Πέμπτη 31 Μαΐου 2018




  1.Πρόλογος (Από αδημοσίευτο βιβλίο)

Το είδος αυτών των κειμένων έχει από τη γέννηση του πρόβλημα αξιοπιστίας. Αναφέρομαι στις αυτοβιογραφίες, όπου κάποιος αποφασίζει να περιγράψει τα συμβάντα στη διάρκεια του βίου του. Ας εξετάσουμε την περίπτωση που ο συγγραφέας- αφηγητής είναι έντιμος και ειλικρινής με τον εαυτό του και τους αυριανούς αναγνώστες του. Πολλές φορές χωρίς και να το επιδιώκει, έως ασυνείδητα θα έλεγα, υπερτονίζει την επίδραση του στο συμβάν, τοποθετεί τον εαυτό του σε πρωταγωνιστική θέση, ενώ αντίθετα απαλύνει το ενδεχόμενο λάθος, αποσιωπά πιθανές ντροπιαστικές συμπεριφορές και υποτιμά τις αρνητικές επιρροές των πράξεων του σε τρίτους.

 Δεν ομιλώ για τις υστερόβουλες εκείνες περιπτώσεις όπου κάποιοι στήνουν ψεύτικα σκηνικά και διηγούνται παραμυθένιες ιστορίες. Με βάση δε αυτήν την απατηλή εικόνα ζητούν αντίστοιχη θέση στο κοινωνικά τους περίγυρο, τιμές κι αμοιβές πράξεων που δεν τις αξίζουν. Έτσι τα αυτοβιογραφικά κείμενα από τη φύση τους μεταφέρουν  -αντικειμενικά -το έρμα της αμφιβολίας, ένα φορτίο υποκειμενικότητας που σε κάνει να είσαι διστακτικός, να έχεις ένα κράτημα, ακόμα και στις περιπτώσεις, που μια τέτοια στάση αδικεί το συγγραφέα. Υπάρχουν ευτυχώς ενισχυτικά αξιοπιστίας πειστήρια που σταθεροποιούν τους ισχυρισμούς του. Είναι οι μαρτυρίες τρίτων, είναι οι καταγραφές των γεγονότων από τις εφημερίδες της εποχής, είναι πιθανές φωτογραφίες  κι ό,τι άλλο μπορεί να έπαιξε άμεσο ή έμμεσο ρόλο στην εξέλιξη των γεγονότων.

Από πολύ νωρίς σε μια ντροπαλή γωνιά του μυαλού μου κρυβόταν μια τέτοια -για μένα- ευγενική φιλοδοξία, όπως και να κρατώ ημερολόγιο με τα καθημερινά συμβάντα και τις σκέψεις που περνούσαν κάθε μέρα απ’ το μυαλό μου. Οι συνθήκες της  ζωής  αφετηριακά καθόρισαν το είδος και το εύρος των ασχολιών μου. Δεν ξεκίνησα από το μηδέν, αλλά από αρνητική θέση.  Οι οικογενειακές υποχρεώσεις, που δημιούργησα  κι η έγνοια μου, η γυναίκα και η κόρη μου να έχουν ένα αξιοπρεπές επίπεδο ζωής, δε μου άφησαν τέτοια περιθώρια. Έτσι το σχέδιο έμεινε μόνο σα σκέψη  μέσα στο μυαλό

Τα πράγματα άλλαξαν όταν -με συμπληρωμένα τα εξήντα πέντε χρόνια- αποφάσισα να φύγω από το μόνιμο επάγγελμα του δάσκαλου σε φροντιστήριο και να γίνω συνταξιούχος. Την απόφαση αυτή τη συνδύασα και με μια δεύτερη. Να βγάλω από το μυαλό μου -κατά το δυνατόν – όλους τους αριθμούς, νόμους ασκήσεις, που μέχρι τότε κυρίως το γέμιζαν  και θα φέρω στην επιφάνεια το παλαιό σχέδιο μου. Έτσι απέρριψα δελεαστικές προτάσεις ελαφράς και μερικής απασχόλησης και αποφάσισα να σφραγίσω οριστικά το κεφάλαιο της διδασκαλίας. Όλα τα προηγούμενα χρόνια προετοίμαζα τα μαθήματα των επόμενων ημέρων, έφτιαχνα ασκήσεις, που θα προκαλέσουν το ενδιαφέρον των μαθητών μου και σε συνεργασία με συναδέλφους στον ίδιο εργασιακό χώρο συμμετείχα στην έκδοση βιβλίων φυσικής χρήσιμων στην εργασία μας.  

Η πρώτη αυτοβιογραφική μου απόπειρα έγινε μεταξύ των ετών 2006-2009 και είναι το βιβλίο που κυκλοφόρησε στις αρχές του 2010 με τον τίτλο «Κι όμως ήταν όμορφα». Όλα τα κείμενα, 55 στον αριθμό, γράφτηκαν σε αυτό το χρονικό διάστημα, εκτός από δύο. Αυτά είχαν γραφτεί σε παλαιότερες ευκαιρίες  και είναι τα εξής:  Πρώτο «Το μαλακό υπογάστριο», που γράφτηκε στις αρχές του 1973,όταν ακόμα βρισκόμουν στις φυλακές Κορυδαλλού και είχε από καιρό αρχίσει η  εσωτερική βαθμιαία απογύμνωση από τις αρχικές ιδεολογικές, φιλοσοφικές και πολιτικές βεβαιότητες που με είχαν τα προηγούμενα  χρόνια περικυκλώσει. Το δεύτερο είναι με τον τίτλο «Πενιχρή σοδιά» και γράφτηκε το 1978 στην Αθήνα μετά το εξουθενωτικό σοκ που υπέστην όταν έκανα το μεγάλο λάθος της ζωής μου, να εκτεθώ υποψήφιος βουλευτής στην ιδιαίτερη πατρίδα μου Μαγνησία στις εκλογές του 1977. Είναι ώρα να κάνω εδώ μια εξομολόγηση προς όλους, αφού κοντινοί μου άνθρωποι ήδη το ξέρουν και πολλοί περισσότεροι το υποπτεύονται. Στη σύντομη –ατέλειωτη για μένα- περίοδο της «προεκλογικής εκστρατείας» έπαθα ψυχολογική και σωματική κατάρρευση. Μια αφάνταστη πίκρα και θλίψη με κατάντησε ράκος, αποδεικνύοντας πόσο στενά συνδέονται σώμα και ψυχική διάθεση. Με τίποτα δεν πίστευα ο αφελής ότι υπάρχουν στον αριστερό χώρο άνθρωποι, που ενσυνειδήτως θα αρχίσουν έναν ύπουλο πόλεμο λάσπης, διαδίδοντας αριστερά και δεξιά

Κυριακή 27 Μαΐου 2018



Λευτέρης Αντωνιάδης



Λευτέρης Αντωνιάδης
Προσωπικές πληροφορίες
Πλήρες όνομα
Λεφτέρ Κιουτσουκαντωνιάδης
Ημερ. γέννησης
Τόπος γέννησης
Ημερ. θανάτου
13 Ιανουαρίου 2012 (86 ετών)
Τόπος θανάτου
Ύψος
1,69 m
Θέση
Ομάδες νέων
1938-1941
Επαγγελματική καριέρα*
Περίοδος
Ομάδα
Συμμ.
(Γκ.)
1941-1943
90
(75)
1947-1951
135
(100)
1951-1952
30
(4)
1952-1953
12
(2)
1953-1964
480
(323)
1964
5
(2)
Σύνολο
752
(508)
Εθνική ομάδα
Περίοδος
Ομάδα
Συμμ.
(Γκ.)
1948-1963
46
(21)
Προπονητική καριέρα
Περίοδος
Ομάδα
1965
1965-1966
1966-1967
1967-1968
1968-1969
1969-1970
1970
1972
* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα.
† Συμμετοχές (Γκολ).

O Λευτέρης Αντωνιάδης ή Κιουτσουκαντωνιάδης (Lefter Küçükandonyadis, 22 Δεκεμβρίου 1925 -

Παρασκευή 25 Μαΐου 2018

Θα το πω καθαρά. Είμαι υπέρ της σύντομης λύσης με το σκοπιανό. Το πλεονέκτημα που έχουμε με το βέτο, δεν είναι μόνιμο δικαίωμά μας. Έχει κι αυτό διάρκεια ζωής. Από ένα σημείο και μετά θα το χάσουμε. Δεν είμαστε οι "εκλεκτοί του θεού" Εκείνο που δείχνει η συμπεριφορά μας στα εθνικά θέματα είναι η προσκόλληση σε ουτοπικές εικόνες του παρελθόντος, που καμιά επίδραση δεν έχουν στη σημερινή πραγματικότητα. Πρέπει ως λαός να προσαρμοστούμε. Οδυνηρό, αντιπαθητικό μα αναγκαίο Οι Κασάνδρες ποτέ δεν ήταν συμπαθείς μα μερικές φορές επαληθεύονται. Δυστυχώς
Νιώθω μια εσωτερική ισορροπία, πιστεύοντας ότι με βάση τα αντικειμενικά δεδομένα, η στάση μου στη ζωή ήταν αξιοπρεπής. Μεγάλωσα, χωρίς καμιά αξιοσημείωτη περιπέτεια της υγείας μου, σπούδασα μια επιστήμη, παντρεύτηκα μια ικανή, ρεαλίστρια και προστατευτική γυναίκα, έκανα ένα παιδί- δυστυχώς μόνο ένα. Τελευταία η κόρη μου με έκανε και παππού μ’ έναν πανέμορφο κι αξιολάτρευτο αγοράκι. Τον όμορφο Ιάσονα !. Έκτισα ένα σπίτι, φύτεψα δέντρα με σπόρους που συγκέντρωσα από διάφορους ιστορικούς και αρχαιολογικούς χώρους της Αθήνας και τώρα που μεγάλωσαν τα καμαρώνω και τα χαίρομαι. Μια από τις μεγαλύτερες ικανοποιήσεις που έζησα ήταν η παρακολούθηση της δύναμης ζωής που εμπεριέχεται σ’ ένα σπόρο. Πως ξυπνάει και πως αναπτύσσεται. Παρακολουθώντας εκ του σύνεγγυς την ανάπτυξη ενός φυτού βλέπεις και τη δύναμη της ανθρώπινης ζωής.
Αυτά! Τίποτα ιδιαίτερο, τίποτα το συνταρακτικό. Όμως αυτή δεν είναι η ζωή; Όλα τ’ άλλα «τυχαίνουν» μόνο σε κάποιους ιδιαίτερους. Δεν ξέρω όμως αν είναι για καλό ή κακό
Σήμερα για ένα πράγμα είμαι στη πρίζα. Όχι γι αυτά που έγιναν, αλλά γι αυτά που θα έρθουν. Που δεν θα είναι κυρίως χαρές, αλλά πόνοι, απώλειες αγαπημένων προσώπων, προσωπική ανησυχία για το μελλοντικό δυσάρεστο ενδεχόμενο αδυναμίας να αυτοεξυπηρετούμαι. Θα ήταν δώρο Θεού να φύγω όρθιος με ένα ανώδυνο και γρήγορο τρόπο. Χριστέ μου, ας μην καταντήσω σαν εκείνους τους μονόχνοτους ανθρώπους που βλέπω όλο και συχνότερα γύρω μου! Μόνο γκρίνια και παράπονα! Ποτέ δεν είναι ευχαριστημένοι, πάντοτε έχουν μούτρα Όλο οι άλλοι φταίνε, εκτός από τους ίδιους. Όχι δεν τη θέλω αυτή την κατάντια! Δεν θέλω να γίνω στα τελευταία μου τσιγκούνης. Ούτε στα χρήματα και τα υλικά αγαθά, αλλά ούτε -και κυρίως- στα αισθήματα……….

Δείτε περισσότερες αντιδράσεις


Σάββατο 19 Μαΐου 2018


Αποτέλεσμα εικόνας για παλιες εικόνεσ ανθρώπων

Σε εκείνους τους καθηγητές που μας έκαναν καλύτερους ανθρώπους     Φρόσω Μαγκαφοπούλου

Μάιος 18, 2018

Την έλεγαν Ελένη, έτσι μας είχε συστηθεί· μπήκε μέσα στην αίθουσα και τα παιδικά μας μάτια την καταβρόχθισαν με την περιέργειά τους. Είχε σγουρά μαλλιά, ήταν χαμογελαστή, υποστηρικτική και πάντα χαρούμενη…Δε θυμάμαι αν ήταν όντως τόσο όμορφη όσο μου έμοιαζε, δε θυμάμαι καν αν ήταν πράγματι τόσο υπέροχη δασκάλα όσο πίστευα· δε θυμάμαι αν όσα έμαθα τα έμαθα αποκλειστικά από αυτήν ή έβαλαν το χεράκι τους κι όλοι εκείνοι οι καθηγητές που ακολούθησαν, θυμάμαι όμως με απόλυτη ακρίβεια πως η δασκάλα μου αυτή με έκανε να αγαπάω το σχολείο και πως η ίδια γυναίκα με έκανε να θέλω να γίνω καθηγήτρια κι η ίδια, κι αυτό, όπως και να το κάνουμε, κάτι έχει να λέει.Ακολούθησαν κι άλλοι, όχι πολλοί, μα ακολούθησαν· ξέρεις, σε μια χώρα που αποτελείται κατά 70% από δικηγόρους, γιατρούς και καθηγητές, παράγεται γενικότερα πολύ περισσότερη διάνοια απ’ όση μπορεί να καταναλωθεί, μα κανένα άθροισμα μονάδων iq δε διασφαλίζει μεταδοτικότητα ή δυνατότητα αφύπνισης των υπαρχόντων πολωμένων απ’ τη θρησκεία και την «αθάνατη ελληνική οικογένεια που τα ξέρει όλα» μυαλών. Τρεις-τέσσερις θα ήταν με λίγα λόγια στην τόσο μακρόχρονη πορεία μου στην ελληνική παιδεία, κάπου τόσοι υπολογίζω να ήταν και για εσένα, και να ξέρεις πως αν ισχύει κάτι τέτοιο είμαστε απ’ τους τυχερούς γιατί άλλοι δε συνάντησαν ούτε τόσους.
Ήταν οι άνθρωποι εκείνοι που καμιά φορά έλεγαν «δεν ξέρω», «θα το ψάξω και θα σου πω», «πολύ καλή ερώτηση μα δεν μπορώ να σου απαντήσω στα σίγουρα», που τσαλακώθηκαν μπροστά στους μαθητές τους, που παράβλεπαν απουσίες ή έβαζαν ένα-δυο βαθμούς παραπάνω συνωμοτικά για να μη μείνεις στην τάξη, που ήξεραν να ξεχωρίζουν το δημιουργικό χάος απ’ το χάος σκέτο και δεν κατέφυγαν ποτέ σε τιμωρίες για να υπογραμμίσουν στο ακροατήριό τους ποιος είναι το αφεντικό εκεί μέσα, καθώς δεν είδαν ποτέ τους κάποιο αφεντικό στην αντανάκλασή τους στην τζαμαρία της αίθουσας κι επειδή έγιναν εκπαιδευτικοί γιατί το έλεγε η καρδούλα τους κι όχι ο μπαμπάς τους.

Είναι οι καθηγητές εκείνοι που δε συμπάθησαν ποτέ την έδρα και το τεφτέρι με τα ονόματα, που δεν είχαν αρχηγικές τάσεις και σύνδρομα, που δεν είπαν ποτέ «βγάλτε μια κόλλα χαρτί». Είναι εκείνοι που αντιπαθούσαν τις εξετάσεις και τα διαγωνίσματα, που είχαν καλλιεργημένη την ενσυναίσθησή τους κι απέφευγαν συστηματικά οτιδήποτε γεννούσε άγχος και δεν προήγαγε την ελεύθερη σκέψη, χωρίς να φοβούνται το ξεβόλεμα και το παραστράτημα απ’ τις to do list του υπουργείου.

Είναι οι σπάνιοι εκείνοι άνθρωποι που πάντα έβρισκαν τα λάθη σου λογικά γιατί ήξεραν πώς σκέφτεσαι, γιατί είχαν το σπάνιο χάρισμα να θυμούνται πώς δουλεύει το παιδικό, το εφηβικό μα και το κουρασμένο ενήλικο μυαλό, ήξεραν πώς να μην κρίνουν, να προσαρμόζονται, να διευκολύνουν· που αν δε μάθαινες με τον τρόπο που δίδασκαν, δίδασκαν με τον τρόπο που μαθαίνεις, που έκοβαν κι έραβαν το μάθημά τους στα μέτρα σου κι ουδέποτε σου ζήτησαν να χωρέσεις εσύ στα δικά τους πατρόν. Άλλωστε άνθρωποι σαν αυτούς ξέρουν καλά πως τα παιδιά μαθαίνουν καλύτερα όταν νιώθουν αποδεκτά, όταν δεν κάνουν μόνο λάθη, όταν συμπαθούν το δάσκαλό τους κι ακόμα καλύτερα όταν γνωρίζουν πως τους συμπαθεί κι αυτός

Ήταν όλοι εκείνοι οι εκπαιδευτικοί που σου έδιναν συγχαρητήρια κάθε φορά που έκανες κάτι με το δικό σου τρόπο και δεν ακολουθούσες τη δική τους πεπατημένη, που δε σε μάλωναν για το γραφικό σου χαρακτήρα, που στόχευαν στην πρόοδο κι όχι στην τελειότητα. Είναι όλοι εκείνοι οι άνθρωποι που προάγουν την πεποίθηση πως η διδασκαλία, όταν γίνεται σωστά, είναι αγάπη, είναι νοιάξιμο, είναι «εγώ είμαι εδώ», είναι «μπορείς». Όχι, δεν είναι εύκολο όπως πολλοί θέλουν να πιστεύουν, είναι δύσκολο, ίσως είναι και το πιο δύσκολο επάγγελμα από όλα, αρκεί να το λειτουργείς, να μην το κάνεις διαδικαστικά.


Κυριακή 13 Μαΐου 2018




 
Ο άγνωστος Έλληνας μαθηματικός που έζησε 25 χρόνια σαν «ερημίτης» στο Πρίστον. Έγινε αντάρτης και έφυγε από την Ελλάδα ως «επικίνδυνος κομμουνιστής». Όμως διέπρεψε στις ΗΠΑ

10/05/2018

Κατηγορίες: FEATURED, ΚΟΙΝΩΝΙΑ




Με τις περίπλοκες μαθηματικές τους εξισώσεις απέδειξε το «Λήμμα του Ντεν», το «Θεώρημα του Βρόχου» και το «Θεώρημα της Σφαίρας», θέτοντας τα θεμέλια της γεωμετρικής τοπολογίας, με απλά λόγια την κατανόηση του κόσμου με μαθηματική προσέγγιση.

Ο Χρίστος Παπακυριακόπουλος θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους μαθηματικούς του 20ου αιώνα.
Εσωστρεφής, αφοσιωμένος στα Μαθηματικά σε σημείο ψυχαναγκασμού, έζησε σαν πραγματικός ερημίτης 25 ολόκληρα χρόνια στο ίδιο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου κοντά στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον των ΗΠΑ.

Πρώτα χρόνια

Ο Χρίστος Παπακυριακόπουλος γεννήθηκε στις 29 Ιουνίου 1914 στο Χαλάνδρι της Αθήνας.
Ήταν το μεγαλύτερο παιδί μιας εύπορης τετραμελούς οικογένειας.



Με τον πατέρα του και τον μικρότερο αδερφό του

Ο πατέρας του Δημήτρης, με καταγωγή από την Τρίπολη, διατηρούσε κατάστημα εμπορίας υφασμάτων στο κέντρο της Αθήνας, στην Ερμού.
Η σύζυγος του καταγόταν επίσης από εύπορη οικογένεια.
Τα δύο παιδιά του ζευγαριού έτυχαν της καλύτερης δυνατής εκπαίδευσης.
Ο Χρίστος από μικρή ηλικία είχε στο πλάι του δύο γκουβερνάντες, μία από τη Γερμανία και μία από την Αγγλία.
Στο σχολείο διέπρεψε σε όλα τα μαθήματα κι έπειτα από ένα χρόνο φοίτησης στο Α΄Γυμνάσιο Αθηνών, πέρασε με εξετάσεις στο Βαρβάκειο.
Μετά τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, πέρασε από τους πρώτους στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο στη σχολή Πολιτικών Μηχανικών.
Εκεί ήρθε σε επαφή με τον καθηγητή Μαθηματικών Νικόλαο Κρητικό, ο οποίος έγινε ο μέντορας του.
Ο Παπακυριακόπουλος είχε τρομερή έφεση στη Γεωμετρία, την Τριγωνομετρία και την Άλγεβρα, ενώ «κρυφός του πόθος» ήταν τα ανώτερα Μαθηματικά.
Ειδικότερα, ενδιαφερόταν για την Τοπολογία, τη μαθηματική ανάλυση του χώρου.
Ελάχιστοι είχαν ασχοληθεί με τον συγκεκριμένο κλάδο, με αποτέλεσμα ο Παπακυριακόπουλος να μελετάει μόνος του τα λίγα βιβλία που είχαν εκδοθεί για την Τοπολογία.
Μετά από παρότρυνση του Κρητικού, ο οποίος είχε διακρίνει το μαθηματικό ταλέντο του φοιτητή,
ο Παπακυριακόπουλος παράτησε τη σχολή στο δεύτερο έτος και έκανε μεταγραφή στο Πανεπιστήμιο Αθηνών στο τμήμα Φυσικομαθηματικών.
Το 1938 αποφοίτησε από τη σχολή και έγινε αμέσως βοηθός του Νικόλαου Κρητικού.

Αλβανικό μέτωπο και αντάρτικο

Ο νεαρός μαθηματικός περνούσε πάρα πολλές ώρες κλεισμένος στο γραφείο του μελετώντας δυσνόητα μαθηματικά προβλήματα και μελέτες πρωτοπόρων της Τοπολογίας, υπό τους ήχους του αγαπημένου του Βάγκνερ.
Ετοίμαζε τη διδακτορική του διατριβή όταν κλήθηκε να υπηρετήσει στον στρατό.
Στον πόλεμο του ΄40 μεταφέρθηκε στο αλβανικό μέτωπο και το 1943 προσχώρησε στο ΕΑΜ.
Αν και καταγόταν από οικογένεια μεγαλοαστών ακολούθησε το δρόμο της αριστεράς.



Μαζί με τη μητέρα του και τη γιαγιά του

Ένα χρόνο αργότερα, ο μικρότερος αδερφός του πέθανε στη Βόρειο Ιταλία, όταν πολεμούσε τους Γερμανούς με την Ταξιαρχία Ρίμινι.
Ο Παπακυριακόπουλος, μετά τα Δεκεμβριανά, ακολούθησε τους αντάρτες στα βουνά στης Καρδίτσας.
Παρά τις συμβουλές του πατέρα του, που δεν ήθελε να δει τον γιο να εργάζεται ως «δασκαλάκος», ο Παπακυριακόπουλος δίδασκε Μαθηματικά σε σχολείο στο χωριό Παλαμάς της Καρδίτσας.
Ο νονός του, που ήταν Υπουργός Εσωτερικών την ίδια εποχή, τον έψαχνε για να τον κάνει Δήμαρχο Χαλανδρίου.
Ο μαθηματικός, όμως, αρνήθηκε και παρέμεινε στην Καρδίτσα μέχρι την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας.
Το 1945 επέστρεψε στην Αθήνα και μαζί με τον Κρητικό δίδαξαν στο Πολυτεχνείο.
Γρήγορα όμως παραιτήθηκαν για να αποφύγουν την βέβαιη απόλυσή τους, εξαιτίας των  αριστερών τους φρονημάτων.

Υποτροφία στο Πρίνστον

Ο Χρίστος Παπακυριακόπουλος μετά την παραίτησή του έμενε κλεισμένος στο σπίτι του, διαβάζοντας ασταμάτητα.

Παρασκευή 11 Μαΐου 2018




Vintage Story: Θεόνη - Η διασημότερη ''παστρικιά'' της παλιάς Αθήνας - Παχουλή & όνειρο των «Λιμοκοντόρων» της εποχής

Ακόμη και στην ακραία συντηρητική Αθήνα της περιόδου του Όθωνα και του Ρομαντισμού, υπήρχαν κάποιες ελάχιστες «ιέρειες» της Πάνδημης Αφροδίτης, πρόθυμες να προσφέρουν τα κάλλη τους στους ανύπαντρους Αθηναίους και όχι μόνο…                         eirhnika.gr  6 Οκτωβρίου 2016 - 6:32μμ



απο την Ειρηνη Νικολοπουλου  





Είναι ευνόητο, ότι ήταν αδύνατο μια «παστρικιά» (σ.σ. το παρατσούκλι βγήκε, διότι οι γυναίκες αυτές αναγκαστικά πλενόντουσαν συχνότερα. Για τις υπόλοιπες ίσχυε ο κανόνας: κάθε 10-15 μέρες!) να κατοικεί σε κεντρική συνοικία της Παλιάς Αθήνας. Ακόμη και να πέρναγε από κει, οι τίμιες γειτόνισσες σταυροκοπιόντουσαν για να φύγει μακριά ο διάβολος, άλλες τις φτύνανε (με δυνατό πάντα το «φτου») κι οπωσδήποτε τις μουντζώνανε. Οι πιο ευγενικές περιοριζόντουσαν στο να κλείνουν πόρτες και παράθυρα μέχρι να φύγει το μίασμα και φυσικά, να μην πάρουν χαμπάρι τα παιδιά και κυρίως η κόρη που ήταν κλεισμένη σχεδόν μονίμως μέσα.

Μια από τις πιο χαρακτηριστικές παλιές «παστρικιές» ήταν και η καλόβολη χήρα Θεώνη. Καθόταν σε μια αφιλόξενη κι ακατοίκητη τότε περιοχή, κοντά στη σημερινή Λεωφόρο Αλεξάνδρας, που λεγόταν Πινακωτή. Το σπίτι της είχε γύρω-γύρω μια ψηλή μάντρα, κι έτσι οι επισκέπτες της γλίτωναν από κάθε αδιάκριτο μάτι που, παρόλη την ερημιά, μπορούσε να εμφανιστεί. Η Θεώνη δεν ήταν όμορφη, αλλά παχιά. Αυτό ανταποκρινόταν πλήρως στα γούστα και τις απαιτήσεις της τότε εποχής. Έτσι, μπορούσε να περηφανευτεί ότι «παρηγορούσε» τους πιο γνωστούς «λιμοκοντόρους» της Αθήνας και όχι μόνο!



Οι «Λιμοκοντόροι» και τα κατορθώματά τους

Στα χρόνια εκείνα, υπήρχε στην Αθήνα ένας ιδιόρρυθμος τύπος νέων, οι «Λιμοκοντόροι». Οι νεαροί αυτοί ανήκαν σε καλές Αθηναϊκές οικογένειες. Οι γονείς τους όμως δεν τους έδιναν χαρτζιλίκι, παρά μόνον μια δεκάρα την ημέρα, από φόβο μήπως μπερμπαντέψουν… Αυτό βέβαια δεν τους εμπόδιζε να σκαρφίζονται χίλιες-δυο «ματσαραγκιές» για να κάνουν τις «ασχημίες» τους. Πάρτε γεύση:

Μια από τις πρώτες πατρόνες της Παλιάς Αθήνας προς το τέλος της Ρομαντικής Περιόδου, ήταν και η ξακουστή κυρά Παλούκαινα. Μαζί με τον γιο της άνοιξαν ένα από τα πρώτα καφέ σαντάν της Αθήνας στην αρχή της οδού Προαστείου (σημερινή Εμμ.Μπενάκη), το «Γκαιτέ». (Προσοχή στον τονισμό: άλλο η γαλλική λέξη για την ευθυμία κι άλλο ο Γερμανός φιλόσοφος). Με «περπατημένες» αρτίστες από Ιταλία, Γερμανία και Ουγγαρία έκανε τη διαφορά στο σκηνικό της νύχτας.

Το καφωδείο το ανέλαβε βεβαίως ο γιος. Μια περίεργη κι επιβλητική φυσιογνωμία με μακριά γενειάδα που, με την ρεντιγκότα και το γιλέκο με τη χρυσή αλυσίδα που φορούσε, θύμιζε μάλλον αυλικό παρά παράγοντα του υποκόσμου.

Όπως γράφει και ο Βασίλης Αττικός στην «Εύθυμη ηθογραφία της Παληάς Αθήνας, τόμος Β’»:

«Η Αρτίστες του «Γκαιτέ», έβγαιναν σ’ένα παληοπαλκοσένικο της κακιάς ώρας, τραγούδαγαν και χόρευαν, σηκώνοντας κάπως την άκρη της φούστας τους. Μετά δε κάθε τραγούδι τους, κατέβαιναν και γύριζαν με το δίσκο στο χέρι ανάμεσα στους θαμώνες.



Μερικοί τους ρίχναν χάλκινες πεντάρες, επωφελούμενοι δε της ευκαιρίας τους έκαναν κι’ «απλοχεριές». Άλλοι πάλι αντί για πεντάρα τις φιλοδωρούσαν, τις δύστυχες, μ’ερωτική εκδήλωση θαυμασμού. Με μια άγρια τσιμπιά στις σωματικές τους καμπυλότητες!

Η ξένες εκείνες Αρτίστες φαίνεται ότι ήταν ασυνήθιστες σε τέτοιες αισθηματικές «φιλοφρονήσεις». Πονούσαν απ’τις τσιμπιές, μαύριζε το κορμί τους, και δυσανασχετόντας, αναγκάζονταν πολλές φορές να χειροδικήσουν κατά των «ευγενικών» θαμώνων.

Πρέπει επίσης να σημειωθή, ότι γενικά όλες αυτές η Αρτίστες των Καφέ Σαντάν, ήξεραν περίφημα τη δουλειά τους. Ειδικά δε του «Γκαιτέ», δασκαλεμένες κατάλληλα απ’τον πολύπειρο Διευθυντή τους, ήταν μεγάλες «κόφτρες». Πουλούσαν τα θέλγητρά τους σε υπέρογκες τιμές. Για να ενδώσουν δε σε κάποιο εραστή, έπρεπε πρώτα να του αδειάσουν εντελώς το πορτοφόλι και να τον γδάρουν κυριολεκτικά.

Η διαβολικές όμως «Συλφίδες» των «Καφέ Σαντάν», έφθαναν στην Αθήνα φορτωμένες και με διαφόρων ειδών δώρα. Φιλοδωρούσαν στους «άβγαλτους» Αθηναίους το «Μεγαλόσταυρο» κι άλλα μικρότερα παράσημα. Απ’την εποχή εκείνη, εξαπλώθηκε στην Πρωτεύουσα η συφιλίδα κ’η λοιπές αφροδίσιες αρρώστιες. Τότε, δεν είχε ακόμα εφευρεθή, ούτε φάρμακο για την σύφιλη.

Κάποια παρέα άψιλων Λιμοκοντόρων, βλέποντας ότι τους ήταν αδύνατον ν’ απολαύσουν τα θέλγητρα των γυναικών του «Γκαιτέ», πήρε τη μεγάλη απόφαση. Τα οικονομικά τους δεν τους επιτρέπανε να πλησιάσουν από κοντά τις προκλητικές εκείνες Σειρήνες. Αποφάσισαν λοιπόν οπωσδήποτε να τις κατακτήσουν, μ’ άλλου είδους μέσα, με «Δούρειο» σύστημα.

Το «Δούρειο» κόλπο

Κάναν σύσκεψη μεταξύ τους και «ρεφενέ». Συγκεντρώσανε κάπου δέκα δραχμές τις οποίες παραδώσανε στον Αρχηγό της παρέας. Αυτός, εφαρμόζοντας το σχέδιο, μπήκε το βράδυ στο «Γκαιτέ» σοβαρός και με πόζα Αμερικάνου Κροίσου. Πήρε ένα ποτό, κι’ όταν μετά το τραγούδι τους, η δύο Γερμανίδες γύρισαν να μαζέψουν χρήματα με τον δίσκο, τους έριξε μέσα από μια χάρτινη δραχμή.

Το κόλπο πέτυχε. Εκείνες κυριολεκτικά τα χάσανε. Φαντάστηκαν ότι ο απεσταλμένος των Λιμοκοντόρων ήταν κανένας ζάπλουτος Αθηναίος. Στο τέλος της παράστασης, ο Λιμοκοντόρος μας τους πρότεινε «για βολ σπατσίρεν;» (Είχε μάθει πως έτσι λένε στα Γερμανικά το «Θέλετε να κάνουμε έναν περίπατο;»).



Η δυο γερμανίδες ευχαρίστως δεχτήκανε την πρότασή του. Τις έμπασε σε κλειστό αμάξι «λαντώ» και τις παράσυρε σε κάποια απόμερη μπύρα. Εκεί, αφού τις μέθυσε, εμφανίστηκαν κ’οι υπόλοιποι Λιμοκοντόροι της παρέας του, κ’επωφελήθηκαν της ευκαιρίας. Και τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται. Φυσικά όπως ήταν απένταροι, δεν τους έδωσαν κανένα χρηματικό αντάλλαγμα. Η τελευταία αυτή παράλειψη των Λιμοκοντόρων τις έκανε έξω φρενών. Την άλλη μέρα, συνοδευόμενες απ’το μεγαλόπρεπο Διευθυντή του «Γκαιτέ» πήγαν και κάναν παράπονα στην Πρεσβεία τους.

Σε λίγο ο Γερμανός Πρεσβευτής διαμαρτυρήθηκε στον Υπουργό μας των Εξωτερικών. Ευτυχώς που η Γερμανική Πρεσβεία δεν ζήτησε να πληρώση το Κράτος μας στις «Παρθένες» του «Γκαιτέ» τα… χρωστήμια των Λιμοκοντόρων.»

(σ.σ. Βεβαίως, αν οι Γερμανίδες τούμπλες είχαν ακούσει το σύνθημα της εποχής…

Κορίτσια μην πιστεύετε εις τους λιμοκοντόρους

Γιατί τα ρούχα που φορούν χρωστούν εις τους εμπόρους

…θα ήταν πολύ πιο προσεκτικές!)

Κυριακή 6 Μαΐου 2018

Αθεϊκά του Βόλου

Ζητήματα με τη σελίδαΑποτέλεσμα εικόνας για Δελμούζος
Ως Αθεϊκά του Βόλου είναι γνωστά τα γεγονότα που οδήγησαν στο κλείσιμο του Ανώτερου Παρθεναγωγείου του Βόλου το 1911 και η δικαστική διώξη του ιδρυτή του σχολείου Δημητρίου Σαράτση, του διευθυντή του Αλέξανδρου Δελμούζου και άλλων δέκα ατόμων.

Πίνακας περιεχομένων

Η ίδρυση του Ανώτερου Δημοτικού Παρθεναγωγείου του ΒόλουΕπεξεργασία

Από τα πρώτα χρόνια μετά την απελευθέρωση του Βόλου τα εκάστοτε δημοτικά συμβούλια της πόλης είχαν ασχοληθεί με το θέμα της παροχής μέσης εκπαίδευσης στα κορίτσια. Η λύση που τελικά επιλέχθηκε ήταν η προσθήκη τριών τάξεων, που στη συνέχεια μειώθηκαν σε δύο, στο Α' Δημοτικό Σχολείο θηλέων (Α'Δημοτικό Παρθεναγωγείο) που ονομάστηκαν ελληνικαί τάξεις ή ελληνικό τμήμα του παρθεναγωγείου ή εν τω παρθεναγωγείω και στις οποίες δίδασκαν καθηγητές του Γυμνασίου Βόλου.
Η προσπάθεια αυτή όμως για παροχή μέσης εκπαίδευσης στα κορίτσια δεν πέτυχε και έτσι όταν δήμαρχος Βόλου ήταν ο Κωνσταντίνος Γκλαβάνης το δημοτικό συμβούλιο ανέθεσε σε επιτροπή, στην οποία μετείχε και ο ιατρός Δημήτριος Σαράτσης, να ερευνήσει τις ατέλειες του συστήματος και να προτείνει μέτρα που θα είχαν ως αποτέλεσμα την παροχή ουσιαστικής εκπαίδευσης στα κορίτσια μετά το δημοτικό. Ο Σαράτσης υπέβαλε στο δημοτικό συμβούλιο έκθεση με την οποία εισηγούνταν την ίδρυση ανώτερης σχολής θηλέων με σκοπό την ευρυτέραν μόρφωσιν των νεανίδων και την πρακτικήν αυτών κατάρτισιν. Πρότεινε επίσης τα μαθήματα που θα έπρεπε να διδάσκονται στο σχολείο αυτό και τις μεθόδους διδασκαλίας που θα έπρεπε να ακολουθηθούν. Έτσι δίνει έμφαση στη γλωσσική διδασκαλία της νεότερης ελληνικής και την περιορισμένη σε ώρες διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής, διδασκαλία μαθηματικών, φυσιογνωστικών και θρησκευτικών σε συνδυασμό με τα μαθήματα γαλλικής γλώσσας, η οποία εθεωρείτο απαραίτητη για τη μόρφωση των κοριτσιών, αλλά και του μαθήματος των οικιακών, που επίσης θεωρούνταν απαραίτητο συμπλήρωμα της γυναικείας εκπαίδευσης, μαζί με τέχνες, όπως μουσική και ζωγραφική[1]. Ακόμα αναφερόταν στο εκπαιδευτικό προσωπικό, στην οικονομική υπόσταση του σχολείου καθώς και στο πως και από ποιόν θα εποπτευόταν η λειτουργία του. Η εισήγηση του Σαράτση έγινε δεκτή και τον Οκτώβριο του 1908 ιδρύθηκε το Ανώτερο Δημοτικό Παρθεναγωγείο του Βόλου στο οποίο τοποθετήθηκε διευθυντής ο Αλέξανδρος Δελμούζος.

Λειτουργία του Παρθεναγωγείου, μαθήματα και τρόπος διδασκαλίαςΕπεξεργασίαΑποτέλεσμα εικόνας για Δελμούζος

Την πρώτη χρονιά (1908-1909) στο Ανώτερο Δημοτικό Παρθεναγωγείο Βόλου λειτούργησε μια μόνο τάξη με 35 μαθήτριες. Την επόμενη είχε δύο τάξεις (Α' και Β') και