Τρίτη 6 Οκτωβρίου 2015

Πισιδία: Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ
Είναι βέβαιο ότι Έλληνες χριστιανοί ορθόδοξοι κατοικούσαν την πόλη Σπάρτη (Σπάρτα, Ισπάρτα) Πισιδίας τουλάχιστον από τον 16ο αιώνα μ.Χ. Οι περιηγητής Ιάκωβος Μηλοΐτης έφτασε στη Σπάρτη το 1584, αφού είχε περάσει από τη Συρία στην Κύπρο κι από την Κύπρο στην Αττάλεια. Και έγραψε: «...εκ της Ατάλειας, έσω της στερεάς δύο και ήμισυ ημέρας εις χώρα ονομάζεται Σπαρτά- και εις τα Σπαρτά πολλοί Χριστιανοί Έλληνες-ου γινώσκουσι γλώσσα ελληνική ν...». Ίσως είναι η απαρχή της επανοίκισης της πόλης από τους κατοίκους της που είχαν διασπαρεί στους γειτονικούς ορεινούς όγκους, φεύγοντας το μαχαίρι των κατακτητών Τούρκων οι οποίοι είχαν σχεδόν ολοκληρωτικά αφανίσει τον πληθυσμό της, κατά τους πρώτους, μετά την άλωση, αιώνες. Ίσαμε τις αρχές του 19ου αιώνα η εκπαίδευση στη Σπάρτη και τις γύρω κοινότητες τες που είχαν χριστιανικό πληθυσμό (Βουρδούρι, Πάρλα, Νησί, Ουλούμπουρλου) ήταν σχεδόν ανύπαρκτη, όπως άλλωστε και στον ελλαδικό χώρο. Πιθανότατα και στις κοινότητες αυτές να λειτουργούσαν κρυφά σχολειά στους γυναικωνίτες των εκκλησιών, με εμψυχωτή κάποιον παπαδάσκαλο και εποπτικό υλικό την αμμοδόχο-κηροστάσι, το ψαλτήρι και την οχτώηχο.
Γραμματοδιδάσκαλοι
Από τα κρυφά σχολειά, στη χαραυγή του 19ου αιώνα, καθώς ήδη η αφόρητη καταπίεση είχε κάπως μειωθεί, ύστερα από τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774), το πέρασμα θα γίνει στα λεγόμενα «σπιτικά σχολεία» με τους «γραμματοδιδασκάλους».
Το Αλληλοδιδακτικό Σχολείο της Σπάρτης το έτος 1881. Αριστερά, ο δάσκαλος Ιορδάνης Δημητριάδης και δεξιά, ο βοηθός του Κυριάκος Τσακίρης.
Οι «γραμματοδιδάσκαλοι» είχαν φλόγα μέσα τους, αλλά ήξεραν λίγα γράμματα και σίγουρα οι γνώσεις που μετέδιδαν ήταν περιορισμένες: λίγη ανάγνωση, γραφή, αριθμητική- κάποιες αναφορές στην ιστορία και τη γεωγραφία. Δίδασκαν συνήθως σε μια κάμαρη του σπιτιού τους και κυρίως παρείχαν ένα πιστοποιητικό: του ικανού να ψάλει στην εκκλησία, του «χότζα». Η Κοινότητα δεν είχε συμμετοχή, επρόκειτο για μια ιδιωτική συμφωνία μεταξύ γονέων και δασκάλου. Ονομαστός τέτοιος δάσκαλος σπιτικού σχολειού ήταν ο Κελίν Σάββας. Το σχολείο του βρισκόταν στην πιο ακρινή από τις 4 ελληνικές συνοικίες της Σπάρτης, το Εμριέ [1]. Γύρω στα 1810 τοποθετείται η ίδρυση σχολείου με φωτισμένο δάσκαλο, το Διονύσιο Μώραλη, από την Πελοπόννησο. Ο Διονύσιος θεωρείται ως οργανωτής του πρώτου, ενός καλύτερου επιπέδου, σχολείου, σε μια κοινότητα, που ήδη τότε αριθμούσε 720 οικογένειες χριστιανικές [2]. Υπήρξε μαθητής ενός πολύ σπουδαίου κληρικού, του Γρηγορίου, ιερομόναχου στην Καισαρεία. Αργότερα θα 'ρθουν κι άλλοι δάσκαλοι από την Ελλάδα, τις περισσότερες φορές καμουφλαρισμένοι φιλικοί για να διδάξουν και να ξεσηκώσουν. Άλλωστε, φιλικοί εντόπιοι υπήρχαν ήδη στη Σπάρτη και συνήθως αυτοί φιλοξενούσαν και τους επισκέπτες (αξιόπιστες πληροφορίες αναφέρουν ως πρώτη οικογένεια φιλικών της Σπάρτης, τη γνωστή οικογένεια των Ελλέζογλου και ως ιδιαίτερα πεπαιδευμένο φιλικό τον Χατζη-γκιουλόγλου = Χατζητριαντάφυλλο). Λίγο πριν από την Επανάσταση του 1821 ήδη είχε αρχίσει τη λειτουργία του το πρώτο Κοινοτικό σχολείο στη Σπάρτη. Ιδρυτής και χορηγός του ο μητροπολίτης Ειρηνουπόλεως Γρηγόριος, ο γνωστός ως Βατοπεδινός. Πλούσιος, ο ίδιος, ονειρευόταν να το φτιάξει στα πρότυπα της Ακαδημίας των Κυδωνιών και της Ευαγγελικής Σχολής της Σμύρνης. Το προίκισε με αρκετά γρόσια, με όργανα, με συγγράμματα. Γρήγορα, όμως, άλλαξε κατεύθυνση και ενδιαφέροντα. Πρώτος δάσκαλος σ' αυτό το σχολειό, ακόμη ένας Ελλαδίτης, ο σπουδαίος Ιωάννης από την Αθήνα, που έμεινε 3-4 χρόνια στην πόλη και έβαλε τις βάσεις ενός μεταβατικού, θα έλεγα, σχολειού, από τα «σπιτικά» στα λεγόμενα .αλληλοδιδακτικά» [3]. Το πόσο σημαντικό είναι αυτό το γεγονός για εκείνη την πρώιμη εποχή και για εκείνη την περιοχή καταφαίνεται, εκτός των άλλων κι από το στοιχείο ότι οι κάτοικοι ήταν βέβαια Τουρκόφωνοι και πρωτάρχιζαν με όλες τις απαγορεύσεις, να μαθαίνουν ως ξένη γλώσσα την ελληνική, υποβοηθούμενοι, ευτυχώς, από τη γέφυρα της λεγόμενης «καραμανλήδικης» ή «καραμάνλικης» διαλέκτου, που κυριαρχούσε σ' εκείνα τα μέρη, μεταξύ των χριστιανών [4]. Αρκετά χρόνια αργότερα, ένας δάσκαλος που πρωτόμαθε έτσι τα ελληνικά, θα αφηγείται την απολογία του στο διευθυντή του σχολείου, γιατί δεν είχε πληρώσει τα δίδακτρα που όριζε η Εφορία, για τους μη απόρους, ως εξής: «ο εμός πατήρ αύριον θα έλθει σχολείον, ίνα από χωρίον όχι έλθει ακόμα!! [5]».
Τα αλληλοδιδακτικά σχολεία (1830-1880)
Τα «αλληλοδιδακτικά» ήταν ένας τύπος λαϊκών σχολείων που βασιζόταν στην αρχή της διδασκαλίας των μικρότερων μαθητών από τους μεγαλύτερους και προχωρημένους. Τα είχε δημιουργήσει η ανάγκη να εξοικονομηθούν δάσκαλοι και αίθουσες, αφού πολλές φορές, ένας δάσκαλος σε μια μεγάλη αίθουσα μπορούσε, με τη βοήθεια των λεγόμενων «πρωτόσχολων» μαθητών, να διδάξει έως και 100 μαθητές. Αλληλοδιδακτικά σχολεία ήταν και τα σχολειά που λειτούργησαν μετά την Επανάσταση στην Ελλάδα, προσαρμοσμένα στα ελληνικά δεδομένα από το σπουδαίο παιδαγωγό της εποχής εκείνης Ι. Κοκκώνη. Πρώτος σχολάρχης στη Σπάρτη, σε σχολειό κοινοτικό, με τη δομή του αλληλοδιδακτικού είναι και μια πολύ μεγάλη προσωπικότητα του Ελληνομικρασιατικού διαφωτισμού, ο Ευαγγελινός Μισαηλίδης, από τα Κούλα. Ο Ευαγγελινός Μισαηλίδης (κατοπινά δημοσιογράφος και συγγραφέας πολλών έργων στην καραμανλήδικη διάλεκτο), πολυμαθής και πολύγλωσσος, ήρθε στη Σπάρτη το 1841 προσκαλεσμένος από το φιλόμουσο μητροπολίτη Πισιδίας Γεράσιμο. Έφερε μαζί του και τον αδελφό του Μισαήλ Μισαηλίδη, σπουδαίο μουσικοδιδάσκαλο και ιεροψάλτη. Ο ίδιος κράτησε το ανώτερο σχολείο, στο Μισαήλ έδωσε το κατώτερο. Και οι δύο μαζί στα 3 χρόνια που έμειναν στη Σπάρτη έβαλαν τις βάσεις για ανάπτυξη της ελληνικής παιδείας. Καινοτόμοι και μεταρρυθμιστές χρειάστηκε να ξεπεράσουν και ορισμένες αντιδράσεις δημογερόντων, καθώς 120-150 παιδιά και έφηβοι απαιτήθηκε να αποσπαστούν από τις δουλειές της οικογένειας, προκειμένου να διδαχθούν κανονικά τα ελληνικά γράμματα. Επανάσταση για την εποχή εκείνη...
Πιστοποιητικό της Εφορίας των Σχολείων της Σπάρτης, στις 13 Ιανουαρίου 1904, που δόθηκε στον Ιορδάνη Δημητριάδη για να του χρησιμεύσει στη σταδιοδρομία του ως δασκάλου. Χαρακτηριστική είναι η σφραγίδα της Σχολικής Εφορίας.
Ο Ευαγγελινός Μισαηλίδης θα πρέπει να ήταν κι ο ιδρυτής του Αναγνωστηρίου της Σπάρτης, που ήδη στην έναρξη της λειτουργίας του φαίνεται να είχε 500 τόμους βιβλίων. Φεύγοντας από τη Σπάρτη ο Ευαγγελινός Μισαηλίδης πήγε στη Σμύρνη κι άρχισε τη σταδιοδρομία του ως δημοσιογράφος, εκδότης εφημερίδων και συγγραφέας βιβλίων. Ωστόσο δεν ξέχασε ποτέ τη Σπάρτη. Αγωνιζόταν, όπου κι αν βρισκόταν, για τα συμφέροντα της. Κι οι Σπαρταλήδες ανταπέδωσαν αυτή την αγάπη διορίζοντας τον ως εκλέκτορα στις εθνοσυνελεύσεις εκλογής Οικουμενικού Πατριάρχη, στα 1884.
Απολυτήριο από την ενάτη τάξη Αρρεναγωγείου, το 1910. Χαρακτηριστικό είναι ότι διδάσκονταν τρεις γλώσσες: ελληνικό, γαλλικό και τουρκικό.
Σε ανάμνηση της παρουσίας του στη Σπάρτη αφιέρωσε τον τρίτο τόμο του πιο λαοφιλούς αναγνώσματος του: «Το θέαμα του Κόσμου ή ο Πολύπαθος» στο Σπάρταλη δημογέροντα Χατζή Σάββα Τζοτάν παπά. Δάσκαλος ωστόσο που άφησε εποχή στο κοινοτικό αλληλοδιδακτικό σχολείο ήταν ο Γρηγοράκης Δημητριάδης από την Έδεσσα. Μαζί με τον πρωτόσχολο μαθητή του, τον Κυριάκο Τσακίρη υπήρξαν οι κορυφαίοι «Αλληλοδιδακτικοί» χάρη στην ευσυνείδητη και μεθοδική τους δουλειά, στην 20ετία: 1865-1885. Ήταν μια καλή περίοδος αυτή στην Ελληνόγλωσση εκπαίδευση γιατί μόλις είχε εκδοθεί το αυτοκρατορικό διάταγμα, το γνωστό ως Χάττι Χουμαγιούν, με το οποίο εξαγγελόταν η ισοπολιτεία Μουσουλμάνων και Χριστιανών και ένας φιλελεύθερος αέρας είχε αρχίσει να πνέει στα μέρη εκείνα. Άλλος ένας Μακεδόνας δάσκαλος, που εκτός των άλλων είχε αναπτύξει και πλούσια δράση επιμορφωτή, διδάσκοντας στους ενήλικες και μορφώνοντας τους εγκυκλοπαιδικά σε ειδικές διαλέξεις που οργάνωνε στο Αναγνωστήριο της Σπάρτης, ήταν ο Γεώργιος Δημητριάδης. Στο Αναγνωστήριο δεν δίδασκαν μόνο δάσκαλοι. Πολλές φορές δίδασκαν Ελλαδίτες στρατιωτικοί, μεταμφιεσμένοι σε εμπόρους ή ταξιδιώτες, για τη Μεγάλη Ιδέα και την ανάσταση του Μικρασιατικού Ελληνισμού.
Τα χρόνια της ακμής (1881-1914)
Γύρω στα 1880 τα «Αλληλοδιδακτικά» σχολεία κλείνουν, μάλλον επιτυχώς τον κύκλο τους. Θα αντικατασταθούν από τα «συνδιδακτικά» με τη γνωστή ερβατιανή μέθοδο. Ήδη στην πόλη λειτουργούν 3 σχολεία: 1) το Αρρεναγωγείο, που είχε τον τύπο της λεγόμενης Αστικής σχολής. Κάτω από την ίδια στέγη και διεύθυνση λειτουργούσε: 1) Δημοτικό Σχολείο με 5-6 τάξεις, Σχολαρχείο (το λεγόμενο «ελληνικό σχολείο») με 2-3 τάξεις και Γυμνάσιο (2-3 τάξεις). Στη μεγάλη του ακμή το Αρρεναγωγείο της Σπάρτης έφτασε να έχει συνολικά 10 τάξεις. 2) Το Παρθεναγωγείο, σχολείο για κορίτσια που ιδρύθηκε γύρω στα 1880 κι είχε 4-5 τάξεις. Όταν οι μαθήτριες τέλειωναν το Παρθεναγωγείο μπορούσαν να συνεχίσουν στις ανώτερες τάξεις του Αρρεναγωγείου. 3) Το Νηπιαγωγείο σχολείο για τα νήπια, με 2 τάξεις, που εφαρμόζοντας το Φρεμπελιανό σύστημα στη γενική του δομή, άφηνε πολύ χρόνο για την εξ απαλών ονύχων εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας. Σύνολο μαθητών: 500-700. Δασκάλων και καθηγητών: 12-15. Σύνολο Ελλήνων κατοίκων: 6.000 περίπου και Τούρκων: 20.000. Δύο σπουδαίοι Σπαρταλήδες δάσκαλοι, όπου είχαν σπουδάσει ο ένας στο Ιεροδιδασκαλείο της Πάτμου κι ο άλλος στην Αθήνα: ο Σωκράτης Παυλίδης κι ο Νικόλαος Ευσταθιάδης είναι αυτοί που θα βάλουν τις βάσεις για την ανάπτυξη των νέων σχολείων. Και θ' ακολουθήσει ο Καλύμνιος Αντώνης Καραντώνης [6]. Μεγάλη τομή για τα εκπαιδευτικά πράγματα της Σπάρτης θεωρείται η θεσμοθέτηση της Σχολικής Εφορείας, ενός οργάνου που βοήθησε πολύ την εκπαίδευση με την οικονομική στήριξη που παρείχε στην ίδρυση των διδακτηρίων, την αγορά των βιβλίων, τετραδίων και εποπτικών μέσων διδασκαλίας, τη σύναψη των συμβάσεων και την αμοιβή των εκπαιδευτικών, τον ορισμό διδάκτρων και τελών, για τους εύπορους μαθητές κ.λπ. Με μεγάλους εράνους που γινόντουσαν με την ευκαιρία εορτών και ιδιαίτερα αυτής των Τριών Ιεραρχών που όμως εορταζόταν την Κυριακή του Θωμά (γιατί ο πολύ βαρύς χειμώνας δεν ευνοούσε μαζικές συγκεντρώσεις), συγκεντρώνονταν σεβαστά ποσά (πολλές φορές περισσότερες από 500 λίρες Τουρκίας) για τη λειτουργία των σχολείων. Ένας μέσος ετήσιος προϋπολογισμός της Σχ. Εφορείας, στην περίοδο ακμής των σχολείων, έφτανε στις 1.500 λίρες [7]. Μεταξύ 1890-1900 χτίζονται 3 διδακτήριο: το Μεγάλο σχολείο (που θα στεγάσει το Αρρεναγωγείο) με 9 αίθουσες διδασκαλίας και μεγάλη αυλή με Γυμναστήριο, το Παρθεναγωγείο με 5 αίθουσες διδασκαλίας και δίπλα του το Νηπιαγωγείο. Μικρό παράρτημα Νηπιαγωγείου 2 τάξεων έγινε και στο Εμριέ. Σήμερα δε σώζεται κανένα απ' αυτά [8]. Το 1893 φτάνει στη Σπάρτη μια ακόμη πολύ μεγάλη μορφή εκπαιδευτικού: ο από τις Κυδωνιές (Αϊβαλί) Γεώργιος Σακκάρης. Έρχεται συστημένος από το Σύλλογο «η Ανατολή», που πρόσφερε τεράστιες υπηρεσίες στον Ελληνισμό της Μικρασίας, μετά από προσπάθειες μιας σπουδαίας προσωπικότητας των κοινοτικών πραγμάτων της Σπάρτης, του γιατρού Ελεήμονα Δαμιανίδη, που τότε σπούδαζε στην Αθήνα. Το πέρασμα του, αν και σύντομο, δύο μόλις σχολικών χρόνων (1893 -1895) άφησε εποχή. Οργάνωσε σε νέα βάση τα σχολεία. Φύσηξε καινούριο πνεύμα. Συνέγραψε μελέτες για τη Σπάρτη, ίδρυσε το μουσικοφιλολογικό σύλλογο «Αμφίων» με ορχήστρα και χορωδία, εφάρμοσε μοντέρνες παιδαγωγικές μεθόδους. Στη μετά Σάκκαρη εποχή και στην απαρχή του 20ού αιώνα θα συναντήσουμε μια πλειάδα ικανότατων εκπαιδευτικών και των δύο φύλων: είναι καθηγητές, δάσκαλοι, νηπιαγωγοί. Μερικοί απ' αυτούς είχαν σπουδάσει με υποτροφίες της Σχολικής Εφορείας Σπάρτης ή του Μικρασιατικού Συλλόγου «Η Ανατολή», που είχε έδρα την Αθήνα, στο Ιεροδιδασκαλείο Σάμου (πρωτύτερα Πάτμου), στην Αθήνα, στο Διδασκαλείο της Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης κ.λπ. Οι Νηπιαγωγοί, κατά κύριο λόγο, σπούδασαν στη Σχολή Νηπιαγωγών του Ζινζίντερε Καππαδοκίας.
Απόσπασμα από Πεντηκοστάριο γραμμένο στα Καραμανλήδικα. Το κείμενο στα τουρκικά αποδίδεται με ελληνικούς χαρακτήρες. Τα Καραμανλήδικα υπήρξαν η πρώτη θαρραλέα προσπάθεια να εισαχθεί η ελληνική γλώσσα στους Έλληνες της Μικρός Ασίας (Αρχείο της Ενώσεως Σπάρτης).
Το 1914 η Σπάρτη καταστρέφεται από έναν φοβερό σεισμό. Τα σχολειά παθαίνουν μεγάλες ζημιές και δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Οι Τούρκοι απαγορεύουν τις επιδιορθώσεις και συλλαμβάνουν τον αρχιερατικό επίτροπο Παπαϊωακείμ Πεσματζόγλου που αγωνιζόταν να τα επιδιορθώσει. Ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, οι πρώτοι διωγμοί και οι πρώτες εξορίες ανδρών. Το 1918 κηρύσσεται η Ανακωχή. Δάσκαλοι και μαθητές ξαναμαζεύονται. Τώρα πνέει ένας άλλος άνεμος. Η Τουρκία νικημένη, αλλά πάντα «παρούσα» σ' εκείνα τα μέρη. Στις σχολικές γιορτές ψάλλεται ο εθνικός μας ύμνος και απαγγέλλονται εθνικοπατριωτικά ποιήματα. Οι δάσκαλοι εκφωνούν πύρινους πανηγυρικούς. Λιθογραφίες των ηρώων του '21 αναρτώνται. Όλα αυτά ενισχύονται με την αποβίβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη (2 Μαΐου 1919). Οι Σπαρταλήδες ζητούν την επέκταση της ζώνης κατοχής του ελληνικού στρατού ως την πόλη τους, με ψήφισμα. Αλλά τότε άρχισε κι ο απηνής διωγμός των Ελλήνων της πόλης. Κατά κύματα οι άνδρες (15-70 ετών) εξορίζονται στο εσωτερικό με τα περιβόητα «Τάγματα Εργασίας», ώστε να μη βρίσκονται κοντά στη ζώνη επιρροής της ελληνικής κατοχής. Στις 19 Γενάρη 1920 καίγεται από άγνωστη αιτία(;) το Αρρεναγωγείο. Και η συμφορά δυστυχώς δεν θ' αργήσει να ολοκληρωθεί για τον Ελληνισμό της πόλης, όπως και της Πισιδίας γενικότερα, όταν, μετά την Καταστροφή της Σμύρνης, ο τελευταίος ιερέας της Σπάρτης ο Παπαϊωακείμ Πεσματζόγλου θα οδηγήσει το ποίμνιο του, μέσω Ατταλείας, στην Ελλάδα, αρχές του Οκτώβρη του 1922. Κι εδώ, πριν τελειώσουμε αυτό το κεφάλαιο, θα πρέπει να πούμε ότι πολλοί Σπαρταλήδες, ως εξαίρετοι επιχειρηματίες κι έμποροι αλλά κι ως μετεκπαιδευόμενοι επιστήμονες κατοικούσαν μόνιμα ή διέμεναν προσωρινά και σε άλλες πόλεις: στη Σμύρνη, στην Αττάλεια, στην Κωνσταντινούπολη, στην Οδησσό, στη Μόσχα, στην Αθήνα, στο Παρίσι, στο Βερολίνο κ.λπ. κατέχοντας σημαντικές θέσεις στις κοινωνίες αυτών των μερών. Ο' αναφέρουμε, για παράδειγμα, το Γιωργάκη Κλημάνογλου, δημογέροντα της Σμύρνης, που μαρτύρησε μαζί με το Χρυσόστομο το 1922 και τον ευεργέτη Κάρολο Σπάρταλη, πρόξενο στο Λονδίνο, που βοήθησε υλικά την Κρητική Επανάσταση. Όπου όμως Σπαρταλήδικη παροικία εκεί και Σπαρταλήδες εκπαιδευτικοί. Θα αναφέρουμε χαρακτηριστικά το μαθηματικό Λουκά Παυλίδη, που δίδαξε στο Ομήρειο Παρθεναγωγείο της Σμύρνης, τον Πέτρο Σεραφετινίδη, που δίδασκε στο Αϊδίνι, όταν κλήθηκε να γυρίσει στη γενέτειρα του και μετά απ' αυτήν συνέχισε στη Σμύρνη, τον Αντώνη και τον Δαμιανό Σαπουντζάκη που δίδαξαν στην Αττάλεια και το Βουρδούρι. Ο πρώτος από τους δύο, όταν έφτασαν ύστερα από περιπέτειες στην Ελλάδα, εξαιτίας της εξορίας των «Ταγμάτων Εργασίας» ίδρυσε το 1927 την ιδιωτική σχολή «Κάδμος» στη Ν. Ιωνία, η οποία εξακολουθεί να λειτουργεί ακόμη και σήμερα.
Η εκπαίδευση στα περίχωρα
Γύρω από τη Σπάρτη, στην ευρεία περιοχή που ονομάζουμε με την αρχαία ονομασία της Πισιδία, υπήρχαν αρκετές ελληνικές κοινότητες σε πολιτείες και χωριά, όπου όμως ο τουρκικός πληθυσμός ήταν πάντα περισσότερος. Πολύ κοντά στη Σπάρτη, δυτικά της είναι το Βουρδούρι (βυζαντινό Πολυδώριο) που είχε περίπου 2.500 Έλληνες χριστιανούς. Διέθετε 3 εκκλησίες, 1 αρρεναγωγείο με 8 τάξεις και 6 δασκάλους και περίπου 200 μαθητές. Ακόμη είναι Παρθεναγωγείο με 5 τάξεις και 3 δασκάλες και 85 μαθήτριες. Παρά τις φοβερά αντίξοες συνθήκες είχε να επιδείξει και αξιόλογη μορφωτική και πολιτιστική δραστηριότητα. Μάλιστα το 1908 είχε ιδρυθεί εκεί και σωματείο με τον τίτλο: «Η Ενωσις» και πρόεδρο τον Ν. Π. Τσολοζίδη. Από το Βουρδούρι καταγόταν μια πολύ μεγάλη μορφή της εκπαίδευσης: ο αρχιμανδρίτης Θεολόγος Παρασκευαίδης, ο οποίος αφού τέλειωσε με άριστα τη Ριζάρειο Σχολή, γύρισε στο Βουρδούρι και παρά το νεαρό της ηλικίας του ανέλαβε τη διεύθυνση του σχολείου. Έπειτα από λίγο ο πολύ ικανός μητροπολίτης Πισιδίας Γεράσιμος Τανταρίδης, τον έστελνε πάλι στην Αθήνα όπου τελείωσε τη Θεολογική σχολή με πολλούς επαίνους και διορίστηκε από το Σύλλογο «Η Ανατολή» ως διευθυντής στο Ιεροδιδασκαλείο της Σάμου, το οποίο οργάνωσε κατά πρότυπο τρόπο. Το τι έχει προσφέρει το Ιεροδιδασκαλείο και στην εκπαίδευση των Μικρασιατών Ελλήνων δεν μπορεί ν' αναλυθεί σε λίγες γραμμές. Να αναφερθούμε μόνο στην ιδιαίτερη σχέση των Πισιδών μαζί του, καταθέτοντας ένα στοιχείο: το διδακτικό έτος 1908-1909 από τους 89 μαθητές του, οι 14 προέρχονταν από την Πισιδία!
Νησί
Το Νησί είχε 600-700 κατοίκους, όλους Έλληνες. Ήταν κτισμένο επάνω σ' ένα νησάκι της λίμνης Εγερδήρ (ανατολικά της Σπάρτης). Σήμερα με επιχωματώσεις έχει ενωθεί με τη στεριά. Είχε ένα όμορφο δίπατο σχολείο, με δωμάτια για τους δασκάλους και ξενώνα για τους επισκέπτες της γραφικής λίμνης. Αρκετοί δάσκαλοι και δασκάλες δούλεψαν στο σχολείο αυτό κι ανάμεσα τους ο Ιωσήφ Φυτανίδης, που αργότερα έγινε επιθεωρητής δημοτικών σχολείων στην Ελλάδα. Οι μαθητές του υπολογίζονταν σε 50, που διδάσκονταν από 2-3 δασκάλους.
Η Α' τάξη Γυμνασίου του σχολικού έτους 1919-1920 με το δάσκαλό της Χ. Πατσόγλου μπροστά από το Αρρεναγωγείο της Σπάρτης.
Άλλη μια σημαντική ελληνική κοινότητα ήταν η Πάρλα (παραλίμνιο χωριό της λίμνης του Εγερδήρ, βορειότερα από το Νησί). Είχε 1.000 Έλληνες κατοίκους, 1 σχολείο με 2 δασκάλους και 60 μαθητές. Της ίδιας περίπου δυναμικότητας ήταν και το Ουλούμπουρλου (η βυζαντινή Απολλωνία) στα βόρεια της Σπάρτης, με την ελληνική συνοικία χτισμένη επάνω στο λόφο κάτω από το ρωμαϊκό τείχος [9]. Για κάποια περίοδο τουλάχιστον ελληνικό σχολείο θα πρέπει να διέθετε και το Ντιναίρ, κωμόπολη βόρεια της Σπάρτης, οι αρχαίες Κελαινές της «Κυρού αναβάσεως». Το αναλυτικό πρόγραμμα των μαθημάτων των σχολείων καταρτιζόταν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Μια υψηλή εποπτεία ασκούσε μέσω επιθεωρητών του το τουρκικό υπουργείο Παιδείας. Ωστόσο ορισμένες δυναμικές κοινότητες δε δίσταζαν να επικοινωνούν με την Αθήνα και να παίρνουν ό,τι πιο καινούργιο υπήρχε σε αναλυτικά προγράμματα και παιδαγωγικές μεθόδους. Οι σχολικοί έφοροι της Σπάρτης το 1905 ζητούσαν αναλυτικά προγράμματα των καλύτερων αστικών σχολείων και τύπους σχολείων, αλλά και το πιο πρωτότυπο: τις αποφάσεις του διδασκαλικού συνεδρίου... Σε κάθε περίπτωση η λειτουργία των ελληνικών σχολείων εξαρτιόταν από τις κατά τύπους Μητροπόλεις και την τότε μορφή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Δημογεροντία, Σχ. Εφορεία κ.λπ.). Ο ρόλος που διαδραμάτιζαν οι μητροπολίτες ήταν πολύ σημαντικός. Στην εποχή φιλόμουσων μητροπολιτών Πισιδίας (Γερασίμου Β', Κωνσταντίνου Βαλιούλη και Γερασίμου Τανταλίδη) η Σπάρτη γνώρισε μεγάλη άνθιση στην Παιδεία. Στην εποχή απαίδευτων μητροπολιτών (και υπήρξαν δυστυχώς αρκετοί) παρουσιάστηκε στασιμότητα ή και υποβάθμιση, με αποτέλεσμα οι ίδιοι οι Σπαρταλήδες να μη διστάζουν να διαμαρτυρηθούν στον Οικουμενικό Πατριάρχη. Οι βασικές σπουδές του Δημοτικού περιελάμβαναν: τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας, την Αριθμητική, τη Γεωμετρία, τα θρησκευτικά, τη Γεωγραφία, τη Φυσική Ιστορία κ.λπ. Από την Τετάρτη ή Πέμπτη τάξη του Δημοτικού διδάσκονταν παράλληλα τα τουρκικά και τα γαλλικά. Τα Μουσικά και η Χειροτεχνία τύχαιναν πολύ καλής μεταχείρισης, ιδιαίτερα στο Παρθεναγωγείο. Το ίδιο και η Γυμναστική, στα αγόρια βέβαια. Τα Ελληνικά στο Γυμνάσιο διδάσκονταν, φυσικά, με βάση το αρχαίο κείμενο (Κύρου Ανάβαση, Διόδωρος Σικελιώτης, Λουκιανός, Όμηρος, Θουκυδίδης, Λυσίας κ.λπ.). Η ιστορία (ελληνική και παγκόσμια), τα Λογιστικά, η Γεωπονία, τα Νέα Ελληνικά (Θεοτόκης, Βούλγαρις, Κοραής, Τρικούπης, Σούτσος, Ραγκαβής κ.λπ.), η Φυσική Πειραματική κ.ά. συμπλήρωναν τις εγκύκλιες σπουδές στον κύκλο «Ελληνικό σχολείο» - Γυμνάσιο. Τα βιβλία ήταν όμοια σχεδόν με τα χρησιμοποιούμενα στην Ελλάδα. Πολλά εκδίδονταν στη Σμύρνη. Οι σχολικοί έφοροι τα έφερναν στη Σπάρτη. Μέσα (χάρτες κ.λπ.) και όργανα διδασκαλίας υπήρχαν σε ικανοποιητικό βαθμό. Όποιος τέλειωνε όλον τον κύκλο (Νηπιαγωγείο, Δημοτικό, Σχολαρχείο, Γυμνάσιο) μπορούσε να μπει αμέσως στο εμπόριο και τις επιχειρήσεις να κρατήσει λογιστικά βιβλία, να γίνει παπάς, ακόμη και να προσληφθεί ως νηπιαγωγός και δάσκαλος, αν και προτιμώνταν εκείνοι που είχαν τελειώσει το Διδασκαλείο της Ευαγγελικής Σχολής της Σμύρνης, το Ιεροδιδασκαλείο της Πάτμου (μετά της Σάμου) ή πολύ περισσότερο το Πανεπιστήμιο της Αθήνας και της Πόλης (οι καθηγητές). Τα μαθήματα διαρκούσαν σχεδόν ολόκληρη την ημέρα: 4 ώρες το πρωί και 2 το απόγευμα. Την Κυριακή απαραίτητα γινόταν εκκλησιασμός. Την ευταξία στα διαλείμματα και εκτός του σχολικού χώρου επιτηρούσαν οι λεγόμενοι «παιδονόμοι». Το ξύλο, ως ποινή, ήταν στην ημερήσια διάταξη και κυρίως δινόταν σε αυτούς που ξεχνιόντουσαν και ως τουρκόφωνοι, μιλούσαν τουρκικά. Οι διακοπές διαρκούσαν 2 μήνες: Ιούλιο και Αύγουστο. Υπήρχε εσωτερικός κανονισμός λειτουργίας. Η σχολική ζωή περιελάμβανε κυρίως θρησκευτικές εορτές, που όμως κατάλληλα καμουφλαρισμένες μετατρέπονταν και σε εθνικές, περιπάτους κι επισκέψεις στα αξιοθέατα. Οι δάσκαλοι, όπως ήδη ειπώθηκε, δεν ήταν φυσικά μόνιμοι. Προσλαμβάνονταν κι απολύονταν από τη Σχολική Εφορία, βάσει ιδιωτικών συμφωνιών. Κριτήριο της επάρκειας τους ήταν, ως ένα βαθμό, οι λεγόμενες «εξετάσεις» που γίνονταν με το τέλος της σχολικής χρονιάς, ενώπιον κοινού και ειδικής κριτικής επιτροπής, από μορφωμένους Σπαρταλήδες, που έκαναν ερωτήσεις στους μαθητές για να κρίνουν το βαθμό της προόδου των. Η Σπάρτη ευτύχησε να έχει, όπως ήδη έχει αναλυθεί, πολύ σπουδαίους εκπαιδευτικούς από όλη την Ελλάδα και τη Μικρασία. Τα σχολειά της είχαν καλή φήμη, αλλά βάρυνε βέβαια και το ύψος της αμοιβής που δινόταν. Και για την Σπάρτη και την Παιδεία της ήταν πάντα ικανοποιητικό έως πολύ υψηλό. Η προσφορά των Σπαρταλήδων στην εκπαίδευση αναγνωριζόταν με την αναγραφή των ονομάτων των Δωρητών - Ευεργετών - Μεγάλων Ευεργετών σε μαρμάρινους πίνακες, που ήσαν εντοιχισμένοι στο Αρρεναγωγείο. Μεγάλοι ευεργέτες (όσοι έδιναν περισσότερες από 300 τουρκικές λίρες, τόσο πολύ μεγάλο, αν λάβει κανείς υπόψη ότι η αμοιβή του Σακκάρη, ως δασκάλου, για ένα χρόνο, η υψηλότερη που είχε δοθεί, ήταν 90 λίρες) είχαν ανακηρυχθεί οι: Σοφία Κεχαγιόγλου, Παναγ. Σεραφετίνογλου, Στέφανος Τσακίρογλου, Ιορδάνης Δουρμπέογλου και Γιαννακός Κιοκπάσογλου.
Ο Ιαννακός Κιοκπάσογλου εκ των μεγάλων ευεργετών των σχολείων της Σπάρτης ευδοκίμησε ως έμπορος στη Σμύρνη, όπου και έγινε Δημογέροντας της.
Προς τιμήν τους ο ζωγράφος Ιορδάνης Στύλογλου είχε φιλοτεχνήσει και τις προσωπογραφίες τους. Επάνω από τους μαρμάρινους πίνακες υπήρχε η συνταχθείσα από τον Γ. Σακκάρη επιγραφή: «Σπάρτη Πατρίς έθηκεν αγάκλητον ούνομα των δε Μουσών γαρ ναοίς ετύγχανον ολβοδόται».
Σημειώσεις
1. Το Εμριέ ήταν η πιο μακρινή αλλά και η πρώτη συνοικία που κατοικήθηκε από Έλληνες μετά τον επανοικισμό της Σπάρτης. Σημαίνει «κατά διαταγήν», διότι φτιάχτηκε ειδικά για να συγκεντρώσει τους Σπαρταλήδες τεχνίτες ύστερα από προσπάθειες του Χατζή Χουρμους στην Υψηλή Πόλη. Οι άλλες τρεις συνοικίες ήταν: της Μητροπόλεως, όπου βρίσκονταν το Παρθεναγωγείο και το Νηπιαγωγείο, του Επάνω Μαχαλά, όπου βρισκόταν το Αρρεναγωγείο και του Κάτω Μαχαλά.
2. Οι πληροφορίες αυτές δίνονται από τον Παίσιο Β', μητροπολίτη Καισαρείας, που είχε ως αρχιμανδρίτης επισκεφθεί τότε τη Σπάρτη.
3. Ο Ιωάννης μετά από τη Σπάρτη πήγε στην Πόλη, όπου χειροτονήθηκε επίσκοπος Σαμοβακίου Θράκης και μετά ονομάσθηκε μητροπολίτης Σμύρνης, με το όνομα Ιερόθεος.
4. Η «καραμανλήδικη» διάλεκτος ήταν μια μιχτή, θα έλεγε κανείς, ελληνοτουρκική γλώσσα. Με ελληνικά γράμματα αποδίδονταν τούρκικες λέξεις, ανάμικτες όμως και με μερικές ελληνικές. Σπουδαίος συγγραφέας έργων στην «καραμανλήδικη» ήταν ο Σεραφείμ ο Πισίδιος (εξέδωσε κυρίως θρησκευτικά έργα μεταξύ 1750-1806) και μετά απ' αυτόν ο Ευαγγελινός Μισαηλίδης. Ο δεύτερος αυτός έγραψε 15 βιβλία με ποικίλο περιεχόμενο, μετέφρασε άλλα 13 κι εξέδωσε ως εκδότης 5. Και οι δυο έχουν στενούς δεσμούς με τη Σπάρτη.
5. Αντ. Σαπουντζάκης: Τα πρώτα Ελληνικά - Εφημ. «Θάρρος» 1948.
6. Τον Καραντώνη σε βαθύ γήρας θα συναντήσει ο γάλλος περιηγητής Qaston Deschamps το 1907 να διδάσκει τα βράδια τους ηλικιωμένους Σπαρταλήδες την ελληνική γλώσσα. Και θα πει: «σας θαυμάζω που κρατάτε τη γλώσσα σας. Έτσι κρατάτε και το κλειδί της φυλακής σας στα χέρια σας...».
7. Η αναγωγή των τουρκικών λιρών (χρυσών ως το 1914 και μετά χάρτινων) σε σημερινές ελληνικές δραχμές δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση, ούτε βέβαια τα μεγέθη αντιστοιχούν σε αγοραστική αξία, έστω κι αν γίνει η αναγωγή. Η τουρκική λίρα (χρυσή) είχε μεγάλη αξία, ενώ η χάρτινη, λόγω του πληθωρισμού, μικρή. Έτσι οι 100 λίρες το 1900-1910, ήταν σεβαστό ποσό που εξασφάλιζε τη ζωή, σ' εκείνα τα μέρη, ενός δασκάλου για ένα χρόνο. Η αντιστοιχία σ' ελληνικές δραχμές του τότε ήταν: 1:25 περίπου. Παραμονές της καταστροφής η σχέση ήταν 1:6. Ο μισθός ενός δασκάλου τότε βέβαια ξεπερνούσε τις 300 χάρτινες λίρες το χρόνο ή περίπου 2.000 ελληνικές δραχμές.
8. Προ του 1850 υπήρχε ένα μικρό ξύλινο διδακτήριο στην αυλή της εκκλησίας των Ταξιαρχών.
9. Μικρότερες ομάδες χριστιανικών οικογενειών κατοικούσαν και στο Ντιναίρ, στο Εγερδήρ αλλά και σ' άλλα χωριά γύρω από τη Σπάρτη.
Η πολιτιστική κίνηση στη Σπάρτη
ΑΡΚΕΤΑ ενωρίς (1840) ιδρύθηκε το Αναγνωστήριο της Σπάρτης, που είχε μάλιστα και δανειστική βιβλιοθήκη. Ιδιωτικές βιβλιοθήκες στα σπίτια ευπόρων Σπαρταλήδων, από τις μαρτυρίες που έχουμε, υπήρχαν, σε περιορισμένο, πάντως, αριθμό. Ο Γαβριήλ Τσακίρης, εκ των τελευταίων δασκάλων του Αρρεναγωγείου, διηγείτο για τη βιβλιοθήκη του πατέρα του Κυριάκου (του πρωτόσχολου μαθητή του Αλληλοδιδακτικού), ότι είχε 2.000 τόμους. Ο Βασ. Αρτεμιάδης, δικηγόρος και βουλευτής στην Ελλάδα, έλεγε πολλά για τη βιβλιοθήκη του πατέρα του, την οποία ονόμαζε «κρυφή», στην οποία κατάφευγε για να μελετήσει τη ζωή και τη δράση του Μεγ. Αλεξάνδρου. ΤΟ 1870 ιδρύεται ο πρώτος αξιόλογος επιμορφωτικός σύλλογος, «Η Ευσέβεια». Είχε δικά της γραφεία και αίθουσα εκδηλώσεων, όπου δίνονταν, κυρίως διαλέξεις. Μαρτυρίες αναφέρουν το σωματείο με τον τίτλο: «Φιλομάθεια». Σύλλογο με χαρακτήρα περισσότερο ενθικοαπελευθερωτικό, παραμονές πια της Καταστροφής, ιδρύουν δυναμικοί νεολαίοι της εποχής: ο Σ. Δανόπουλος, ο Μ. Αθανάσογλου, ο Γ. Τσακίρης, ο Μ. Σινανίδης, αδελφός του Σωκράτη Σινανίδη, του γνωστού δημοσιογράφου κι εκδότη, κατοπινά στην Ελλάδα: την «Αναγέννηση». Η «Αναγέννηση» ετοίμαζε θεατρικά έργα, με μια προϋπόθεση, όλους τους ρόλους αντρικούς και γυναικείους θα έπαιζαν άνδρες... Και έραβε μια πελώρια ελληνική σημαία, μήκους... 16 μέτρων... Αλλά πρόλαβε η συμφορά [1]. Εφημερίδες, περιοδικά, βιβλία, δεν εκδόθηκαν στη Σπάρτη. Ένας σπουδαίος Σπάρταλης ζωγράφος, ο αείμνηστος Βασίλης Βασιλειάδης, καθηγητής της Α.Σ.Κ.Τ., μου έλεγε ότι θα πρέπει η «Ευσέβεια» να είχε κυκλοφορήσει -με εκτύπωση στη Σμύρνη- 2-3 φύλλα εφημερίδας με τον τίτλο του συλλόγου. Δεν μπόρεσα να το διακριβώσω. Ωστόσο στη Σπάρτη έφτανε η «Αμάλθεια» της Σμύρνης, η «Ανατολή» του Μισαηλίδη και άλλα φύλλα, καθώς επίσης και πολλά βιβλία εκκλησιαστικής μουσικής. Είναι πραγματικά σημαντικό να διαβάζει κανείς στο παράρτημα με τα ονόματα των συνδρομητών, που συνήθιζαν να βάζουν τότε οι συγγραφείς στις εκδόσεις τους, δέκα ονόματα Σπαρταλήδων για μια έκδοση μουσικής ανθολογίας Βυζαντινών ύμνων, γύρω στα 1850, όταν αναλογικά ο κατάλογος των από την Πόλη, τη Σμύρνη κ.λπ. είναι μικρότερος. Αυτό βέβαια έχει την εξήγηση του: οι Σπαρταλήδες ψαλτάδες ήσαν φημισμένοι και ως μουσικοδιδάσκαλοι και ως μουσικοί. Ελέγετο μάλιστα το εξής χαρακτηριστικό: «αν τυχόν κάποτε χαθεί η Βυζαντινή μουσική, η Σπάρτη μόνη της μπορεί να την αναβιώσει». Ως ανώτερος όλων θεωρείται ο Σπυρίδων Αναστασίου, που είχε ονομασθεί δομέστικος του Πατριαρχείου. Και εκ των νεωτέρων, ο Στέλιος Τσαϊγρηγόρογλου, ο οποίος από το 1910 είχε εγκατασταθεί στη Ρόδο. Καθώς περνούσαν τα χρόνια, παράλληλα με τη βυζαντινή μουσική άρχισε να καλλιεργείται, κυρίως με κέντρο τα σχολεία, κι η Ευρωπαϊκή Μουσική. Κομπανίες με τα παραδοσιακά όργανα (βιολί, ούτι) έπαιζαν στους γάμους, στις αποκριές, στα γιορτάσια. Σιγά-σιγά προστέθηκαν το μαντολίνο κι η κιθάρα. Τι τραγούδια έπαιζαν οι μουσικοί; Κυρίως τουρκικά δημώδη. Όμορφα μακρόσυρτα, τρυφερά τραγούδια αγάπης. Στα σχολειά παραμονές της ανατολής του αιώνα, κάτω από έναν εθνικοπατριωτικό οίστρο, άρχιζαν να μεταφράζονται στα ελληνικά όλα τα τουρκικά τραγούδια. Το αποτέλεσμα όμως ήταν... για κλάματα. Διηγείται ο Αντώνης Σαπουντζάκης, ότι πέρα από μια υποτυπώδη ομοιοκαταληξία, έννοια δεν έβγαινε. Και παραθέτει ένα δείγμα:
Απ' τα κάστανα το πιο μεγάλο
επέρασε πλήθος από όμορφες!
καμιά ωφέλεια από το πλήθος
Μια μονάχα μ' έκαψε…
Ω, εσύ νύμφη με τ' αφρόπλαστα στήθη!
Αμάν, αμάν, αμάν...
Η Ελπινίκη Σαράντη έχει καταγράψει ένα παραδοσιακό τραγούδι της Πρωτοχρονιάς (τουρκοελληνικό):
Γιλduρ, γιλduρ, γιλ bachi.
Γεgeμιv καρά kachi
Αλεξινίν καπάκ bachi
Βεσιρσενιζ, biρ giouζελ ογλουνουλ ολσουν
δηλαδή:
Χρόνος, χρόνος, Πρωτοχρονιά!
Της θείας μου τα μαύρα φρύδια,
του Αλέξη το φαλακρό κεφάλι,
Αν μου δώσετε, να σας γίνει ένα όμορφο αγόρι...
Οι Σπαρταλήδες κατ' εξοχήν χαλιτζήδες, με την κυρίαρχη απασχόληση τους, δηλαδή, την κατασκευή και το εμπόριο των χαλιών, είχαν αναδείξει σε τέχνη και τη φιλοτέχνηση των σχεδίων τους. Σπουδαίοι σχεδιαστές στη Σπάρτη είχαν αναδειχθεί ο Χάρης Καχραμάνογλου, ο Κυριάκος Βασιλειάδης, ο Τηλέμαχος Δουρμούσογλου, ο Ν. Χατζησταθόγλου και τόσοι άλλοι. Ως επίλογος μια δήλωση: Το θέμα εδικαιούντο πλατύτερης ανάλυσης. Η ανάγκη συντόμευσης του μας υποχρέωνε να παραλείψουμε πολλά σημαντικά στοιχεία και λεπτομέρειες που θα αναδείκνυαν κι άλλες πτυχές του τεράστιου χώρου: Παιδεία - Εκπαίδευση -Πολιτισμός.
Σημειώσεις: 1) Ένας ακόμη Σύλλογος ήταν η «Αδελφότης των κυριών, η Αγάπη». Είχε πρόεδρο τη Βηθλεέμ Π. Σερεφετινίδου και γραμματέα τη Μ. Ι. Σερεφετινίδου.
ΧΑΡΗΣ ΣΑΠΟΥΝΤΖΑΚΗΣ
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
16.03.1997
Δημοσιεύτηκε 8th August από τον χρήστη Γεώργιος Αργυρίου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου