Γεώργιος Σταύρος: ο μεγάλος Ηπειρώτης Ευεργέτης και οικονομολόγος της Νεότερης Ελλάδας
Ο Γεώργιος Σταύρος υπήρξε αναμφίβολα η εμβληματικότερη Ελληνική προσωπικότητα στα οικονομικά και δημοσιονομικά για πάνω από το μισό του 19ου Αιώνα. Γεννήθηκε στην Ήπειρο το 1788 και παρακολούθησε με επιτυχία μαθήματα στα περίφημα σχολεία Των Μπαλάνων και του Καπλάνη. Είχε δάσκαλο τον φημισμένο φιλόσοφο Αθανάσιο Ψαλίδα, ενώ γνώριζε να μιλάει και να γράφει Γερμανικά, Γαλλικά και Ισπανικά. Αγαπούσε την μόρφωση, ήταν φιλότεχνος και προφανώς ένας από τους πιο μορφωμένους Έλληνες της εποχής του.
Ο πατέρας του ήταν ο Ιωάννης Σταύρος, σημαντικός και επιτυχημένος έμπορος με εμπορικό γραφείο στην Βιέννη, άνηκε στον κύκλο των εμπόρων (Ζωσιμάδες) που στήριξαν τα Ελληνικά γράμματα και την Ελληνική εκπαίδευση. Βρισκόταν σε στενή επαφή με τον Κοραή ενώ χρηματοδότησε την εκτύπωση βιβλίων αλλά και τον περίφημο "Λόγιο Ερμή". Το 1811 ο ο Ιωάννης Σταύρος παραδίδει το εμπορικό του γραφείο στην Βιέννη στο γιο του. Ο Γεώργιος Σταύρος διοίκησε το εμπορικό γραφείο του πατέρα του για περισσότερο από μια δεκαετία με πολύ μεγάλη επιτυχία. Μυήθηκε στην Φιλική εταιρεία και με το ξέσπασμα της επανάστασης εγκαταλείπει την άνετη και πολυτελή ζωή της Βιέννης και κατεβαίνει το 1824 με περιπετειώδη τρόπο στην επαναστατημένη Ελλάδα μεταφέροντας όπλα και πολεμοφόδια στους επαναστάτες, που είχε αγοράσει με δικά του χρήματα.
Φθάνοντας στο Ναύπλιο σχετίζεται με τον Κουντουριώτη και τον Κωλέττη αλλά αρρωσταίνει από τύφο καθώς η υγιεινή στην πόλη ήταν τότε ανύπαρκτη και οι μεταδοτικές αρρώστιες έκαναν θραύση. Όταν ανέλαβε από την ασθένεια τοποθετήθηκε γενικός ταμίας του Εκτελεστικού, θέση σημαντικότατη για την εποχή εκείνη. Επέδειξε όμως μεγάλη τιμιότητα και αφιλοκέρδεια κερδίζοντας την εκτίμηση εχθρών και φίλων σε μια εποχή που πολιτικοί και στρατιωτικοί κατεσπάθιζαν με ευκολία τα τελευταία απομεινάρια από το δεύτερο Αγγλικό δάνειο. Συμμετείχε στην αποτυχημένη εκστρατεία του Ιμπραήμ, ανέλαβε να ματαιώσει την προσπάθεια της Γαλλικής Φατρίας να δοθεί το Ελληνικό στέμμα στον Δούκα του Νεμουρ, ενώ συμμετείχε στις προσπάθειες ανακούφισης του Μεσολογγίου ως χίλιαρχος με 50 ενόπλους. Διετέλεσε πληρεξούσιος Ηπείρου στις Εθνοσυνελεύσεις που ακολούθησαν και παρά τα τόσα αξιώματα που είχε δεν δέχθηκε χρήματα από το Δημόσιο ταμείο, με αποτέλεσμα να ζει σε συνθήκες ένδειας και στην αλληλογραφία του να ζητάει δανεικά από τον αδερφό του στην Κέρκυρα. Έγραφε στον αδερφό του: "...Αφ΄ής ήλθα στην Ελλάδα έζησα με την πλέον μεγάλην οικονομίαν. Είναι φρικτόν πράγμα να σου το περιγράψω. έναν οβολόν δεν πήρα από την Πατρίδα την οποία πολλάκις εδούλευσα..."
Η παροιμιώδης εντιμότητα και ανιδιοτέλεια του Σταύρου αλλά και οι γνώσεις του σε οικονομικά και χρηματιστικά θέματα συντέλεσαν ώστε να θεωρείται μια από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες της Επανάστασης. Έτσι όταν ο Καποδίστριας ήρθε στην Ελλάδα, στράφηκε στον Γεώργιο Σταύρος για να τον βοηθήσει να ιδρύσει την πρώτη Ελληνική τράπεζα. Στις 2 Φεβρουαρίου 1828 ιδρύθηκε η Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα με μια τριμελή επιτροπή ως διοίκηση μέλος της οποίας ήταν ο Γεώργιος
ο "φοίνικας"
Σταύρος και κόπηκε το πρώτο Ελληνικό νόμισμα της σύγχρονης Ελλάδας, ο φοίνικας. Η τράπεζα αυτή όμως δεν κατάφερε να εδραιωθεί λόγω του ανώμαλου οικονομικού περιβάλλοντος, επέτρεψε όμως στον Σταύρο να γνωριστεί με σημαίνουσες προσωπικότητες Φιλελλήνων όπως ο Γάλλος Ρενύ και ο Ελβετός τραπεζίτης Ευνάρδος.
Χάρις την χρηματοδότηση του Ευνάρδου ο Σταύρος άνοιξε τραπεζιτικό γραφείο στην οδό Αιόλου. Στο γραφείο αυτό ο Σταύρου προεξοφλούσε γραμμάτια με ετήσιο επιτόκιο 8 %, όταν οι τοκογλύφοι της εποχής ζητούσαν 2-3% τον μήνα!! Το τραπεζιτικό γραφείο του Σταύρου έσπασε το μονοπώλιο των κερδοσκόπων σε μια εποχή όπου είχε μεταφερθεί η πρωτεύουσα από το Ναύπλιο στην Αθήνα και η έλλειψη στέγης είχαν καταστήσει τα ενοίκια των σπιτιών στην Αθήνα απλησίαστα. Ένας ολόκληρος μηχανισμός κερδοσκοπίας είχε στηθεί γύρω από εργολάβους που δανείζονταν με τεράστια επιτόκια για να κατασκευάσουν σπίτια τα οποία νοίκιαζαν με υψηλό τίμημα για να εξοφλήσουν τους δανειστές τους. Τον φαύλο αυτό κύκλο είχε σπάσει η έντιμη χρηματιστική δραστηριότητα του Σταύρου, σε σημείο ώστε να τον συκοφαντούν ανώνυμα στον ημερήσιο τύπο της εποχής ότι λαμβάνει τόκο μεγαλύτερο του 8%.
Η μεγαλύτερη υπηρεσία του Σταύρου στην πατρίδα του ήταν αναμφίβολα η μεγάλη συνεισφορά του στην ίδρυση της Εθνικής τράπεζας. Ήδη από το 1836 ο νεαρός βασιλιάς Όθων είχε προσπαθήσει να ιδρύσει την πρώτη τράπεζα προσελκύοντας κεφάλαια από το εξωτερικό, καθώς υπήρχαν τουλάχιστον 15.000 αιτήσεις Ελλήνων προς το Ελληνικό δημόσιο για δάνεια. Μια νέα τράπεζα θα έδινε μια πνοή ανάπτυξης στο μικρό και καχεκτικό οικονομικά, Ελληνικό Βασίλειο. Η ιδέα της τράπεζας αυτής συνάντησε τη σφοδρή αντίδραση των Άγγλων κυρίως, που επιθυμούσαν με την “Ιονική” των Επτανήσων να ελέγχουν την ελληνική οικονομία. Μετά τις πρώτες αποτυχίες, ο Όθων στράφηκε προς την λύση μιας τράπεζας με Ελληνικά κεφάλαια. Βασικοί του σύμβουλοι ήταν ο Ευνάρδος, ο Ρεμύ, ο Κ. Τισάμενος και ο Γεώργιος Σταύρος.
Έτσι στις 30 Μαρτίου 1841 ιδρύθηκε η Εθνική τράπεζα με αρχικό κεφάλαιο 5.000.000 δρχ και με βασικό της "όπλο" το εκδοτικό προνόμιο για χαρτονομίσματα. Στους πρώτους μετόχους της νέας τράπεζας γράφτηκε ο Βασιλιάς Λουδοβίκος, ο Ζωσιμάς, ο Κ. Τοσίτσας, ο Ιωάννης Μακρυγιάννης, ο Ρήγας Παλαμίδης κ.α Στις 10 Ιανουαρίου 1842, ο Γεώργιος Σταύρος εκλέχθηκε από την Γενική συνέλευση των μετόχων Διευθυντής της νέας τράπεζας με 122 θετικές ψήφους έναντι τριών αρνητικών. Ο Σταύρος με την συνεργασία του Γάλλου τραπεζίτη Lemaitre συνέταξε και το πρώτο καταστατικό της Εθνικής. Η Εθνική τράπεζα μέσα σε λίγα χρόνια απογειώθηκε αυξάνοντας τον κύκλο εργασιών της και ανοίγοντας υποκαταστήματα στις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας.
Μετά την μεγάλη οικονομική κρίση του 1848 και την επιτυχή αντιμετώπιση της από την Εθνική τράπεζα, το συμβούλιο των μετόχων της αποφάσισε να εκλέξει τον Σταύρο ισόβιο διοικητή της, αξίωμα μοναδικό το οποίο απονεμήθηκε στον Σταύρου κατ΄εξαίρεση. Ο Σταύρος συνέχισε να διοικεί την Εθνική τράπεζα με πολύ μεγάλη επιτυχία ως τον θάνατο του το 1869 σε ηλικία 81 ετών. Στα τελευταία 20 χρόνια ο Σταύρος μεγένθυνε τον κύκλο εργασιών της Εθνικής τράπεζας αντιμετωπίζοντας με επιτυχία τις οικονομικές δυσκολίες της δεκαετίας του 1860, όταν η Ελλάδα δοκιμάστηκε από σιτοδείες, από τον αποκλεισμό του Πειραιά λόγω του Κριμαϊκού πολέμου, από την τελική έξωση του Όθωνα και τον σύντομο εμφύλιο ορεινών-πεδινών στα "Ιουνιανά" που παραλίγο να οδηγήσουν στην λεηλασία της Εθνικής τράπεζας. Παρά τις εθνικές αυτές περιπέτειες, η Εθνική τράπεζα δεν αντιμετώπισε προβλήματα ρευστότητας χάρις την προνοητική πολιτική του Σταύρου.
Ο Σταύρος έμεινε ανύπανδρος στην ζωή και κατοικούσε μέσα στην τράπεζα. Κάθε πρωί ξυπνούσε τα βαθιά χαράματα, ξυριζόταν μόνος του και έπαιρνε το λουτρό του. Αμέσως μετά επιθεωρούσε τα γραφεία της τράπεζας για να διαπιστώσει αν όλοι προσήλθαν εγκαίρως. Αμέσως μετά περπατούσε στο κέντρο της Αθήνας, επιθεωρώντας τις βιτρίνες των καταστημάτων, συνομιλώντας με επαγγελματίες αλλά και απλούς λαϊκούς ανθρώπους για να λάβει την οσμή της πιάτσας. Αμέσως μετά επέστρεφε στο γραφείο του και εργαζόταν ως αργά την νύχτα ασχολούμενος και με φιλανθρωπικά δημοτικά αλλά και Εθνικά ζητήματα. Ήταν πρόεδρος του ορφανοτροφείου Χατζηκώστα αλλά και βασικός χρηματοδότης του.
Ο Σταύρος πέθανε στις 31 Μαΐου 1869 από ανακοπή καρδιάς ενώ βρισκόταν μέσα στο κτήριο του καταστήματος της Εθνικής Τράπεζας. Στην διαθήκη του την μικρή του περιουσία (πολύ μικρή αν αναλογιστεί κανείς ότι υπηρέτησε ως Διοικητής της Εθνικής τράπεζας για 27 συνεχή έτη) την δώρισε ολόκληρη σε φιλανθρωπικούς σκοπούς και δωρεές, ενώ το πατρικό του σπίτι στα Ιωάννινα και ένα σημαντικό ποσό (40.000 δρχ) διέθεσε και για την ίδρυση ορφανοτροφείου στην ιδιαίτερη πατρίδα του Ήπειρο που τότε ακόμη βρισκόταν υπό Οθωμανική κατοχή. Με τον βίο του και την μεγάλη κοινωνική του συνεισφορά ο Σταύρος απέδειξε πως είναι δυνατόν κάποιος να ασκεί χρηματιστικό επάγγελμα, αλλά και να παραμένει χρήσιμος και ευαίσθητος για το κοινωνικό σύνολο.
Η φιγούρα του Γεώργιου Σταύρου κόσμησε το σήμα της Εθνικής Τράπεζας ως πολύ πρόσφατα, ενώ πορτραίτα του κοσμούν όλα τα υποκαταστήματα της Εθνικής. Επίσης η φυσιογνωμία του έμεινε αξέχαστη όταν ο υπουργός Οικονομικών Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης σε μια δραματική πρωτοβουλία του, διχοτόμησε το νόμισμα στην κρισιμότερη καμπή της Μικρασιατικής εκστρατείας εξασφαλίζοντας την χρηματοδότηση του μετώπου για έξι μήνες. Τότε αντί για δραχμές οι έλληνες συναλλάσονταν με "στέμματα" και σταύρους", ανάλογα με το τμήμα του χαρτονομίσματος που είχαν στην κατοχή τους.
Ι. Β. Δ.
Ο Γεώργιος Σταύρος υπήρξε αναμφίβολα η εμβληματικότερη Ελληνική προσωπικότητα στα οικονομικά και δημοσιονομικά για πάνω από το μισό του 19ου Αιώνα. Γεννήθηκε στην Ήπειρο το 1788 και παρακολούθησε με επιτυχία μαθήματα στα περίφημα σχολεία Των Μπαλάνων και του Καπλάνη. Είχε δάσκαλο τον φημισμένο φιλόσοφο Αθανάσιο Ψαλίδα, ενώ γνώριζε να μιλάει και να γράφει Γερμανικά, Γαλλικά και Ισπανικά. Αγαπούσε την μόρφωση, ήταν φιλότεχνος και προφανώς ένας από τους πιο μορφωμένους Έλληνες της εποχής του.
Ο πατέρας του ήταν ο Ιωάννης Σταύρος, σημαντικός και επιτυχημένος έμπορος με εμπορικό γραφείο στην Βιέννη, άνηκε στον κύκλο των εμπόρων (Ζωσιμάδες) που στήριξαν τα Ελληνικά γράμματα και την Ελληνική εκπαίδευση. Βρισκόταν σε στενή επαφή με τον Κοραή ενώ χρηματοδότησε την εκτύπωση βιβλίων αλλά και τον περίφημο "Λόγιο Ερμή". Το 1811 ο ο Ιωάννης Σταύρος παραδίδει το εμπορικό του γραφείο στην Βιέννη στο γιο του. Ο Γεώργιος Σταύρος διοίκησε το εμπορικό γραφείο του πατέρα του για περισσότερο από μια δεκαετία με πολύ μεγάλη επιτυχία. Μυήθηκε στην Φιλική εταιρεία και με το ξέσπασμα της επανάστασης εγκαταλείπει την άνετη και πολυτελή ζωή της Βιέννης και κατεβαίνει το 1824 με περιπετειώδη τρόπο στην επαναστατημένη Ελλάδα μεταφέροντας όπλα και πολεμοφόδια στους επαναστάτες, που είχε αγοράσει με δικά του χρήματα.
Φθάνοντας στο Ναύπλιο σχετίζεται με τον Κουντουριώτη και τον Κωλέττη αλλά αρρωσταίνει από τύφο καθώς η υγιεινή στην πόλη ήταν τότε ανύπαρκτη και οι μεταδοτικές αρρώστιες έκαναν θραύση. Όταν ανέλαβε από την ασθένεια τοποθετήθηκε γενικός ταμίας του Εκτελεστικού, θέση σημαντικότατη για την εποχή εκείνη. Επέδειξε όμως μεγάλη τιμιότητα και αφιλοκέρδεια κερδίζοντας την εκτίμηση εχθρών και φίλων σε μια εποχή που πολιτικοί και στρατιωτικοί κατεσπάθιζαν με ευκολία τα τελευταία απομεινάρια από το δεύτερο Αγγλικό δάνειο. Συμμετείχε στην αποτυχημένη εκστρατεία του Ιμπραήμ, ανέλαβε να ματαιώσει την προσπάθεια της Γαλλικής Φατρίας να δοθεί το Ελληνικό στέμμα στον Δούκα του Νεμουρ, ενώ συμμετείχε στις προσπάθειες ανακούφισης του Μεσολογγίου ως χίλιαρχος με 50 ενόπλους. Διετέλεσε πληρεξούσιος Ηπείρου στις Εθνοσυνελεύσεις που ακολούθησαν και παρά τα τόσα αξιώματα που είχε δεν δέχθηκε χρήματα από το Δημόσιο ταμείο, με αποτέλεσμα να ζει σε συνθήκες ένδειας και στην αλληλογραφία του να ζητάει δανεικά από τον αδερφό του στην Κέρκυρα. Έγραφε στον αδερφό του: "...Αφ΄ής ήλθα στην Ελλάδα έζησα με την πλέον μεγάλην οικονομίαν. Είναι φρικτόν πράγμα να σου το περιγράψω. έναν οβολόν δεν πήρα από την Πατρίδα την οποία πολλάκις εδούλευσα..."
Η παροιμιώδης εντιμότητα και ανιδιοτέλεια του Σταύρου αλλά και οι γνώσεις του σε οικονομικά και χρηματιστικά θέματα συντέλεσαν ώστε να θεωρείται μια από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες της Επανάστασης. Έτσι όταν ο Καποδίστριας ήρθε στην Ελλάδα, στράφηκε στον Γεώργιο Σταύρος για να τον βοηθήσει να ιδρύσει την πρώτη Ελληνική τράπεζα. Στις 2 Φεβρουαρίου 1828 ιδρύθηκε η Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα με μια τριμελή επιτροπή ως διοίκηση μέλος της οποίας ήταν ο Γεώργιος
ο "φοίνικας"
Σταύρος και κόπηκε το πρώτο Ελληνικό νόμισμα της σύγχρονης Ελλάδας, ο φοίνικας. Η τράπεζα αυτή όμως δεν κατάφερε να εδραιωθεί λόγω του ανώμαλου οικονομικού περιβάλλοντος, επέτρεψε όμως στον Σταύρο να γνωριστεί με σημαίνουσες προσωπικότητες Φιλελλήνων όπως ο Γάλλος Ρενύ και ο Ελβετός τραπεζίτης Ευνάρδος.
Χάρις την χρηματοδότηση του Ευνάρδου ο Σταύρος άνοιξε τραπεζιτικό γραφείο στην οδό Αιόλου. Στο γραφείο αυτό ο Σταύρου προεξοφλούσε γραμμάτια με ετήσιο επιτόκιο 8 %, όταν οι τοκογλύφοι της εποχής ζητούσαν 2-3% τον μήνα!! Το τραπεζιτικό γραφείο του Σταύρου έσπασε το μονοπώλιο των κερδοσκόπων σε μια εποχή όπου είχε μεταφερθεί η πρωτεύουσα από το Ναύπλιο στην Αθήνα και η έλλειψη στέγης είχαν καταστήσει τα ενοίκια των σπιτιών στην Αθήνα απλησίαστα. Ένας ολόκληρος μηχανισμός κερδοσκοπίας είχε στηθεί γύρω από εργολάβους που δανείζονταν με τεράστια επιτόκια για να κατασκευάσουν σπίτια τα οποία νοίκιαζαν με υψηλό τίμημα για να εξοφλήσουν τους δανειστές τους. Τον φαύλο αυτό κύκλο είχε σπάσει η έντιμη χρηματιστική δραστηριότητα του Σταύρου, σε σημείο ώστε να τον συκοφαντούν ανώνυμα στον ημερήσιο τύπο της εποχής ότι λαμβάνει τόκο μεγαλύτερο του 8%.
Η μεγαλύτερη υπηρεσία του Σταύρου στην πατρίδα του ήταν αναμφίβολα η μεγάλη συνεισφορά του στην ίδρυση της Εθνικής τράπεζας. Ήδη από το 1836 ο νεαρός βασιλιάς Όθων είχε προσπαθήσει να ιδρύσει την πρώτη τράπεζα προσελκύοντας κεφάλαια από το εξωτερικό, καθώς υπήρχαν τουλάχιστον 15.000 αιτήσεις Ελλήνων προς το Ελληνικό δημόσιο για δάνεια. Μια νέα τράπεζα θα έδινε μια πνοή ανάπτυξης στο μικρό και καχεκτικό οικονομικά, Ελληνικό Βασίλειο. Η ιδέα της τράπεζας αυτής συνάντησε τη σφοδρή αντίδραση των Άγγλων κυρίως, που επιθυμούσαν με την “Ιονική” των Επτανήσων να ελέγχουν την ελληνική οικονομία. Μετά τις πρώτες αποτυχίες, ο Όθων στράφηκε προς την λύση μιας τράπεζας με Ελληνικά κεφάλαια. Βασικοί του σύμβουλοι ήταν ο Ευνάρδος, ο Ρεμύ, ο Κ. Τισάμενος και ο Γεώργιος Σταύρος.
Έτσι στις 30 Μαρτίου 1841 ιδρύθηκε η Εθνική τράπεζα με αρχικό κεφάλαιο 5.000.000 δρχ και με βασικό της "όπλο" το εκδοτικό προνόμιο για χαρτονομίσματα. Στους πρώτους μετόχους της νέας τράπεζας γράφτηκε ο Βασιλιάς Λουδοβίκος, ο Ζωσιμάς, ο Κ. Τοσίτσας, ο Ιωάννης Μακρυγιάννης, ο Ρήγας Παλαμίδης κ.α Στις 10 Ιανουαρίου 1842, ο Γεώργιος Σταύρος εκλέχθηκε από την Γενική συνέλευση των μετόχων Διευθυντής της νέας τράπεζας με 122 θετικές ψήφους έναντι τριών αρνητικών. Ο Σταύρος με την συνεργασία του Γάλλου τραπεζίτη Lemaitre συνέταξε και το πρώτο καταστατικό της Εθνικής. Η Εθνική τράπεζα μέσα σε λίγα χρόνια απογειώθηκε αυξάνοντας τον κύκλο εργασιών της και ανοίγοντας υποκαταστήματα στις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας.
Μετά την μεγάλη οικονομική κρίση του 1848 και την επιτυχή αντιμετώπιση της από την Εθνική τράπεζα, το συμβούλιο των μετόχων της αποφάσισε να εκλέξει τον Σταύρο ισόβιο διοικητή της, αξίωμα μοναδικό το οποίο απονεμήθηκε στον Σταύρου κατ΄εξαίρεση. Ο Σταύρος συνέχισε να διοικεί την Εθνική τράπεζα με πολύ μεγάλη επιτυχία ως τον θάνατο του το 1869 σε ηλικία 81 ετών. Στα τελευταία 20 χρόνια ο Σταύρος μεγένθυνε τον κύκλο εργασιών της Εθνικής τράπεζας αντιμετωπίζοντας με επιτυχία τις οικονομικές δυσκολίες της δεκαετίας του 1860, όταν η Ελλάδα δοκιμάστηκε από σιτοδείες, από τον αποκλεισμό του Πειραιά λόγω του Κριμαϊκού πολέμου, από την τελική έξωση του Όθωνα και τον σύντομο εμφύλιο ορεινών-πεδινών στα "Ιουνιανά" που παραλίγο να οδηγήσουν στην λεηλασία της Εθνικής τράπεζας. Παρά τις εθνικές αυτές περιπέτειες, η Εθνική τράπεζα δεν αντιμετώπισε προβλήματα ρευστότητας χάρις την προνοητική πολιτική του Σταύρου.
Ο Σταύρος έμεινε ανύπανδρος στην ζωή και κατοικούσε μέσα στην τράπεζα. Κάθε πρωί ξυπνούσε τα βαθιά χαράματα, ξυριζόταν μόνος του και έπαιρνε το λουτρό του. Αμέσως μετά επιθεωρούσε τα γραφεία της τράπεζας για να διαπιστώσει αν όλοι προσήλθαν εγκαίρως. Αμέσως μετά περπατούσε στο κέντρο της Αθήνας, επιθεωρώντας τις βιτρίνες των καταστημάτων, συνομιλώντας με επαγγελματίες αλλά και απλούς λαϊκούς ανθρώπους για να λάβει την οσμή της πιάτσας. Αμέσως μετά επέστρεφε στο γραφείο του και εργαζόταν ως αργά την νύχτα ασχολούμενος και με φιλανθρωπικά δημοτικά αλλά και Εθνικά ζητήματα. Ήταν πρόεδρος του ορφανοτροφείου Χατζηκώστα αλλά και βασικός χρηματοδότης του.
Ο Σταύρος πέθανε στις 31 Μαΐου 1869 από ανακοπή καρδιάς ενώ βρισκόταν μέσα στο κτήριο του καταστήματος της Εθνικής Τράπεζας. Στην διαθήκη του την μικρή του περιουσία (πολύ μικρή αν αναλογιστεί κανείς ότι υπηρέτησε ως Διοικητής της Εθνικής τράπεζας για 27 συνεχή έτη) την δώρισε ολόκληρη σε φιλανθρωπικούς σκοπούς και δωρεές, ενώ το πατρικό του σπίτι στα Ιωάννινα και ένα σημαντικό ποσό (40.000 δρχ) διέθεσε και για την ίδρυση ορφανοτροφείου στην ιδιαίτερη πατρίδα του Ήπειρο που τότε ακόμη βρισκόταν υπό Οθωμανική κατοχή. Με τον βίο του και την μεγάλη κοινωνική του συνεισφορά ο Σταύρος απέδειξε πως είναι δυνατόν κάποιος να ασκεί χρηματιστικό επάγγελμα, αλλά και να παραμένει χρήσιμος και ευαίσθητος για το κοινωνικό σύνολο.
Η φιγούρα του Γεώργιου Σταύρου κόσμησε το σήμα της Εθνικής Τράπεζας ως πολύ πρόσφατα, ενώ πορτραίτα του κοσμούν όλα τα υποκαταστήματα της Εθνικής. Επίσης η φυσιογνωμία του έμεινε αξέχαστη όταν ο υπουργός Οικονομικών Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης σε μια δραματική πρωτοβουλία του, διχοτόμησε το νόμισμα στην κρισιμότερη καμπή της Μικρασιατικής εκστρατείας εξασφαλίζοντας την χρηματοδότηση του μετώπου για έξι μήνες. Τότε αντί για δραχμές οι έλληνες συναλλάσονταν με "στέμματα" και σταύρους", ανάλογα με το τμήμα του χαρτονομίσματος που είχαν στην κατοχή τους.
Ι. Β. Δ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου