Ο ερευνητής δάσκαλος Ηρακλής Καραγιάννης γράφει για το πλήρες Δημοτικό Σχολείο ή Σχολείο Αρρένων Πορταριάς.
«Αποτελεί την συνέχεια του αλληλοδιδακτικού σχολείου της προηγούμενης περιόδου. Στεγάσθηκε στο Τσοπότειο Σχολαρχείο. Με βάση το σωζόμενο αρχείο του από το 1887 μπορούμε να προσδιορίσουμε με ακρίβεια την εξέλιξη του καθώς και τους εκπαιδευτικούς που υπηρέτησαν σ’ αυτό.
Από το 1929 συνενώνεται με το Σχολείο Θηλέων και λειτουργεί ως τετρατάξιο και κατόπιν ως τριτάξιο.
Στον Εμπορικό Οδηγό του 1915 φέρονται να υπηρετούν οι Διανελλίδης Δ. (διευθυντής), Κουμπούρης Γ. και Σουλικιάς Θωμάς. Ονόματα που αποθησαυρίζονται από δημοτικά έγγραφα της περιόδου 1904-1914 είναι : Κ.Ιωαννίδης, Διανέλος Τσικρικάς, Σπυρίδων Πρίφτης, Σπυρίδων Παππάς, Νικ.Αλβανός, Ανδρέας Μαχλέρης, Γεώργιος Παπανικολάου, Κ.Αντωνιάδης.
Από το αρχείο του Δημοτικού Σχολείου Πορταριάς, από το 1887 έως το 1900 φέρεται να διευθύνει το σχολείο ο Δ. Ν. Κωλλάς με πλούσια δράση στη συγκέντρωση λαογραφικού υλικού (Λαογραφικό Αρχείο Ακαδημίας Αθηνών - 12 Παραμύθια της Πορταριάς)».
Αυτόν τον Δημήτριο Κωλλά είχαμε βρει να αλληλογραφεί με τον λόγιο μοναχό Ζωσιμά Εσφιγμενίτη για την ακριβή ονομασία του Ορμινίου (Ορμίνιον ή Ορμένιον).
Μελάκειο - Αθανασάκειο
Το 1866 ιδρύθηκε το Παρθεναγωγείον Πορταριάς. Συστεγάσθηκε με το Νηπιαγωγείο Πορταριάς ως το 1902. Η μαία Μαριγώ Μελάκη με δωρεά της έκτισε ένα όμορφο κτίριο για τη στέγαση του – βρίσκονταν στην θέση του σημερινού δεύτερου πάρκινγκ μετά την πλατεία.
Ονόματα διδασκόντων που σώζονται : Ολυμπιάς Δράμεση και Αγγελική Επιφανίου, Σοφία Ζήζουλα, Αθηνά Ζούνη, Αγλαΐα Γιαννούκου, Αικατερίνη Μαγουλάκου, Βιργινία Παπαποστόλου.
Από το 1905 έως το 1907 ανεγείρεται το Αθανασάκειο Νηπιαγωγείο.
Γνωστοί νηπιαγωγοί οι Καλλιόπη Μπράνου και Κάκια Τριανταφύλλου (1915).
Στο Αθανασάκειο Νηπιαγωγείο δέσποσε για περισσότερο από ένα αιώνα η νηπιαγωγός Αντιγόνη Κατσούρα. Η Αντιγόνη Κατσούρα γεννήθηκε στην Πορταριά στα τέλη του 19ου αιώνα. Σπούδασε στο Αρσάκειο για τέσσερα χρόνια και στη συνέχεια διορίσθηκε στο αγαπημένο της χωριό. Από τα χέρια της πέρασαν εκατοντάδες πορταρίτες. Υπήρξε εποχή που φοιτούσαν στις δύο τάξεις του Νηπιαγωγείου 150 παιδιά. Δυναμική, δραστήρια, ιδιόρρυθμη αφιερώθηκε στην Εκπαίδευση ψυχή τε και σώματι. Δεν παντρεύτηκε ποτέ. Ένα δεκαοχτάχρονο «αίσθημα» που είχε την απογοήτευσε τελικά.
Διατηρούσε το σχολείο πεντακάθαρο. Τα πάντα βρίσκονταν σε τάξη. Όταν ο Ιταλός διοικητής ζήτησε να το επιτάξει η Αντιγόνη τον ρώτησε αυστηρά αλλά ευγενικά αν πιστεύει ότι μπορεί ένας τέτοιος χώρος να γίνει στρατώνας. Εκείνος της απάντησε, εξ’ ίσου ευγενικά, ότι είχε απόλυτο δίκαιο και απέσυρε το στρατό του.
Στα δύσκολα χρόνια του Εμφυλίου έσωσε κόσμο από ξυλοδαρμούς όταν καταπράυνε ή φοβέριζε όσους, από την παράταξη που πάντα υποστήριζε, είχαν άγριες διαθέσεις.
Έκανε παρέα με απλούς χωριάτες και με μορφωμένους που επισκέπτονταν το χωριό. Ελευθερόστομη, κέρδιζε τους συνομιλητές της με την ειλικρίνειά της, ό,τι κι αν έλεγε.
Συνταξιοδοτήθηκε στην αρχή της δεκαετίας του ’60. Έκτοτε έζησε στην Πορταριά, κοντά στους αγαπημένους της συντοπίτες. Πέθανε στα 82 της χρόνια. [5]
Σχολή «Πανταζής Ζούλιας» …
Η Επαγγελματική – Οικοκυρική Σχολή Πορταριάς λειτουργεί αρκετά χρόνια ύστερα απ’ την δημοσίευση της διαθήκης του δωρητή Ζούλια (1913) για τον οποίο αναφέρουμε στο κεφάλαιο των ευεργετών – εκεί αναγράφεται και η διαθήκη του.
Στεγάζονταν, στο Αρχοντικό Ζούλια.
Υπάρχουν πληροφορίες για μεταστέγαση της κατά καιρούς και σ’ άλλα οικήματα.
Γνωστή επίσης είναι η περιπέτεια της Σχολής και του Κληροδοτήματος Ζούλια στη μεταξική δικτατορία. Τότε εζητείτο η συγχώνευση του Κληροδοτήματος και η αναστολή της λειτουργίας της Σχολής.
Στην Οικοκυρική Σχολή «Πανταζής Ζούλιας» διδάσκονταν σε πλήρες πρόγραμμα αρκετά μαθήματα οικοκυρικής. Βάση του προγράμματος υπήρξε η οικοτεχνία. Αυτή οδήγησε στη μετατροπή της σε Σχολή Ταπητουργίας Πορταριάς που λειτούργησε ως το 1969.
Υπήρχε σκέψη να μετατραπεί σε γεωπονική σχολή και αυτό προτάθηκε τον καιρό των προβλημάτων σε επιστολή της Κοινότητας Πορταριάς προς τον … «Εθνικόν Κυβερνήτην».
Ο Ηρακλής Καραγιάννης αναφέρει κάποιες πληροφορίες σχετικές με τη σχολή : «Την επέτειο του θανάτου του ιδρυτή οι μαθητές μετέβαιναν και κατέθεταν στεφάνι στο άγαλμα του στην περιοχή Ταξιαρχών της Πορταριάς. Κι ακόμη, συμπληρωματικά, πραγματοποιούνταν στη σχολή δραστηριότητες στα πλαίσια μιας γενικότερης επιμόρφωσης των κατοίκων, όπως αυτή των αγροτοπαίδων όπου μάθαιναν γεωπονικές αρχές και προωθούνταν νέες καλλιέργειες ποικιλιών».
Το σχολαρχείο
Στην Πορταριά λειτούργησε και Ελληνικό Σχολείο το οποίο μετά την Τουρκοκρατία ονομάζεται Σχολαρχείο. Συντηρείται από το Δήμο Ορμινίου.
Το Σχολαρχείο υπάρχει ως το 1929, στη συνέχεια μετατρέπεται σε Ημιγυμνάσιο. Το 1932 σταματάει η λειτουργία του.
Είναι γνωστοί οι ελληνοδιδάσκαλοι Ναυπλιώτης Ι. (σχολάρχης), Νότης και Φοντάνας.
Στην περίοδο που λειτουργούσε ως ημιγυμνάσιο δίδαξε σ’ αυτό ο γνωστός λογοτέχνης Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος (συγγραφέας της «Αστροφεγγιάς», πλήθους δοκιμίων και ποιημάτων). Το 1908 ο Δήμος Ορμινίου κηδεύει δημοτική δαπάνη τον καθηγητή του σχολείου Διομήδη Πετρόπουλο[6].
Για το Σχολαρχείο Πορταριάς γράφει ο Γιώργος Τσιμπανούλης.
«... Στεγάζονταν στον επάνω όροφο του σημερινού σχολείου. Ανέβαινε κανείς σ’ αυτόν από μια εξωτερική πόρτα που βρίσκονταν στην πίσω (Β.Α.) πλευρά του σχολείου και από εκεί υπήρχε εσωτερική ξύλινη σκάλα που ανέβαινε στον επάνω όροφο. Το Σχολαρχείο είχε τρείς τάξεις. Πρώτη, δεύτερη και τρίτη. Όταν τελείωνες την τρίτη τάξη μπορούσες να δώσεις εξετάσεις για να εισαχθείς στην πρώτη τάξη του τετρατάξιου Γυμνασίου.
Στο Σχολαρχείο Πορταριάς, κατά τα χρόνια 1925 – 1928, υπηρέτησαν οι παρακάτω καθηγητές: Βουγάς, Νικολάου, Κων. Γιαννακόπουλος, ένας καλόγερος, δεν θυμάμαι πως ήταν στο όνομα, ούτε στο επιθετό του, ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, ο γνωστός κατόπιν ανά το Πανελλήνιον κριτικός και λογοτέχνης.
Ο Βουγάς ήτανε πολύ γέρος. Ο Νικολάου νέος, ομορφάνθρωπος, καλοντυμένος, αυστηρός, επιβάλλονταν στους μαθητές.
Το ίδιο κι ο Γιαννακόπουλος. Αυτός παντρεύτηκε πορταρίτισσα, την Άννα Γ. Πετούση και έκαμε σπίτι στην Πορταριά. Είναι κάτω απ’ το σπίτι του Απ. Χατζηαποστόλου και τώρα του Άγγελου Ζαφρατζά. Ο Νικολάου μετατέθηκε στην Αθήνα, μου φαίνεται στο Μαρούσι. Ο Γιαννακόπουλος στο Γυμνάσιο του Βόλου. Ο καλόγερος κατοικούσε στο σχολείο, σ’ ένα δωμάτιο που έβλεπε προς τον Βόλο. Μας έδερνε με την ψυχή του. Είχε μια βέργα και μας είχε μαλακώσει τα χέρια. Όταν χτυπούσε με την βέργα μας πατούσε με τις παντόφλες που φορούσε για να μη φεύγουμε. Δεν τον χωνεύαμε. Τον λέγαμε τραγόπαπα. Θυμάμαι ένα περιστατικό. Ήμασταν στην τρίτη τάξη του Σχολαρχείου. Όταν δίδασκε σε άλλη τάξη μικρότερη, μας υποχρέωνε να καθόμαστε κι εμείς στην τάξη και να παρακολουθούμε το μάθημα. Κάποτε, θέλεις για να τον πεισμώσουμε, θέλεις γιατί το θεωρούσαμε άχρηστο, συμφωνήσαμε ν’ απεργήσουμε τις ώρες αυτές και να φύγουμε απ’ το Σχολείο. Πήγαμε την άλλη μέρα και που σε σφάζει – που σε πονεί. Μόλις μπήκε στην τάξη μας σήκωσε μπροστά όρθιους. Είμασταν εγώ, ο Γιάννης ο Σκλείδης, ο αδελφός του Νίκου Σκλείδη, ο Τρύφων Κριτσίνης, ο Γιώργος Μαρδέλης, ο Δημ. Τράτσας ή Κουτσουνέλης, ο Νίκος Βικιώτης. Στην ίδια τάξη ήταν και κάποιος άλλος, ο Χρήστος Παπαποστόλου ή Ζαμάνης. Αυτός δεν απήργησε. Από δειλία. Σημάδεψε από τότε την μετέπειτα, κατά την Κατοχή, πορεία του[7]. Άρχισε από τον Γιάννη Σκλείδη. Αυτός θεωρήθηκε ως αρχηγός. Ύστερα ήταν ο Τρ. Κριτσίνης. Ύστερα οι άλλοι στη σειρά. Όπως συνήθιζε μας πατούσε στα πόδια με τις παντόφλες του κι άρχισε να μας χτυπάει έναν – έναν, μ’ όλη του τη δύναμη, σα λυσσασμένος. Πόσες ξυλιές φάγαμε…. Μας λύσσαξε στο ξύλο…
Αυτός ο καλόγερος λοιπόν κάποτε, δεν θυμάμαι ποια χρονιά, εξαφανίσθηκε από το χωριό. Χάθηκε, χωρίς να τον πάρει χαμπάρι κανένας. Διαδόθηκαν κατόπιν πολλά για το ποιόν του, καθόλου καθαρό, όπως λέγανε, ότι δεν είχε πτυχίο καθηγητή, ότι κάτι έγραψαν σχετικά μ’ αυτόν οι εφημερίδες, έγιναν αποκαλύψεις και μόλις τις διάβασε αυτός το’ σκασε και χάθηκε. Ο Θωμάς ο δάσκαλος τα πήρε χαμπάρι αυτά και τα έλεγε. Φυσικά, όχι σε μας. Μικρά παιδιά είμασταν. Ποιος μας λογάριαζε; Αλλά και ποιόν ενδιέφεραν;
Το Σχολαρχείο της Πορταριάς καταργήθηκε από το Ημιγυμνάσιο που στεγάσθηκε κι αυτό στον ίδιο όροφο που ήτανε το Σχολαρχείο…»
Ο τελειόφοιτος του Σχολαρχείου Νίκος Σκλείδης θυμάται :
«Εκείνα τα χρόνια υπήρχαν κανόνες … Κανόνες γραμματικής, αριθμητικής, φυσικής … Για να μάθεις το μάθημα έπρεπε να ξέρεις απ’ έξω τον κανόνα. Σήμερα δεν υπάρχουν πια κανόνες για τα παιδιά. Τότε μαθαίναμε τους κανόνες κι όσο να τους μάθουμε τρώγαμε και κάνα-δυο βεργιές. Δεν παθαίναμε τίποτε. Και να σας πω ένα πράγμα … Πριν από χρόνια, όταν ήμουν στην Κοινότητα (εννοεί Κατηχωρίου) έγινε μια … λαδιά στις εκλογές. Κι έπρεπε αμέσως να κάνουμε μια αναφορά. Πήραν οι άλλοι λοιπόν κι έγραψαν στην αρχή της αναφοράς : «Κύριε Ειρηνοδίκα …». Τους το λέω ότι κάνουν λάθος. Όχι έτσι, «Κύριε Ειρηνοδίκη …» να γράψετε τους λέω κι αυτοί επιμένουν στο δικό τους. Τότε τους λέω τον κανόνα : «Την κλητική εις –α έχουν τα λήγοντα εις – ης και τα λήγοντα εις –άρχης, -μέτρης, -τρίβης, -ώνης, -πώλης και –ώνης. Το δε όνομα Δεσπότης εις την κλητική αναβιβάζει τον τόνον». Κι αριθμητικό κανόνα να σας πω; «Το εμβαδόν του κύκλου ισούται με ακτίνα επί 3,14».
Τότε, στο Σχολαρχείο, άλλοι ήθελαν να σπουδάσουν γιατροί, άλλοι πολιτικοί μηχανικοί. Εμένα ο πατέρας μου ήθελε να με κάνει γεωπόνο. Τι να τις κάνω τις σπουδές, του λέω, εγώ, δέκα κιλά ελιές να πουλήσω, θα βγάλω περισσότερα απ’ το μισθό του γεωπόνου. Στην τελευταία τάξη έμεινα μετεξεταστέος στα Γαλλικά. Λέω στον πατέρα μου … Θα σταματήσω … Τι με θέλεις … ξεναγό; Και σταμάτησα. Δεν πήρα πτυχίο.
Στα ελληνικά είχαμε τον κύριο Γιαννακόπουλο. Μας μάθαινε πολύ καλά τη γλώσσα και τις γνώσεις αυτές τις χρησιμοποίησα πολύ καλά, χρόνια ολόκληρα.
Θυμάμαι, όταν κάποιος Νομάρχης μας έβγαλε από το γραφείο του, εμένα και τους συμβούλους μου, πολύ αργότερα, έκανα μια αναφορά στον Υπουργό Λυκουρέζο στον οποίο έγραψα ότι «ο ρηθείς Νομάρχης με απέπεμψε σκαιότατα και είναι τούτο ιταμόν και ανοίκειον δια την θέσιν ήνπερ κατέχει».
Δεν πληρώναμε δίδακτρα. Πληρώναμε όμως τα βιβλία και μάλιστα πανάκριβα. Θυμάμαι ότι την «Ανατομία του Ανθρώπου» την αγόρασα με 7.000 δρχ. Πολλά λεφτά τότε. Δώδεκα λίρες. Εξακόσιες δρχ. είχε τότε η λίρα. Το ίδιο ακριβά ήταν και στα Πανεπιστήμια τα βιβλία. Οι φοιτητές έκαναν απεργία, θυμάμαι τον αδελφό μου, του είχαν σπάσει το κεφάλι. Τραγουδούσαν :
Το Πανεπιστήμιο θα κλείσει βρε παιδιά
Κι ο Λευτέρης θα κρατάει τα κλειδιά
Θα το ενοικιάσουμε να πάρουμε λεφτά
Ν’ αγοράσουμε βιβλία πιο πολλά
Ενοικιάζεται
Κι η Σύνοδος για τους φοιτητές δεν νοιάζεται
Ενοικιάζεται κι η Σύνοδος μαζί.
Δίναμε τότε εξετάσεις και στα δυο εξάμηνα. Κάναμε δυο διαγωνισμούς.
Στο Σχολαρχείο έρχονταν παιδιά, αγόρια και κορίτσια απ’ το Κατηχώρι, την Πορταριά, τις Σταγιάτες και τη Μακρινίτσα. Καμιά τριανταριά. Συνεχίζαμε, σπάνια σταματούσαμε. Αν λείπαμε έρχονταν φύλακας στο σπίτι να ρωτήσει.
Φοβάμαι ότι έχουν αλλάξει πολύ τα πράγματα. Σε λίγο δεν θα μπορούν να μιλούν και να γράφουν οι απόφοιτοι. Ρωτώ τα παιδιά : «Γιατί γιορτάζουμε τους Τρεις Ιεράρχες …» και με κοιτούν μ’ απορία. Ελάχιστοι ξέρουν ότι οι Τρεις Ιεράρχες υπήρξαν μεγάλοι μαθητές στην Αθήνα.
Τους τρεις μεγίστους φωστήρας της τρισηλίου θεότητας ….».
Συρρίκνωση κι Αναβίωση
Στην εισήγηση του που έκανε στην Ημερίδα «Εκπαιδευτικές όψεις του Πηλίου» (Πορταριά 13 Μαΐου 2000) ο Ηρακλής Καραγιάννης δίνει μια εικόνα και των μεταβολών στα εκπαιδευτικά της Πορταριάς στην περίοδο 1940-1999.
«Την τελευταία περίοδο η Εκπαίδευση στην Πορταριά γνωρίζει συρρίκνωση, απόρροια της πληθυσμιακής και οικονομικής μεταβολής που διέρχεται. Την δεκαετία 1940-1999, το τριτάξιο Δημοτικό Σχολείο θα υποβιβαστεί σε διτάξιο (1948 Οικονόμου Ι.,Τσιμπλούλη Μαρία), ενώ το Νηπιαγωγείο λειτουργεί ως μονοτάξιο (Κατσιούρα Αντιγόνη). Την συγκεκριμένη περίοδο (1946-1948) στην Πορταριά φιλοξενείται και το Δημοτικό Σχολείο του ανταρτόπληκτου Κεραμιδίου.
Σημαντικά γεγονότα αυτής της περιόδου, η καταστροφή του Αθανασάκειου Νηπιαγωγείου, κατά τον εμπρησμό της Πορταριάς από τους Γερμανούς καθώς και ενός, μικρού ευτυχώς, τμήματος του αρχείου του δημοτικού Σχολείου. Από τότε το Νηπιαγωγείο θα συστεγασθεί στο κτίριο του Δημοτικού Σχολείου.
Κατά τους σεισμούς (1955) το κτήριο του Δημοτικού Σχολείου θα δοκιμαστεί με αποτέλεσμα να αφαιρεθεί ο όροφος του.
Η πορεία αυτή θα συνεχιστεί μέχρι την δεκαετία 1990-2000 με τον αριθμό των μαθητών μειωμένο και σταθεροποιημένο με μικρές αποκλίσεις στους 25-30 για το Δημοτικό Σχολείο και 7-12 για το Νηπιαγωγείο.
Το 1996 το Δημοτικό Σχολείο θα προβιβαστεί σε τριθέσιο και τον επόμενο χρόνο (1997) σε τετραθέσιο με την συγχώνευση των μονοθέσιων σχολείων Κατηχωρίου και Σταγιατών. Παράλληλα αρχίζει την λειτουργία του ως σχολείου διευρυμένου ωραρίου.
Το 1998 προβιβάζεται σε εξαθέσιο και μεταστεγάζεται στο Αρχοντικό Ζούλια (Μουσείο Πορταριάς) λόγω των εργασιών προσθήκης ορόφου και ανακαίνισης του κτηρίου και των χώρων του. Παράλληλα το Νηπιαγωγείο Πορταριάς μεταστεγάζεται σε ανακαινισμένο οίκημα (δωρεά Γόντικα).
Το 1999 το Δημοτικό Σχολείο Πορταριάς επιστρέφει στην έδρα του, ανήκοντας όμως στην ομάδα των Πιλοτικών Ολοήμερων Σχολείων (27 στην Ελλάδα) έχοντας 56 (σ.σ. σήμερα φτάνουν τους 130) μαθητές και 16 (σ.σ. σήμερα ξεπερνούν τους 20) μόνιμους, ωρομίσθιους, υπερωριακά εργαζόμενους δασκάλους.
Θα ήταν παράλειψη αν δεν αναφέρονταν την τελευταία δεκαετία η συμβολή της Κοινότητας Πορταριάς και του Δήμου Πορταριάς σήμερα, όπως και του Συλλόγου Γονέων που ιδρύθηκε το 1978 στην σημερινή εικόνα της Εκπαίδευσης στην Πορταριά».
Αλλά από το 2000 μέχρι σήμερα έχουν συντελεσθεί αλλαγές επί τω βελτίω : Τα παιδιά του Δημοτικού Σχολείου, , εγγράφονται από την ευρύτερη περιοχή, επιλέγοντας ένα σχολείο πειραματικό με αρκετά εργαστήρια, μικρά τμήματα, δασκάλους με όρεξη στη δουλειά τους και αγάπη για τα παιδιά.
Στο Δημοτικό Σχολείο γίνονται Ημερίδες και Συνέδρια – ορισμένα, όπως το Συμπόσιο Πληροφορικής, έχουν πλέον καθιερωθεί.
Επίσης πολύ καλή δουλειά γίνεται στο Κέντρο Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών όπου οι κυρίες Μαρία Βούλγαρη, Αποστολία Σκλείδη και Μαρία Μπέζου μαθαίνουν (παίζοντας) στα παιδιά που θέλουν να αξιοποιήσουν τον ελεύθερο χρόνο τους.
Η Ιστορία από πηγές.
ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΔΗΜΟΥ ΟΡΜΙΝΙΟΥ – ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΠΟΡΤΑΡΙΑΣ[8]
►Δημοτικό Σχολείο Πορταριάς
Προς τον κ. Πρόεδρον της Κοινότητας Πορταριάς
Ενταύθα
Έχομεν την τιμήν να γνωρίσωμεν υμίν ότι αύριον Κυριακήν 17ην τρέχοντος και ώραν 10 π.μ. και μετά την θείαν λειτουργίαν, τελείται εν τω σχολείω ημών σχολική εορτή επί τη λήξει των μαθημάτων και παρακαλούμεν όπως, ευαρεστούμενοι, τιμήσητε δια της παρουσίας υμών μετά του υφ’ υμών Συμβουλίου.
Εν Πορταριά τη 15 Ιουνίου 1934
Ο διευθυντής του Σχολείου
Θωμάς Σουλικιάς
►Ο Γεν. Επιθεωρητής της Δ΄
ΕΚΠ. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ
Εν Βόλω τη 15 Φεβρουαρίου 1934
Προς τον κ. Πρόεδρον της Κοινότητας Πορταριάς
Έχομεν την τιμήν να παρακαλέσωμεν υμάς κατόπιν της υπ’ αριθ. 5512 διαταγής του Υπουργείου Θρησκευμάτων και Παιδείας όπως γνωρίσητε ημίν εάν υπό της διευθύντριας Μαριγώς Μηλάκη έχη συνταχθεί συμβόλαιον δωρεάς προς την Κοινότηταν Πορταριάς του οικήματος όπου πρότερον εστεγάζετο το καταργηθέν Ημιγυμνάσιον, εν καταφατική δε περιπτώσει αποστείλητε ημίν και αντίγραφον τούτου κεκυρωμένον εφ’ απλού χάρτου.
►Υπουργείον Θρησκευμάτων και Παιδείας
Τμήμα Τεχνικών Υπηρεσιών
Εν Αθήναις τη 27 Ιουλίου 1936
Προς
τον κ. Γενικόν Επιθεωρητήν της Δ΄ Εκπαιδευτικής Περιφέρειας – Βόλου
Εις απάντησιν της υπ’ αριθ. 1178 ε.ε. υμετέρας αναφοράς γνωρίζομεν υμίν ότι συμφώνως τω άρθρω 5 του Ν.Δ. της 21/4/26 «περί ανεγέρσεως διδακτηρίων εν Αθήναις και Σχολών Επαγγελματικής Εκπαιδεύσεως» και τη παραγράφω 6 του άρθρου 22 του νόμου 5019 «περί ιδρύσεως σχολικών ταμείων και σχολικών εφορειών» το Μηλάκειον διδακτήριον ανήκει κατά πλήρη κυριότητα εις την σχολικήν εφορείαν Πορταριάς. Η προς την Κοινότητα παραχώρησις τούτου θα ήτο δυνατή μόνον επί τη βάσει του άρθρου 57 του νόμου 5341, ούτινος όμως αι προϋποθέσεις δεν συντρέχουσιν άπασαι επί του προκειμένου.
Ο υπουργός
Γ.Λογοθέτης
Βόλος 15 Ιουνίου 1936
Προς:
Τον κ. Πρόεδρο της Κοινότητας Πορταριάς
Συμφώνως τη υπ’ αριθ. 28735 Διαταγή του Υπουργείου Παιδείας «όπως αι σχολικαί εφορείαι απευθυνθούν και ζητήσουν την αρωγήν των κ. κ. Δημάρχων και Προέδρων των Κοινοτήτων δια την προμήθειαν μορφωτικού κινηματογράφου,καθ’ όσον το κράτος αδυνατεί επί του παρόντος να συντελέση πλήρως είς του δια του μορφωτικού κινηματογράφου επιδιωκόμενου σκοπού».
Έχομεν την τιμήν να παρακαλέσωμεν όπως ευαρεστούμενοι διαθέσητε εκ της υφ’ υμάς Κοινότητος ανάλογον χρηματικόν ποσόν υπέρ του σχολικού ταμείου του εντάυθα Γυμνασίου Αρρένων δια την αγοράν του απαραίτητου διδακτικού μέσου, διά την προμήθειαν του οποίου απαιτείται χρηματικόν ποσόν 50000 δραχμών, το οποίον ποσόν δεν δύναται να διαθέση εξ’ ολοκλήρου η σχολική εφορεία.
Ευελπιστούντες ότι θα τύχωμεν της προσηκούσης χρηματικής αρωγής, εκφράζομεν απείρους ευχαριστίας.
Μετ’ εξαιρετικής τιμής
Πρόεδρος της σχολικής εφορ.του Γυμνασίου αρρένων Βόλου.
(υπογραφή δυσανάγνωστη)
ΒΑΣΙΛΕΙΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Εν Πορταριά τη 23 Μαΐου 1936
ΔΗΜΟΤΙΚΟΝ ΣΧΟΛΕΙΟΝ ΠΟΡΤΑΡΙΑΣ
Αριθ. Πρωτ. 90
Προς
Τον Κον προέδρον της Κοινότητας Πορταριάς Ενταύθα
Έχομεν την τιμήν να γνωρίσουμε υμίν, ότι αύριον Κυριακή 24 τρέχοντος και ώραν 5 μμ. τελούνται αι γυμναστικαί επιδείξεις των μαθητών και μαθητριών του σχολείου μας εις την πλατείαν Ταξιαρχών (στάδιο) και παρακαλούμεν όπως ευαρεστούμενοι, τιμήσητε ταύτας δια της παρουσίας υμών μετά του υφ’ υμάς Συμβουλίου.
Ο Διευθυντής του Σχολείου
ΔΗΜΟΤΙΚΟΝ ΣΧΟΛΕΙΟΝ ΠΟΡΤΑΡΙΑΣ
Αριθ. Πρωτ. Δ.Υ.
ΚΟΙΝΟΤΗΣ ΠΟΡΤΑΡΙΑΣ Εν Πορταριά τη 8ην Δεκεμβρίου 1938
ΒΟΛΟΥ
Προς
Τον κ. Πρόεδρον της Κοινότητος Πορταριάς
Ενταύθα
Έχω την τιμήν να γνωρίσω υμίν ότι κατόπιν της υπ’ αριθ. 137 εγκυκλίου 2ου Υπουργείου Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας, πρέπει να οργανωθή ομάς σκαπανέων εκ των μαθητών των τριών ανωτέρων τάξεων του Σχολείου. Επειδή δε ως γνωστόν οι μαθηταί είναι άποροι και δεν δύνανται να διαθέσουν μηδέ το ελάχιστον χρηματικόν ποσόν διά στολήν, παρακαλώ υμάς όπως ψηφίσετε εις βάρος του προϋπολογισμού της Κοινότητας χρηματικόν ποσόν εξ οκτω (αριθ. 8.000) χιλιάδων δραχμών διά την κατασκευήν 36 στολών σκαπανέων.
Ο Διευθυντής του Σχολείου
Εν Πορταριά 12 Μαρτίου 1941
Προς
Τον κ. Πρόεδρον της Κοινότητας Πορταριάς
Ενταύθα
Έχομεν την τιμήν, εις απάντησιν του υπ’ αριθ. 273/10-3-1941 υμετέρου εγγράφου να γνωρίσωμεν υμίν ότι παραχωρούμεν μιαν των αιθουσών του κάτω πατώματος του υφ’ υμάς Σχολείον διά τη προσωρινή στέγασιν του Φυλακείου χωρ/κής Πορταριάς, προκειμένου να εκκενωθεί το Μηλάκειον Παρθεναγωγείον δια τας εργασίας της Ε.Ο.Ν.
Ο Πρόεδρος της Σχολικής Εφορείας
2.Η ΑΓΙΑ ΣΙΑΓΩΝ[9]
Ύστερα η γιαγιά ξεκαρδίζονταν. «Σαλογεδεών, έλεγε, Σαλογεδεών». Έβγαζα την ποδιά της Ρούλας κι έβγαινα στο σκοτεινό διάδρομο. Συνήθως η πρώτη πόρτα που περνούσα ήταν μισάνοιχτη και η Λαμπρινή χτένιζε, μπροστά στον καθρέπτη, τα κατσαρά της μαλλιά.
Εν έτει 1970 η γιαγιά Χρυσάνθη ήταν 82 χρονών, «γεννηθείς», όπως τόνιζε, κυνηγώντας όπως οι περισσότεροι το λάθος, το 1898. Σκέφτηκα ότι αν είχε ακούσει, όπως μας έλεγε, αυτό το «Σαλογεδεών» από τη γιαγιά της, θα αναφέρονταν σε κάποιον δια Χριστόν σαλό (επέμενε ότι ο Γεδεών ήταν καλόγερος) που έζησε ή πέρασε από το χωριό της, την Πορταριά, στα χρόνια περίπου της Επανάστασης. Τα παλαιότερα πρέπει να τα ‘χει σκεπάσει το χιόνι των ημερών και της επιτροχάδην αλλοίωσης των μύθων.
Κι άρχισα να ψάχνω. Όλοι στην αρχή που υποδείκνυαν τον νεωκόρο των Αγίων Αναργύρων, προστατευόμενο του μεγάλου παραμυθά παπα Αντώνη που πέθανε την ώρα της Θείας Λειτουργίας τον καιρό της Κατοχής. Αυτός ο νεωκόρος τάιζε τα ορφανά γατάκια και τα μάτια του ήταν μονίμως υγρά. Η αγιοσύνη του ήταν φανερή, όμως κανείς δεν μας μίλησε για «τρέλλα». Άλλωστε έπρεπε να φτάσω, γυρίζοντας πίσω, στα χρόνια της πεθεράς της Ματσίνας – αυτό υπήρξε το παρατσούκλι της μάνας της γιαγιάς μου.
Ο πρώτος που μου μίλησε για τον δια Χριστόν σαλό Γεδεών ήταν ο ευλαβής ψάλτης του Αγίου Νικολάου Πορταριάς ο κ. Ανδρέας Σώκος. Ενθουσιώδης : «Εδώ, εδώ πιο πάνω στην Αγία Κυριακή, υπάρχει η Αγία Σιαγώνα του. Την προσκύνησα κάποτε. Ζήτησα το κλειδί απ’ τ’ Αφρουδί τ’ Λιάμου. Το καταφιλούσα και με έπνιγε μια ευωδία σαν από τριαντάφυλλα».
Το εκκλησάκι της Αγίας Κυριακής βρίσκεται σε έναν ανήφορο αποπνοής από τα ερειπωμένα Θεοξένεια στην πλατεία. Αν σκαρφαλώσεις Άνοιξη, χάνεσαι μέσα σε πρασινάδες, και ευώδη χόρτα και βαθείς ψιθυρισμούς ναμάτων.
Ανέβηκα χειμώνα καιρό. Βιρβίλια κατσικίσια κυλούσαν πάνω από τα πόδια μου, ενώ ψηλά έκρωζε ένα γεράκι.
Την γριούλα δεν τη βρήκα. Μόνο έναν παράξενο φουστανελά συνάντησα καθώς κατέβαινα. Ισχνός, κρατούσε μια γκλίτσα κι όπως έψαλλε θριαμβικά το «Δόξα σοι το δείξαντι το φως» τον γνώρισα. «Καλή σου μέρα Άγιε», του φώναξα.
«Ταχ’ τιβιλίμ, τιβιλόμ», μου απάντησε στη γλώσσα που με ταχτάριζε ο παππούς Γαρύφαλλος, ο προϋπαντήσας το Μάιο του 1931 τον Ελευθέριο Βενιζέλο, στον κήπο του Θεοξένεια με ένα «Ως ευ παρέστης, Ελευθέριε σοφέ».
Τον έχασα από τα μάτια μου στη στροφή, ενώ άνοιγε την πόρτα της Αγίας Κυριακής. Ύστερα σκέφθηκα ότι είχαμε 30 Δεκεμβρίου, μέρα του μαρτυρίου που κυνήγησε και, εν έτει 1818, πέτυχε.
Ο Άγιος Γεδεών γεννήθηκε στην Κάπουρνα. Οι σημερινοί ονομάζουν το χωριό Γλαφυράς, δεν ξέρω γιατί λειαίνεται τόσο η ομηρική ονομασία. Πρώτος στη σειρά εφτά αδελφών ο Νικόλαος (αυτό ήταν το όνομα του) παιδί του Αυγερινού και της Κυράτζας.
Η άγρια φτώχεια εξουθένωσε την οικογένεια, έτσι ο μικρός Νικόλαος έπιασε δουλειά (να υπολογίζεται μόνο ένα στόμα λιγότερο) στο μπακάλικο του θείου του στο Βελεστίνο.
Επί διακόσια χρόνια περίπου τίποτε δεν άλλαξε σ’ αυτά τα μαγαζιά. Γράψαμε κι άλλα φορά για τα δεφτέρια και τα τσουβάλια με τα όσπρια, τις ζαρωμένες ελιές και τα κομμάτια του χαλβά. Τα βαρέλια του πετρελαίου πρέπει να έλειπαν. Στη θέση τους υπήρχε η ρακή και το κρασί. Εφημερίδες δεν έτριζαν, κι έξω, πάνω απ’ τα κεφάλια των ξυπόλητων παιδιών, έκρωζαν κιρκινέκια ή πετούσαν πετροχελίδονα με κόκκινη κοιλιά.
Ο Νικόλαος ήταν όμορφο παιδί. Κάποιος Αγαρηνός του Βελεστίνου σκέφθηκε ότι θα ταίριαζε ως ευνούχος στο χαρέμι του. Τον ζήτησε από τον θείο του, εκείνος στην αρχή αρνήθηκε, αλλά μπροστά στο φόβο της εξουσίας, τον παραχώρησε. Στους δύστυχους γονείς του παρήγγειλε ότι το παιδί έχει σίγουρο μέλλον.
Και θα ‘χε σίγουρο μέλλον ως Ιμπραήμ, επειδή οι Τούρκοι αυτό το όνομα του έδωσαν με την περιτομή. Το αγόρι βολεύτηκε στην τρυφή και για δύο μήνες χάρηκε την θαλπωρή του χαρεμιού.
Ένα πρωί, ξύπνησε έξαφνα με μια απορία κι ένα πόνο καρδιάς. «Γιατί το ‘κανα αυτό; Γιατί αρνήθηκα τον Χριστό μου;» σκεπτόταν. «Ποιόν Παράδεισο, ποιόν Ουρανό μου προσφέρουν οι καλές αυτές γυναίκες; Τα αρώματα τους θα γίνουν δυσωδία και οι ίδιες σκόνη. Και θα χαθώ κι εγώ μαζί τους».
Και γύρισε στους γονείς του.
«Και γύρισε στους γονείς του», έγραφα όταν χτύπησε το τηλέφωνο.
Ήταν τ’ Αφρουδί τ’ Λιαμ’. «Θέλετε να έρθετε να προσκυνήσετε τον Άγιο;» Πετάχτηκα πάνω. Ο ανήφορος δεν μου ‘κοψε αυτή τη φορά την ανάσα. Πετούσα. Το εκκλησάκι πεντακάθαρο και η κυρία Αφροδίτη μου ‘δειξε τις εικόνες των Αγίων. Άγιος Ευστάθιος, Άγιος Φανούριος. Μου μίλησε και για ένα θαύμα που έζησε : «Κάποτε, την ώρα που κοιτούσα λυπημένη τον Άγιο Ευστάθιο κι έλεγα μέσα μου, πότε θα λειτουργήσουμε Άγιε τη μνήμη σου, άνοιξε η πόρτα και μπήκαν μέσα ένας παπάς, ένας γνωστός μου ψάλτης και παραθεριστές που μου είπαν, ήρθαμε να λειτουργήσουμε τον Άγιο Ευστάθιο. Κι απ’ τη χαρά μου πήδησα από την καρέκλα κι άνοιξα πόρτες και παράθυρα».
Σκέφθηκα ότι ο Άγιος Γεδεών μένει αλειτούργητος. Στάθηκα μπροστά στο λείψανο και την εικόνα του. Εδώ είναι ντυμένος μεγαλόσχημος μοναχός. Απορώ και με βλέπει. Η γριούλα έχει αποσυρθεί.
Κι ο Άγιος συνεχίζει μια ιστορία που είχε μείνει στη μέση. «Μη σου φαίνεται παράξενο. Τελικά, ύστερα από περιπέτειες σε τόπους άγνωστους, κατέληξα στη μόνη Καρακάλου, στο Άγιο Όρος. Εκεί και η μετάνοια μου. Επί 35 χρόνια έκλαια τις αμαρτίες μου. Με άκρα ταπείνωση και πένθος. Μα δεν μου έφθανε αυτό. Ήθελα να μαρτυρήσω. Πέταξα τα ράσα, φόρεσα ό,τι τρελό μπορούσα. Κυνηγούσα τις χανούμισσες στους δρόμους, μια φορά έριξα καφέ στο πρόσωπο του καδή. Τίποτε. «Άντε να χαθείς σαλέ», μου φώναζαν όλοι. Βλέπεις δεν καταλάβαιναν αυτό το ένδυμα της ταπείνωσης. Οι δια Χριστόν σαλοί ταπεινώνονται περισσότερο και από τη γη. Δεν επιτρέπουν ν’ αναγνωρισθεί ίχνος της αγιότητάς τους.
Κάποτε έφθασα στο ποθούμενο. Κυρίως με λυπήθηκαν όσοι κατάλαβαν τον πόνο μου. Ίσως και να βοήθησε το ότι χαρακτήρισα κασιδιάρη και σεληνιασμένο τον Προφήτη τους. Μ’ έπιασαν στον Τύρναβο. Με πόμπεψαν γυμνό, καθισμένο ανάποδα σε ένα γαϊδούρι. Κι ύστερα μου έκοψαν τα χέρια και τα πόδια και με πέταξαν στο «αναγκαίο» του παλατιού. Γέμισε η αυλή κόσμο που ήλθε να με δει. Το αίμα να τρέχει μέσα στις βρωμιές και να συζητούμε πνευματικά με τους αδελφούς…».
Η φωνή έσβησε. Υπάρχει, πρέπει να υπάρχει μια περιπέτεια του Άγιου Λειψάνου. Πώς έφθασε η πριονισμένη σιαγόνα του στην Αγία Τριάδα;
Γύρισα να ρωτήσω τ’ Αφρουδί. Αμήχανος, την είδα να κρατάει ένα πιατάκι με καρύδι γλυκό.
Γλυκύτερο ήταν το χαμόγελο της ταπεινής γριούλας. Όμως την ευωδία του κυρ Ανδρέα, δεν την ένιωσα.
Γ.Τ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου