Ο βιωματικός χρόνος
Θέλω να ταλαιπωρήσω τη σκέψη μου αναμετρώντας την με το χρόνο. Δεν εννοώ βεβαίως τον αντικειμενικό χρόνο με τη θεωρητική υπόσταση και τις φιλοσοφικές του προεκτάσεις. Εδώ θέλω ν’ ασχοληθώ με κάτι πιο άμεσο, πιο χειροπιαστό, μα αρκετές φορές και πιο οδυνηρό. Τον προσωπικό μου χρόνο, το χρόνο της δικής μου διαδρομής. Να περιγράψω - εν ολίγοις – πώς τον αντιμετώπισα από τη στιγμή που συνειδητοποίησα την ύπαρξή μου στη ζωή μέχρι τώρα που διανύω την τελευταία φάση της.
Με το χρόνο είχα σχεδόν πάντα μια διαφορά φάσης. Πότε εγώ ασθμαίνοντας τον κυνηγούσα, πότε αυτός απειλητικά με καταδίωκε. Είναι σπάνιες οι περιπτώσεις - κι αυτές μικρής διάρκειας – που συμβαδίζαμε ταιριασμένα και σε φάση. Μικρός κυνηγούσα το χρόνο, με τη μόνιμη έγνοια να μεγαλώσω όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Να γίνω συμμέτοχος σε μια σειρά δραστηριότητες, που ζήλευα και ήταν για μένα απαγορευμένες από τους μεγαλύτερους με την καθησυχαστική προτροπή
« Υπομονή. Δεν μπορείς τώρα! Θα τα κάνεις όταν μεγαλώσεις!»
Η απαγόρευση αυτή αντί να με καθησυχάζει, με πείσμωνε περισσότερο.
Ενώ ο χρόνος δεν βιαζόταν και είχε το δικό του ρυθμό, βιαζόμουν εγώ. Ένα αδιάκοπο κυνηγητό να προλάβω, αλλά άγνωστο τι. Σαν να με κυνηγούσαν. Ως παράδειγμα αναφέρω τη βιάση μου να μετέχω στα παιγνίδια με τα μεγαλύτερα αδέλφια μου, πλην όμως ματαίως. Γιατί όταν ικανοποιούσα έναν ηλικιακό όριο, αυτοί άλλαζαν κύκλους συναναστροφών κι ενδιαφέροντα.
Θυμάμαι την όμορφη και λίγο μεγαλύτερη γειτονοπούλα μου, που όταν της εκδήλωσα – έστω με χοντροκομμένο, λόγω απειρίας, τρόπο– το ενδιαφέρον μου γι αυτήν μου απάντησε, όπως η βοσκοπούλα στο γνωστό δημοτικό τραγούδι
«.. ..Είσαι μικρός ακόμα!»
Μα όταν μεγάλωσα κάπως αυτή είχε ήδη βάλει στεφάνι με άλλον και μάλιστα κυοφορούσε μια νέα ζωή. Ευτυχώς και το δικό μου ενδιαφέρον είχε εν τω μεταξύ αμβλυνθεί
Θυμίζω – γιατί πολλά πράγματα ξεχνιούνται - ότι παλαιότερα στην είσοδο κάθε κινηματογράφου υπήρχε ο εφοριακός που έλεγχε το κόψιμο των εισιτηρίων. Μαζί υπήρχε κι ένας αυστηρός ηλικιακός έλεγχος. Κάποιες ταινίες, που με τα σημερινά δεδομένα δεν περιείχαν τίποτε το ιδιαίτερο, χαρακτηρίζονταν από μια αυστηρή επιτροπή λογοκρισίας «ακατάλληλες για ανηλίκους». Εγώ για χρόνια ήμουν στο περίμενε με την προσμονή για κάτι το ιδιαίτερο. Όταν όμως ήρθε το πλήρωμα του χρόνου κι έγινα με τα τότε κριτήρια ενήλικος είδα ότι δεν έχανα και κάτι σημαντικό.
Ήταν όμως και κάποιες στιγμές που ήθελες να κρατήσουν για πάντα! Στιγμές που σε έπνιγαν από ευτυχία και πλήρωση. Τότε αρπαζόσουν απ’ τα κρόσσια του χρόνου με νύχια και δόντια στην απέλπιδα προσπάθεια να σταματήσεις την μονόδρομη πορεία του. Χωρίς όμως καμιά επιτυχία. Ήταν φωτεινά αστέρια, που έλαμψαν για λίγο στον σκοτεινό ουρανό και χάθηκαν στο αχανές έρεβος. Η μόνη εκ των υστέρων αμοιβή είναι η γλυκιά ανάμνηση που άφησαν και το άρωμα που διαχρονικά συντροφεύει τη σκέψη μου.
Είμαι υποχρεωμένος όμως να θυμίσω ότι κάποια χρόνια ο προσωπικός μου χρόνος «σταμάτησε». Ήταν τα χρόνια της ομηρείας. Στην περίπτωση αυτή, ενώ η ζωή έξω συνεχίζεται, εσύ απομονωμένος δεν μετέχεις καθόλου στις εξελίξεις. Απλώς πληροφορείσαι μερικώς τα συμβαίνοντα, αλλά δυστυχώς η περιγραφή δεν είναι συμμετοχή. Είναι μια ψευδαίσθηση. Στα χρόνια της ομηρείας πρέπει να προσθέσω και τα χρόνια της στρατιωτικής μου θητείας, που με τον τρόπο συμπεριφοράς των αρμοδίων απέναντί μου, επαξίως μπορούν και με το παραπάνω να χαρακτηριστούν ομηρεία! Μια ολόκληρη οκταετία από την αρχή του 1966 έως τουλάχιστον το τέλος του 1973.
Όταν πια μπόρεσα να κινηθώ ελεύθερα έπρεπε να τρέξω για να καλύψω το χαμένο έδαφος. Κι αυτό δεν ήταν καθόλου εύκολο. Ακολουθεί η δημιουργική κατά το πλείστον τριακονταετία της εντατικής εργασίας. Η συνεχής επαφή με νέους ανθρώπους αποτέλεσε για μένα μια διαρκής αιμοδοσία, που μου έδινε τη δύναμη ν’ αντέχω τα εξοντωτικά ωράρια εργασίας. Σ’ αυτό το διάστημα έδωσα και πήρα πολλά. Τίποτα δεν μου χαρίστηκε, στηρίχτηκα μόνο στα δικά μου χέρια. Με αρνητικές αρχικές οικονομικές προϋποθέσεις, χωρίς καμιά σιρμαγιά, έφτιαξα τη δική μου οικογένεια και εξασφάλισα τις συνθήκες για την ανθρώπινη διαβίωσή της. Ακούγονται εγωιστικά αλλά δικαιούμαι κι εγώ λίγο να υπερηφανευτώ. Σ’ όλη αυτήν την πορεία υπήρξαν προβλήματα, αγκομαχητά αλλά και χαρές. Προσμονές για καλύτερες μέρες, ανεβάσματα και πτώσεις.
Όμως αυτό δεν είναι η ζωή; Ένα σύνολο από γεγονότα ποικίλα, προβλήματα, στεναχώριες, χαρές και τελικά η καταστάλαξη σε κάποια συμπεράσματα. Παράδειγμα η έκπτωση από την ψευδαίσθηση ότι μια κατηγορία ανθρώπων με μια ορισμένη ιδεολογική πανοπλία έχει όλα τα δίκαια, ενώ οι άλλοι όλα τ’ άδικα. Εκείνο που είδα είναι ότι παντού, σ’ όλες τις κοινωνικές τάξεις, σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης, σ’ όλα τα μορφωτικά επίπεδα υπάρχουν και κατοικοεδρεύουν όλοι οι ανθρώπινοι χαρακτήρες με τα προτερήματα και τα ελαττώματά τους. Καλοσύνη και κακία, μίσος κι αγάπη, αλληλεγγύη κι αδιαφορία, συνύπαρξη κι επιθετικότητα, δικαιοσύνη κι αρπακτικότητα. Αυτή είναι η ανθρώπινη κοινωνία. Τα έχει όλα και τα καλά και τα κακά.
Αργότερα, συμπληρωμένα τα 65 μου, έγινα απόμαχος της εργασίας. Παραμέρισα οικειοθελώς δίνοντας χώρο κι ευκαιρία στους νεότερους. Τότε είδα πως είχα άπειρο ελεύθερο χρόνο. Ασυνήθιστος να την αράζω βρήκα εναλλακτικές και ελπίζω δημιουργικές νέες απασχολήσεις. Χρόνο για αβίαστη σκέψη, γράψιμο, περίπατοι, ταξίδια στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Όσο κι αν ακούγεται οξύμωρο αυτήν την περίοδο της ζωής μου την θεωρώ ως την πιο άνετη και δημιουργική.
Τώρα δεν βιάζομαι πια! Ίσως και να προσπαθώ να πατήσω φρένο. Κυρίως όταν βρίσκομαι στα «χωρικά μου ύδατα». Βιάζομαι μόνον όταν βρίσκομαι σε «ξένους χώρους» και χάνω τις βολές μου. Όμως δεν γίνεται κι αλλιώς. Δεν μπορεί να είσαι συνεχώς απομονωμένος. Υπάρχει η οικογένεια, υπάρχουν φίλοι κι οι μετακινήσεις είναι αναπόφευκτες.
Ένα ακόμα πράγμα θέλω να υπογραμμίσω, κυρίως για τους μη έχοντες προσωπική εμπειρία στο θέμα. Άλλο είναι να μεγαλώνεις πηγαίνοντας από τα 11 στα 12 ( θετική ώθηση ), άλλο από τα 41 στα 42 ( ίσιος δρόμος ) κι άλλο από τα 71 στα 72 ( κατηφόρα ). Τότε ο χρόνος, που έρχεται καπάκι, προσθέτει όλο και μεγαλύτερο βάρος στο ήδη υπάρχον. Για αργότερα δεν ξέρω. Σε λίγο κλείνω τα 75. Αν έχω την ευτυχία να ζήσω σας υπόσχομαι να σας μεταφέρω τη νέα εμπειρία μου!
Εν κατακλείδει ένα έχω να πω:
Βρίσκομαι σε περίοδο συνεχών εκπτώσεων. Οι δυνάμεις κι οι αντοχές του ανθρώπου δεν είναι για πάντα! Ο πρωινός μου περίπατος έγινε μικρότερος, η παραμονή μου μέσα στη θάλασσα κρατάει λιγότερο χρόνο. Το ίδιο ισχύει και για όλες τις πλευρές της ζωής. Αυτό το προσωπικό ξεγύμνωμα που κάνω δεν είναι τυχαίο. Το κάνω με πλήρη συνείδηση του πράγματος και ας θεωρηθεί σαν μια «οδηγία προς ναυτιλλόμενους». Μην γίνει παρεξήγηση Δεν περιέχει παράπονα. Είναι μόνο περιγραφές και διαπιστώσεις. Οι μεμψιμοιρίες δεν μου ταιριάζουν. Ένα σου τονίζω για να το ξέρεις. Ενώ οι αλλαγές γίνονται σιγά- σιγά κι αδιακόπως, η συνειδητοποίησή τους είναι απότομη έως εκκωφαντική. Ο καθένας πρέπει να είναι προετοιμασμένος. Προσωπικά εγώ καλά την έβγαλα. Δόξα τω Θεώ.
Θέλω να ταλαιπωρήσω τη σκέψη μου αναμετρώντας την με το χρόνο. Δεν εννοώ βεβαίως τον αντικειμενικό χρόνο με τη θεωρητική υπόσταση και τις φιλοσοφικές του προεκτάσεις. Εδώ θέλω ν’ ασχοληθώ με κάτι πιο άμεσο, πιο χειροπιαστό, μα αρκετές φορές και πιο οδυνηρό. Τον προσωπικό μου χρόνο, το χρόνο της δικής μου διαδρομής. Να περιγράψω - εν ολίγοις – πώς τον αντιμετώπισα από τη στιγμή που συνειδητοποίησα την ύπαρξή μου στη ζωή μέχρι τώρα που διανύω την τελευταία φάση της.
Με το χρόνο είχα σχεδόν πάντα μια διαφορά φάσης. Πότε εγώ ασθμαίνοντας τον κυνηγούσα, πότε αυτός απειλητικά με καταδίωκε. Είναι σπάνιες οι περιπτώσεις - κι αυτές μικρής διάρκειας – που συμβαδίζαμε ταιριασμένα και σε φάση. Μικρός κυνηγούσα το χρόνο, με τη μόνιμη έγνοια να μεγαλώσω όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Να γίνω συμμέτοχος σε μια σειρά δραστηριότητες, που ζήλευα και ήταν για μένα απαγορευμένες από τους μεγαλύτερους με την καθησυχαστική προτροπή
« Υπομονή. Δεν μπορείς τώρα! Θα τα κάνεις όταν μεγαλώσεις!»
Η απαγόρευση αυτή αντί να με καθησυχάζει, με πείσμωνε περισσότερο.
Ενώ ο χρόνος δεν βιαζόταν και είχε το δικό του ρυθμό, βιαζόμουν εγώ. Ένα αδιάκοπο κυνηγητό να προλάβω, αλλά άγνωστο τι. Σαν να με κυνηγούσαν. Ως παράδειγμα αναφέρω τη βιάση μου να μετέχω στα παιγνίδια με τα μεγαλύτερα αδέλφια μου, πλην όμως ματαίως. Γιατί όταν ικανοποιούσα έναν ηλικιακό όριο, αυτοί άλλαζαν κύκλους συναναστροφών κι ενδιαφέροντα.
Θυμάμαι την όμορφη και λίγο μεγαλύτερη γειτονοπούλα μου, που όταν της εκδήλωσα – έστω με χοντροκομμένο, λόγω απειρίας, τρόπο– το ενδιαφέρον μου γι αυτήν μου απάντησε, όπως η βοσκοπούλα στο γνωστό δημοτικό τραγούδι
«.. ..Είσαι μικρός ακόμα!»
Μα όταν μεγάλωσα κάπως αυτή είχε ήδη βάλει στεφάνι με άλλον και μάλιστα κυοφορούσε μια νέα ζωή. Ευτυχώς και το δικό μου ενδιαφέρον είχε εν τω μεταξύ αμβλυνθεί
Θυμίζω – γιατί πολλά πράγματα ξεχνιούνται - ότι παλαιότερα στην είσοδο κάθε κινηματογράφου υπήρχε ο εφοριακός που έλεγχε το κόψιμο των εισιτηρίων. Μαζί υπήρχε κι ένας αυστηρός ηλικιακός έλεγχος. Κάποιες ταινίες, που με τα σημερινά δεδομένα δεν περιείχαν τίποτε το ιδιαίτερο, χαρακτηρίζονταν από μια αυστηρή επιτροπή λογοκρισίας «ακατάλληλες για ανηλίκους». Εγώ για χρόνια ήμουν στο περίμενε με την προσμονή για κάτι το ιδιαίτερο. Όταν όμως ήρθε το πλήρωμα του χρόνου κι έγινα με τα τότε κριτήρια ενήλικος είδα ότι δεν έχανα και κάτι σημαντικό.
Ήταν όμως και κάποιες στιγμές που ήθελες να κρατήσουν για πάντα! Στιγμές που σε έπνιγαν από ευτυχία και πλήρωση. Τότε αρπαζόσουν απ’ τα κρόσσια του χρόνου με νύχια και δόντια στην απέλπιδα προσπάθεια να σταματήσεις την μονόδρομη πορεία του. Χωρίς όμως καμιά επιτυχία. Ήταν φωτεινά αστέρια, που έλαμψαν για λίγο στον σκοτεινό ουρανό και χάθηκαν στο αχανές έρεβος. Η μόνη εκ των υστέρων αμοιβή είναι η γλυκιά ανάμνηση που άφησαν και το άρωμα που διαχρονικά συντροφεύει τη σκέψη μου.
Είμαι υποχρεωμένος όμως να θυμίσω ότι κάποια χρόνια ο προσωπικός μου χρόνος «σταμάτησε». Ήταν τα χρόνια της ομηρείας. Στην περίπτωση αυτή, ενώ η ζωή έξω συνεχίζεται, εσύ απομονωμένος δεν μετέχεις καθόλου στις εξελίξεις. Απλώς πληροφορείσαι μερικώς τα συμβαίνοντα, αλλά δυστυχώς η περιγραφή δεν είναι συμμετοχή. Είναι μια ψευδαίσθηση. Στα χρόνια της ομηρείας πρέπει να προσθέσω και τα χρόνια της στρατιωτικής μου θητείας, που με τον τρόπο συμπεριφοράς των αρμοδίων απέναντί μου, επαξίως μπορούν και με το παραπάνω να χαρακτηριστούν ομηρεία! Μια ολόκληρη οκταετία από την αρχή του 1966 έως τουλάχιστον το τέλος του 1973.
Όταν πια μπόρεσα να κινηθώ ελεύθερα έπρεπε να τρέξω για να καλύψω το χαμένο έδαφος. Κι αυτό δεν ήταν καθόλου εύκολο. Ακολουθεί η δημιουργική κατά το πλείστον τριακονταετία της εντατικής εργασίας. Η συνεχής επαφή με νέους ανθρώπους αποτέλεσε για μένα μια διαρκής αιμοδοσία, που μου έδινε τη δύναμη ν’ αντέχω τα εξοντωτικά ωράρια εργασίας. Σ’ αυτό το διάστημα έδωσα και πήρα πολλά. Τίποτα δεν μου χαρίστηκε, στηρίχτηκα μόνο στα δικά μου χέρια. Με αρνητικές αρχικές οικονομικές προϋποθέσεις, χωρίς καμιά σιρμαγιά, έφτιαξα τη δική μου οικογένεια και εξασφάλισα τις συνθήκες για την ανθρώπινη διαβίωσή της. Ακούγονται εγωιστικά αλλά δικαιούμαι κι εγώ λίγο να υπερηφανευτώ. Σ’ όλη αυτήν την πορεία υπήρξαν προβλήματα, αγκομαχητά αλλά και χαρές. Προσμονές για καλύτερες μέρες, ανεβάσματα και πτώσεις.
Όμως αυτό δεν είναι η ζωή; Ένα σύνολο από γεγονότα ποικίλα, προβλήματα, στεναχώριες, χαρές και τελικά η καταστάλαξη σε κάποια συμπεράσματα. Παράδειγμα η έκπτωση από την ψευδαίσθηση ότι μια κατηγορία ανθρώπων με μια ορισμένη ιδεολογική πανοπλία έχει όλα τα δίκαια, ενώ οι άλλοι όλα τ’ άδικα. Εκείνο που είδα είναι ότι παντού, σ’ όλες τις κοινωνικές τάξεις, σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης, σ’ όλα τα μορφωτικά επίπεδα υπάρχουν και κατοικοεδρεύουν όλοι οι ανθρώπινοι χαρακτήρες με τα προτερήματα και τα ελαττώματά τους. Καλοσύνη και κακία, μίσος κι αγάπη, αλληλεγγύη κι αδιαφορία, συνύπαρξη κι επιθετικότητα, δικαιοσύνη κι αρπακτικότητα. Αυτή είναι η ανθρώπινη κοινωνία. Τα έχει όλα και τα καλά και τα κακά.
Αργότερα, συμπληρωμένα τα 65 μου, έγινα απόμαχος της εργασίας. Παραμέρισα οικειοθελώς δίνοντας χώρο κι ευκαιρία στους νεότερους. Τότε είδα πως είχα άπειρο ελεύθερο χρόνο. Ασυνήθιστος να την αράζω βρήκα εναλλακτικές και ελπίζω δημιουργικές νέες απασχολήσεις. Χρόνο για αβίαστη σκέψη, γράψιμο, περίπατοι, ταξίδια στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Όσο κι αν ακούγεται οξύμωρο αυτήν την περίοδο της ζωής μου την θεωρώ ως την πιο άνετη και δημιουργική.
Τώρα δεν βιάζομαι πια! Ίσως και να προσπαθώ να πατήσω φρένο. Κυρίως όταν βρίσκομαι στα «χωρικά μου ύδατα». Βιάζομαι μόνον όταν βρίσκομαι σε «ξένους χώρους» και χάνω τις βολές μου. Όμως δεν γίνεται κι αλλιώς. Δεν μπορεί να είσαι συνεχώς απομονωμένος. Υπάρχει η οικογένεια, υπάρχουν φίλοι κι οι μετακινήσεις είναι αναπόφευκτες.
Ένα ακόμα πράγμα θέλω να υπογραμμίσω, κυρίως για τους μη έχοντες προσωπική εμπειρία στο θέμα. Άλλο είναι να μεγαλώνεις πηγαίνοντας από τα 11 στα 12 ( θετική ώθηση ), άλλο από τα 41 στα 42 ( ίσιος δρόμος ) κι άλλο από τα 71 στα 72 ( κατηφόρα ). Τότε ο χρόνος, που έρχεται καπάκι, προσθέτει όλο και μεγαλύτερο βάρος στο ήδη υπάρχον. Για αργότερα δεν ξέρω. Σε λίγο κλείνω τα 75. Αν έχω την ευτυχία να ζήσω σας υπόσχομαι να σας μεταφέρω τη νέα εμπειρία μου!
Εν κατακλείδει ένα έχω να πω:
Βρίσκομαι σε περίοδο συνεχών εκπτώσεων. Οι δυνάμεις κι οι αντοχές του ανθρώπου δεν είναι για πάντα! Ο πρωινός μου περίπατος έγινε μικρότερος, η παραμονή μου μέσα στη θάλασσα κρατάει λιγότερο χρόνο. Το ίδιο ισχύει και για όλες τις πλευρές της ζωής. Αυτό το προσωπικό ξεγύμνωμα που κάνω δεν είναι τυχαίο. Το κάνω με πλήρη συνείδηση του πράγματος και ας θεωρηθεί σαν μια «οδηγία προς ναυτιλλόμενους». Μην γίνει παρεξήγηση Δεν περιέχει παράπονα. Είναι μόνο περιγραφές και διαπιστώσεις. Οι μεμψιμοιρίες δεν μου ταιριάζουν. Ένα σου τονίζω για να το ξέρεις. Ενώ οι αλλαγές γίνονται σιγά- σιγά κι αδιακόπως, η συνειδητοποίησή τους είναι απότομη έως εκκωφαντική. Ο καθένας πρέπει να είναι προετοιμασμένος. Προσωπικά εγώ καλά την έβγαλα. Δόξα τω Θεώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου