Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2015

Φιλιππούπολη
Η Κεντρική Ελληνική Σχολή Φιλιππουπόλεως
Αμέσως μετά την έκρηξη της ελληνικής επαναστάσεως του 1821 η ελληνική σχολή της Φιλιππουπόλεως γνώρισε ραγδαία παρακμή λόγω των διώξεων του ελληνικού στοιχείου, της γενικής αναταραχής που επικρατούσε και της μαζικής εισροής Βουλγάρων στην πόλη.
Μετά το θάνατο του γηραιού σχολάρχη Κωνστ. Οικονόμου (στα 1827) δίδαξε μέχρι το 1830 σ’ αυτήν ο Σηλυμνιώτης Χατζή Ιορδάνης με βοηθούς τον Νικ. Σακκελίωνα και τον ιερέα Γεώργιο Σακκελάριο, και αργότερα, στα 18321835, διατέλεσαν σχολάρχες της ελληνικής σχολής Φιλιππουπόλεως ο Ζακύνθιος λόγιος Γ. Τσουκαλάς, ο εθνικός ευεργέτης Σαράντης Αρχιγένης, ο Μετσοβίτης Αδ. Ζαπέκος και άλλοι.
Η προοδευτική διείσδυση της βουλγαρικής κίνησης υποχρέωσε την ελληνική κοινότητα να πάρει τα απαραίτητα μέτρα, για να τονώσει την κατάσταση της ελληνικής παιδείας στην Φιλιππούπολη.
Έτσι στα 1850 μετακάλεσε από την Βιέννη τον Σερραίο Αλέξ. Ξάνθο και τον διόρισε σχολάρχη. Το 1863 ανάλαβε την διεύθυνση της σχολής ο Στενημαχίτης Βλάσιος Σκορδέλης, ο οποίος αναδείχθηκε σε κορυφαίο λόγιο και πατριώτη.
Γύρω στα 1834 ιδρύθηκε στην Φιλιππούπολη το πρώτο κοινοτικό προκαταρκτικό σχολείο της Αγ. Τριάδας από τον Βούλγαρο Κούρτοβιτς Τσαλόγλου.
Μέχρι την μετατροπή του σχολείου αυτού σε βουλγαρικό, στα 1848, δίδαξαν εκεί οι λόγιοι και ιεροψάλτες Φιλιππουπολίτες αδελφοί Ιωάννης και Γεώργιος Παπακωνσταντίνου.
Το δεύτερο κοινοτικό αλληλοδιδακτικό σχολείο ιδρύθηκε στα 1845 στους νότιους πρόποδες του λόφου των Σχοινοβατών, μέσα στον περίβολο της σταυροπηγιακής εκκλησίας της Αγ. Παρασκευής, και συ-ντηρούνταν από την εκκλησία και ορισμένες συντεχνίες.
Στο σχολείο αυτό δίδαξαν μέχρι το 1878 ο Σαμμακοβίτης Νικ. Χρήστοβιτς, ο ικανός Περιστεριώτης δάσκαλος Σωτ. Ζαφειρίου (1846-1850), ο Α.Δ. Αντύπας και ο Θωμάς Ιωαννίδης, γνωστός ως Θωμάς ο Δάσκαλος.
Η αλληλοδιδακτική Σχολή Νικόδημου Φιλιππουπόλεως
Στο τρίτο προκαταρκτικό κοινοτικό σχολείο, το οποίο δημιουργήθηκε στα 1856 από τον Μιχ. Γκιουμουσγκερδάνη, δίδαξε από τον Σεπτέμβριο του 1859 ο Θωμάς Ιωαννίδης.
Η αλληλοδιδακτική Σχολή
Δημητρίου Γκιουμουσγκερδάνη Φιλιππουπόλεως
Μετά τον θάνατο του Γκιουμουσγκερδάνη (1880) και αφού το κεφάλαιο για την συντήρηση του ιδρύματος είχε εξανεμισθεί λόγω του ρωσοτουρκικού πολέμου, οι αδελφοί Αθανάσιος και Δημήτριος Γκιουμουσγκερδάνη παραχώρησαν στην ελληνική κοινότητα Φιλιππουπόλεως αρκετά ακίνητα για την συνέχιση της λειτουργίας του.
Από το 1848 λειτουργούσαν στην Φιλιππούπολη και δύο ιδιωτικά αλληλοδιδακτικά σχολεία: του Γ. Παπακωνσταντίνου και του Θεοφιλάκη.
Σε αντικατάσταση της αλληλοδιδακτικής σχολής της Αγ. Τριάδας που μετατράπηκε σε βουλγαρική (1848), ιδρύθηκε στα 1863-1864 νέα σχολή στην συνοικία της Αγ. Κυριακής.
Την ίδια χρονιά συντεχνίες των κτιστών και των οικοδόμων ίδρυσαν στον ανατολικό περίβολο της εκκλησίας της Αγ. Παρασκευής, όπου κτίσθηκε αργότερα το μέγαρο της σχολής του Γρηγορίου Μαρασλή, και νέα αλληλοδιδακτική σχολή.
Το Ελληνικό Παρθεναγωγείο Φιλιππουπόλεως
Το πρώτο ολοκληρωμένο ελληνικό παρθεναγωγείο ιδρύθηκε στην Φιλιππούπολη στα 1851 με την προτροπή του μητροπολίτη Χρυσάνθου. Ήδη από το 1845 λειτουργούσε σε ιδιωτική βάση κοινοτικό αλληλοδιδακτικό σχολείο θηλέων.
Το ελληνικό παρθεναγωγείο Φιλιππουπόλεως με πρώτη διευθύντρια την Ζωή Μουρούζη ήταν επτατάξιο διαιρεμένο σε πεντατάξιο κατώτερο (αλληλοδιδακτικό) και σε διτάξιο ανώτερο (ελληνικό) και περιλάμβανε 80 μαθήτριες. Με κληροδότημα του Κοσμά Σαρησταύρου στεγάσθηκε στα 1866 σε ιδιόκτητο κτίριο στην ανατολική πλευρά του λόφου των Σχοινοβατών και αποτέλεσε το κεντρικό παρθεναγωγείο της Φιλιππουπόλεως.
Κατά το σχολικό έτος 1872-1873 λειτούργησαν στην Φιλιππούπολη 8 ελληνικά σχολεία με 824 μαθητές και 17 διδάσκοντες.
Η ελληνική κεντρική σχολή ήταν πεντατάξια. Είχε σχολάρχη τον Βλάσιο Σκορδέλη και διέθετε πλούσια αρχαιολογική συλλογή.
Το πρόγραμμα των μαθημάτων χωριζόταν σε 8 κύκλους: Ιερά, Ελληνικά, Μαθηματικά, Γεωγραφία, Ιστορία, Φυσικά,
Τουρκικά και Γαλλικά.
Στο επτατάξιο κεντρικό ελληνικό παρθεναγωγείο (4 τάξεις στο δημοτικό σχολείο και 3 στο ελληνικό) με διευθύντρια την Αγλαΐα Σαϊτίδου, φοιτούσαν 240 μαθήτριες, στο παρθεναγωγείο των απόρων κορασίων 40 μαθήτριες, στο σχολείο Μαρασίου 30 μαθητές, στο σχολείο Ροδοκήπου 23 και στα αλληλοδιδακτικά του Γκιουμουσγκερδάνη 130, της Αγ. Παρασκευής 160 και του Νικοδήμου 105 μαθητές.
Ζαριφεία Εκπαιδευτήρια Φιλιππουπόλεως
Η ίδρυση των Ζαριφείων διδασκαλείων (1875), αρρένων και θηλέων, έγινε δυνατή χάρη στην υλική βοήθεια του βαθύπλουτου τραπεζίτη της Κωνσταντινουπόλεως Γεωργίου Ζαρίφη.
Χωρίς αμφιβολία η δημιουργία των Ζαριφείων εκπαιδευτηρίων σηματοδότησε μια νέα εποχή στην ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης όχι μόνο στην Φιλιππούπολη και στην Θράκη, αλλά και σε ολόκληρη την οθωμανική αυτοκρατορία.
Σκοπός της ίδρυσης των Ζαριφείων εκπαιδευτηρίων υπήρξε «… η ελληνοπρεπής μόρφωσις των Βορείων Θρακών, των εφιεμένων ανωτέρας παιδείας και η παρασκευή δημοδιδασκάλων αμφοτερων των φύλων διά τας εν Θράκη Ελληνικάς κοινότητας προς αναχαίτισιν του Σλαυϊσμού… Οι εξ αυτών αποφοιτώντες είτε ως διδάσκαλοι διαπεμπόμενοι ανά τας εν Θράκη Ελληνικάς κοινότητας είτε επιστήμας σπουδάζοντες εν Αθήναις ή εν Ευρώπη και αποκαθιστάμενοι εν τη γενετείρα είτε την εμπορίαν ή άλλα παραγγέλματα μετερχόμενοι ήσαν οι διαπρύσιοι κήρυκες και ενθουσιώδεις θεματοφύλακες της Ελληνικής ιδέας».
Παράλληλα δημουργήθηκαν και 2 οικοτροφεία, αρρένων και θηλέων, για Θρακιώτες υπότροφους, τα οποία διοικούνταν από τους εκάστοτε διευθυντές ή καθηγητές των Ζαριφείων και την διευθύντρια του παρθεναγωγείου.
Στα 1885 τα Ζαρίφεια διδασκαλεία αναγνωρίσθηκαν ισόβαθμα των ελληνικών γυμνασίων και από τότε αποκαλούνταν «Ζαρίφεια Διδασκαλεία και Γυμνάσιον Φιλιππουπόλεως».
Έπειτα από σχετικό διακανονισμό με την σύζυγο του Γ. Ζαρίφη, Ελένη, το ελληνικό κράτος ανάλαβε από το 1890 να καταβάλει για κάθε χρόνο στα ιδρύματα αυτά 1000 λίρες και ουσιαστικά υπήγαγε τα σχολεία κάτω από τον έλεγχο του.
Μετά την ίδρυση των Ζαριφείων εκπαιδευτηρίων αναδιοργανώθηκαν και τα υπόλοιπα ελληνικά σχολεία της Φιλιππουπόλεως: η κεντρική ελληνική σχολή μετατράπηκε σε επτατάξια από πεντατάξια, το παρθεναγωγείο σε εννεατάξιο, το αλληλοδιδακτικό σχολείο της Αγ. Παρασκευής σε πρότυπο τετρατάξιο δημοτικό σχολείο, για να τροφοδοτεί τα Ζαρίφεια, και το σχολείο του Νικοδήμου σε νηπιαγωγείο.
Σύγχρονα προσαρμόσθηκε το σχολικό πρόγραμμα στο αντίστοιχο του ελληνικού κράτους. Κατά το σχολικό έτος 1877-1878 τα Ζαρίφεια διδασκαλεία συγκροτούσαν τριτάξιο ελληνικό σχολείο και τετρατάξιο ανώτερο διδασκαλείο αρρένων καθώς και τριτάξιο διδασκαλείο θηλέων και εξατάξιο κατώτερο παρ-θεναγωγείο.
Ο συνολικός αριθμός των μαθητών των ελληνικών σχολείων της Φιλιππουπόλεως υπερέβαινε τους 1.000.
Όσοι αποφοίτησαν από τα Ζαρίφεια διδασκαλεία μέχρι την κατάλυση της ελληνικής κοινότητας (1875-1906), ξεπέρασαν τους 650 Αυτοί υπήρξαν ουσιαστικά οι στυλοβάτες της ελληνικής εκπαίδευσης στην Θράκη.
Πάντως κατά την χρονική περίοδο 1879-1900 γνωρίζουμε ότι αποφοίτησαν από τα Ζαρίφεια διδασκαλεία Φιλιππουπόλεως 262 αγόρια και 211 κορίτσια.
Οι τόποι προέλευσης των 262 μαθητών ήταν η Φιλιππούπολη, ο Στενήμαχος, η Κωνσταντινούπολη, η Αδριανούπολη, οι Σαράντα Εκκλησίες, το Ορτάκιοϊ, η Βάρνα, η Αγχίαλος, η Ήπειρος, η Περιστερά, η Γκιουμουλτζίνα, η Αίνος, το Καβακλή, το Διδυμότειχο, η Σωζόπολις, η Αρκαδιούπολη, το Τατάρ Παζαρτζήκ, η Τυρολόη, η Μεσημβρία και ο Πύργος.
Οι τόποι καταγωγής των μαθητριών υπήρξαν η Φιλιππούπολη, ο Στενήμαχος, η Κωνσταντινούπολη, η Αδριανούπολη, οι Σαράντα Εκκλησιές, η Βάρνα, η Αγχίαλος, η Ήπειρος, η Γκιουμουλτζίνα, η Αίνος, το Διδυμότειχο, η Αρκαδιούπολη, το Τατάρ Παζαρτζήκ, η Μεσημβρία και ο Πύργος.
Το διδακτικό προσωπικό των Ζαριφείων ήταν ικανό και αξιολογότατο.
Πολλοί από τους καθηγητές των σχολείων αυτών υπήρξαν κορυφαίοι λόγιοι του υπόδουλου ελληνισμού, διδάκτορες του πανεπιστημίου της Αθήνας και των αντίστοιχων γερμανικών, φιλόλογοι, αρχαιολόγοι, παιδαγωγοί, ιστορικοί, γλωσσολόγοι, συγγραφείς ιστορικών πονημάτων.
Ανάμεσα τους ξεχώρισαν οι Βλ. Σκορδέλης, Χρ. Τσούντας, Γεώργ. Κωνσταντινίδης, Βασ. Μυστακίδης, Π. Παπαγεωργίου, Λύσανδρος Χατζή-Κώνστας, Γεώργιος Σωτηριάδης, Γρηγ. Βερναρδάκης, Γ. Αθανασιάδης, Σταμ. Ψάλτης, Δημ. Καρακατσανίδης, Αλέξ. Ζαμαρίας και άλλοι.
Στις αρχές του 20ού αιώνα το διδακτικό προσωπικό των Ζαριφείων ιδρυμάτων πλαισίωναν 5 φιλόλογοι, 1 μαθηματικός, 1 φυσικός, 1 θεολόγος, 1 δάσκαλος τεχνικών μαθημάτων και μουσικής, 2 δάσκαλοι της βουλγαρικής γλώσσας, 2 της γαλλικής, 1 γυμναστής και 1 δάσκαλος της κοπτικής και των εργόχειρων.
Χάρη στην υλική συνδρομή του εθνικού ευεργέτη Γρηγορίου Μαρασλή που ήταν εγκαταστημένος στην Οδησσό, ιδρύθηκε στα 1900 στην Φιλιππούπολη η Μαράσλειος σχολή, στην οποία στεγάσθηκαν το γυμνάσιο των αρρένων και η Αστική σχολή των αρρένων.
Μαράσλειο Εκπαιδευτήριο Φιλιππουπόλεως
Η Μαράσλειος σχολή κτίσθηκε κοντά στην εκκλησία της Αγ. Παρασκευής, στους πρόποδες του λόφου των Σχοινοβατών, και περιέλαβε δύο ορόφους. Στον κάτω όροφο υπήρχαν 6 αίθουσες παραδόσεων, το σχολαρχείο και το γυμναστήριο και στον επάνω όροφο οι υπόλοιπες αίθουσες παραδόσεων, το γυμνασιαρχείο και μια ευρύχωρη αίθουσα για τελετές και διάφορες εκδηλώσεις. Η Μαράσλειος σχολή Φιλιππουπόλεως λειτούργησε από τον Σεπτέμβριο του 1900 μέχρι τον Ιούλιο του 1906 οπότε επήλθε η κατάλυση των ελληνικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.
Υπόλοιπη Βόρεια Θράκη
Πριν από την ελληνική επανάσταση του 1821 είχε ιδρυθεί το πρώτο ελληνικό σχολείο στον Στενήμαχο με πρώτο δάσκαλο τον Ιωάννη Φούντα από την Τρίγλια.
Μετά από μια μακρά περίοδο παρακμιακής πορείας λόγω των πολεμικών γεγονότων η ελληνική σχολή του Στενή μαχου επαναλειτούργησε στα 1833 με πρωτεργάτες τον γνωστό Μελενικιώτη λόγιο Δ. Καλαμπακίδη και τον βοηθό του I. Δαλίδη, οι οποίοι δίδασκαν σε κάποιο σπίτι κοντά στον Αγ. Νικόλαο.
Στα 1835 αποχώρησε ο Καλαμπακίδης και παράμεινε ο Δαλίδης. Τα ελληνικά γράμματα δίδασκαν παράλληλα στον Στενήμαχο και διάφοροι λόγιοι ιερείς. Στα 1841 αναφέρεται ότι ανεγέρθηκε σχολικό κτίριο στην ανατολική πλευρά του χειμάρου που χώριζε τον Στενήμαχο από τον Αμπελίνο, αλλά η πληροφορία αυτή πρέπει να ελεγχθεί ως αβάσιμη, γιατί τελικά φαίνεται ότι δεν στάθηκε εφικτό να πραγματοποιηθεί το σχέδιο εκείνο λόγω των διαφωνιών ανάμεσα στους Στενημαχίτες και στους κατοίκους του Αμπελίνου.
Έτσι στα 1844 οι Στενημαχίτες προχώρησαν στην δημιουργία ελληνικού σχολείου με την οικονομική αρωγή του συμπατριώτη τους Απόστ. Μεζεβίρη που ήταν εγκαταστημένος στο Κισνόβιο.
Ο δεύτερος δάσκαλος του νέου αυτού σχολείου υπήρξε ο Σωζοπολίτης Θεόδ. Στανίδης (1844), ο οποίος είχε
«διαιρέσει τους μαθητάς του εις 9 κλάσεις, εκ τούτων εις μεν τας οκτώ έδωκε τύπους ιδιοχείρου του καλλιγραφίας, αναλόγους εις τας διαφόρους κλάσεις, και κατά τούτους οι μαθηταί εγυμνάζοντο εις το καλλιγραφείν πρώτον μεν εις πλάκας, έπειτα δε εις χαρτιά η δε α ‘ κλάσις, ήτοι η κατωτάτη εγυμνάζετο περι την γραφήν εις την άμμον.
Έγραφον δε το πρωί μέχρις ωρισμένης ώρας, και το απόγευμα πάλιν αμέσως ενησχολούντο περί την γραφήν, ολίγον δε προ της παύσεως παρετήρει εκάστου το γράμμα, και κατά την αξίαν αυτού απέδιδεν εις έκαστον την ανάλογον τιμήν ή κατηγορίαν.
Εις δε την ανάγνωσιν ενησχολούντο το πρωί μετά την γραφήν και το απόγευμα παρομοίως, εις πίνακας ιστάμενοι εις ημικύκλια, εις έκαστον δε ημικύκλιον ήτο διωρισμένος είς διερμηνεύς, έργον έχων να επιτηρή την ευταξίαν των υπαλλήλων του και να παρατηρή αυτούς εις την επιμέλειαν της αναγνώσεως λέγων το ο κατόπιν (δηλ. να λέγη), διώριζε καθ ’ εβδομάδα και κοινόν ευταξίαν έργον έχοντα να σημειώνη τους ευτάκτους και ατάκτους.
Χρέη του διδασκάλου, εις τα οποία αυτός μόνος του ήτο επιβεβλημένος κατά την μέθοδόν του, είνε τα εξής.
Πρώτον χρέος είχεν ο κ. Στανίδης το να διαμοιράζη κατά πάσαν πρωίαν εις έκαστον μαθητήν γραφίδα, εκ των οποίων αυτός έκαμνε προς τούτο το τέλος, να περάση άπαξ τας κλάσεις διά να εξετάση τα γραψίματα των μαθητών, και εις την ανάγνωσιν παρομοίως να διέλθη όλα τα ημικύκλια διά να αλλάξη το μάθημα εις τους μαθητάς, και το απόγευμα ταυτά. Να γράφη καλλιγραφίας, να τας διανέμη το πρωί, το δε εσπέρας να τας συνάγη, ν ’ αναγινώσκωσι κατά πάσαν εσπέραν τον κατάλογον των μαθητών κ.τ.λ.».
Στα 1848 το ελληνικό σχολείο του Στενήμαχου μεταρρυθμίσθηκε και ανάλαβε ως δάσκαλος ο Κωνστ. Σαϊτίδης από την Περιστερά.
Στα 1851 λειτουργούσε ως αλληλοδιδακτικό με 150 μαθητές και ως ελληνικό με 77 μαθητές.
Λίγα χρόνια αργότερα, στα 1859, λειτούργησε παρθεναγωγείο με 45 μαθήτριες.
Στα 1906 λειτουργούσε στον Στενήμαχο τετρατάξια ελληνική κεντρική σχολή, εξατάξιο παρθεναγωγείο, τετρατάξιο δημοτικό σχολείο και νηπιαγωγείο.
Στον Αμπελίνο και στο Τσιπροχώρι υπήρχαν 2 τετρατάξιες σχολές και 2 νηπιαγωγεία. Σε όλα τα ελληνικά σχολεία του Στενήμαχου φοιτούσαν περίπου 1500 μαθητές και μαθήτριες.
Τα ιδρύματα αυτά συντηρούνταν από την ελληνική κοινότητα, από τα κληροδοτήματα, τις δωρεές και τα έσοδα των κοινοτικών κτημάτων και τις ετήσιες επιχορηγήσεις του ζάπλουτου Στενημαχίτη Γ. Χρυσοβέργη που ζούσε στην Κωνσταντινούπολη, και της μονής Μπατσκόβου.
Στα 1821 ο Αγχιαλίτης Χρυσοβέργης Κουροπαλάτης διαδέχθηκε τον Γρηγ. Ροΐδη στα διδακτικά καθήκοντά του.
Ο Κουροπαλάτης ήταν εντυπωσιασμένος, ακόμη και τότε, από την φιλομάθεια και τον ζήλο των συμπατριωτών του για μόρφωση, πράγμα που καταδεικνύεται από την γενική κατάσταση της παιδείας, που επικρατούσε στην Αγχίαλο στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα.
Η παρουσία του μητροπολίτη Αγχιάλου Βασιλείου A ‘ συνέβαλε αποφασιστικά στην εκπαιδευτική ανάπτυξη του ελληνισμού της Αγχιάλου.
Ίδρυσε τον «Φιλοπρόοδο Σύλλογο Αγχιάλου», μετακάλεσε ικανούς δασκάλους, όπως τον Κορίνθιο Γ. Ρεκλείτη και τον Κεφαλλονίτη Αριστείδη Χαροκόπο, και αναδιοργάνωσε το αρρεναγωγείο σε ημιγυμνάσιο.
Κατά την μεγάλη πυρκαγιά τον Οκτώβριο του 1874 καταστράφηκε περίπου το 1/3 της Αγχιάλου και ορισμένοι κεντρικοί ναοί, αλλά διασώθηκε το μητροπολιτικό μέγαρο καθώς και οι εκκλησίες των Ταξιαρχών, των Αγ. Θεοδώρων και της Αναλήψεως.
Στις αρχές του αιώνα μας λειτουργούσε στην Αγχίαλο το επτατάξιο Καρυάνδειο παρθεναγωγείο, 2 αρρεναγωγεία (οκτατάξιο και τετρατάξιο) καθώς και νηπιαγωγείο. Την ίδια εποχή η ελληνική κοινότητα του Πύργου συντηρούσε 1 εξατάξια Αστική σχολή, 2 παρθεναγωγεία και 1 νηπιαγωγείο.
Αξιόλογη δράση είχαν αναπτύξει τα μουσικογυμναστικά σωματεία του Πύργου «Φιλικός Δεσμός» και «Πρόοδος».
Η ελληνική κοινότητα της Βάρνας συντηρούσε μέχρι το 1907, 7 σχολεία: 5 δημοτικά (3 αρρένων και 2 θηλέων), την ελληνική σχολή και το ανώτερο παρθεναγωγείο, τα οποία στεγάζονταν σε ιδιόκτητα κτίρια.
Η ελληνική σχολή που ισοδυναμούσε με ημιγυμνάσιο, βρισκόταν κοντά στον μητροπολιτικό ναό του Αγ. Αθανασίου και το ανώτερο παρθεναγωγείο στην οδό της Αγ. Μαρίνας.
Το ένα από τα δύο κτίρια, όπου στεγάζονταν τα δημοτικά θηλέων, η «Σουλήνειος Σχολή Θηλέων», υπήρξε κληροδότημα του Βασ. Σουλήνη από την Μακρυνίτσα του Πηλίου. Στα ελληνικά σχολεία της Βάρνας, τα οποία συντηρούνταν κυρίως από την μεγάλη κτηματική περιουσία της κοινότητας, φοιτούσαν 1.200-1.500 μαθητές. Μέχρι το 1906 λειτουργούσε στην Βάρνα και το ήδη μνημονευμένο ελληνικό νοσοκομείο, που είχε ιδρυθεί από το κληροδότημα του μεγάλου εθνικού ευεργέτη της Βάρνας Παρασκευά Νικολάου.
Το νοσοκομείο αυτό διευθυνόταν από εφορία εκλεγμένη από την ελληνική κοινότητα της Βάρνας και είχε πρόεδρο τον εκάστοτε Έλληνα μητροπολίτη.
Στην Μεσημβρία ιδρύθηκε στα 1818 το πρώτο ελληνικό σχολείο, όπως ήδη αναφέρθηκε, από τον εγκαταστημένο στην Οδησσό Αλέξ. Κουμπάρη, ο οποίος κληροδότησε στην σχολή πολύτιμη βιβλιοθήκη από σπάνια συγγράμματα.
Στα 1906 λειτουργούσε στην Μεσημβρία Αστική σχολή αρρένων, δημοτικό σχολείο και παρθεναγωγείο. Ο ντόπιος μουσικός και φιλεκπαιδευτικός σύλλογος «Ορφεύς» διέθετε βιβλιοθήκη με 3000 τόμους, που καταστράφηκε από τους Βουλγάρους στα 1906.
Ο Σωζοπολίτης Βατοπεδινός μοναχός Θεόφιλος είχε ιδρύσει στην Σωζόπολη στα 1817 το πρώτο ελληνικό σχολείο. Στην συντήρηση της ελληνικής σχολής Σωζοπόλεως συνέβαλαν καθοριστικά ο ηγούμενος της μονής Ρακιτόσσης της Βλαχίας Θεόφιλος καθώς και ο μοναχός Πορφύριος, ο οποίος κατάθεσε σε τράπεζα της Μόσχας (1850) κεφάλαιο, για να διαθέτονται οι τόκοι του για το ελληνικό σχολείο με την εποπτεία του εκάστοτε πατριάρχη Ιεροσολύμων.
Το νέο σχολείο της Σωζοπόλεως στεγάσθηκε στα 1859 σε μεγάλο κτίριο με ευρύχωρες αίθουσες παραδόσεων, γραφεία, αίθουσα τελετών, όπου δίδονταν παραστάσεις, και βιβλιοθήκη, που εμπλουτίσθηκε με πολλά βιβλία από δωρεές του Σωζοπολίτη Γεωργίου Πετρινού και πήρε την ονομασία «Πετρίνειος Βιβλιοθήκη».
Στην αίθουσα εκείνη στεγάσθηκε αργότερα και το Αρχαιολογικό μουσείο της Σωζοπόλεως.Το μουσείο αυτό ιδρύθηκε τον Αύγουστο του 1899.
Το αλληλοδιδακτικό σχολείο της πόλης μετατράπηκε γρήγορα σε Αστική σχολή, που επανδρώθηκε από ικανό και αξιόλογο διδακτικό προσωπικό. Με την πρωτοβουλία και την οικονομική κάλυψη του μητροπολίτη Σωζοαγαθουπόλεως Δωροθέου Σχολαρίου δημιουργήθηκε στα 1872 το παρθεναγωγείο Σωζοπόλεως, το οποίο κάλυψε ουσιαστικά την γυναικεία εκπαίδευση, που πραγματοποιούνταν μέχρι την εποχή εκείνη σε ιδιωτικά οικοδιδασκαλεία. Λίγο αργότερα έγινε και το νηπιαγωγείο.
Στις αρχές του εικοστού αιώνα, ενώ οι Βούλγαροι προσπαθούσαν να προσελκύσουν μαθητές από τα γύρω χωριά, για να φτιάξουν επιτέλους ένα υποτυπώδες βουλγαρικό σχολείο στην Σωζόπολη, η ελληνική κοινότητα ίδρυσε με την πρωτοβουλία και την οικονομική συμπαράσταση του Χρ. Χριστοδούλου, απόφοιτου της Μεγάλης του Γένους σχολής, το «Γεωπονικόν και Φιλανθρωπικόν Αδελφάτον «Δήμητρα», το οποίο είχε σαν σκοπό την τόνωση του εθνικού αισθήματος του ελληνισμού της Σωζοπόλεως.
Εκτός από την Κούκλενα, την Περιστερά και τα Άνω Βοδενά, όπου η ελληνική παιδεία υπήρξε ιδιαίτερα ανεπτυγμένη, πολυάριθμα ελληνικά σχολεία λειτουργούσαν και σε διάφορα χωριά όπως αναφέρθηκε με λεπτομέρειες στο πρώτο μέρος αυτής της ενότητας.
Ιδιαίτερη μνεία αξίζει να γίνει για την πολιτιστική ακτινοβολία του Καβακλή και για την πλούσια εκπαιδευτική δράση του ντόπιου ελληνισμού.
Μέχρι το 1906 υπήρχαν στο Καβακλή πολυάριθμα νηπιαγωγεία και επτατάξια Αστική σχολή με 400 μαθητές και 8 δασκάλους.
Η Αστική σχολή του Καβακλή ήταν φημισμένη σε ολόκληρη την γύρω περιοχή και διέθετε ικανότατους διευθυντές όπως τους Κωνστ. Περιστεράκη (1886-1887), Ιωάν. Αργυριάδη, Δημ. Λαζαρίδη, Χρ. Νικολαΐδη και άλλους καθώς και ικανότατους δασκάλους. Τελευταίος διευθυντής του σχολείου διετέλεσε ο Φιλιππουπολίτης Γεώργιος Βαφέας, απόφοιτος των Ζαριφείων εκπαιδευτηρίων.
Τόσο έντονος ήταν ο ελληνικός χαρακτήρας της Αστικής σχολής του Καβακλή ώστε διατηρούνταν αναλλοίωτος ακόμη και μετά την βουλγαρική κατοχή και την διεξαγωγή της διδασκαλίας στα βουλγαρικά.
Δεύτερο σε σπουδαιότητα ίδρυμα μετά το σχολείο του Καβακλή υπήρξε η ελληνική σχολή των Καρυών, στην οποία δίδαξαν για ένα ολόκληρο αιώνα (μέχρι το 1906) 36 δάσκαλοι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου