Τετάρτη 28 Ιουνίου 2017




Ο Σπυρίδων Λάμπρος με περισσή υπερηφάνεια και πιθανή μερικές φορές πρόθεση, η οποία δύσκολα γίνεται αντιληπτή, αποκαλύπτει την καταγωγή του:

''Είνε αληθέστατον μεν ότι κατάγομαι εκ Καλαρρυτών, μικρού χωρίου, επί της παραμεθορίου γραμμής του Ελληνικού Βασιλείου, έναντι του επί οθωμανικού εδάφους Συρράκου, πατρίδος ενός εκ των εξοχωτάτων πολιτικών ανδρών της Ελλάδος, του Κωλέττη, και ενός εκ των μάλλον φημισμένων ημετέρων ποιητών, του Ζαλοκώστα, αυτού τούτου του Συρράκου μετά της τέως ρουμανικής άνευ μαθητών σχολής, αλλ' είνε ακόμη αληθέστερον ότι ο πάππος μου υπήρξεν έν εκ των θυμάτων του Αλή Πασά των Ιωαννίνων και ότι ουδείς εκ των συμπατριωτών μου των Καλαρρυτών, ως ουδείς εκ των κατοίκων του Συρράκου και των λοιπών χωρίων των διεκδικουμένων ως αρουμανικών αναγνωρίζει ότι τυγχάνει άλλο τι ή γνησιώτατος  και αδιαφιλονείκητος Έλλην''. 

Πατέρας του Σπυρίδωνος είναι ο Παύλος Λάμπρος, ευυπόληπτος και πλούσιος Ελληνόβλαχος εγκατεστημένος στην Κέρκυρα, όπου την Ογδόη Απριλίου 1851 γεννήθηκε ο Σπυρίδων. Χάρη δε στην πάντοτε άριστη υγεία του, στην οικογενειακή ευμάρεια, στην έμφυτη φιλομάθεια και στην ευδιάκριτη ευφυϊα του απέκτησε ευρύτατη μόρφωση. Ήδη το 1871 έχει περατώσει τις σπουδές του στη Φιλοσοφική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου και την 25η Ιουλίου 1873 αναγορεύθηκε διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Λειψίας, αλλά δεν επανήλθε αμέσως στην Ελλάδα επιδιώκοντας διεύρυνση των σπουδών στη Γερμανία. Πράγματι συνέχισε μεταδιδακτορικές σπουδές στη Βιέννη και στο Βερολίνο. Εκεί επιδόθηκε στην ενδελεχή μελέτη των συγγραφών του ονομαστού Γερμανού Zinkeisen, ο οποίος πρώτος ήδη από το 1832 είχε ανατρέψει τον Jakob Ph. Fallmerayer. Ο Zinkeisen, αφού επέκρινε δριμύτατα τις πλάνες του Fallmerayer, αφοσιώθηκε στη συγγραφή συνεχούς ιστορίας του ελληνικού έθνους αποσκοπώντας στην οριστική λύση των ζητημάτων, που είχαν προκύψει από τις θεωρίες του Fallmerayer. Με θαυμαστή ευθυκρισία είχε θέσει ως πυρήνα και θεμελιώδη ιδέα την ενότητα του ελληνικού κόσμου σε όλες τις φάσεις της ιστορικής εξελίξεώς του. Έτσι έπαυσε να θεωρείται ως παρακμή του ρωμαϊκού κράτους η βυζαντινή ιστορία. Εκλαμβάνεται πλέον ως αρχή νέου ιστορικού βίου, κατά τον οποίο επέρχεται ''η βαθμιαία λήξις του αρχαίου και η διαμόρφωσις του νέου''. Εφεξής η βυζαντινή περίοδος, η οποία παρουσιαζόταν σαν εποχή ντροπής για τον Ελληνισμό έλαβε την αρμόζουσα θέση. 

Η νέα θεώρηση της ιστορίας ώθησε ημεδαπούς και αλλοδαπούς ιστορικούς στην έρευνα του Ελληνισμού κατά τους μέσους αιώνες, ώστε επιστημονικά να τεκμηριώνεται η συνέχεια και η ενότητα, η οποία αποτελούσε κοινή συνείδηση των Ελλήνων και πανίσχυρο κίνητρο προς ανεξαρτησία και εθνική ολοκλήρωση, όπως έχει προκύψει από το έργο των Κ. Παπαρηγόπουλου, Παύλου Καρολίδη και άλλων, μεταξύ των οποίων διακρίνεται ο Σπ. Λάμπρος, που έχει ερευνήσει τις τύχες του Ελληνισμού ως ενιαίου, συγγράφοντας πεντακόσιες μελέτες, μικρές, μεγάλες, βιβλία ολόκληρα και μερικά πολύτομα. Τα δημοσιεύματα του, κατά το χρονικό διάστημα 1866-1917, ανέρχονται σε 479 και συμποσούνται περίπου σε 39 ογκώδεις τόμους. Επιπρόσθετα υπάρχει και το εγκριτότατο περιοδικό Νέος Ελληνομνήμων, του οποίου κυκλοφορήθηκαν 21 τόμοι, που περιλαμβάνουν πρωτότυπες μελέτες του Σπ. Λάμπρου, και 17 τόμοι αποτελούν μεταφράσεις ιστορικών συγγραφών ξένων συναδέλφων του. Άξιες ιδιαίτερης μνείας συγγραφές του είναι η Ιστορία της Ελλάδος, ο ογκώδης κατάλογος των χειρογράφων του Αγίου Όρους, η δίτομη έκδοση του Μιχαήλ Ακομινάτου και οι δύο τόμοι των Παλαιολογείων. Επισημαίνονται επίσης ως εξαιρετικού ενδιαφέροντος και τα ακόλουθα: Λόγοι και Άρθρα (1878-1902), Μικταί Σελίδες (1905), Λόγοι και Αναμνήσεις εκ του Βορρά (1909), Ελευθέρια (1911). Εύλογα σημειώνει ο Ν. Σ. Δεπάστας ότι ''το συγγραφικόν του έργον εδημοσίευσεν ο Λάμπρος ιδίαις δαπάναις, της κρατικής προς αυτόν συνδρομής ούσης ανεπαρκεστάτης''.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου