Δημόσιο Αλληλοδιδακτικό Σχολείο
Άργους (1828-1832)
Ιωάννης Κοκκώνης
Για την ίδρυση του σχολείου αυτού πληροφορούμαστε από
την υπ’ αριθμ. 1 έκθεση του επιθεωρητή της εκπαιδεύσεως I. Κοκκώνη, που
υποβλήθηκε στη Γραμματεία της Παιδείας, στις 8 Οκτωβρίου του 1830. Κατά την
έκθεση αυτή το σχολείο ιδρύθηκε το 1828, μετά την άφιξη του Καποδίστρια,
από τον αλληλοδιδάσκαλο Νικόλαο Φανδρίδη «βοηθεία της δημογεροντίας». Ο
Φανδρίδης ήταν Κρητικός, 21 ετών (το 1828 ) και, σύμφωνα με δηλώσεις του ίδιου
προς τον παιδαγωγό Κοκκώνη*, είχε διδαχθεί στην πατρίδα του για δύο χρόνια αρχαία
ελληνικά «παραδοθείς έως τον Β’ τόμον της Εγκυκλοπαίδειας· ήρχισε και τον
Ξενοφώντα». Την αλληλοδιδακτική μέθοδο διδάχθηκε το 1825 στα Κύθηρα.
Ο μηνιαίος μισθός του ήταν 250 γρόσια ( 100 φοίνικες
), τον οποίο μέχρι και τον Αύγουστο του 1830 κατέβαλλε κατά ένα μέρος η
δημογεροντία (200 γρόσια ) από τα εισοδήματα της κοινότητας που προέρχονταν από
τους εθνικούς μύλους, ενώ το υπόλοιπο ποσό ο Καποδίστριας. Στο εξής όμως καταβαλλόταν από τον Τοποτηρητή του
Άργους. Ο Φανδρίδης αποδείχθηκε ικανός δάσκαλος παρά τις δυσκολίες που
αντιμετώπιζε, για τις οποίες γίνεται λόγος στη συνέχεια και οι οποίες ήταν
κοινές και συνήθεις για όλους σχεδόν τους συναδέλφους του κατά την εποχή
εκείνη. Το γεγονός δε ότι παρέμεινε στο ίδιο σχολείο καθ’ όλη την εξεταζόμενη
περίοδο, συνέβαλε κατά πολύ στο θετικό αποτέλεσμα.
Οι κρίσεις για τις ικανότητες του σχηματίζονται από
σχετικές επισκέψεις και επιθεωρήσεις. Συγκεκριμένα, στις 20 Οκτωβρίου του 1829,
ο Γραμματεύς της Παιδείας Ν. Χρυσόγελος κοινοποιούσε στο δάσκαλο την
ικανοποίηση του Κυβερνήτη, ο οποίος «ευαρεστηθείς εκ νέου, ότε προλαβόντως
επεσκέφθη το οποίον διευθύνεις σχολείον, με διέταξε να σοι εκφράσω την άκραν
του ευχαρίστησιν». Πέντε μήνες αργότερα ο Χρυσόγελος παραβρέθηκε στις δημόσιες
εξετάσεις του σχολείου που διεξήχθηκαν στις 24 Μαρτίου του 1830 για τις οποίες
ανέφερε προς τον Καποδίστρια την επόμενη μέρα εκφράζοντας την ικανοποίηση του.
Ο Φανδρίδης, εκτός από τα μαθήματα που πρόβλεπε ο Οδηγός της
αλληλοδιδακτικής**, δίδασκε επιπλέον σε όλους τους μαθητές του και «τα
στοιχεία της Γενικής Γραμματικής», ώστε «οι μεταβαίνοντες εκ τούτων εις την
σπουδήν της ελληνικής προδιατεθειμένοι όντες, εισάγονται με μεγάλην ευκολίαν
εις τούτο το μάθημα», όπως δήλωσαν στο Χρυσόγελο οι δάσκαλοι των ελληνικών
σχολείων.
Στο ίδιο έγγραφο έγινε αναφορά και στις δυσκολίες που
συναντούσε ο αλληλοδιδάσκαλος και οι οποίες εμπόδιζαν την εύρυθμη λειτουργία
του σχολείου. Συνίσταντο δε στο γεγονός ότι ο χώρος ήταν δυσανάλογος ως προς
τον αριθμό των μαθητών, με αποτέλεσμα « η διαίρεσις εις κλάσεις [ = τάξεις ]
και ο εσωτερικός οργανισμός δεν είναι κατά τους απαιτουμένους κανόνας», στην
έλλειψη των αναγκαίων βιβλίων, αφού στο σχολείο υπήρχε μόνο η αγγλική μετάφραση
του Ευαγγελίου και μέρος της περιληπτικής μετάφρασης του στα ελληνικά από το
Νεόφυτο Νικητόπουλο στην ελλιπή φοίτηση των μαθητών, για την οποία γίνεται
λόγος πιο κάτω.
Ιωάννου Π. Κοκκώνη. Γεωγραφία Στοιχειώδης, πρώτη έκδοση 1836.
Ο Ιω. Κοκκώνης, ο οποίος επισκέφθηκε το σχολείο ως
επιθεωρητής της δημοτικής εκπαίδευσης στις 6 Οκτωβρίου του 1830, ανέφερε προς
τη Γραμματεία της Παιδείας για το δάσκαλο ότι ήταν «πολλά ήμερος και γλυκύς
προς τους μαθητάς του και επιμελής και προσεκτικός εις το έργον του».***
Κατά την ίδια αναφορά, ο Φανδρίδης ακολουθούσε την αλληλοδιδακτική μέθοδο του
Γάλλου Sarazin, αλλά η ακριβής εφαρμογή της προσέκρουε σε εγγενείς
δυσχέρειες, όπως ήταν η «αγυμνασία των μερικών πρωτοσχόλων» και η έλλειψη του
απαραίτητου εποπτικού υλικού. Ο Κοκκώνης ανέφερε στην έκθεση του
χαρακτηριστικά: «Το υλικόν του σχολείου είναι άθλιον, ελλιπές και κακώς
διατεταγμένον . Οι μαθηταί φέρουσιν έξωθεν πλάκας, χαρτία κ.λ,π. Ο μεν έχει
πλάκα ακέραιον, ο δε έν τεμάχιον πλακός, άλλος στερείται πλακοκονδύλου ή
χαρτίου και άλλος άλλου». Για την αποφυγή «της προερχομένης εκ της
ελλείψεως αυτών βλάβης και αταξίας», ο επιθεωρητής συνέστησε στον
αλληλοδιδάσκαλο να συνεννοηθεί με τους εφόρους του σχολείου και να ζητήσει από
τη Γραμματεία της Παιδείας τα προβλεπόμενα από τον Οδηγό αναγκαία εποπτικά μέσα
διδασκαλίας.
Ο Κοκκώνης διαπίστωσε παράλληλα και σχετική έλλειψη
των αναγκαίων διδακτικών βιβλίων. Στο σχολείο υπήρχαν 20 Ευαγγέλια τυπωμένα
στο Λονδίνο, 20 Χρηστοήθειες του Πύρου, 4 αντίτυπα της Ιεράς Κατήχησης του
Κισινίου και 4 περιλήψεις του Ευαγγελίου από το Ν. Νικητόπουλο. Τα υπάρχοντα
βιβλία ήταν ελάχιστα για τους 128 μαθητές που αριθμούσε τότε το σχολείο. Επειδή
μάλιστα η Ιερά Κατήχηση του Κισινίου δεν ήταν από τα εγκεκριμένα βιβλία, ο
επιθεωρητής της εκπαίδευσης ζήτησε από το δάσκαλο να μη διδάξει στο εξής από
αυτή και του έδωσε ένα αντίτυπο της Κατήχησης που είχε εγκρίνει η επί της
Προπαιδείας Επιτροπή καθώς επίσης και ανά ένα αντίτυπο του Προσευχηταρίου και
της σύνοψης της Ιεράς Ιστορίας. Επίσης ζήτησε από τη Γραμματεία να στείλει στο
σχολείο 5 Προσευχητάρια, 5 Συνόψεις Ιεράς Ιστορίας, 12 Κατηχήσεις και από τα
βιβλία του Στέφ. Κομμητά Εκκλησιαστική Ιστορία, Ιερά Ιστορία και Κατήχηση.
Το πρώτο γνωστό ελληνικό αλφαβητάριο, τυπωμένο στη Βιέννη το 1771, με
δαπάνη του Κ.Α Φιλιππίδου.
Στο ίδιο έγγραφο του Κοκκώνη έγινε λόγος και για τους
εφόρους του σχολείου και είναι η μόνη φορά που θίγεται το θέμα αυτό στις
υπάρχουσες πηγές. Χρέη σχολικών εφόρων έκαναν οι δημογέροντες της πόλης, χωρίς
όμως να έχουν διοριστεί γι’ αυτό το σκοπό από την κυβέρνηση. Στο σημείο
αυτό θεωρείται σκόπιμο να αναφερθεί ότι ο Καποδίστριας επιδιώκοντας την
απαγκίστρωση της εκπαίδευσης από την επιρροή των προκρίτων και δημογερόντων,
είχε εκδώσει την
υπ’ αριθ. 64 εγκύκλιο στις 23 Οκτωβρίου του 1829, κατά την
οποία οι σχολικοί έφοροι έπρεπε να προέρχονται από τους «ευηποληπτοτέρους»
πολίτες, «διαστελλόμενοι μεταξύ των άλλων διά τα φώτα, δια την αρετήν και
πατριωτισμόν» τους και επιλέγοντο από κατάλογο υποψηφίων που ενεχείριζαν στην
κυβέρνηση οι κατά τόπους εκπρόσωποι της. Στην περίπτωση του Άργους
δε φαίνεται να έγινε σχετική ενέργεια διορισμού της σύμφωνα με τις πιο πάνω
διαδικασίες. Το γεγονός δε ότι οι δημογέροντες εκτελούσαν συγχρόνως χρέη
σχολικών εφόρων, ερμηνεύεται από το ότι οι ίδιοι πρωταγωνίστησαν στην ίδρυση
του αλληλοδιδακτικού σχολείου, όπως προαναφέρθηκε.
Για τα παραδιδόμενα μαθήματα οι πληροφορίες μας
προέρχονται από δύο πηγές. Κατ’ αρχήν ο Χρυσόγελος, στις 25 Μαρτίου του
1830, μετά τις δημόσιες εξετάσεις, ανέφερε προς τον Κυβερνήτη ότι ο Φανδρίδης
δίδασκε Ανάγνωση, Γραφή, Αριθμητική, Κατήχηση, Ευαγγέλιο και Γεωγραφία. Στις 6
Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου, ο Κοκκώνης στη μνημονευθείσα ήδη υπ’ αρ. 1 έκθεση
του έκανε λόγο μόνο για Γραφή, Ανάγνωση και Αριθμητική. Προφανώς ο δάσκαλος
περιοριζόταν σ’ αυτά λόγω έλλειψης των απαιτούμενων διδακτικών βιβλίων.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί ότι κατά
την εξεταζόμενη περίοδο στο Άργος ανοικοδομήθηκε διδακτήριο κατά τους όρους της αλληλοδιδακτικής
μεθόδου, του οποίου τα εγκαίνια έγιναν τον Ιούνιο του 1831. Μέχρι τότε ο
Φανδρίδης δίδασκε σε «οίκημα προσωρινόν»**** το οποίο ήταν «πολλά στενόν
και υποκείμενον εις τας μεταβολάς του καιρού». Αρχιτέκτων ήταν αρχικά ο De Vaud
και κατόπιν ο Λάμπρος Ζαβός, ενώ τέκτων ο Χαρίτων Κάππος. Κοντά δε στο
διδακτήριο ανοικοδομήθηκε και οίκημα για κατοικία του δασκάλου.
Όπως έχει προαναφερθεί, η φοίτηση
των μαθητών του δημόσιου αλληλοδιδακτικού δεν ήταν τακτική, αλλά και ο αριθμός
των εγγεγραμμένοι μαθητών δεν ήταν σταθερός. Έτσι σε κατάλογο της 17ης
Οκτωβρίου του 1829 φαίνονται εγγεγραμμένοι 183 μαθητές ( μόνο αγόρια) ηλικίας
6-23 ετών, έκτων οποίων οι 105 ήταν Αργείοι, ενώ οι 114 από την ευρύτερη
περιοχή του Άργους, δηλαδή το 62.3% του συνόλου των μαθητών. Στις 25 Μαρτίου
του επόμενου χρόνου αναφέρονται 170 μαθητές, ενώ σε μεταγενέστερο
κατάλογο της 21ης Ιουνίου του 1830, ήταν εγγεγραμμένοι 155 μαθητές ηλικίας 5-18
ετών, εκ των οποίων οι 70 ήταν Αργείοι, δηλαδή το 45,15 % του μαθητικού
πληθυσμού. Μετά από τρισήμιση μήνες ο αριθμός των μαθητών παρουσιάζεται
περισσότερο ελαττωμένος. Πράγματι στις 8 Οκτωβρίου, ο I. Κοκκώνης ανέφερε στην
υπ’αριθμ. 1 έκθεση του ότι ήταν εγγεγραμμένοι 128 μαθητές, αλλά κατά την ημέρα
της επίσκεψης του ήταν παρόντες 95.
Ο Χρυσόγελος, ο οποίος είχε επισκεφθεί το σχολείο στις
24 Μαρτίου του 1830 και είχε διαπιστώσει από κοντά τα προβλήματα του, απέδιδε
την ελλιπή φοίτηση των μαθητών στην άγνοια των γονέων, οι οποίοι κατά το
μεγαλύτερο χρονικό διάστημα απασχολούσαν τα παιδιά τους «άκοντα» σε γεωργικές
κυρίως εργασίες παρά τις συμβουλές του αλληλοδιδασκάλου. Ο τελευταίος δεν
μπορούσε να ασκήσει πίεση, όπως είχε το δικαίωμα, γιατί «θέλει μείνει χωρίς
κανένα ή με πολλά ολίγους μαθητάς». Παράλληλα οι γονείς μόλις διαπίστωναν ότι
τα παιδιά τους είχαν αρχίσει να μαθαίνουν να γράφουν, να διαβάζουν και να
αριθμούν διέκοπταν τη φοίτηση τους, «πριν τελειοποιηθώσιν» πιστεύοντας ότι οι
στοιχειώδεις αυτές γνώσεις ήταν αρκετά εφόδια για τη ζωή τους. Στο ίδιο έγγραφο
αναφέρεται επίσης ότι η ελάττωση του αριθμού των μαθητών οφειλόταν στην ύπαρξη
αμαθών «γραμματοδιδασκάλων», οι οποίοι δυσφημούσαν την αλληλοδιδακτική μέθοδο
διαδίδοντας στους γονείς ότι τα παιδιά τους «δεν διδάσκονται γράμματα εις το
Αλληλοδιδακτικόν, αλλά τακτικήν», και κατ ‘ αυτό τον τρόπο προσέλκυαν αρκετούς
μαθητές του δημόσιου αλληλοδιδακτικού. Το ίδιο πρόβλημα υφίστατο και σε άλλες
περιοχές του ελεύθερου ελληνικού κράτους.
Σύμφωνα με το μαθητικό κατάλογο της 21ης Ιουνίου του
1830, οι μαθητές του σχολείου ήταν χωρισμένοι σε οκτώ κλάσεις ( = τάξεις ) με
ανώτερη την Α’ όπως υπαγόρευε ο Οδηγός της αλληλοδιδακτικής μεθόδου. Η
προαγωγή σε ανώτερη τάξη γινόταν κατά μάθημα και όχι κατά το σύνολο των
μαθημάτων.
Κατά την εξεταζόμενη περίοδο στις υπάρχουσες πηγές
εντοπίζουμε δύο εξετάσεις. Σ’ αυτές της 24ης Μαρτίου του 1830 παραβρέθηκε ο
Χρυσόγελος, ο οποίος και ανέφερε τα αποτελέσματα προς τον Κυβερνήτη. Έτσι
μαθαίνουμε ότι εξετάσθηκαν οι τάξεις και των 170 μαθητών του σχολείου στα
μαθήματα της Ανάγνωσης και Αριθμητικής και οι μαθητές των τριών πρώτων τάξεων
στην Αριθμητική, στις αρχές της Κατήχησης, στην Ιερή Ιστορία του Ευαγγελίου και
στις αρχές της Γεωγραφίας. Κατά τις εξετάσεις αυτές «ευδοκίμησαν» 15 μαθητές.
Οι δεύτερες εξετάσεις έγιναν από τον Ιω. Κοκκώνη, ο οποίος στις 6 Οκτωβρίου
είχε επισκεφθεί το σχολείο για επιθεώρηση. Στην υπ’ αριθμ. 1 έκθεση που έκανε,
σημείωσε τα ονόματα οκτώ μαθητών που διακρίθηκαν, για τους οποίους ανέφερε συγκεκριμένα:
«Γεώργιος Βλάσης γενικός Πρωτόσχ. της αριθμητ.
σπουδάζει 2 έτη.
Μιχ. I. Χιλιώτου – της Αναγνώσεως 20 μήνας εβραβεύθη
εις τας εξετάσεις.
Σταύρος Ηλιακόπουλος – Αναγινώσκει καλώς.
Ν. Λαγοδημόπουλος, 14 ετών, ήλθεν αρχάριος και
αναγινώσκει τώρα εις την Ζ’ μετά 7 μηνών σπουδήν.
Ν. Μαυραΐδης αναγινώσκει καλώς εις το Β’ τμήμα της Η’.46
Π. Σαραντόπουλος ομοίως ετών 14.
Χ. Μιχαλόπουλος ομοίως.
Θεμιστοκλής Βαλβίου εις το Β’ τμήμα της Η’».
Ο Κοκκώνης σημείωνε στην έκθεση του ότι εκτός από τους
προαναφερθέντες μαθητές υπήρχαν και άλλοι «προχωρημένοι», αλλά δεν ανέφερε τα
ονόματα τους γιατί δε φοιτούσαν τακτικά στο σχολείο «εμποδιζόμενοι υπό των
συγγενών των». Επιχειρώντας μάλιστα να τους παρακινήσει, τους ανακοίνωσε
ότι η κυβέρνηση δεν επρόκειτο να είναι αρωγός τους σε περίπτωση ελλιπούς
φοίτησής τους. Ζήτησε δε από τη Γραμματεία της Παιδείας να στείλει δωρεάν οκτώ
συνόψεις της Ιεράς Ιστορίας ως βραβείο για τους μαθητές που διακρίθηκαν. Κατά
την εξεταζόμενη περίοδο εκτός από τους μαθητές αυτούς στο σχολείο φοίτησαν και
στρατιωτικοί, όπως διαπιστώνουμε από έγγραφο του ίδιου του αλληλοδιδασκάλου
προς τη Γραμματεία της Παιδείας, στις 9 Ιανουαρίου του 1833, όπου αναφέρεται
ότι του είχε ζητηθεί να δεχθεί στο σχολείο του στρατιωτικούς από το
τακτικό ιππικό σώμα του Άργους, για να τους διδάξει γραφή, ανάγνωση
και πρακτική αριθμητική. Τα μαθήματα έγιναν κατά το χρονικό διάστημα από 2
Ιανουαρίου του 1830 μέχρι Μάρτιο του 1832, επί δύο ώρες καθημερινά (12:00-14:00
μ. μ.). Κατά το Φανδρίδη, οι στρατιωτικοί σημείωσαν αξιόλογη πρόοδο, για την
οποία έγινε λόγος και σε σχετικό άρθρο της Γενικής Εφημερίδας τον Ιούνιο του
1831, απ’ όπου διαπιστώνεται η πρόοδος 184 υπαξιωματικών και στρατιωτικών.
Κατά την ίδια εποχή η κυβέρνηση είχε αναθέσει και σε
άλλους αλληλοδιδασκάλους, όπου υπήρχαν στρατιωτικά σώματα, να δεχθούν στα
σχολεία τους στρατιωτικούς, όπως συνέβη στο Ναύπλιο και την Καλαμάτα. Οι δάσκαλοι αυτοί
είχαν αναφερθεί εγκαίρως προς την κυβέρνηση και τους είχε προσδιορισθεί μηνιαίος
μισθός 60 φοινίκων, ενώ ο Φανδρίδης είχε αμελήσει αρκούμενος σε προφορικές
υποσχέσεις. Για το λόγο αυτό ζητούσε με τη μνημονευθείσα αναφορά του της 9ης
Ιανουαρίου του 1833 να πληρωθεί αναδρομικά.
Σε γενικές γραμμές μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι η λειτουργία
του δημοσίου αλληλοδιδακτικού σχολείου κατά την εξεταζόμενη περίοδο ήταν
ικανοποιητική παρά τις όποιες δυσκολίες, οι οποίες ήταν λίγο ως πολύ κοινές για
όλα τα σχολεία. Στο θετικό αποτέλεσμα συνέβαλε ο ζήλος και η επιμονή του
αλληλοδιδασκάλου και το γεγονός ότι παρέμεινε στην ίδια θέση καθ’ όλη τη
διάρκεια λειτουργίας του σχολείου. Τρισήμιση μήνες πριν από τη δολοφονία του
Κυβερνήτη, στο άρθρο που δημοσιεύθηκε στη Γενική Εφημερίδα με αφορμή τα
εγκαίνια του νέου διδακτηρίου, που έγιναν στις 12 Ιουνίου του 1831,
αναφέρεται ότι μέχρι τότε στο σχολείο είχαν φοιτήσει συνολικά 1017 μαθητές. Από
αυτούς οι 145 εξακολουθούσαν να φοιτούν, ενώ από τους υπόλοιπους οι 500 ήταν
«προπαρασκευασμένοι εις την σπουδήν ανωτέρων μαθημάτων, εις τα Ελληνικά
Σχολεία, εις το Κεντρικόν της Αιγίνης ή εις άλλα επαγγέλματα».
Υποσημειώσεις
* Ιωάννης Κοκκώνης, εκπαιδευτικός και παιδαγωγός
μεγάλου κύρους.
Η πρώτη πρόταση για ίδρυση
Πανεπιστημίου Αθηνών. Στις 22 Μαρτίου 1833 η Αντιβασιλεία εξέδωσε διάταγμα
«περί συστάσεως επιτροπής προς διοργανισμόν των σχολείων». Μέλη της επιτροπής
ορίζονταν: ο νομομαθής φαναριώτης Κωνσταντίνος Σχινάς που το 1837
διορίστηκε πρώτος Πρύτανης του νεοσυσταθέντος Πανεπιστημίου, ο δικαστικός και
πολιτικός Αναστάσιος Πολυζωίδης, ο παιδαγωγός Ιωάννης Κοκκώνης, ο
γνωστός φαναριώτης ποιητής Αλέξανδρος Σούτσος, ο κλασικός φιλόλογος Ιωάννης
Βενθύλος, ο Γερμανός επιγραφολόγος Johann Franz. Στο σχέδιο που
υπέβαλαν (στις 3 Ιουλίου 1833), εκτός από τα άρθρα που αφορούσαν στην ίδρυση
δημοτικών, γυμνασίων και λυκείων, υπήρχε και πρόταση για την ίδρυση Μουσείου,
δηλαδή Πανεπιστημίου. Στο τέταρτο λοιπόν άρθρο γίνεται αρχικά μια θεωρητική
προσέγγιση του θέματος (σκοποθεσία και διαίρεση των επιστημών), ενώ στη
συνέχεια αναφέρονται τα μαθήματα που θα έπερεπε να διδάσκονται κατά σχολές.
Παραθέτουμε τους τίτλους των εβδομήντα μαθημάτων, γιατί αντικατοπτρίζουν το
επιστημονικό γίγνεσθαι της εποχής εκείνης: «1. Φιλοσοφική Σχολή: Γενική
εισαγωγή εις την σπουδήν της φιλοσοφίας, Ιστορία της παλαιάς και νέας
φιλοσοφίας, Η φιλοσοφία της φύσεως, Λογική και Μεταφυσική, Ανθρωπολογία,
Φιλοσοφική Ηθική, Αισθηματική, ήτοι θεωρία του καλού, Μαθηματική, 2.
Θεολογική Σχολή: Εγκυκλοπαιδεία και Μεθοδολογία της θεολογίας, Ιστορία της
θεολογίας, Πολιτική και θρησκευτική ιστορία των Εβραίων, Ερμηνεία των
θεοπνεύστων Γραφών, Αρχαί, ήτοι κανόνες της ερμηνείας της Καινής Διαθήκης,
Εκκλησιαστική Iστορία, Ιστορία των Χριστιανικών Δογμάτων, Χριστιανική Ηθική,
Ποιμαντική διδασκαλία, Νομική Εκκλησιαστική, 3. Ιστορική Σχολή: Εισαγωγή
εις την σπουδήν της Iστορίας, Ιστορία των παλαιών και νέων Εθνών, Φιλολογία,
Εισαγωγή εις την σπουδήν της φιλολογίας, Εγκυκλοπαιδεία της φιλολογίας,
Φιλόσοφος έκθεσις περί των παλαιών γλωσσών, μάλιστα περί της Ελληνικής,
Ερμηνευτική και Κριτική περί τα παλαιά, και εξήγησις συγγραφέων και ποιητών,
οίον Αισχύλου, Πινδάρου, Θουκυδίδου, Πλάτωνος, Αριστοτέλους, Τακίτου, Περσίου
κτλ., Μετρική των Ελλήνων και Ρωμαίων, Ιστορία των δύο Εθνών Ελλήνων και
Ρωμαίων, Μυθολογία των δύο Εθνών, Αρχαιότητες Ελληνικαί και Ρωμαϊκαί, Αρχαιολογία,
Ιστορία της Ελληνικής και Ρωμαϊκής Φιλολογίας, Ανατολικαί γλώσσαι (Εβραϊκή,
Αραβική, Περσική, Τουρκική), Νεώτεραι Γλώσσαι, 4. Νομική Σχολή:
Εγκυκλοπαιδεία και Μεθοδολογία του Δικαίου, Εισηγήσεις του Ιουστινιανού,
Πανδέκται, Ιστορία του Ρωμαϊκού Διακαίου, Εξήγησις των εισηγήσεων του Γαΐου,
Ιδιωτικόν Δίκαιον, Δημόσιον Δίκαιον, Φυσικόν Δίκαιον, Πολιτική δικολογία,
Ποινικόν δίκαιον και Ποινική δικονομία, Εγκληματικόν δίκαιον και Εγκληματική
δικονομία, Εθνική και Πολιτική Oικονομία, Δίκαιον Εθνών, Ιατρική δίκη, 5.
Φυσική Σχολή: Εισαγωγή εις την σπουδήν της Φυσικής, Πειραματική Φυσική,
Χημεία και πρακτικαί γυμνάσεις εις την χημείαν, Φυσιογραφία, Oρυκτολογία,
Γεωγνωσία, Βοτανική, Ζωολογία, Αγρονομική, 6. Ιατρική Σχολή: Ιστορία της
Ιατρικής, Εγκυκλοπαιδεία και Μεθοδολογία της Ιατρικής, Γενική και μερική
ανατομία, Γενική παθολογία και θεραπεία μετά της σημειωτικής, Ανατομικαί
γυμνάσεις, Ειδική θεραπεία, Φαρμακολογία και περί ύλης φαρμάκων, Χειρουργία,
περί εργαλείων χειρουργικών, περί δεσμών, Φυσιολογία ανθρώπου και φυσιολογία
συγκριτική με αποδείξεις, πειράματα γινόμενα επί ζώων, Ιατρική κλινική,
Χειρουργία και οφθαλμιατρική κλινική, Μαιευτική, Πρακτικαί γυμνάσεις εις την
Μαιευτικήν (εις τα ανδρείκελα), Εξήγησις των γνησίων Ιπποκράτους συγγραμμάτων,
Περί δηλητηρίων». Σήμερα, η αναγραφή των διδασκόμενων μαθημάτων στα τριάντα
Τμήματα του Πανεπιστημίου καταλαμβάνει 100 περίπου σελίδες στον τόμο Πανόραμα
του Πανεπιστημίου Αθηνών (Δομή-Λειτουργία-Εκπαιδευτικό έργο), Αθήνα 2002.
Υλικό από το βιβλίο του Δαυίδ Αντωνίου, « Οι απαρχές του Εκπαιδευτικού
Σχεδιασμού στο Νεοελληνικό Κράτος: Το Σχέδιο της Επιτροπής του 1833», Εκδόσεις
Πατάκη, Αθήνα 1992).
** Η αλληλοδιδακτική μέθοδος χρησιμοποιήθηκε από τα μέσα του
17ου αιώνα στην Αγγλία, τελειοποιήθηκε τον 18ο αιώνα στη Γαλλία του Sarazin.
Ονομάστηκε έτσι για το λόγο ότι με την καθοδήγηση του δασκάλου χρησιμοποιούνταν
οι καλύτεροι μαθητές (οι πρωτόσχολοι) για να διδάσκουν τους υπόλοιπους. Την αλληλοδιδακτική
στην Ελλάδα εισήγαγε επίσημα ο Ιωάννης Κοκκώνης στα χρόνια του
Καποδίστρια, μεταφράζοντας (1830) τον οδηγό της αλληλοδιδακτικής μεθόδου
του Σαραζίνου (Sarazin).
Ο Καποδίστριας ως απεσταλμένος
του τσάρου Αλέξανδρου θα συναντηθεί το 1814 με τον φημισμένο Παιδαγωγό Emanuel
von Fellenberg. Οι εντυπώσεις που αποκόμισε ο Καποδίστριας τον έκαναν
ενθουσιώδη οπαδό του συστήματος του Fellenberg. Ο συνδυασμός Πνευματικής και
Χειρωνακτικής εργασίας, η προώθηση της επαγγελματικής εκπαίδευσης στα κατώτερα
κοινωνικά στρώματα, αλλά και η προσπάθεια για πνευματική σύμπνοια ανάμεσα στις
κοινωνικές τάξεις με στόχο την κοινωνική Ειρήνη θα βρουν σύμφωνο τον
Καποδίστρια. Ως Κυβερνήτης της Ελλάδας έριξε όλο το βάρος των προσπαθειών του
στην επέκταση του πρωτοβάθμιου σχολικού δικτύου σε εθνική κλίμακα. Το ψήφισμα
για την παιδεία που εκδόθηκε το 1829 στη διάρκεια της Δ’ εθνοσυνέλευσης στο
Άργος αναφέρεται ρητά στην προώθηση των
αλληλοδιδακτικών σχολείων. Εκτός των άλλων προβλέπει ακόμα τα εξής: Τη
σύσταση του λεγόμενου «Γαζοφυλακίου» οι πόροι του οποίου θα προορίζονταν για
την οικονομική ενίσχυση των σχολείων, τη σύσταση δευτεροβάθμιων σχολείων τα
οποία ονόμαζε «πρότυπα» ή «τυπικά», ενώ παράλληλα διατηρήθηκαν και τα λεγόμενα
Ελληνικά σχολεία.
Το
ψήφισμα του 1829 δεν εφαρμόστηκε ως προς όλα τα σημεία. Ο ίδιος πάντως πίστευε
ότι χωρίς την εξάπλωση της λαϊκής μόρφωσης θα επικρατούσε πάντοτε το «δίκαιο
του ισχυρότερου στηριζόμενο εις την αμαθίαν και αποκτήνωσιν του πλήθους».
Σύμφωνα με την έκθεση του Ν. Χρυσόγελου, γραμματέα των εκκλησιαστικοί και της δημόσιας εκπαίδευσης, χα λιγοστά σχολεία του αγώνα είχαν αυξηθεί μέχρι το 1831 σε 121, ενώ ο αριθμός των μαθητών σε 9.246 από τους οποίους οι 6.718 φοιτούσαν στα 75 αλληλοδιδακτικά που λειτουργούσαν την περίοδο αυτή στη χώρα.
Σύμφωνα με την έκθεση του Ν. Χρυσόγελου, γραμματέα των εκκλησιαστικοί και της δημόσιας εκπαίδευσης, χα λιγοστά σχολεία του αγώνα είχαν αυξηθεί μέχρι το 1831 σε 121, ενώ ο αριθμός των μαθητών σε 9.246 από τους οποίους οι 6.718 φοιτούσαν στα 75 αλληλοδιδακτικά που λειτουργούσαν την περίοδο αυτή στη χώρα.
Αναγνωρίζοντας
ότι το σύστημα Fellenberg απαιτούσε πολλούς δασκάλους, ειδικές κτιριακές
εγκαταστάσεις και ανάλογα οικονομικά μέσα, ο Καποδίστριας υποστήριξε την
εισαγωγή της αλληλοδιδακτικής στην Ελλάδα και ασχολήθηκε ιδιαίτερα με το ζήτημα
της ενιαίας εφαρμογής της στα σχολεία. Τον Οκτώβριο του 1829 προχώρησε στην
σύσταση τριών ειδικών επιτροπών που θα επιδίδονταν «εις την μετάφρασιν και
σύστασιν βιβλίων στοιχειωδών και εις την αναθεώρησιν συγγράμματος ήδη
μεταφρασμένων, συντεινόντων προς ομοιόμορφον και τελειότερον οργανισμόν των
αλληλοδιδακτικών και τυπικών σχολείων».
Μία από τις τρεις επιτροπές και
συγκεκριμένα η «Επιτροπή επί της προπαιδείας» έκανε τις απαραίτητες
ενέργειες ώστε να συγκεντρώσει όσα εγχειρίδια αναφέρονταν στην οργάνωση των
σχολείων και την αλληλοδιδακτική μέθοδο.
Τα εγχειρίδια που συγκεντρώθηκαν από
την επιτροπή είναι τα εξής:
1) Η ερμηνεία του Κλεόβολου ο
οποίος τελικά δεν κατάφερε να την τυπώσει με αποτέλεσμα να περιφέρεται
χειρόγραφο από χέρι σε χέρι. Το πρώτο μέρος της ερμηνείας αναφερόταν στο
διδακτικό υλικό, στα κατάστιχα που έπρεπε να συμπληρώσουν οι δάσκαλοι και στους
κανόνες της σχολικής οργάνωσης. Ενώ στο δεύτερο μέρος της ερμηνείας περιέγραφε
τον μηχανισμό των προσταγμάτων με τα οποία οι πρωτόσχολοι καθοδηγούσαν τους
μαθητές στη διάρκεια της παράδοσης των μαθημάτων και των ασκήσεων.
2) Η ερμηνεία του Πολίτη: ο οποίος υπήρξε εισηγητής της
αλληλοδιδακτικής στα Επτάνησα. Συνέταξε ένα συνοπτικό εγχειρίδιο για τους
Επτανήσιους δασκάλους, το οποίο εκδόθηκε στην Κέρκυρα το 1820 με τον τίτλο
«Εγχειρίδιον της αλληλοδιδακτικής μεθόδου εις χρήσιν των κατά το Ιόνιον Κράτος
παιδαγωγών». Φαίνεται ότι κυκλοφόρησε και αυτό στην Ελλάδα ως χειρόγραφο
αντιγραμμένο από το πρωτότυπο διότι, κατά τα λεγόμενα του Κοκκώνη, η επιτροπή
μελέτησε το έργο του Πολίτη Βάσει ενός χειρογράφου που δανείστηκε ο ίδιος από
κάποιον δάσκαλο στην Αίγινα.
3) Η ερμηνεία του Συνέσιου. Το χειρόγραφο του, το οποίο ήταν
και το πρωτότυπο προμήθευσε στην επιτροπή η Γραμματεία Εκπαιδεύσεως. Ο Συνέσιος
πραγματευόταν το μάθημα της αριθμητικής με έναν δικό του τρόπο. Παρόλο που
αποτελούσε αντιγραφή αντίστοιχων κεφαλαίων της ερμηνείας του Πολίτη. Στο τέλος
της Ερμηνείας αφιέρωνε 4-5 σελίδες στις ποινές των μαθητών, τον προβιβασμό τους
από την μια κλάση στην άλλη, τα καθήκοντα του θυρωρού του σχολείου. την
οικοδομή του σχολείου και παρέθετε δυο υποδείγματα καταλόγων για την πρόσκληση
και τον γενικό έλεγχο της προόδου των μαθητών.
4) Η ερμηνεία με τίτλο Σύστημα αγγλικών δια τα σχολεία ή
εύκολος μέθοδος δια την διδασκαλίαν των παιδιών η οποία εκδόθηκε το 1827 από
την Αγγλικανική Ιεραποστολή της Μάλτας. Χωρίζεται σε τέσσερα μέρη που αφορούν: α)
στο σχήμα της σχολικής αίθουσας, το κτίριο του σχολείου και το διδακτικό υλικό,
β) στη μέθοδο διδασκαλίας, τη διαίρεση των μαθητών σε κλάσεις και πρέπει
να γίνεται η διδασκαλία των τριών μαθημάτων, γ) στα χρέη των πρωτόσχολων, τις
εξετάσεις των μαθητών για τον προβιβασμό από την μια κλάση στην άλλη, δ) στη
γενική οργάνωση του σχολείου. Είναι η μόνη Ερμηνεία που αναφέρεται στην
εκπαίδευση των κοριτσιών για τα οποία προβλέπει εκτός από τα τρία γνωστά
μαθήματα και διδασκαλία ραπτικής.
Η επιτροπή εισηγήθηκε στη Γραμματεία
να στείλει ειδική εγκύκλιο προς τους δασκάλους με την οποία αφενός να ζητά
πληροφορίες σχετικά με την οργάνωση των σχολείων τους, τον τρόπο με τον οποίο
δίδασκαν, τα βιβλία και τους πίνακες που έγραφαν και αφετέρου τις προτάσεις για
αλλαγές που θεωρούσαν αναγκαίες. Η εγκύκλιος εστάλη στις 14.11.1829 μετά από
επιμονή του Νικητόπουλου, αφού ο Καποδίστριας δεν ήταν σύμφωνος.
Πίστευε ότι αυτού του είδους οι
ενέργειες είναι άσκοπες αφού ήταν γνωστή η έλλειψη γνώσεων και η απειρία των
δασκάλων. Η σύνθεση των μελών της επιτροπής πολύ γρήγορα δημιούργησε εντάσεις:
από την μια πλευρά ο Νικητόπουλος, δάσκαλος με φιλελεύθερες αντιλήψεις. Από την
άλλη, ο Κοκκώνης και ο Μουστοξύδης αφοσιωμένοι στον Καποδίστρια και στις
αυταρχικές του επιλογές. Η θέση του Νικητόπουλου σχετικά με το πώς έπρεπε να χειριστεί
η επιτροπή το ζήτημα του εγχειριδίου της αλληλοδιδακτικής υπήρξε αφορμή
διαφωνίας μεταξύ τους, ιδιαίτερα επιφορτίστηκε με το καθήκον να μελετήσει τις
παρατηρήσεις των δασκάλων και να υποβάλει σχετική αναφορά στην επιτροπή. Είκοσι
δάσκαλοι ανταποκρίθηκαν στην εγκύκλιο του Υπουργείου και συμφωνα με τον
Νικητόπουλου «αποδεικνύονται ότι γνωρίζουν την αλληλοδιδακτική μεθόδον, καθώς
είμαι βεβαιωμένος και από άλλα των γραμμάτων ιδιαίτερα εις εμέ».
(Λυδίας Παπαδάκη, Η αλληλοδιδακτική
μέθοδος διδασκαλίας στην Ελλάδα του 19ου αιώνα.
Χρ. Λέφα, Ιστορία της Εκπαιδεύσεως. Ελευθερία Γκαρή ).
Χρ. Λέφα, Ιστορία της Εκπαιδεύσεως. Ελευθερία Γκαρή ).
***Δασκαλάκη, ό.π., Β’,
σ. 1391-1395 ( = Γ.Α.Κ., Υπ. Θρησκείας, φάκ. 32, Σχολικά, 8 Οκτωβρίου 1830).
Χαρακτηριστικός για την ιστορία του θεσμού των επιθεωρητών και την επικρατούσα
νοοτροπία είναι ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάσθηκε ο Κοκκώνης στον
αλληλοδιδάσκαλο και γι’ αυτό παρατίθεται αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα:
« Την 6 του παρόντος περί την
4 ώραν από μεσημβρ. φθάσας εις Άργος επήγα αμέσως εις το Αλληλ. σχολείον,
εις τον διδάσκαλον του οποίου επαρουσιάσθην ως ξένος ταξιδιώτης περίεργος να
ίδω το σχολείον του. Είχε τελειώσει εκείνην την ώραν το μάθημα της γραφής και
έμελλε ν’ αρχίσει την ανάγνωσιν. Περιεργάσθην τους τρόπους καθ’ ούς
γίνεται το μάθημα τούτο από ημικύκλκιον εις ημικύκλιον διαβαίνων και τα
προστάγματα εν ταυτώ· εύρηκα δε και ταύτα και εκείνα γινόμενα όχι ακριβώς κατά
τον οδηγόν. Τον ηρώτησα « τίνος μέθοδον ακόλουθη » και μ’ απεκρίθη ότι του
Σαραζίνου, δεν είναι όμως ακριβώς βαλμένα εις πράξιν, διότι οι πρωπόσχολοί του
δεν εγυμνάσθησαν ακόμη ικανώς εις τούτο. Μάθημα αριθμητικής δεν έκαμεν, επειδή
διατρίψας πολύ εις την Γραφήν είχεν εξορίσει. Τη επαύριον επαρουσιάσθην το
πρωί, πριν αρχίση έτι το μάθημα οδηγηθείς εις
το σχολείον παρά του γραμματέως του Τοποτηρητού … ». [ ό.π.].
**** Το δημόσιο αλληλοδιδακτικό
σχολείο στο Άργος σύμφωνα με μαρτυρίες λειτούργησε σε οικία – μετόχι, που ανήκε
στην έγγεια περιουσία της μονής της Κατακεκρυμμένης στο Μπεκίρ Μαχαλά (Ν. Δ. συνοικία
του Άργους). Την είχε αφιερώσει στο μοναστήρι τα πρώτα χρόνια του ΙΘ΄ αιώνα η
Αγγελίνα, σύζυγος του Αθανασίου Μπούρα. Η οικία αυτή επισκευάστηκε από τη
δημογεροντία του Άργους και χρησιμοποιήθηκε ως «κοινόν αλληλοδιδακτικόν
σχολείον». Το οίκημα αυτό, που σύμφωνα με έκθεση του Ιω. Κοκκώνη, ήταν «πολλά
στενόν και υποκείμενον εις τας μεταβολάς του καιρού» φαίνεται πως
εγκαταλείφθηκε το καλοκαίρι του 1831, όταν έγιναν στο Άργος τα εγκαίνια του
νέου σχολείου, που ανεγέρθηκε σύμφωνα με τις απαιτήσεις της αλληλοδιδακτικής
μεθόδου. (Δανούση Κ., Ιδιοκτησιακά της μονής Κατακεκρυμμένης στο Άργος,
ΕΛΛΕΒΟΡΟΣ, τ. 12, σελ. 65)
Ο Γιάννης Χελιώτης και Νικόλαος
Ζεγκίνης αναφέρουν ότι «η προειρημένη οικία, ανακαινισθείσα και επιδιωρθωθείσα
παρά των τότε δημογερόντων της πόλεως ταύτης εχρησίμευε δια σχολείον κοινόν
αλληλοδιδακτικόν» και «κατά το 1828, ερείπιον ον, το έκτισαν και το κατασκεύασαν
και εχρησίμευσε δια σχολείον κοινόν αλληλοδιδακτικόν.»
Αννίτα Κορδατζή – Πρασσά, «Η εκπαίδευση στο Άργος επί
Καποδίστρια (1828-1832)», Περιοδικό Ελλέβορος « Πρώτο Αφιέρωμα στο
Άργος», σελ. 83-89, τεύχος 11, 1994.
Επιμέλεια: Τσάγκος Αναστάσιος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου