Το άρθρο το ανέβασα στην ιστοσελίδα μου πριν 3 χρόνια. Μια επανάληψη του δεν θα είναι κακή, αφού διατηρεί και σήμερα την επικαιρότητά του……..
Αναζητώντας ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα
Από την εποχή που απόκτησα συνείδηση των συμβαινόντων στην πολιτική κονίστρα της χώρας μας ένα πρόβλημα συνεχίζει απτόητα να αναζητά τη λύση, ενώ συνεχίζει να παραμένει άλυτο. Δεν έχει βρεθεί ένα φορολογικό σύστημα που να ικανοποιεί τους πάντες και να είναι κοινά αποδεκτό. Με μεγάλη συχνότητα το σύστημα αλλάζει και νομοθετείται ένα διαφορετικό με τον πομπώδη ισχυρισμό ότι το νέο αποκαθιστά τις αδικίες του προηγούμενου και επιτέλους γίνεται δικαιότερο.
Όλοι φαινομενικά συμφωνούμε στα βασικά: Να χτυπηθεί η φοροδιαφυγή, να είναι η επιβάρυνση στους πολίτες αναλογικά κατανεμημένη με κριτήριο τις δυνατότητές τους και κατά συνέπεια να μοιράζονται τα έσοδα στους έχοντας μεγαλύτερη ανάγκη. Όλα αυτά όμως στο θεωρητικό επίπεδο. Όταν όμως ένα μέτρο σε αφορά προσωπικά τότε η στάση των περισσοτέρων διαφοροποιείται. Στη πράξη καλύτερο σύστημα είναι αυτό που φορολογεί τους…άλλους.
Ας δούμε το πρόβλημα στη βάση του με τον απλούστερο κατά το δυνατόν τρόπο. Μια χώρα για να λειτουργήσει χρειάζεται για όλες τις ανάγκες της, ετησίως, ένα ποσόν (έξοδα). Βεβαίως αυτό το ποσόν δεν είναι εξαρχής δεδομένο και σταθερό. Είναι συνάρτηση της ιστορικής οργάνωσης του κράτους, των θεσμών που έχουν νομοθετηθεί και την ιεράρχηση των αναγκών. Με τα έσοδα που έχει απ’ όλες τις δυνατές πηγές συγκεντρώνει με τη σειρά του ετησίως ένα άλλο ποσόν (έσοδα). Αυτά, κατά το μεγαλύτερο ποσοστό, συγκεντρώνονται από την άμεση κι έμμεση φορολογία.
Για μια σειρά χρόνια τα έξοδα ήταν μεγαλύτερα από τα έσοδα και η μόνιμη λύση που ανεύθυνα υιοθετούνταν δεν ήταν η μείωση των εξόδων, αλλά ο συνεχής δανεισμός από τους διεθνείς κεφαλαιούχους. Μέσα σ’ όλα αυτά τα χρόνια τα χρέη συσσωρεύτηκαν και μαζί με τους αναπόφευκτους τόκους και το βάρος έγινε δυσβάστακτο κι επικίνδυνο. Τα δάνεια τα ζητούσαμε να τα πάρουμε, δεν μας τα έδιναν με το ζόρι. Επίσης γνωρίζαμε ότι οι διαθέτοντες τα χρήματα δεν ήταν φιλανθρωπική οργάνωση, αλλά ψυχροί κι ανελέητοι κυνηγοί του κέρδους. Όταν είδαν την αδυναμία μας και μύρισαν τον κίνδυνο ανέβασαν τα επιτόκια σε απαγορευτικά ύψη. Έτσι τα «εύκολα λεφτά» μας τέλειωσαν και η κάνουλα των δανεικών έκλεισε.
Με βάση την απλή λογική το αδιέξοδο ήταν αναπόφευκτο. Κάποιοι – πολύ λίγοι – εγκαίρως έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου, αλλά οι φωνές τους ακούγονταν παράταιρες μέσα στην αδιάκοπη διεκδικητική λογική των πάσης φύσεως κρατικοδίαιτων τρωκτικών.
Από αυτή τη στιγμή και μετά δυο ήταν τα ενδεχόμενα. Πρώτον ν’ απευθυνθούμε στους συμμάχους μας ζητώντας την αρωγή τους για να βρεθεί μια έστω μακρόχρονη διέξοδος στο αδιέξοδο. Οι διαρθρωτικές αλλαγές που ζητούνται έπρεπε μόνοι μας κι από χρόνια να τις εφαρμόσουμε κι όχι να επιβάλλονται από τρίτους. Το δεύτερο ενδεχόμενο ήταν να απομονωθούμε, ζώντας μόνοι το δράμα της κρίσης. Να αρκεστούμε σε ό,τι μαζεύουμε - που εξαιτίας του φόβου που θα επικρατούσε - αυτά θα μειώνονταν δραστικά- και να πορευτούμε μόνοι μας.
Είναι φανερό ότι η δεύτερη λύση θα συνεπαγόταν πολύχρονη στέρηση βασικών αγαθών, δραστική αλλαγή των συνηθειών της καθημερινότητάς μας με μια ασθενή ελπίδα ότι κάποτε η κρίση θα ξεπεραστεί εκ των ενόντων. Στοιχειώδης προϋπόθεση θα ήταν η πλήρης σύμπνοια μεταξύ του πληθυσμού και η εξάντληση όλων των ικανοτήτων μας. Προϋποθέσεις δύσκολες να συνυπάρξουν με βάση τα εγχώρια δεδομένα.
Επιλέξαμε την πρώτη λύση: Να μας δανείσουν χρήματα τα εθνικά κράτη θέτοντας αναπόφευκτα κάποιους όρους. Όλοι αυτοί οι όροι στοχεύουν να εξασφαλίσουν την επιστροφή των χρημάτων, αλλά και να δημιουργηθούν οι συνθήκες να μην επαναληφθούν τέτοια φαινόμενα. Μου μένει όλο αυτό τον καιρό μια απορία. Αν αυτό δεν γινόταν με ποια χρήματα θα εξυπηρετούνταν οι βασικές υποχρεώσεις του κράτους σε μισθούς, συντάξεις κι όλα τα παρεπόμενα. Περί του θέματος μέχρι τώρα δεν άκουσα μια εναλλακτική πρόταση, πέραν κάποιων αόριστων αναφορών, που παρέμειναν σ’ αυτό το επίπεδο αοριστίας γιατί δεν στηρίζονταν σε καμιά λογική βάση.
Είναι σίγουρο ότι η επέμβαση ξένων κυβερνήσεων και το ένα είδος εποπτείας που επιβλήθηκε πληγώνουν την εύλογη περηφάνια μας και τέτοιου είδους επικλήσεις βρίσκουν εύφορο έδαφος στο συναίσθημα του μέσου Έλληνα. Αλλά ας υπάρξει και μια άλλη φωνή. Αφού εμείς τα κάναμε ρόιδο ας ζητήσουμε τις συμβουλές κρατών με μεγαλύτερη εμπειρία στην οργάνωση ενός κράτους. Τόσο κακό είναι; Η ευαισθησία κάποιων ήρθε αργά, όταν το έγκλημα είχε συντελεστεί μπροστά στα μάτια τους η ακόμα χειρότερα για ορισμένους εξ αυτών, που φωνασκούν όλως ιδιαιτέρως, να έχουν υπάρξει οι ηθικοί ή φυσικοί αυτουργοί αυτού του εγκλήματος.
Για τις υποχρεώσεις προς τους δανειστές υπήρχαν πολλά ενδεχόμενα. Πρώτον η ολική και κάθετη άρνηση κάθε πληρωμής. Αυτό ακούγεται σίγουρα γοητευτικό, αλλά για τους γνωρίζοντας τα πράγματα είναι σκέτη ψευδαίσθηση μέσα στη σημερινή παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Δεύτερον ένας υποχρεωτικός –εκ μέρους μας - διακανονισμός για μελλοντική αποπληρωμή του χρέους μετά από μια πολύχρονη περίοδο χάριτος, λύση που βεβαίως θα ήταν απίθανο να γίνει δεκτή. Προφανώς δεν υπάρχει περίπτωση για συναινετική στάση πληρωμών.
Όμως και να ξεπερνούσαμε θεωρητικώς το πρόβλημα του χρέους πάλι τα λεφτά δεν φτάνουν. Με βάση τη σημερινή οργάνωση του κράτους τα έξοδα υπερβαίνουν κατά πολύ των εσόδων. Η στάση των υπεύθυνων ηγετών δεν μπορεί να είναι συναισθηματική. Εδώ που φτάσαμε απαιτούνται δραστικές περικοπές που σε πρώτη φάση θα χτυπήσουν σκληρά μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Αυτό πρέπει να γίνει σύντομα, αφού καθυστέρησε ήδη πολύ. Στις έκτακτες καταστάσεις υπάρχει ανάγκη και για έκτακτα μέτρα, ένα εκ των οποίων είναι η δραστική μείωση του κράτους! Τα άλλα είναι ασπιρίνες. Αλλά η σημερινή μας ηγεσία αναποφάσιστη αιωρείται. Άλλο η επιθυμία κι άλλο η σκληρή πραγματικότητα. Κι εγώ ήθελα να είμαι νέος, όμορφος και πλούσιος, αλλά αυτό δεν γίνεται.
Ποιο θα ήταν το επόμενο βήμα; Εκ των πραγμάτων θα οδηγούμασταν στην ολική εκποίηση όσο κι όσο του κάθε λογής εθνικού μας πλούτου. Εμείς οι μεγαλύτεροι προλάβαμε το Μονοπώλιο, όπου όλα τα έσοδα από την πώληση αγαθών και πρώτων υλών - επί πολλές δεκαετίες - εισπράττονταν από τους δανειστές μας.
Θέλω να προσθέσω μια ακόμα αιρετική άποψη. Σίγουρα τα «χαράτσια» προκαλούν διαχρονικά αντιδράσεις. Η θέση του Ευαγγελίου για τους τελώνες, η ιστορική καταγραφή της απληστίας των πάσης φύσεως φοροεισπρακτόρων κτλ επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές. Όμως η είσπραξη του τέλους από τη ΔΕΗ έκανε πολλούς που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν γνώριζαν τι θα πει εφορία να επαναστατήσουν. Μια καλύτερη τακτοποίηση αυτού του τέλους θα κατένειμε δικαιότερα τα βάρη. Μόλις πάει να εφαρμοστεί ένα μέτρο φωνές κι αντιδράσεις από τους μόνιμα φωνασκούντες, μόλις αποσύρεται φωνές από τους ίδιους ότι δεν υπάρχει πολιτική βούληση. Αδιέξοδο!
Είναι, φαίνεται στο DNA μας. Πάντα οι άλλοι φταίνε για τα βάσανα μας. Εμείς είμαστε λευκές περιστερές!
Αναζητώντας ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα
Από την εποχή που απόκτησα συνείδηση των συμβαινόντων στην πολιτική κονίστρα της χώρας μας ένα πρόβλημα συνεχίζει απτόητα να αναζητά τη λύση, ενώ συνεχίζει να παραμένει άλυτο. Δεν έχει βρεθεί ένα φορολογικό σύστημα που να ικανοποιεί τους πάντες και να είναι κοινά αποδεκτό. Με μεγάλη συχνότητα το σύστημα αλλάζει και νομοθετείται ένα διαφορετικό με τον πομπώδη ισχυρισμό ότι το νέο αποκαθιστά τις αδικίες του προηγούμενου και επιτέλους γίνεται δικαιότερο.
Όλοι φαινομενικά συμφωνούμε στα βασικά: Να χτυπηθεί η φοροδιαφυγή, να είναι η επιβάρυνση στους πολίτες αναλογικά κατανεμημένη με κριτήριο τις δυνατότητές τους και κατά συνέπεια να μοιράζονται τα έσοδα στους έχοντας μεγαλύτερη ανάγκη. Όλα αυτά όμως στο θεωρητικό επίπεδο. Όταν όμως ένα μέτρο σε αφορά προσωπικά τότε η στάση των περισσοτέρων διαφοροποιείται. Στη πράξη καλύτερο σύστημα είναι αυτό που φορολογεί τους…άλλους.
Ας δούμε το πρόβλημα στη βάση του με τον απλούστερο κατά το δυνατόν τρόπο. Μια χώρα για να λειτουργήσει χρειάζεται για όλες τις ανάγκες της, ετησίως, ένα ποσόν (έξοδα). Βεβαίως αυτό το ποσόν δεν είναι εξαρχής δεδομένο και σταθερό. Είναι συνάρτηση της ιστορικής οργάνωσης του κράτους, των θεσμών που έχουν νομοθετηθεί και την ιεράρχηση των αναγκών. Με τα έσοδα που έχει απ’ όλες τις δυνατές πηγές συγκεντρώνει με τη σειρά του ετησίως ένα άλλο ποσόν (έσοδα). Αυτά, κατά το μεγαλύτερο ποσοστό, συγκεντρώνονται από την άμεση κι έμμεση φορολογία.
Για μια σειρά χρόνια τα έξοδα ήταν μεγαλύτερα από τα έσοδα και η μόνιμη λύση που ανεύθυνα υιοθετούνταν δεν ήταν η μείωση των εξόδων, αλλά ο συνεχής δανεισμός από τους διεθνείς κεφαλαιούχους. Μέσα σ’ όλα αυτά τα χρόνια τα χρέη συσσωρεύτηκαν και μαζί με τους αναπόφευκτους τόκους και το βάρος έγινε δυσβάστακτο κι επικίνδυνο. Τα δάνεια τα ζητούσαμε να τα πάρουμε, δεν μας τα έδιναν με το ζόρι. Επίσης γνωρίζαμε ότι οι διαθέτοντες τα χρήματα δεν ήταν φιλανθρωπική οργάνωση, αλλά ψυχροί κι ανελέητοι κυνηγοί του κέρδους. Όταν είδαν την αδυναμία μας και μύρισαν τον κίνδυνο ανέβασαν τα επιτόκια σε απαγορευτικά ύψη. Έτσι τα «εύκολα λεφτά» μας τέλειωσαν και η κάνουλα των δανεικών έκλεισε.
Με βάση την απλή λογική το αδιέξοδο ήταν αναπόφευκτο. Κάποιοι – πολύ λίγοι – εγκαίρως έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου, αλλά οι φωνές τους ακούγονταν παράταιρες μέσα στην αδιάκοπη διεκδικητική λογική των πάσης φύσεως κρατικοδίαιτων τρωκτικών.
Από αυτή τη στιγμή και μετά δυο ήταν τα ενδεχόμενα. Πρώτον ν’ απευθυνθούμε στους συμμάχους μας ζητώντας την αρωγή τους για να βρεθεί μια έστω μακρόχρονη διέξοδος στο αδιέξοδο. Οι διαρθρωτικές αλλαγές που ζητούνται έπρεπε μόνοι μας κι από χρόνια να τις εφαρμόσουμε κι όχι να επιβάλλονται από τρίτους. Το δεύτερο ενδεχόμενο ήταν να απομονωθούμε, ζώντας μόνοι το δράμα της κρίσης. Να αρκεστούμε σε ό,τι μαζεύουμε - που εξαιτίας του φόβου που θα επικρατούσε - αυτά θα μειώνονταν δραστικά- και να πορευτούμε μόνοι μας.
Είναι φανερό ότι η δεύτερη λύση θα συνεπαγόταν πολύχρονη στέρηση βασικών αγαθών, δραστική αλλαγή των συνηθειών της καθημερινότητάς μας με μια ασθενή ελπίδα ότι κάποτε η κρίση θα ξεπεραστεί εκ των ενόντων. Στοιχειώδης προϋπόθεση θα ήταν η πλήρης σύμπνοια μεταξύ του πληθυσμού και η εξάντληση όλων των ικανοτήτων μας. Προϋποθέσεις δύσκολες να συνυπάρξουν με βάση τα εγχώρια δεδομένα.
Επιλέξαμε την πρώτη λύση: Να μας δανείσουν χρήματα τα εθνικά κράτη θέτοντας αναπόφευκτα κάποιους όρους. Όλοι αυτοί οι όροι στοχεύουν να εξασφαλίσουν την επιστροφή των χρημάτων, αλλά και να δημιουργηθούν οι συνθήκες να μην επαναληφθούν τέτοια φαινόμενα. Μου μένει όλο αυτό τον καιρό μια απορία. Αν αυτό δεν γινόταν με ποια χρήματα θα εξυπηρετούνταν οι βασικές υποχρεώσεις του κράτους σε μισθούς, συντάξεις κι όλα τα παρεπόμενα. Περί του θέματος μέχρι τώρα δεν άκουσα μια εναλλακτική πρόταση, πέραν κάποιων αόριστων αναφορών, που παρέμειναν σ’ αυτό το επίπεδο αοριστίας γιατί δεν στηρίζονταν σε καμιά λογική βάση.
Είναι σίγουρο ότι η επέμβαση ξένων κυβερνήσεων και το ένα είδος εποπτείας που επιβλήθηκε πληγώνουν την εύλογη περηφάνια μας και τέτοιου είδους επικλήσεις βρίσκουν εύφορο έδαφος στο συναίσθημα του μέσου Έλληνα. Αλλά ας υπάρξει και μια άλλη φωνή. Αφού εμείς τα κάναμε ρόιδο ας ζητήσουμε τις συμβουλές κρατών με μεγαλύτερη εμπειρία στην οργάνωση ενός κράτους. Τόσο κακό είναι; Η ευαισθησία κάποιων ήρθε αργά, όταν το έγκλημα είχε συντελεστεί μπροστά στα μάτια τους η ακόμα χειρότερα για ορισμένους εξ αυτών, που φωνασκούν όλως ιδιαιτέρως, να έχουν υπάρξει οι ηθικοί ή φυσικοί αυτουργοί αυτού του εγκλήματος.
Για τις υποχρεώσεις προς τους δανειστές υπήρχαν πολλά ενδεχόμενα. Πρώτον η ολική και κάθετη άρνηση κάθε πληρωμής. Αυτό ακούγεται σίγουρα γοητευτικό, αλλά για τους γνωρίζοντας τα πράγματα είναι σκέτη ψευδαίσθηση μέσα στη σημερινή παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Δεύτερον ένας υποχρεωτικός –εκ μέρους μας - διακανονισμός για μελλοντική αποπληρωμή του χρέους μετά από μια πολύχρονη περίοδο χάριτος, λύση που βεβαίως θα ήταν απίθανο να γίνει δεκτή. Προφανώς δεν υπάρχει περίπτωση για συναινετική στάση πληρωμών.
Όμως και να ξεπερνούσαμε θεωρητικώς το πρόβλημα του χρέους πάλι τα λεφτά δεν φτάνουν. Με βάση τη σημερινή οργάνωση του κράτους τα έξοδα υπερβαίνουν κατά πολύ των εσόδων. Η στάση των υπεύθυνων ηγετών δεν μπορεί να είναι συναισθηματική. Εδώ που φτάσαμε απαιτούνται δραστικές περικοπές που σε πρώτη φάση θα χτυπήσουν σκληρά μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Αυτό πρέπει να γίνει σύντομα, αφού καθυστέρησε ήδη πολύ. Στις έκτακτες καταστάσεις υπάρχει ανάγκη και για έκτακτα μέτρα, ένα εκ των οποίων είναι η δραστική μείωση του κράτους! Τα άλλα είναι ασπιρίνες. Αλλά η σημερινή μας ηγεσία αναποφάσιστη αιωρείται. Άλλο η επιθυμία κι άλλο η σκληρή πραγματικότητα. Κι εγώ ήθελα να είμαι νέος, όμορφος και πλούσιος, αλλά αυτό δεν γίνεται.
Ποιο θα ήταν το επόμενο βήμα; Εκ των πραγμάτων θα οδηγούμασταν στην ολική εκποίηση όσο κι όσο του κάθε λογής εθνικού μας πλούτου. Εμείς οι μεγαλύτεροι προλάβαμε το Μονοπώλιο, όπου όλα τα έσοδα από την πώληση αγαθών και πρώτων υλών - επί πολλές δεκαετίες - εισπράττονταν από τους δανειστές μας.
Θέλω να προσθέσω μια ακόμα αιρετική άποψη. Σίγουρα τα «χαράτσια» προκαλούν διαχρονικά αντιδράσεις. Η θέση του Ευαγγελίου για τους τελώνες, η ιστορική καταγραφή της απληστίας των πάσης φύσεως φοροεισπρακτόρων κτλ επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές. Όμως η είσπραξη του τέλους από τη ΔΕΗ έκανε πολλούς που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν γνώριζαν τι θα πει εφορία να επαναστατήσουν. Μια καλύτερη τακτοποίηση αυτού του τέλους θα κατένειμε δικαιότερα τα βάρη. Μόλις πάει να εφαρμοστεί ένα μέτρο φωνές κι αντιδράσεις από τους μόνιμα φωνασκούντες, μόλις αποσύρεται φωνές από τους ίδιους ότι δεν υπάρχει πολιτική βούληση. Αδιέξοδο!
Είναι, φαίνεται στο DNA μας. Πάντα οι άλλοι φταίνε για τα βάσανα μας. Εμείς είμαστε λευκές περιστερές!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου