού την ίδια περίοδο. Δεύτερον, το σχολείο της Κλειούς ίσως να λειτούργησε πρώτη φορά, μεταξύ των ετών 1863 και 1874, ενώ ο μεγάλος και καταστροφικότατος σεισμός του 1867 μάλλον φέρνει την ίδρυση πιο κοντά στα 1874.
Το αρχείο του δημοτικού σχολείου που διασώζεται ως τις μέρες μας ξεκινάει από το μήνα Απρίλιο του 1912, οπότε μιλάμε και για την τελευταία σχολική χρονιά του 1911-1912, πριν από τα γεγονότα του Νοεμβρίου του 1912 και την κατοχή του νησιού από τον ελληνικό στρατό. Η μελέτη του είναι ιδιαίτερα σημαντική καθώς μπορεί να δώσει πληροφορίες γύρω από τη φοίτηση και διαρροή του μαθητικού πληθυσμού κατά φύλο, εντοπιότητα και κοινωνική τάξη. Ακόμη, μέσα από το επάγγελμα του πατέρα που καταγράφεται, μπορεί κανείς να ‘δει’ την εξέλιξη του κοινωνικού και οικονομικού ιστού της Κλειούς, ενώ μέσα από μια παράλληλη διερεύνηση του αρχείου των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων Μανταμάδου και του Γυμνασίου και Παρθεναγωγείου Μυτιλήνης, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η μελέτη των αντιλήψεων και πρακτικών των κατοίκων γύρω από τη μόρφωση των παιδιών τους και τη φοίτηση στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Τέλος, σε επίπεδο πιο συναισθηματικό, για τους ίδιους τους Κλειώτες, τα ονόματα όλων αυτών των παιδιών που πέρασαν από «το σχολείο του λαού», φέρνουν θύμισες από γενιές που πέρασαν, πρόσωπα πλέον χαμένα αλλά αποτυπωμένα από το δάσκαλο για πάντα, με γράμματα καλλιγραφικά, δίπλα σε βαθμούς και χαρακτηρισμούς όπως «στάσιμος» «προβιβάσιμος» και «απεσύρθη».
Κατά το σχολικό έτος 1911-1912, το σχολείο φαίνεται να λειτουργεί μέχρι τον Μάιο. Ο δάσκαλος σημειώνει κάθε μήνα τη φοίτηση των μαθητών, ενώ κάποιοι από αυτούς εμφανίζονται στο σχολείο προς το τέλος της χρονιάς. Χαρακτηριστικά εμφανίζεται και η κατηγορία των «νεοελθόντων». Τον μήνα Απρίλιο, είναι πάντως εγγεγραμμένοι 42 μαθητές. Πιο αναλυτικά δέκα μαθητές στην Α τάξη, εννέα στη Β, εννέα στη Γ, επτά στη Δ, και επτά στην Ε. Οι μαθητές της Πέμπτης δημοτικού που καταγράφονται είναι οι εξής: Νικόλαος Στυλ. Μυριτζή, Ελευθέριος Ιωαν. Τσεσμετζή, Ευστράτιος Ιωάννου Αποίκου, Γεώργιος Αποστ. Μαρμαρινού, Νικόλαος Βασιλ. Δούκα, Δημήτριος Γ. Βουγιατζόγλου, Στυλιανός Θεοδ. Κιουσέ. Από την άλλη μεριά, οι μαθητές της Πρώτης τάξης είναι οι εξης: Ευστρ Στυλ. Βογιατζή, Παλ. Ιωάν. Τσεσμετζή, Δημ. Παν. Ανδρέου, Παρασκ. Νικ. Τσουκαρή, Δρακούλη Θεοδ. Κιουσέ, Γεωργίου Χ. Κωνσταντίνου, Παν. Ευστρ. Τσαμαϊδη, Παντελή Β Κωνστάντογλου, Νικολ Ευαγ. Δούλγκερη, Σωτηρ. Ευστρ. Μπόλκα.
Το σχολικό έτος 1912-13 φαίνεται από τα αρχεία να ξεκινάει το μήνα Νοέμβριο. Και εδώ δεν υπάρχει περαιτέρω συστηματική καταγραφή της φοίτησης. Κάτι τέτοιο γίνεται από την επόμενη σχολική χρονιά (1913-14) με μια πρώτη καταγραφή από το δάσκαλο, του ονοματεπώνυμου του μαθητή, της ηλικίας του, του επαγγέλματος πατρός, της εποχής “προσελεύσεως”, και “αποχωρήσεως”, και άλλων “παρατηρήσεων” τα οποία μαρτυρούν μια πιο συντονισμένη προσπάθεια ‘ελέγχου’ της διαρροής και της εποχιακής και σποραδικής φοίτησης ορισμένων μαθητών στο σχολείο. Οι μαθητές είναι συνολικά 35 (18 στη Β, 7 στη Γ και 10 στη Δ τάξη). Στις παρατηρήσεις, ως αφορμές διακοπής της φοίτησης, εμφανίζονται δίπλα στα ονόματα δύο μαθητών οι εξής: «Στρατολόγηθέντος του αδερφού του προσελύφθη εις το παντοπωλείο», «Μετά δέκα ημερών εορτάς, ελθών αμελέτητος και επιπληχθείς απεσύρθει». Όσον αφορά τα επαγγέλματα των πατεράδων εμφανίζονται οι εξής χαρακτηρισμοί: τριχουργός (3 φορές) παντοπώλης (3) έμπορος (1), καφεπώλης (2), φύλακας (1), αγρότης (2), ξυλουργός (1), γεωργός (9), ορφανός (2), ξυλοπώλης (1), ιχθυοπώλης (1), μετρητής (1), ράπτης (1), εργάτης (4). Πιο συγκεκριμένα, ως «αγρότες» εμφανίζονται οι πατεράδες των Ευστρ. Αποίκου και Παν. Σάλιακα, ως «γεωργοί» αυτοί των Νικ Μυριτζή, Δημ. Βατσάνου, Βασ. Ζ. Δρακούλη, Ιωαν. Καρανικόλα, Χρίσ Χατζηκωνσταντίνου , Παναγ. Γούναρη, Νικ. Π. Ανδρέου, Ιωάν. Τσοκαρή και Χαρ. Γιανκυριάκου. Τέλος ως «έμπορος» καταγράφεται ο πατέρας του Νικολ. Β. Δούκα και ως «παντοπώλες» οι πατεράδες των Ζαχαρ. Ζαχαριάδη, Παναγ. Τερζή και Διαμ. Βογιατζόγλου.
Ιδιαίτερες ευχαριστίες στον διευθυντή του Δημοτικού Κάπης- Κλειούς κ. Χατζέλλη και σε όλο γενικά τον σύλλογο εκπαιδευτικών του σχολείου για την αμέριστη βοήθεια.
Μπούρατζη Βασιλική
Βιβλιογραφία - Πηγές
Αρχείο Δημοτικού Σχολείου Κλειούς
Αριστείδη, Γ. 1999. Τετραλογία Πανηγυρική (Φωτοτυπημένη επανέκδοση της Πρώτης Εκδόσεως του 1863). Μυτιλήνη: Χαρτοπωλείο Πετράς.
Σαμαρά, Ι. Π. 1948. Η Εκπαίδευση στη Λέσβο (Από τα Πρώτα Χρόνια της Σκλαβιάς). Μυτιλήνη.
Τάξης, Γ. Σ. 1994. Συνοπτική Ιστορία και Τοπογραφία της Λέσβου. (Φωτομηχανική Ανατύπωση της Έκδοσης του 1909). Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Μυτιλήνη: Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας.
Τάξης, Γ. Σ. 1996. Συνοπτική Ιστορία της Λέσβου και Τοπογραφία Αυτής. (Φωτομηχανική Ανατύπωση της Έκδοσης του 1874). Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Μυτιλήνη: Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας.
Επάγγελμα πατρός: ‘πρόσφυξ’
Ο Α΄ Διωγμός μέσα από το αρχείο Αρρένων του Δημοτικού σχολείου Κλειούς
Ξεφυλλίζοντας τα αρχεία του Δημοτικού σχολείου αρρένων Κλειούς, το 1914-15 είναι το πρώτο σχολικό έτος στο οποίο παρατηρεί κανείς τον χαρακτηρισμό «πρόσφυξ» δίπλα σε ονόματα μαθητών. Μάλιστα, τις πρώτες χρονιές αυτό καταγράφεται στη θέση του επαγγέλματος του πατέρα, κάτι που δείχνει ίσως την αναστάτωση που επικρατούσε. Ο χαρακτηρισμός συνοδεύει όλη τη φοίτηση των μαθητών, δείχνοντας ότι η προσφυγιά συγκροτούσε πάνω απ’ όλα την ταυτότητα των συγκεκριμένων ανθρώπων, τουλάχιστον στα μάτια του δασκάλου, ως εκπρόσωπο του κράτους μέσα απ’ το σχολείο. Η παρουσία των προσφύγων οφείλεται ασφαλώς στον Α΄ διωγμό διαφόρων εθνοτήτων που κατοικούσαν σε εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στα πλαίσια των εθνικιστικών τάσεων που άρχισαν να διαμορφώνονται με το κίνημα των Νεοτούρκων (1908). Ο Μπούμπας Δ. αναφέρει για τη Λέσβο, ότι ο Α΄ διωγμός ήταν σε όγκο προσφύγων το ίδιο μεγάλος σε σχέση με το 1922, με μόνη διαφορά ότι αναπτύχθηκε σε βάθος τεσσάρων ετών. Από τους 15.000 - κατά προσέγγιση - των μαθητών που φοιτούσαν στα σχολεία της νοτιο-ανατολικής Λέσβου, ο αριθμός των προσφύγων υπολογίζεται να αγγίζει το 28% , δηλαδή περίπου τους 4.000. Είναι εντυπωσιακό όμως ότι για την περίοδο 1914-18, όπως προκύπτει από στοιχεία που συνέλεξε από αρχεία των σχολείων ο ίδιος, ανάμεσα στους οικισμούς της Ανατολικής Λέσβου, τα Δ.Σ. της Κλειούς και της Κάπης έρχονται μαζί με αυτό της Παναγιούδας, στις πρώτες θέσεις υποδοχής προσφύγων μαθητών, σε σχέση με το σύνολο του μαθητικού πληθυσμού τους, με ποσοστά 44,44 %, 38,42 % και 69,82 % αντίστοιχα (Μπούμπας 2008: 42-43).
Στο παρόν κείμενο αναφέρονται ορισμένα στοιχεία που προκύπτουν μέσα από τη μελέτη του αρχείου αρρένων του Δημοτικού Σχολείου Κλειούς, για τα σχολικά έτη 1914 -1920, σχετικά με τους πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στην Κλειώ. Υπάρχουν δυσκολίες στην εξαγωγή συμπερασμάτων, από τη μία, γιατί το συγκεκριμένο δείγμα είναι σχετικά μικρό και από την άλλη, εξαιτίας της μεγάλης κινητικότητας του μαθητικού πληθυσμού. Για παράδειγμα, ο διευθυντής Π. Μακρής, το 1914-15, πέρα από το ‘ονοματεπώνυμο’, την ‘ηλικία’, το ‘επάγγελμα πατρός’ και άλλες τυχών ‘παρατηρήσεις’, αναγκάζεται να καταγράψει και την «εποχή προσελεύσεως και αποχώρησης» του μαθητή, στην προσπάθειά του να παρακολουθήσει τη μη σταθερή φοίτηση των μαθητών. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι από τους επτά μαθητές της Τρίτης τάξης του προηγούμενου έτους, συνεχίζουν στην Τετάρτη οι τρεις, και από τους δεκαοχτώ μαθητές της Δευτέρας, οι επτά, ενώ όλοι οι μαθητές της Δευτέρας τάξης του 1914-15 είναι νέες εγγραφές. Από τους ογδόντα-εννέα μαθητές, οι είκοσι-ένα θα διαρρεύσουν από το σχολείο την ίδια χρονιά. Εντούτοις, παρά τις παραπάνω αδυναμίες, η μελέτη της συγκεκριμένης εξαετίας, επιτρέπει να γίνουν κάποιες αρχικές υποθέσεις για τον τρόπο που κινήθηκε γενικότερα αυτή η μερίδα του πληθυσμού, μέσα στις δύσκολες συγκυρίες της συγκεκριμένης περιόδου. Τα όποια στοιχεία προκύπτουν, χρήζουν αναμφισβήτητα περισσότερης μελέτης.
Ο αριθμός των μαθητών που καταγράφονται ως φοιτώντες, έστω και για λίγο διάστημα, στο αρχείο του σχολείου αρρένων, κατά το 1914-15, είναι παραπάνω από διπλάσιος σε σχέση με το προηγούμενο σχολικό έτος (ογδόντα εννέα από τους τριάντα-πέντε). Η θεαματική αύξηση οφείλεται πέρα από τη λειτουργία ‘προκαταρκτικής’ τάξεως και στα τριάντα-δύο παιδιά που έρχονται από διάφορα μέρη της Μικράς Ασίας. Παρόλα αυτά, για δύο μαθητές, στους οποίους αναφέρεται ως ‘πατρίδα’ το Βαϊραμίτς και το Αδά - Τεπέ, δεν υπάρχει ο χαρακτηρισμός ‘πρόσφυξ’, ίσως γιατί μπορεί να είχαν εγκατασταθεί νωρίτερα με τις οικογένειές τους στην Κλειού ή να κατάγονταν από εκεί. Γι’ αυτούς, ως επάγγελμα πατρός αναφέρεται το «πεταλωτής» και το «μυλωθρός» (το τελευταίο, ένα επάγγελμα χαρακτηριστικό της εποχής αυτής, καθώς αναφερόταν στον μυλωνά ή / και σε αυτόν που γνώριζε τη λειτουργία των μύλων και ως πρακτικός μηχανικός επόπτευε την κατασκευή τους).
Στον πίνακα που ακολουθεί φαίνεται το ποσοστό προσφύγων μαθητών επί του συνόλου του μαθητικού πληθυσμού:
1914-15 1915-16 1916-17 1917-18 1918-19 1919-20
34,83% 29,57% Δεν υπάρχουν στοιχεία 33% 45,97% 42,16%
Από τα στοιχεία προκύπτει ότι πέρα από το σχολικό έτος 1914-15, η χρονιά κατά την οποία παρατηρείται ένα δεύτερο σημαντικό κύμα εισόδου προσφύγων μαθητών στο σχολείο είναι το 1918-19. Ενδιαφέρον έχει να επιβεβαιώσει κανείς το παραπάνω, σε σχέση με το ποσοστό καινούριων προσφύγων μαθητών που εγγράφονται σε διάφορες τάξεις του σχολείου (βλ. πίνακα που ακολουθεί), επί του συνόλου των καταγεγραμμένων ως προσφύγων. Αυτό ίσως δείξει το κατά πόσο οι οικογένειες αυτές εγκαταστάθηκαν μόνιμα ή όχι στην Κλειώ, αλλά και γενικότερα τα βασικά σχήματα της άφιξης των νέων προσφύγων στον οικισμό.
1915-16 1917-18 1918-19 1919-20
0% 66,66% 50% 11,42%
Το σχολικό έτος 1915-16, όλοι οι πρόσφυγες μαθητές ανήκουν σε οικογένειες που είχαν εγκατασταθεί ήδη από την προηγούμενη χρονιά. Από αυτούς, σύμφωνα με σημειώσεις του δασκάλου, οι τρεις μετακομίζουν οικογενειακώς στον Βόλο, και ένας στο ‘εξωτερικό’ (πιθανότατα πίσω στη Μικρά Ασία). Το έτος 1917-18 έχει ενδιαφέρον γιατί το ποσοστό των καινούριων προσφύγων μαθητών είναι υψηλό, εντούτοις από αυτούς, οι μισοί φέρουν επώνυμα κοινά με αντίστοιχους μαθητές που είχαν εμφανιστεί στο σχολείο τις δύο προηγούμενες σχολικές χρονιές. Αυτό μας φέρνει πιο κοντά στο ποσοστό του 33 %, ίσως υποδηλώνοντας ότι πρόκειται για αδέρφια ή κυρίως για διευρυμένους συγγενείς των οικογενειών που ήρθαν πρώτες (κάτι που ενισχύεται σε πολλές περιπτώσεις από τον κοινό τόπο καταγωγής τους) – και οι οποίοι ακολουθούν σε ένα δεύτερο χρόνο τους συγγενείς τους στην Κλειώ. Αντίθετα τα επώνυμα όλων των προσφύγων μαθητών που εγγράφονται για πρώτη φορά το 1918-19, δεν έχουν εμφανιστεί τα προηγούμενα τέσσερα έτη, κάτι που μπορεί να δείχνει πως ακολούθησε μια περίοδο δεύτερης, σημαντικής μετακίνησης πληθυσμού από τα απέναντι παράλια. Το 1919-20, τα ποσοστά εισόδου νέων προσφύγων είναι σαφώς μειωμένα. Γενικά, πρόκειται για χρονιά κατά την οποία, αρκετοί από τους πρόσφυγες άρχισαν να επιστρέφουν στη Μικρά Ασία.
Όσον αφορά τους τόπους καταγωγής, παρουσιάζονται παρακάτω τα ποσοστά εμφάνισής τους σε τρεις σχολικές χρονιές. Ως πιο συχνοί τόποι καταγωγής παραμένουν το Αδά-Τεπε και το Ταχτάκιοϊ. Η εμφάνιση μεγαλύτερης διασποράς στους τόπους καταγωγής, αν δεν είναι τυχαία, ίσως δείχνει την ολοένα αυξανόμενη αίσθηση ανασφάλειας των χριστιανών κατοίκων της ευρύτερης περιοχής του κόλπου του Αδραμυττίου (τουλάχιστον μέχρι το 1918 και τη λήξη του πολέμου).
1914-15 1917-18 1919-20
Αδάτεπε 38,70%
Ταχτάκιοϊ 22,58%
Άλλα: Μ. Τσιπνή, Βαϊραμίτς, Γκιορέ, Κουτσούκ-κουγιου
Αδάτεπε 37,50%
Ταχτάκιοϊ 16,66%
Τσιπνή 16,66%
Άλλα: Κουτσούκ-κουγιου, Βαϊραμίτς Αδραμύτιον,Μοσχονήσια Αδάτεπε 40%
Ταχτάκιοϊ 35%
Άλλα: Ζεϊτινλή, Κουτσούκ-κουγιου, Μ. Τσιπνή, Βαϊραμίτς Αδραμύτιον, Αβτζιλάρ, Κιουρέ, Μοσχονήσια, Παπαζλή
Τέλος, τα ποσοστά εμφάνισης των επαγγελμάτων των πατεράδων, επί του συνόλου των ‘προσφύγων’ μαθητών, δείχνουν την ύπαρξη μια μεγάλης ομάδας ‘εργατών’ που λογικά απασχολούνται σε διάφορες αγροτικές εργασίες που έχουν ζήτηση και στις οποίες έχει πρόσβαση, υπό αυτές τις συνθήκες, η συγκεκριμένη πληθυσμιακή ομάδα.
1917-18 1918-19 1919-20
Εργάτης 45,83%
Παντοπώλης 16,66%
Άλλα: αλιεύς, σανδαλοποιός, αρτοποιός, γεωργός, διδάσκαλος, ανθρακεύς Εργάτης 62,5%, Παντοπώλης 16,66%. Άλλα: σανδαλοποιός, μηχανικός, κτηματίας, διδάσκαλος. Κουρεύς, αλιεύς, ορφανός. Εργάτης 54,28% Παντοπώλης 8,57%
Άλλα: κτηματίας, μηχανικός, γεωργός, καφετζής, ανθρακεύς, αλιεύς, διδάσκαλος, ποιμήν, έμπορος, σανδαλοποιός, κουρεύς,
Μπούρατζη Βασιλική
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου