ΜΑΥΡΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ: Η σχολική εκδρομή από το Ρέθυμνο που
κατέληξε σε τραγωδία με 21 νεκρούς |
Πρόκειται
για μια από τις πιο συγκλονιστικές σχολικές τραγωδίες που έχουν σκεπάσει με
μαύρο την Ελλάδα. Είκοσι μία μαθήτριες του τότε Γυμνασίου Σπηλίου έχασαν τη ζωή
τους στη θαλάσσια περιοχή της Γεωργιούπολης. Σαράντα πέντε χρόνια μετά
την Πέμπτη 4 Μαΐου 1972, και δεν είναι λίγες οι φορές που σε κουβέντες
Κρητών μνημονεύεται η συγκεκριμένη τραγωδία.
Ήταν Μάιος του 1972 όταν το Γυμνάσιο Θηλέων του
Σπηλίου Ρεθύμνου πραγματοποιούσε την κλασσική πενθήμερη εκδρομή του με πούλμαν
στα Χανιά. Το ανοιξιάτικο πρωινό της 4ης Μαίου τους βρήκε όλους στην υπέροχη
παραλία της Γεωργιούπολης. Ο ήλιος λαμπερός και ζεστός και η μπουνάτσα της
θάλασσας την καθιστούσε ιδιαίτερα ελκυστική για μιά υπέροχη, όπως νόμιζαν,
βαρκάδα. Οι συνοδοί καθηγητές συγκεντρωμένοι σε κάποιο παραλιακό καφενείο,
παρακολουθούσαν αμέριμνοι, όπως γίνεται συνήθως, τα παιδιά να τριγυρνούν στην
παραλία.
Φαίνεται πως, λόγω του πλήθους των ατυχημάτων-πνιγμών
που έχουν συμβεί σ’ αυτή την ειδυλλιακή παραλία της μικρής τουριστικής πόλης,
κάπου 20 χλμ. από το Ρέθυμνο και τα διπλά, περίπου, από τα Χανιά, τα νερά εκεί
είναι αρκετά ύπουλα και θέλουν πολλή προσοχή. Όμως αυτό δεν εμπόδισε τα
κοριτσόπουλα ν’ αποφασίσουν τη μοιραία βαρκάδα. Στριμώχτηκαν σε μιά
ψαρόβαρκα, κατά πολύ μικρότερης χωρητικότητας, πάνω από 20 άτομα και…. βάρκα
γιαλό, σαλπάρισαν γι’ ανεπίστροφο, ως απεδείχθη, ταξίδι.
Μόλις η βάρκα βγήκε από τον απάνεμο όρμο κι άρχισε το ταρακούνημα των κυμάτων, τα κορίτσια, που σημειωτέον τα περισσότερα δεν γνώριζαν κολύμπι, άρχιζαν να τρομάζουν και να πανικοβάλλονται, οπότε μέσα στην τρομάρα τους και με κάποιο δυνατό κύμα, μαζεύτηκαν στη μιά μεριά της βάρκας και…. μπλουμ! πάρ’ τες όλες στο νερό, με τη βάρκα τούμπα!
Από εκεί και μετά έγινε ο κακός χαμός με τις μικρές να ουρλιάζουν απεγνωσμένα, κάποιες να μπερδεύονται στα δίχτυα που χύθηκαν στη θάλασσα και τους δασκάλους στην παραλία να παρακολουθούν έντρομοι κι αλλόφρονες, κραυγάζοντας κι αυτοί γιά μιά βοήθεια που οι ίδιοι δεν μπορούσαν να προσφέρουν.
Μόλις η βάρκα βγήκε από τον απάνεμο όρμο κι άρχισε το ταρακούνημα των κυμάτων, τα κορίτσια, που σημειωτέον τα περισσότερα δεν γνώριζαν κολύμπι, άρχιζαν να τρομάζουν και να πανικοβάλλονται, οπότε μέσα στην τρομάρα τους και με κάποιο δυνατό κύμα, μαζεύτηκαν στη μιά μεριά της βάρκας και…. μπλουμ! πάρ’ τες όλες στο νερό, με τη βάρκα τούμπα!
Από εκεί και μετά έγινε ο κακός χαμός με τις μικρές να ουρλιάζουν απεγνωσμένα, κάποιες να μπερδεύονται στα δίχτυα που χύθηκαν στη θάλασσα και τους δασκάλους στην παραλία να παρακολουθούν έντρομοι κι αλλόφρονες, κραυγάζοντας κι αυτοί γιά μιά βοήθεια που οι ίδιοι δεν μπορούσαν να προσφέρουν.
Αποτέλεσμα, σε λίγα λεπτά και μέχρι να κινητοποιηθούν
οι διασωστικοί μηχανισμοί, 21 νεαρές κοπέλες περισυνελλέγησαν πνιγμένες,
βυθίζοντας στο πένθος ένα νησί, την Κρήτη, και μιά χώρα, την Ελλάδα.
Συγκλονιστική είναι η συνέχεια της ιστορίας, που έχει
πάρει διαστάσεις θρύλου, με την διήγηση ενός τότε μοναχού, και ήδη
Οσιοποιημένου γέροντα, του Γεννάδιου του Ακουμιώτη, ο οποίος, όπως είπε στον
τραγικό πατέρα δύο πνιγμένων κοριτσιών, με θεϊκή δύναμη διακτινίστηκε, από το
κελί που εμόναζε δίπλα στο ξωκκλήσι της Αγίας Άννας, την ώρα του ατυχήματος και
ως διά μαγείας, βρέθηκε στην παραλία της Γεωργιούπολης προσπαθώντας να
αποτρέψει τις μαθήτριες να μπουν στη βάρκα. Μάταια όμως γιατί αυτές γελούσαν
και περιγελούσαν τον γέροντα. Και τότε αυτός κατάλαβε πως αυτό που θα γινόταν
ήταν το θέλημα του Θεού! Μάλιστα ο μοναχός εξήγησε, αργότερα, στον δύστυχο
πατέρα πως είχε οραματιστεί τις κόρες του στεφανωμένες στον Παράδεισο! Την
ύπαρξη κληρικού στην παραλία, ο οποίος εξαφανίστηκε μετά μυστηριωδώς,
επιβεβαίωσαν και κάποιες άλλες διασωθείσες μαθήτριες.
Ο πατέρας των κοριτσιών, προφανώς δυσπιστώντας και με την χαρακτηριστική αφέλεια των απλοϊκών ανθρώπων, είπε στον μοναχό:
– Παππούλη, γιά να πιστέψω πως μου λες αλήθεια κι ότι έτσι που τα λες είναι, ζήτησε από το Θεό να πέμψει τις ψυχές των θυγατέρων μου σαν περιστέρια και να τις δω γιά λίγο στο χωράφι που οργώνω!
Πράγματι, την άλλη ημέρα στο χωράφι, δυό κάτασπρα περιστέρια έφερναν γύρους πάνω από τον χωρικό την ώρα που αυτός ζευγάριζε.
– Θεέ μου, είπε εκείνος, σταμάτησε τη δουλειά και κάθισε σ’ ένα πεζούλι κοιτώντας έκπληκτος τον ουρανό. Αν είναι αυτές οι θυγατέρες μου, ας κατέβουν να καθίσουν στα γόνατά μου!
Και έτσι έγινε! Τα περιστέρια κατέβηκαν και κάθισαν γιά ώρα στα γόνατα του χωρικού που τα χάιδευε με λυγμούς, πιστεύοντας πλέον τον γέροντα και υποτασσόμενος στο θέλημα του Θεού!
Ο πατέρας των κοριτσιών, προφανώς δυσπιστώντας και με την χαρακτηριστική αφέλεια των απλοϊκών ανθρώπων, είπε στον μοναχό:
– Παππούλη, γιά να πιστέψω πως μου λες αλήθεια κι ότι έτσι που τα λες είναι, ζήτησε από το Θεό να πέμψει τις ψυχές των θυγατέρων μου σαν περιστέρια και να τις δω γιά λίγο στο χωράφι που οργώνω!
Πράγματι, την άλλη ημέρα στο χωράφι, δυό κάτασπρα περιστέρια έφερναν γύρους πάνω από τον χωρικό την ώρα που αυτός ζευγάριζε.
– Θεέ μου, είπε εκείνος, σταμάτησε τη δουλειά και κάθισε σ’ ένα πεζούλι κοιτώντας έκπληκτος τον ουρανό. Αν είναι αυτές οι θυγατέρες μου, ας κατέβουν να καθίσουν στα γόνατά μου!
Και έτσι έγινε! Τα περιστέρια κατέβηκαν και κάθισαν γιά ώρα στα γόνατα του χωρικού που τα χάιδευε με λυγμούς, πιστεύοντας πλέον τον γέροντα και υποτασσόμενος στο θέλημα του Θεού!
ΥΓ. Την ιστορία την ξέρω από αυτήκοο
μάρτυρα στον οποίο την διηγήθηκε ο ίδιος ο χωρικός –πατέρας, κοντά 30 χρόνια
πριν, στο χωριό Μυξούρεμα της Κρήτης.
Έκτοτε ο όρμος που πνίγηκαν τα κορίτσια ονομάζεται “Όρμος των 21 παρθένων”
Έκτοτε ο όρμος που πνίγηκαν τα κορίτσια ονομάζεται “Όρμος των 21 παρθένων”
Τα όσα συνέβησαν τότε συγκίνησε και τη “Λαϊκή Μούσα”.
Στο φύλλο της 11ης Μαΐου και στη στήλη “Απ’ την Χανιώτικη και Ξένη
Επικαιρότητα” διαβάζουμε σχετικά «Βαρύς ο πόνος που βρήκε την Κρήτη, γι’ αυτό
και η Λαϊκή Μούσα θρηνεί ακόμα. Στα γραφεία μας όλο και καταφτάνουν στίχοι που
τόσο αυθόρμητα εκφράζουν τον βαρύ ετούτο πόνο».
Ενας στρατιώτης, ο Χατζηδαυίδ Βησσαρίων που τότε έκανε τη θητεία του στο Ραντάρ στο Μουστάκο, έγραφε: «Παρακαλώ πολύ την εφημερίδα “Χανιώτικα Νέα” όπως δημοσιεύσει εις εν εκ των φύλλων της, αν βέβαια είναι δυνατόν, το ποίημα που έγραψα διά τον πνιγμό των άτυχων μαθητριών. Ευχαριστώ».
Από το μακροσκελές ποίημα με τίτλο “Στις άτυχες μαθητριούλες”, παραθέτουμε μόνο τις πρώτες στροφές:
Ενας στρατιώτης, ο Χατζηδαυίδ Βησσαρίων που τότε έκανε τη θητεία του στο Ραντάρ στο Μουστάκο, έγραφε: «Παρακαλώ πολύ την εφημερίδα “Χανιώτικα Νέα” όπως δημοσιεύσει εις εν εκ των φύλλων της, αν βέβαια είναι δυνατόν, το ποίημα που έγραψα διά τον πνιγμό των άτυχων μαθητριών. Ευχαριστώ».
Από το μακροσκελές ποίημα με τίτλο “Στις άτυχες μαθητριούλες”, παραθέτουμε μόνο τις πρώτες στροφές:
«Για σας που μόλις κάνατε το πρώτο
σας το βήμα,
μέσα στο δρόμο της ζωήςπέσατε όμως θύμα,
γιατί έτσι το θέλησε κάποια κακή σας
μοίρα,
να δώση θέμα τραγουδιών και δοξαριές στη
λύρα.».
Ακόμη παραθέτουμε ένα από τα τετράστιχα “της Ωδής σε 21 παρθένες” του Χάρη Μεσαρχάκη στο οποίο είναι εμφανές το συναίσθημα του στιχουργού.
Ακόμη παραθέτουμε ένα από τα τετράστιχα “της Ωδής σε 21 παρθένες” του Χάρη Μεσαρχάκη στο οποίο είναι εμφανές το συναίσθημα του στιχουργού.
«Τα στήθια μου αδειάσανε, γέρνω
βαριά μπροστά σας
και με το δάκρυ χείμαρρο, ρένω τα μάγουλά σας».
και με το δάκρυ χείμαρρο, ρένω τα μάγουλά σας».
Το παρακάτω ποίημα Δημοσιεύθηκε στην «ΚΡΗΤΙΚΗ
ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ» την 23η Μαΐου 1972 και γράφτηκε από τον
Κ.Ι.Γ.Κ. Μαθητής κι ο ίδιος τότε, της ΣΤ’ τάξεως του 1ου Γυμνασίου
Αρρένων, βρισκόταν στην Μακεδονία στο πλαίσιο σχολικής εκδρομής, όταν
πληροφορήθηκε το τραγικό συμβάν.
Στην μνήμη των 21 αδικοχαμένων Ρεθυμνιωτόπουλων
Κλάψε καημένη Κρήτη
Ζήλεψε ο Χάρος τη χαρά, τη νιότη, τα τραγούδια
της Κρήτης της πεντάμορφης όμορφα αγνά λουλούδια.
Λουλούδια όλο άρωμα, μπουμπούκια όλο
χάρη
στον Άη Βασίλη στόλισμα στο Ρέθεμνο καμάρι.
Λουλούδια ανοιξιάτικα, ζουμπούλια
μυρωμένα,
που ήταν γραφτό να γείρουνε στο χώμα μαραμένα.
Μπουκέτο ο Χάρος έκοψε μ’ αγγελικά
λουλούδια
και στο Θεό τα έστειλε με τ’ άλλα τ’ αγγελούδια.
Μαράθηκαν και μάραναν μαζί τους και την
Κρήτη,
σπάραξε η δόλια η καρδιά του γέρο-Ψηλορείτη.
Κλάψε βουνό περήφανο, άτυχε Ψηλορείτη,
κλάψε παντέρμο Ρέθεμνος, κλάψε φτωχή μου Κρήτη.
Τα μάτια μας είναι γραφτό ποτέ να μη
στεγνώνουν,
τα στήθεια μας να σφίγγουνται, τα χείλη να παγώνουν.
Κι απ’ το παράπονο η καρδιά πάντοτε να
‘ναι κρύα
Αδέλφια μας η μνήμη σας θα μένει αιώνια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου