Μια πολύ ενδιαφέρουσα έρευνα για την ιστορία της Ευαγγελικής Σχολής, που έγινε πρόσφατα από τον κ. Παναγιώτη Τσακίρη ήταν η αφορμή για το αφιέρωμα της εφημερίδας μας στο ιστορικό αυτό σχολειό. Ο κ. Παναγιώτης Τσακίρης, συνέλεξε με μεράκι και περισσή αγάπη φωτογραφίες, ενθύμια και ιστορικές αναφορές για την Ευαγγελική Σχολή από την ίδρυση και τη λειτουργία της στη Σμύρνη, την επαναλειτουργία της στη Ν. Σμύρνη και έως σήμερα, τα οποία παρουσίασε σε δύο τόμους. Αξίζει να αναφέρουμε ότι ο ίδιος ο μελετητής παρέδωσε πρόσφατα αντίγραφο της έρευνάς του στον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο με την ευκαιρία επισκέψεως στο Φανάρι, αντιπροσωπείας του Δήμου μας στην οποία συμμετείχε.
Ο κύριος Τσακίρης σε σύντομη δήλωσή του για τα κίνητρα της ενέργειάς του αυτής ανέφερε σχετικα «Είχα την τύχη, τη χαρά και την ευτυχία να έχω γονείς από τη Σμύρνη και ως εκ τούτου καθετί που βρίσκεται μέσα στην ψυχή μου βρίσκεται διαποτισμένο απ’ αυτήν. Ο πατέρας μου ο αείμνηστος Γεώργιος Π. Τσακίρης ήταν ο ιδιοκτήτης του κτιρίου που φιλοξένησε επί 39 έτη την Ευαγγελική Σχολή στη Νέα Σμύρνη όταν αυτή επαναλειτούργησε το 1934 στην Κεντρική Πλατεία και αυτό εξηγεί την ιδιαίτερη αγάπη μου για την κορωνίδα αυτή των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.
Ο λόγος ο οποίος αποφάσισα να βοηθήσω κι εγώ με τις μικρές μου δυνάμεις στη διατήρηση και διάδοση της ιστορικής μνήμης του λαμπρού αυτού εκπαιδευτηρίου είναι το γεγονός ότι πιστεύω ακράδαντα ότι η Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης στη μακρόχρονη πνευματική και εκπαιδευτική της πορεία γαλούχησε εκατοντάδες χιλιάδες μαθητές με τα πιστεύω του Ελληνοχριστιανικού πολιτισμού, διατήρησε με σεβασμό τα ήθη, τα έθιμα, τις παραδόσεις μας και διαφύλαξε με τον καλύτερο τρόπο τα ιδεώδη και τα ιδανικά του Ελληνισμού.
Τέλος η Πατριαρχική ευλογία που ζητήσαμε πρόσφατα από τον Οικουμενικό μας Πατριάρχη πιστεύουμε ότι θα αποτελέσει ύψιστη πράξη αναγνώρισης, τιμής, σεβασμού και μνήμης των εκατοντάδων ευεργετών, δωρητών και χορηγών του εκπαιδευτικού και εθνικού έργου της Σχολής, των εκατοντάδων εκπαιδευτικών που την υπηρέτησαν και δίδαξαν με αφοσίωση την Ελληνοχριστιανική Παιδεία, αλλά και των εκατοντάδων χιλιάδων φοιτησάντων μαθητών που φέρουν επάξια τον τίτλο του αποφοίτου αυτής...»
Η Κορωνίδα των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της Ιωνίας υπήρξε η περίφημη Ευαγγελική Σχολή. Ήταν ο φωτεινός πνευματικός φάρος ολόκληρης της Μικρασίας, ο περίλαμπρος ναός της Γνώσης που είχε στη μετόπη του ως έμβλημα και ως οικόσημο το «Αρχή σοφίας φόβος Κυρίου». Επί δύο περίπου αιώνες υπήρξε το σημαντικότερο κέντρο εκπαίδευσης της ελληνικής νεολαίας, που σκόρπιζε το φως της μάθησης σ’ όλη την Ανατολή. Τρεις φορές στη μακρόχρονη ιστορία της καταστράφηκε από πυρκαγιά και τρεις φορές ξανακτίστηκε.
Η ΙΔΡΥΣΗ
Στις αρχές του 18ου αιώνα ο Οικ. Πατριάρχης Γαβριήλ έστειλε στη Σμύρνη έναν από τους πιο αξιόλογους δασκάλους της εποχής εκείνης τον Αδαμάντιο Ρύσιο (πάππο του Αδαμ. Κοραή) για να διδάξει και να μορφώσει τους νέους της πατρίδας του. Ο Ρύσιος πήγε στη Σμύρνη το 1708 και δίδαξε σε μια μικρή κοινοτική σχολή το λεγόμενο Παλαιό Σχολείο, το πρώτο επίσημο ελληνικό κοινοτικό σχολείο της Σμύρνης. Μετά από 10 χρόνια ο Ρύσιος παραιτήθηκε και τη διεύθυνση του σχολείου ανέλαβε ο Ιωάννης Δενδρινός που αργότερα έγινε μοναχός και πήρε το όνομα Ιερόθεος. Η Σχολή κινδύνευσε να κλείσει για λόγους οικονομικούς, τότε όμως έλαμψε η ελληνική ψυχή και επέτρεψε να κλείσει το σχολείο που σαν φάρος είχε αρχίσει να διαλύει το πνευματικό σκοτάδι από την πρωτεύουσα της Ιωνίας και να εκπέμπει παρήγορο φως κι ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον στη διψασμένη νεολαία του υπόδουλου ελληνικού έθνους.
Τέσσερις πρόκριτοι της Σμύρνης ο Ιερόθεος Δενδρινός, ο Παντολέων Σεβαστόπουλος, ο Γεώργιος Όμηρος και ο Γιώργος Βιτάλης, αποφάσισαν να αναλάβουν τα έξοδα λειτουργίας της Σχολής και όρισαν ισόβιο διευθυντή το Δενδρινό. Η παραπάνω απόφαση υπογράφτηκε στις 22 Ιουνίου 1733.
Δεν υπάρχει συμφωνία των μελετητών της ιστορίας της Ευαγγελικής Σχολής ως προς το έτος ίδρυσής της. Έτσι μερικοί θεωρούν ως έτος ίδρυσής της το 1717, όταν ο Μητροπολίτης Σμύρνης Ανανίας πήρε την πρωτοβουλία επανίδρυσης της Σχολής μετά την αποχώρηση του Ρύσιου από το Παλαιό Σχολείο και στην ίδια θέση όπου λειτουργούσε αυτό. Άλλοι πάλι θεωρούν ως γενέθλια της μέρα την 22 Ιουνίου 1733, όταν ο Σεβαστόπουλος έθεσε αυτή κάτω από την προστασία της αγγλικής κυβέρνησης. Ο Ματθαίος Παρανίκας (σ.σ. Δ/ντής της Ευαγγελικής ο οποίος εξέδωσε το 1885 βιβλίο με την ιστορία της σχολής), όπως και αυτοί που φρόντισαν να δοθεί το όνομα της Ευαγγελικής Σχολής στο Γυμνάσιο που ιδρύθηκε το 1934 στη Νέα Σμύρνη, θεωρεί ως έτος ίδρυσης της περίφημης Σχολής το 1717.
Η ΟΝΟΜΑΣΙΑ
Αρχικά η σχολή δεν έφερε αυτόν τον τίτλο. Το Δεκέμβριο του 1743 οι ιδρυτές της την αφιέρωσαν «εις τον Υιόν του Θεού, τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν» ως «Σχολείον των Ευαγγελικών του εντολών και φροντιστήριον πάντων των ελληνικών μαθημάτων». Από τότε η Σχολή ονομάστηκε διαδοχικά «Σχολείον του Χριστού», «Μεγάλον Σχολείον», «Ελληνικόν Σχολείον», «Ευαγγελικόν Φροντιστήριον», μέχρις ότου στις αρχές του 19ου αι. Επικράτησε οριστικά η ονομασία Ευαγγελική Σχολή.
Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Η Σχολή ήταν ανεξάρτητη από κάθε εκκλησιαστική και πολιτική αρχή. Κανείς δεν είχε το δικαίωμα να επεμβαίνει στα εσωτερικά της και να επεμβαίνει στο πρόγραμμα σπουδών και λειτουργίας της. Η αυτονομία αυτή κατοχυρώθηκε το 1733 από τον ιδρυτή της Παντ. Σεβαστόπουλο, όταν την έθεσε κάτω από την προστασία της αγγλικής κυβέρνησης, ενώ αργότερα το 1810 και ο Σουλτάνος Μαχμούτ ο Β’ εξέδωσε αυτοκρατορικό βεράτιο (διάταγμα) για την προστασία της περιουσίας της σχολής και της αναγνώρισης του έργου της.
Τη διοίκηση είχαν οι επίτροποι, οι οποίοι αρχικά ήταν 4 όσοι και οι ιδρυτές της και στη συνέχεια έγιναν 12 όσοι και οι μαθητές του Χριστού. Πάντως μετά την πυρκαϊά του 1778 ο Ιερόθεος Δενδρινός εξέλεξε 5 ισόβιους επιτρόπους από τους πιο άξιους άνδρες της Σμύρνης. Από το 1838 οι επίτροποι ονομάστηκαν έφοροι και είχαν το δικαίωμα να παραμείνουν στη θέση τους και για δεύτερη τριετία. Οι Έφοροι διαχειριζόταν την περιουσία και τα οικονομικά της Σχολής βάση προϋπολογισμού που συντασσόταν και εγκρινόταν στην αρχή κάθε έτους, φρόντιζαν να εξευρίσκουν πόρους για την ίδρυση νέων σχολείων και τη χορήγηση υποτροφιών και έδιναν λόγο για τη διαχείρισή τους κάθε τριετία στην Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα της Σμύρνης, στην οποία ανήκαν τα ακίνητα της Σχολής.
Η Ευαγγελική Σχολή αναγνωρίστηκε από την ελληνική πολιτεία από το 1862. Διατηρούσε πέντε εξατάξια δημοτικά σχολεία (το Σοφίειον, του Φασουλά, το Κιουπετζόγλειο, της Άνω Συνοικίας και του Τιμίου Προδρόμου), πεντατάξιο γυμνάσιο, τετρατάξια εμπορική σχολή και διδασκαλείο.
ΔΑΣΚΑΛΟΙ & ΜΑΘΗΤΕΣ
Διαπρεπείς λόγιοι και παιδαγωγοί διετέλεσαν διευθυντές της σχολής. Αναφέρουμε τα ονόματα των: Δενδρινού, Καραβία, Ομηρόλη, Νεοκλέους Παπάζογλου, Σακελλαρίου, Χρυσοβέργη, Ζωχιού, Βάφα, Λαιλίου, Ξανθοπούλου, Παρανίκα, Στεργιογλίδη, Σωτηρίου, Καπετανάκη, Ζάκα, Στυλιανόπουλου και Λιθοξόου.
Περίφημοι δάσκαλοι όπως ο Θεόφιλος Καΐρης, ο Βενιαμίν ο Λέσβιος, ο Παναγιώτης Βενετοκλής και πολλοί άλλοι δίδαξαν στη Σχολή.
Από όλα τα μικρασιατικά παράλια, τα βάθη της Ανατολής και από τα νησιά των μικρασιατικών ακτών πάρα πολλοί μαθητές προσέρχονταν στο μορφωτικό αυτό κέντρο του ελληνικού γένους, το οποίο συναγωνιζόταν σε εθνική και ανθρωπιστική εργασία τη Μεγάλη του Γένους Σχολή που λειτουργούσε στην Κων/πολη. Μυριάδες ήταν οι απόφοιτοι και πάρα πολλοί οι επιστήμονες, λόγιοι και διακεκριμένοι άνδρες που γαλουχήθηκαν πνευματικά σε αυτή. Στα χρυσά φύλλα του μαθητολογίου της, τα απανθρακωμένα πια, αναγράφονταν τα ονόματα του Αδαμάντιου Κοραή, του Οικονόμου εξ Οικονόμων, του Ηλία Τανταλίδη, του Παύλου Καρολίδη, του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσόστομου Παπαδόπουλου, του Σμυρναίου Αρχιστρατήγου της νίκης Λεωνίδα Παρασκευόπουλου, του Στ. Σπεράντζα και τόσων άλλων επιφανών ανδρών.
Οι μαθητές
Κατά το 1840 η Σχολή είχε περίπου 260 μαθητές
Κατά το 1850 η Σχολή είχε περίπου 292 μαθητές
Κατά το 1860 η Σχολή είχε περίπου 198 μαθητές
Κατά το 1870 η Σχολή είχε περίπου 860 μαθητές
Κατά το 1880 η Σχολή είχε περίπου 1202 μαθητές
Κατά το 1890 η Σχολή είχε περίπου 1470 μαθητές
Κατά το 1900 η Σχολή είχε περίπου 1570 μαθητές
Κατά το 1922 η Σχολή είχε περίπου 1690 μαθητές
Αξίζει να αναφερθεί ότι κατά το έτος 1920 υπήρχαν στη Σμύρνη 250 ελληνικά σχολεία με 900 διδασκάλους και καθηγητές και 40.000 μαθητές, ενώ οι Τούρκοι, το ίδιο έτος, είχαν 98 σχολεία με 200 διδασκάλους και 6.300 μαθητές.
Η φωτογραφία είναι από το αρχείο της Ενωσης Σμυρναίων. Παρουσιάζει καθηγητές και παλαιούς μαθητές της Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης της τάξης του1878.
Οι μαθητές εξεταζόταν κάθε μήνα και εφοδιαζόταν με μηνιαίο έλεγχο. Την τελευταία Κυριακή του Ιουνίου γινόταν οι δημόσιες εξετάσεις κι έπαιρναν το «Ενδεικτικό Προόδου και Διαγωγής», το δε Σεπτέμβριο γινόταν οι προβιβασμοί. Στη φωτογραφία Απολυτήριο του 1911 από το Διδασκαλείο της Ευαγγελικής.
"...Ο Διδάσκαλος απολάμβανε μια υπόληψη ιδιαίτερη στην κοινωνία της Σμύρνης. Δεν ήταν μονάχα ένας απλός, για τον τύπο διδάσκαλος. Ήτανε ο πνευματικός ο έμπιστος άνθρωπος, που η οικογένεια του παράδινε στα χέρια τα πάντα της. Μαζύ με τον Ιερέα, αυτός διαφύλαττε και διατηρούσε την πίστη στο Θεό και στο Έθνος. Η εμπιστοσύνη εκείνη του ενίσχυε τις δυνάμεις του για του έργου του την εκπλήρωση. Τα Ρωμνάκια τον αγαπούσανε και από παράδοση τον εσέβονταν.
Εν τούτοις δε παραλείπανε να τον υποβάλλουνε κάθε τόσο, στα καθιερωμένα «πειράργματα». Τα πειράγματα ήτανε άκακα. Πολλές φορές ήσαν έξυπνα τόσο, που και ο ίδιος ο δάσκαλος τα καμάρωνε και χαμογελούσε μέσα από τα δόντια του. Πειράγματα συνειθισμένα ήταν «οι στούπες» και «τα κουκούτσια». Οι στούπες ήτανε μασημένα χαρτιά, που τα σφεντόνιζαν στο ταβάνι και, όταν ξεραίνονταν, ξεκολλούσανε και πέφτανε σαν πετράδια την ώρα της παραδόσεως. Τα «κουκούτσια» ήτανε πάλι οι σπόροι των ξυλοκέρατων, που όταν τους έτριβαν κάτω από τα πόδια τους κελαιδούσανε σαν σκαθάκια.
Ο Αριστοτέλης Σταυρίτσης μας λέγει στο βιβλίο του «Σμυρναιικαί σελίδες» πως η αμέλεια των μαθητών μας στα τούρκικα γράμματα εθεωρείτο σαν ένα καθήκον πατριωτικό, «...λόγω της εμφύτου εχθρότητος την οποίαν ησθανόμεθα διά την γλώσσαν του δυνάστου...». και όμως για το πιό πάνω ανίερο πείραγμα, που είχε γίνει στο Χότζα, οι δράστες εδέχθησαν την πρέπουσα τιμωρία τους από τον άκαμπτο παιδονόμο..."
Απόσπασμα από το βιβλίο της Όλγας Βατίδου "Ρωμνάκια και παλιά Σμύρνη".
"...Ιστορικό είχε μείνει στην Ευαγγελική Σχολή, ένα πείραγμα εξυπνότατο, που είχε για θύμα του τον Τούρκο Καθηγητή, το Χότζα όπως τον έλεγαν. Κατά το τούρκικο έθιμο ο Χότζας δεν αφαιρούσε το φέσι απ' το κεφάλι του, ούτε ακόμα και όταν εδίδασκε. Μα αυτό, δεν μπορούσανε τα Ρωμνάκια να το ανέχονται και μια ημέρα πήραν απόφαση με κάποιον τρόπο να του το βγάλουνε. Εγκαταστήσανε λοιπόν μιά τροχαλία στην οροφή, περάσανε ένα σπάγγο, που κατέληγε σε αγκίστρι και ένας από τους μαθητές εγάντζωσε στο αγκίστρι το φέσι από τη φούντα του. Οι άλλοι εσύρανε την άλλη άκρη του σπάγγου και το φέσι ανέβηκε και κρεμάστηκε απ' το ταβάνι...".
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ & ΜΟΥΣΕΙΟ
H Ευαγγελική διέθετε σύμφωνα με μαρτυρία του καθηγητού Πολύβιου Αργυρόπουλου, που διετέλεσε επιμελητής της από το 1905 έως το 1922, πλούσια βιβλιοθήκη με 72.000 τόμους βιβλίων και 1.200 σπάνια χειρόγραφα. Τα πιο πολύτιμα χειρόγραφα ήταν η καλλιτεχνικώς εικονογραφημένη «Πεντάτευχος» του 11ου αιώνα, ο «Φυσιολόγος», είδος ζωολογίας, μια έκδοση του Αριστοτέλη του 1505 από τον Άλδο Μανούτιο στη Βενετία και δύο βυζαντινά έγγραφα (ένα χρυσόβουλλο του αυτοκράτορα Ανδρονίκου του Παλαιολόγου του 1332 και ένα σιγίλλιο του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Αντωνίου του 1593). Διέθετε αρχαιολογικό μουσείο με 3.000 περίπου εκθέματα από τα οποία 270 επιγραφές, 1514 πήλινα, 157 υάλινα, 192 σταθμά και τα υπόλοιπα μαρμάρινα αγάλματα ή ανάγλυφα. Μεταξύ των μαρμάρινων έργων τέχνης του Μουσείου περιλαμβάνεται η κεφαλή από αδριάντα του αυτοκράτορα Κόμμοδου (το λοιπό σώμα του ανδριάντα εκτίθεται στο Βρεττανικό Μουσείο), η κεφαλή δροφόρου, κατά πρότυπον του Πολυκλείτου, ο Έρως κοιμόμενος επί λεοντής, η εγκαταλελειμμένη Αριάδνη, Καρυάτις άνευ κεφαλής κλπ.
Διέθετε πολύτιμη συλλογή από 15.000 παλαιά νομίσματα με προέλευση στην πλειοψηφία τους τη Μικρή Ασία. Διέθετε επίσης Φυσιολατρικό και Ανθρωπολογικό Μουσείο με δωρεές κυρίως από την Αφρική και Πινακοθήκη με έργα ονομαστών ζωγράφων και προσωπογραφίες των μεγάλων ευεργετών της.
Μια γωνία του Αναγνωστηρίου ή Βιβλιοθήκης της Ευαγγελικής, το 1919. Με το μούσι δεξιά διακρίνεται ο Γυμνασιάρχης κ. Νικόλαος Λιθοξόος, ο οποίος έμελλε να ήταν και ο τελευταίος, και αριστερά του ο επιμελητής της Σχολής κ. Πολύβιος Αργυρόπουλος οι μαρτυρίες του οποίου μένουν για να μας θυμίζουν σήμερα τον πλούτο της βιβλιοθήκης της με τα 72.000 βιβλία και τα 1200 σπάνια χειρόγραφα.
Την τελευταία περίοδο της λειτουργίας του στη Σμύρνη το κεντρικό κτίριο της Ευαγγελικής Σχολής εμφανίζεται ανεπαρκές για τις ανάγκες του συνεχώς αυξανόμενου αριθμού των μαθητών του. Οι Έφοροι της σχολής αποφάσισαν να ανεγείρουν κτήριο μεγαλύτερο και λαμπρότερο σύμφωνα με την παράδοση και την αίγλη της Σχολής, σε οικόπεδο που δώρισε ο μέγας ευεργέτης της Σχολής Κιουπετζόγλου. Σμυρναίοι αρχιτέκτονες, όπως οι Πετροκόκκινος και Κουρμουλής, ανέλαβαν αφιλοκερδώς να εκπονήσουν ένα αρχιτεκτονικό κτίριο (μακέτα του οποίου εικονίζεται άνωθεν), το οποίο αξίζει να σημειωθεί ότι περιλάμβανε και αστεροσκοπείο. Για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκαν άριστα υλικά που μεταφέρθηκαν από τη Γερμανία. Το κτίριο ήταν έτοιμο για το σχολικό έτος 1922 -23, όμως δεν ήταν τυχερό να λειτουργήσει και να υπηρετήσει τη φιλομάθεια των μαθητών του.
Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ
Η μεγάλη πυρκαγιά του 1922 που αποτέφρωσε το μεγαλύτερο μέρος της Σμύρνης κατά τη μικρασιατική καταστροφή, κατέστρεψε και το κτήριο της Ευαγγελικής Σχολής, τη δόξα και την τιμή της Ιωνίας, το καύχημα και το κόσμημα της Σμύρνης. Όμως η ιδέα της ποτέ δεν έπαψε να ζει στις ψυχές των προσφύγων σας πόθος και σαν όραμα. Έτσι το 1934 ιδρύθηκε στο δήμο μας από το ΥΠΕΠΘ πλήρες Γυμνάσιο που τον επόμενο χρόνο ονομάστηκε Ευαγγελική Σχολή σε ανάμνηση της παλαιάς εκείνης ιστορικής Σχολής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου