Μαρίας Μαρκίδου.
Ἡ θρακικὴ γῆ ἀπό τὰ πανάρχαια χρόνια καταπατήθηκε καὶ λεηλατήθηκε ἀπό ποικίλους λαοὺς, ποὺ τὴν κατάκτησαν κατὰ καιροὺς. Ἄν καὶ ἀντέταξε σκληρὴ ἀντίσταση, τὸ μοιραῖο ἐπῆλθε. Ἔπεσε ἑναλλᾶξ στὰ χέρια τῶν βουλγάρων καὶ τούρκων.
Ἡ δουλεία της στοὺς Πατισᾶχ (Σουλτάνους) τῆς τουρκίας, κράτησε περίπου 600 χρόνια. Τὸ ἔτος 1361, ὁ Μουρᾶτ μὲ λύσσα χτύπησε τὴν Θράκη, κυρίευσε ὅλα τὰ Βυζαντινὰ φρούρια καὶ τὶς πόλεις καὶ μπῆκε θριαμβευτὴς στὴν Γκιουμουλτζίνα (Κομοτηνὴ) ὁ Λαλᾶ Σαμὶν.
Σφαγὲς, βιασμοὶ, διώξεις, ἐξευτελισμοί, πότισαν φαρμάκι τὸν Ἑλληνισμό της. Κι ὅμως, μὲ τόσες σκληρὲς συνθῆκες, κατάφεραν οἱ Θρᾶκες νὰ διατηρήσουν τὴν πίστη τους τὴν Χριστιανικὴ, τὴν γλώσσα τους τὴν Ἑλληνική καὶ τὴν Ἐθνική συνείδηση. Ἀγωνίστηκαν σκληρὰ νὰ διατηρήσουν αὐτά τὰ πνευματικὰ τους ἀγαθά καὶ χωρὶς σχολεῖα, χωρὶς παιδεία νὰ τὰ μεταλαμπαδεύσουν στὶς νεώτερες γενιὲς.
Ἡ ἀλλεπάλληλη ἑναλλαγή τῆς διοικήσεως τὰ τελευταῖα χρόνια τοῦ 19ου αἰῶνα καὶ τῶν ἀρχῶν τοῦ 20ου, καθὼς καὶ οἱ πόλεμοι τοῦ 1912-13, ἡ Μικρασιατικὴ καταστροφὴ, ὁ 1ος καὶ 2ος Παγκόσμιος, κατάστρεψαν κάθε Ἀρχεῖο Ἐκπαιδεύσεως ἀπ’ ὅπου θὰ μπορούσαμε νὰ πληροφορηθοῦμε θετικὰ τὸ ἱστορικό της στὴν περιοχὴ τῆς Κομοτηνῆς.
Γι’ αὐτό τὸν λόγο, ἀνατρέξαμε στὴν προφορικὴ πληροφορία. Πλησιάσαμε ντόπιους συμπολίτες ποὺ φοίτησαν στὰ τότε σχολεῖα πρὶν ἀπό τὴν ἀπελευθέρωση, στὶς 14 Μαῒου 1920, ἤ ὑπηρέτησαν ὡς ἐκπαιδευτικοί στὰ πικρὰ χρόνια τῆς τουρκοκρατίας καὶ ἀκόμη πολίτες μὲ συνέπεια καὶ μόρφωση ἐνδεδειγμένη. Ὅπως:
Τὸν ἀείμνηστο Πολύβιο Τσουρίδη, δικηγόρο, ἔγκριτο συμπολίτη μὲ τεράστια μνήμη καὶ μόρφωση, τὸν ἀείμνηστο Συμεῶν Ἀγγελίδη, Διευθυντὴ τοὺ Β’ Δημοτικοῦ Σχολείου Κομοτηνῆς, τὴν Σοφία Ἀργυρίου, ποὺ ὑπηρέτησε πολλὰ χρόνια Διευθύντρια τοῦ Παρθεναγωγείου πρὶν ἀπό τὸ 1920, τὴν Ραλοῦ Χατζηγρηγορίου (τὸ γένος Στεργίου) ποὺ χρημάτισε διδασκάλισσα στὸ Παρθεναγωγεῖο πρὶν ἀπό τὸν γάμο της, τὸν ἀείμνηστο Μιχάλη Σπαθόπουλο, Διευθυντὴ τῆς Δημαρχίας Κομοτηναίων, τὸν κ. Κωνσταντῖνο Μπλέτσα, Ληξίαρχο τοῦ Δήμου Κομοτηναίων, τὴν οἰκογένεια Ζαφειριάδου συγγενὴ ἐξ αἴματος τοῦ ἀειμνήστου Στίλπωνα Κυριακίδη (Καθηγητοῦ τῆς Λαογραφίας στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Θεσσαλονίκης) καὶ ἄλλους δημότες, ποὺ φοίτησαν στὰ σχολεῖα τῆς τουρκοκρατούμενης Κομοτηνῆς καὶ περιφερείας.
Ἀφοῦ ἔγινε ἐπιμελημένη μελέτη καὶ διασταύρωση τῶν πληροφοριῶν, καταλήγουμε στὰ παρακάτω συμπεράσματα.
Στὴν Κομοτηνὴ (τὴν τότε ὀνομαζόμενη Γκιουμουλτζίνα) ὑπῆρχαν δύο Νηπιαγωγεῖα ποὺ χρονολογούνται ἀπό τὸ ἔτος 1880, ἴσως καὶ νωρίτερα, μικτὰ διτάξια στὰ ὁποῖα φοιτοῦσαν νήπια 5 καὶ 6 χρόνων. Τὸ Α’ Νηπιαγωγεῖο στεγαζόταν στὴν οἰκία τῆς ὀδοῦ Βενιζέλου, ἀπέναντι τοῦ Κωδωνοστασίου τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ, δωρεὰ τοῦ εὐεργέτη τῆς Κομοτηνῆς, Γεωργίου Νικολάου. Τὸ Νηπιαγωγεῖο τοῦτο, τοῦ κάτω Μαχαλᾶ, ὅπως λεγόταν, εἶχε δύναμη κάθε χρόνο περίπου 50 νήπια. Τὸ Βο Νηπιαγωγεῖο τοῦ πάνω Μαχαλᾶ (Συνοικία Ἀρμενιό), συγκέντρωνε κάθε χρόνο 30-40 νήπια καὶ στεγαζόταν στὸ μικρὸ κτήριο ποὺ βρίσκεται μέσα στὸν περίβολο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Γεωργίου, δωρεὰ τοῦ Ζωῒδη κατὰ τὸ ἔτος 1882, ποὺ καὶ σήμερα ἀκόμη ἐξυπηρετεῖ τοὺς ἴδιους σκοποὺς.
Καὶ τὰ δύο Νηπιαγωγεῖα εἶχαν ἄριστη ἀπόδοση γιατὶ οἱ Νηπιαγωγοὶ ἦταν Ἀρσακιάδες ἄριστα καταρτισμένες καὶ ἀκούραστοι ἐργάτες τῆς Παιδείας. Διευθύντρια τοῦ Αου Νηπιαγωγείου ἀναφέρεται ἡ εὐγενής Φωτεινῆ Κυριακίδου, μητέρα τοῦ Καθηγητοῦ Στίλπωνα Κυριακίδη, τοῦ δὲ δευτέρου Νηπιαγωγείου, ἡ Φωτεινῆ Τσακίρογλου ἤ Τσακίρη. Ἔδωσαν τὴν ψυχὴ τους οἱ ἐνάρετες καὶ εὐγενέστατες κυρίες στὴν φροντίδα τῶν νηπίων καὶ τὴν ὅσο γίνεται ἑλληνοπρεπή μόρφωσή τους.
Ἀπό τὶς ἀρχές τοῦ 1880, λειτουργοῦσε Ἀστική Σχολὴ Ἀρρένων, ἑπτατάξια μὲ τέσσερις τάξεις στοιχειώδους ἐκπαιδεύσεως καὶ τρεῖς τάξεις μέσης ἐκπαιδεὐσεως, τὸ λεγόμενο “Σχολαρχεῖον” καὶ στεγάζονταν στὸ οἴκημα (ὅπου σήμερα τὸ Β’ Γυμνάσιο) στὴν ὀδό Χατζῆ Κωνσταντὴ Ζωῒδου, δωρεὰ τοῦ ἀειμνήστου Δημητρίου Σίντου στὴν Ἑλληνική Κοινότητα Γκιουμουλτζίνης τὸ ἔτος 1880.
Τὸ ἔτος 1907, ὁ Μεγάλος Εὐεργέτης τῆς Κομοτηνῆς, μεγαλοβιομήχανος στὸ Κάϊρο, Νέστορας Τσανακλῆς, ἰδρύει μέγα κτίριο γιὰ ἐξυπηρέτηση σχολικῶν ἀναγκῶν τῶν συμπολιτῶν του. Γιὰ τὴν ἀνέγερση τοῦ μεγαλόπρεπου κτιρίου, δαπανήθηκαν πάνω ἀπό (10.000) δέκα χιλιάδες χρυσὲς λίρες τουρκίας καὶ γιὰ τὴν συντήρηση τοῦ σχολείου καὶ τὴν μισθοδοσία τοῦ προσωπικοῦ χορηγοῦσε ὁ ἴδιος κάθε χρόνο (300) χρυσὲς λίρες τουρκίας. Μετὰ τὴν ἀποπεράτωση τοῦ περίλαμπρου τούτου κτιρίου καὶ μὲ τὴν ἔναρξη τῶν μαθημάτων τοῦ ἔτους 1908-1909 ἡ Ἀστική Σχολὴ Ἀρρένων(Ἀρρεναγωγεῖον ἤ Σχολαρχεῖον) μεταφέρεται ὁριστικά εἰς τὸ Τσανάκλειο Μέγαρο. Μαθητὲς καὶ καθηγητὲς διδάσκονται ἤ διδάσκουν σὲ ἄνετο, ἡλιόλουστο, ὑγιεινό καὶ πολιτισμένο περιβάλλον.
Τὸ διδακτήριο τοῦ Δημητρίου Σίντου τώρα στεγάζει παράρτημα τοῦ Κεντρικοῦ Παρθεναγωγείου με τρεῖς (3) τάξεις γιὰ τὶς ἀνάγκες τῶν θηλέων τῆς Ἄνω Συνοικίας (Πάνω Μαχαλᾶ). Τὸ Κεντρικὸ τριτάξιο Παρθεναγωγεῖο λειτουργοῦσε στὸ κτήριο τῆς ὀδοῦ Βενιζέλου ἀπέναντι στὸ Α’ Νηπιαγωγεῖο.
Τὸ ἔτος 1911, μὲ διάταγμα τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως, ἰδρύεται στὴν Γκιουμουλτζίνα, ἡμιγυμνάσιο καὶ πάλι, μόνο γιὰ τὰ ἀγόρια, δηλαδὴ στὶς τρεῖς τάξεις τοῦ Σχολαρχείου, προστίθεται ἄλλη μία τάξις καὶ ἔτσι τὸ “Ἀρρεναγωγεῖον” γίνεται ὀκτατάξιο μαζὶ μὲ τὴν στοιχειώδη ἐκπαίδευση καὶ λειτουργεῖ στὸ Τσανάκλειο Μέγαρο.
Ὁ Βαλκανικὸς Πόλεμος τοῦ 1912-1913, ὲμποδίζει νὰ ἐξελιχθῇ σὲ πλῆρες “Ἐξατάξιο Γυμνάσιο” πρᾶγμα ποὺ θὰ γίνῃ μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση, τὸν Μάϊο τοῦ1920.
Μιλήσαμε πολὺ γιὰ τὰ ἀγόρια. Ποιὰ ὅμως ἡ παιδεῖα γιὰ τὰ κορίτσια; Τὰ μικρὰ νήπια θήλεα, φοιτοῦσαν στὸ Α’ καὶ Β’ Νηπιαγωγεῖο. Ἀπό τὸ ἔτος 1880 καὶ νωρίτερα ἴσως, ὑπῆρχε καὶ λειτουργοῦσε κανονικὰ ἐξατάξιο Δημοτικὸ Σχολεῖο ποὺ ὀνομάζονταν ‘Παρθεναγωγεῖον’ καὶ στεγάζονταν ἀπέναντι στὸ Α’ Νηπιαγωγεῖο, στὸ κτίριο τῆς ὀδοῦ Βενιζέλου, ὅπου μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση, στέγασε τὸ Δημοτικὸ Σχολεῖο καὶ κατόπιν τὴν Δημόσια Ἐμπορική Σχολὴ καὶ τὸ Οἰκονομικό Γυμνάσιo. Ἀπό θετικὲς πληροφορίες, μαθαίνουμε πὼς πρὶν ἀπό τὸ 1912, φοιτοῦσαν περίπου 200 κορίτσια τὸν χρόνo…..
.
.
Ἡ θρακικὴ γῆ ἀπό τὰ πανάρχαια χρόνια καταπατήθηκε καὶ λεηλατήθηκε ἀπό ποικίλους λαοὺς, ποὺ τὴν κατάκτησαν κατὰ καιροὺς. Ἄν καὶ ἀντέταξε σκληρὴ ἀντίσταση, τὸ μοιραῖο ἐπῆλθε. Ἔπεσε ἑναλλᾶξ στὰ χέρια τῶν βουλγάρων καὶ τούρκων.
Ἡ δουλεία της στοὺς Πατισᾶχ (Σουλτάνους) τῆς τουρκίας, κράτησε περίπου 600 χρόνια. Τὸ ἔτος 1361, ὁ Μουρᾶτ μὲ λύσσα χτύπησε τὴν Θράκη, κυρίευσε ὅλα τὰ Βυζαντινὰ φρούρια καὶ τὶς πόλεις καὶ μπῆκε θριαμβευτὴς στὴν Γκιουμουλτζίνα (Κομοτηνὴ) ὁ Λαλᾶ Σαμὶν.
Σφαγὲς, βιασμοὶ, διώξεις, ἐξευτελισμοί, πότισαν φαρμάκι τὸν Ἑλληνισμό της. Κι ὅμως, μὲ τόσες σκληρὲς συνθῆκες, κατάφεραν οἱ Θρᾶκες νὰ διατηρήσουν τὴν πίστη τους τὴν Χριστιανικὴ, τὴν γλώσσα τους τὴν Ἑλληνική καὶ τὴν Ἐθνική συνείδηση. Ἀγωνίστηκαν σκληρὰ νὰ διατηρήσουν αὐτά τὰ πνευματικὰ τους ἀγαθά καὶ χωρὶς σχολεῖα, χωρὶς παιδεία νὰ τὰ μεταλαμπαδεύσουν στὶς νεώτερες γενιὲς.
Ἡ ἀλλεπάλληλη ἑναλλαγή τῆς διοικήσεως τὰ τελευταῖα χρόνια τοῦ 19ου αἰῶνα καὶ τῶν ἀρχῶν τοῦ 20ου, καθὼς καὶ οἱ πόλεμοι τοῦ 1912-13, ἡ Μικρασιατικὴ καταστροφὴ, ὁ 1ος καὶ 2ος Παγκόσμιος, κατάστρεψαν κάθε Ἀρχεῖο Ἐκπαιδεύσεως ἀπ’ ὅπου θὰ μπορούσαμε νὰ πληροφορηθοῦμε θετικὰ τὸ ἱστορικό της στὴν περιοχὴ τῆς Κομοτηνῆς.
Γι’ αὐτό τὸν λόγο, ἀνατρέξαμε στὴν προφορικὴ πληροφορία. Πλησιάσαμε ντόπιους συμπολίτες ποὺ φοίτησαν στὰ τότε σχολεῖα πρὶν ἀπό τὴν ἀπελευθέρωση, στὶς 14 Μαῒου 1920, ἤ ὑπηρέτησαν ὡς ἐκπαιδευτικοί στὰ πικρὰ χρόνια τῆς τουρκοκρατίας καὶ ἀκόμη πολίτες μὲ συνέπεια καὶ μόρφωση ἐνδεδειγμένη. Ὅπως:
Τὸν ἀείμνηστο Πολύβιο Τσουρίδη, δικηγόρο, ἔγκριτο συμπολίτη μὲ τεράστια μνήμη καὶ μόρφωση, τὸν ἀείμνηστο Συμεῶν Ἀγγελίδη, Διευθυντὴ τοὺ Β’ Δημοτικοῦ Σχολείου Κομοτηνῆς, τὴν Σοφία Ἀργυρίου, ποὺ ὑπηρέτησε πολλὰ χρόνια Διευθύντρια τοῦ Παρθεναγωγείου πρὶν ἀπό τὸ 1920, τὴν Ραλοῦ Χατζηγρηγορίου (τὸ γένος Στεργίου) ποὺ χρημάτισε διδασκάλισσα στὸ Παρθεναγωγεῖο πρὶν ἀπό τὸν γάμο της, τὸν ἀείμνηστο Μιχάλη Σπαθόπουλο, Διευθυντὴ τῆς Δημαρχίας Κομοτηναίων, τὸν κ. Κωνσταντῖνο Μπλέτσα, Ληξίαρχο τοῦ Δήμου Κομοτηναίων, τὴν οἰκογένεια Ζαφειριάδου συγγενὴ ἐξ αἴματος τοῦ ἀειμνήστου Στίλπωνα Κυριακίδη (Καθηγητοῦ τῆς Λαογραφίας στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Θεσσαλονίκης) καὶ ἄλλους δημότες, ποὺ φοίτησαν στὰ σχολεῖα τῆς τουρκοκρατούμενης Κομοτηνῆς καὶ περιφερείας.
Ἀφοῦ ἔγινε ἐπιμελημένη μελέτη καὶ διασταύρωση τῶν πληροφοριῶν, καταλήγουμε στὰ παρακάτω συμπεράσματα.
Στὴν Κομοτηνὴ (τὴν τότε ὀνομαζόμενη Γκιουμουλτζίνα) ὑπῆρχαν δύο Νηπιαγωγεῖα ποὺ χρονολογούνται ἀπό τὸ ἔτος 1880, ἴσως καὶ νωρίτερα, μικτὰ διτάξια στὰ ὁποῖα φοιτοῦσαν νήπια 5 καὶ 6 χρόνων. Τὸ Α’ Νηπιαγωγεῖο στεγαζόταν στὴν οἰκία τῆς ὀδοῦ Βενιζέλου, ἀπέναντι τοῦ Κωδωνοστασίου τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ, δωρεὰ τοῦ εὐεργέτη τῆς Κομοτηνῆς, Γεωργίου Νικολάου. Τὸ Νηπιαγωγεῖο τοῦτο, τοῦ κάτω Μαχαλᾶ, ὅπως λεγόταν, εἶχε δύναμη κάθε χρόνο περίπου 50 νήπια. Τὸ Βο Νηπιαγωγεῖο τοῦ πάνω Μαχαλᾶ (Συνοικία Ἀρμενιό), συγκέντρωνε κάθε χρόνο 30-40 νήπια καὶ στεγαζόταν στὸ μικρὸ κτήριο ποὺ βρίσκεται μέσα στὸν περίβολο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Γεωργίου, δωρεὰ τοῦ Ζωῒδη κατὰ τὸ ἔτος 1882, ποὺ καὶ σήμερα ἀκόμη ἐξυπηρετεῖ τοὺς ἴδιους σκοποὺς.
Καὶ τὰ δύο Νηπιαγωγεῖα εἶχαν ἄριστη ἀπόδοση γιατὶ οἱ Νηπιαγωγοὶ ἦταν Ἀρσακιάδες ἄριστα καταρτισμένες καὶ ἀκούραστοι ἐργάτες τῆς Παιδείας. Διευθύντρια τοῦ Αου Νηπιαγωγείου ἀναφέρεται ἡ εὐγενής Φωτεινῆ Κυριακίδου, μητέρα τοῦ Καθηγητοῦ Στίλπωνα Κυριακίδη, τοῦ δὲ δευτέρου Νηπιαγωγείου, ἡ Φωτεινῆ Τσακίρογλου ἤ Τσακίρη. Ἔδωσαν τὴν ψυχὴ τους οἱ ἐνάρετες καὶ εὐγενέστατες κυρίες στὴν φροντίδα τῶν νηπίων καὶ τὴν ὅσο γίνεται ἑλληνοπρεπή μόρφωσή τους.
Ἀπό τὶς ἀρχές τοῦ 1880, λειτουργοῦσε Ἀστική Σχολὴ Ἀρρένων, ἑπτατάξια μὲ τέσσερις τάξεις στοιχειώδους ἐκπαιδεύσεως καὶ τρεῖς τάξεις μέσης ἐκπαιδεὐσεως, τὸ λεγόμενο “Σχολαρχεῖον” καὶ στεγάζονταν στὸ οἴκημα (ὅπου σήμερα τὸ Β’ Γυμνάσιο) στὴν ὀδό Χατζῆ Κωνσταντὴ Ζωῒδου, δωρεὰ τοῦ ἀειμνήστου Δημητρίου Σίντου στὴν Ἑλληνική Κοινότητα Γκιουμουλτζίνης τὸ ἔτος 1880.
Τὸ ἔτος 1907, ὁ Μεγάλος Εὐεργέτης τῆς Κομοτηνῆς, μεγαλοβιομήχανος στὸ Κάϊρο, Νέστορας Τσανακλῆς, ἰδρύει μέγα κτίριο γιὰ ἐξυπηρέτηση σχολικῶν ἀναγκῶν τῶν συμπολιτῶν του. Γιὰ τὴν ἀνέγερση τοῦ μεγαλόπρεπου κτιρίου, δαπανήθηκαν πάνω ἀπό (10.000) δέκα χιλιάδες χρυσὲς λίρες τουρκίας καὶ γιὰ τὴν συντήρηση τοῦ σχολείου καὶ τὴν μισθοδοσία τοῦ προσωπικοῦ χορηγοῦσε ὁ ἴδιος κάθε χρόνο (300) χρυσὲς λίρες τουρκίας. Μετὰ τὴν ἀποπεράτωση τοῦ περίλαμπρου τούτου κτιρίου καὶ μὲ τὴν ἔναρξη τῶν μαθημάτων τοῦ ἔτους 1908-1909 ἡ Ἀστική Σχολὴ Ἀρρένων(Ἀρρεναγωγεῖον ἤ Σχολαρχεῖον) μεταφέρεται ὁριστικά εἰς τὸ Τσανάκλειο Μέγαρο. Μαθητὲς καὶ καθηγητὲς διδάσκονται ἤ διδάσκουν σὲ ἄνετο, ἡλιόλουστο, ὑγιεινό καὶ πολιτισμένο περιβάλλον.
Τὸ διδακτήριο τοῦ Δημητρίου Σίντου τώρα στεγάζει παράρτημα τοῦ Κεντρικοῦ Παρθεναγωγείου με τρεῖς (3) τάξεις γιὰ τὶς ἀνάγκες τῶν θηλέων τῆς Ἄνω Συνοικίας (Πάνω Μαχαλᾶ). Τὸ Κεντρικὸ τριτάξιο Παρθεναγωγεῖο λειτουργοῦσε στὸ κτήριο τῆς ὀδοῦ Βενιζέλου ἀπέναντι στὸ Α’ Νηπιαγωγεῖο.
Τὸ ἔτος 1911, μὲ διάταγμα τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως, ἰδρύεται στὴν Γκιουμουλτζίνα, ἡμιγυμνάσιο καὶ πάλι, μόνο γιὰ τὰ ἀγόρια, δηλαδὴ στὶς τρεῖς τάξεις τοῦ Σχολαρχείου, προστίθεται ἄλλη μία τάξις καὶ ἔτσι τὸ “Ἀρρεναγωγεῖον” γίνεται ὀκτατάξιο μαζὶ μὲ τὴν στοιχειώδη ἐκπαίδευση καὶ λειτουργεῖ στὸ Τσανάκλειο Μέγαρο.
Ὁ Βαλκανικὸς Πόλεμος τοῦ 1912-1913, ὲμποδίζει νὰ ἐξελιχθῇ σὲ πλῆρες “Ἐξατάξιο Γυμνάσιο” πρᾶγμα ποὺ θὰ γίνῃ μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση, τὸν Μάϊο τοῦ1920.
Μιλήσαμε πολὺ γιὰ τὰ ἀγόρια. Ποιὰ ὅμως ἡ παιδεῖα γιὰ τὰ κορίτσια; Τὰ μικρὰ νήπια θήλεα, φοιτοῦσαν στὸ Α’ καὶ Β’ Νηπιαγωγεῖο. Ἀπό τὸ ἔτος 1880 καὶ νωρίτερα ἴσως, ὑπῆρχε καὶ λειτουργοῦσε κανονικὰ ἐξατάξιο Δημοτικὸ Σχολεῖο ποὺ ὀνομάζονταν ‘Παρθεναγωγεῖον’ καὶ στεγάζονταν ἀπέναντι στὸ Α’ Νηπιαγωγεῖο, στὸ κτίριο τῆς ὀδοῦ Βενιζέλου, ὅπου μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση, στέγασε τὸ Δημοτικὸ Σχολεῖο καὶ κατόπιν τὴν Δημόσια Ἐμπορική Σχολὴ καὶ τὸ Οἰκονομικό Γυμνάσιo. Ἀπό θετικὲς πληροφορίες, μαθαίνουμε πὼς πρὶν ἀπό τὸ 1912, φοιτοῦσαν περίπου 200 κορίτσια τὸν χρόνo…..
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου