Έφυγε τόσο σύντομα από κοντά μας, αλλά θα μου επιτρέψετε να πω- χωρίς να μπορώ να το αποδείξω - απλώς υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις- πως ο ίδιος έσπρωξε τα πράγματα στο τραγικό τέλος. Το τραγικότερο για μένα είναι ότι πνίγηκε στο θαλάσσιο χώρο μπροστά στον οικισμό των μηχανικών στις Σπέτσες, ενώ την ίδια στιγμή εγώ αμέριμνος κολυμπούσα στην κοντινή απέναντι ακτή της Χηνίτσας, σε απόσταση μικρότερη από ένα χιλιόμετρο. Κι όταν το απόγευμα με το φλάιν γύριζα στην Αθήνα άκουσα εκεί μέσα εμβρόντητος από το δελτίο των 6 την τραγική είδηση.
Με τον Τάκη με συνδέουν πολλές κοινές αναμνήσεις. Ας αρχίσω από την πρώτη. Μπήκαμε στο Πανεπιστήμιο την ίδια χρονιά. Αυτός στη Νομική, με οικογενειακή παράδοση στο επάγγελμα. Ο πατέρας του, Βίκτωρας είχε από παλαιά δικηγορικό γραφείο στη Χαριλάου Τρικούπη και Σόλωνος γωνία. Ένας λυγερόκορμος και όμορφος κύριος πανομοιότυπο του γιού του. Σύχναζα εκεί και ήξερα τη λατρεία που είχε ο Βίκτωρας στο γιο του. Εκεί γνώρισα και τον αδελφό του ποιητή Νίκο Παππά, με ένα πουράκι πάντα στο στόμα που μόλις έσβηνε αντικαθίστατο από έτερο. Ο κυρ Νίκος μου χάρισε με ιδιόχειρη αφιέρωση την ιστορία του για την Ελληνική λογοτεχνία.
Ας μη μακρηγορώ κι ας πω την πρώτη εμπειρία. Ακόμα ήμουν μόνος, πρωτοετής στη σχολή, χωρίς καμιά οργανωτική σχέση, αδαής επαρχιώτης, όμως έτοιμος για δόσιμο, μόλις έβρισκα το δρόμο. Γινόταν μια φοιτητική συγκέντρωση στα προπύλαια και ένας ψηλέας, ένα τουλάχιστον κεφάλι πάνω από όλους, άρχισε με εκείνη την ώριμη, δυνατή και βαθειά φωνή να απαγγέλει από στήθους ένα ποίημα. Δεν ήξερα ακόμα ποιο και ποιου. Αργότερα τα ξεκαθάρισα. Ήταν το ποίημα που διάβασε ο Άγγελος Σικελιανός μπροστά στο νεκρό σώμα του Παλαμά κατά την Κατοχή. « Ηχήστε σάλπιγγες……»
Μου έχει απομείνει ζωντανή η συγκίνηση. Ανατριχίλα! Οι τρίχες ανασηκωμένες και το δάκρυ έτοιμο να κυλίσει απ’ τα μάτια. Ήμασταν ακόμα αλώβητοι από τις κακίες του κόσμου που μας βίασαν αργότερα. Μετά τον έχασα. Αλλά όταν στο δεύτερο έτος των σπουδών ανέβηκα στα γραφεία της ΕΔΑ, που ήταν Αριστείδου 6, τον συνάντησα πάλι. Αυτός είχε προηγηθεί. Βρεθήκαμε δυο φορές στο όργανο της σπουδάζουσας. Μια φορά στη νεολαία της ΕΔΑ και δεύτερη στη Νεολαία Λαμπράκη.
Το ίδιο χρονικό διάστημα κάναμε τη στρατιωτική μας θητεία, αλλά σε διαφορετικές μονάδες κι όταν είχα τις περιπέτειες της φυλάκισης μου ήταν ο δικηγόρος μου στη μάχη που δώσαμε να μην διαγραφώ από το Πανεπιστήμιο. Αλλού περιγράφω αυτή την περιπέτεια. Αργότερα εκτοπίστηκε κι αυτός ζώντας τις δικές του περιπέτειες.
Μετά τη μεταπολίτευση οι δρόμοι μας συναντήθηκαν σε μια πρωτοβουλία μαζί με τον Γιάννη Μπανιά και άλλους για να τιμήσουμε τη μνήμη του Σωτήρη Πέτρουλα στο κατάμεστο θέατρο Διάνα της Ιπποκράτους. Ενώ εγώ διάβασα την ομιλία, το κείμενο είχε κυρίως γραφεί από τον Τάκη. Μετά οι οικογένειες που δημιουργήσαμε, οι επαγγελματικές υποχρεώσεις που μας έτρωγαν τον περισσότερο μας χρόνο, είχαν ως αποτέλεσμα οι κοινές μας εκδηλώσεις να αραιώσουν. Επειδή, για πολλά χρόνια ήμασταν στην ίδια γειτονιά, οι δρόμοι μας συναντιόταν συχνά με αμείωτη την αμοιβαία εκτίμηση. Ας μείνει ζωντανή η μνήμη του Τάκη, μια μορφή που εντυπωσίαζε με την πρώτη ματιά.
Με τον Τάκη με συνδέουν πολλές κοινές αναμνήσεις. Ας αρχίσω από την πρώτη. Μπήκαμε στο Πανεπιστήμιο την ίδια χρονιά. Αυτός στη Νομική, με οικογενειακή παράδοση στο επάγγελμα. Ο πατέρας του, Βίκτωρας είχε από παλαιά δικηγορικό γραφείο στη Χαριλάου Τρικούπη και Σόλωνος γωνία. Ένας λυγερόκορμος και όμορφος κύριος πανομοιότυπο του γιού του. Σύχναζα εκεί και ήξερα τη λατρεία που είχε ο Βίκτωρας στο γιο του. Εκεί γνώρισα και τον αδελφό του ποιητή Νίκο Παππά, με ένα πουράκι πάντα στο στόμα που μόλις έσβηνε αντικαθίστατο από έτερο. Ο κυρ Νίκος μου χάρισε με ιδιόχειρη αφιέρωση την ιστορία του για την Ελληνική λογοτεχνία.
Ας μη μακρηγορώ κι ας πω την πρώτη εμπειρία. Ακόμα ήμουν μόνος, πρωτοετής στη σχολή, χωρίς καμιά οργανωτική σχέση, αδαής επαρχιώτης, όμως έτοιμος για δόσιμο, μόλις έβρισκα το δρόμο. Γινόταν μια φοιτητική συγκέντρωση στα προπύλαια και ένας ψηλέας, ένα τουλάχιστον κεφάλι πάνω από όλους, άρχισε με εκείνη την ώριμη, δυνατή και βαθειά φωνή να απαγγέλει από στήθους ένα ποίημα. Δεν ήξερα ακόμα ποιο και ποιου. Αργότερα τα ξεκαθάρισα. Ήταν το ποίημα που διάβασε ο Άγγελος Σικελιανός μπροστά στο νεκρό σώμα του Παλαμά κατά την Κατοχή. « Ηχήστε σάλπιγγες……»
Μου έχει απομείνει ζωντανή η συγκίνηση. Ανατριχίλα! Οι τρίχες ανασηκωμένες και το δάκρυ έτοιμο να κυλίσει απ’ τα μάτια. Ήμασταν ακόμα αλώβητοι από τις κακίες του κόσμου που μας βίασαν αργότερα. Μετά τον έχασα. Αλλά όταν στο δεύτερο έτος των σπουδών ανέβηκα στα γραφεία της ΕΔΑ, που ήταν Αριστείδου 6, τον συνάντησα πάλι. Αυτός είχε προηγηθεί. Βρεθήκαμε δυο φορές στο όργανο της σπουδάζουσας. Μια φορά στη νεολαία της ΕΔΑ και δεύτερη στη Νεολαία Λαμπράκη.
Το ίδιο χρονικό διάστημα κάναμε τη στρατιωτική μας θητεία, αλλά σε διαφορετικές μονάδες κι όταν είχα τις περιπέτειες της φυλάκισης μου ήταν ο δικηγόρος μου στη μάχη που δώσαμε να μην διαγραφώ από το Πανεπιστήμιο. Αλλού περιγράφω αυτή την περιπέτεια. Αργότερα εκτοπίστηκε κι αυτός ζώντας τις δικές του περιπέτειες.
Μετά τη μεταπολίτευση οι δρόμοι μας συναντήθηκαν σε μια πρωτοβουλία μαζί με τον Γιάννη Μπανιά και άλλους για να τιμήσουμε τη μνήμη του Σωτήρη Πέτρουλα στο κατάμεστο θέατρο Διάνα της Ιπποκράτους. Ενώ εγώ διάβασα την ομιλία, το κείμενο είχε κυρίως γραφεί από τον Τάκη. Μετά οι οικογένειες που δημιουργήσαμε, οι επαγγελματικές υποχρεώσεις που μας έτρωγαν τον περισσότερο μας χρόνο, είχαν ως αποτέλεσμα οι κοινές μας εκδηλώσεις να αραιώσουν. Επειδή, για πολλά χρόνια ήμασταν στην ίδια γειτονιά, οι δρόμοι μας συναντιόταν συχνά με αμείωτη την αμοιβαία εκτίμηση. Ας μείνει ζωντανή η μνήμη του Τάκη, μια μορφή που εντυπωσίαζε με την πρώτη ματιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου