Σάββατο 16 Δεκεμβρίου 2017



Δημοσίευση: 27 Ιουλίου 2017      ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ *

Οι συνεχείς πολιτικοκοινωνικές ανακατατάξεις, η εκρηκτική εξέλιξη των επιστημών, ιδίως των φυσικών, αλλά και η αναθεώρηση των κεκτημένων γνώσεων δημιουργούν την αδήριτη ανάγκη ενός δυναμικού εκπαιδευτικού συστήματος, που θα καλύπτει το σύνολο των απαιτήσεων ενός σύγχρονου μαθητή - πολίτη του 21ου αιώνα.

Το ερώτημα, κατά συνέπεια, είναι τι πρέπει να μαθαίνουν οι μαθητές στο σχολείο κάθε εποχή. Οι σύγχρονοι μαθητές, πριν προσέλθουν στα θρανία, έχουν αποκτήσει δεξιότητες που άλλοτε θα φάνταζαν εξωπραγματικές. Οι πηγές γνώσης είναι πλέον τόσες πολλές και ποικίλες, που εγείρεται το ζήτημα της διαχείρισής τους. Τα ερεθίσματα, σχεδόν από την ημέρα της γέννησης, προέρχονται από απειράριθμες κατευθύνσεις και απαιτούν διαρκή εγρήγορση. Ο τρόπος που αντιλαμβάνονται τα παιδιά τις έννοιες παιχνίδι, γνώση, επαφή, κρίση, δράση, εφαρμογή δεν έχει καμία σχέση με τον τρόπο αντίληψης των προηγούμενων γενεών.

Ο ρόλος του εκπαιδευτικού, σε ένα τέτοιο περιβάλλον, δεν μπορεί να είναι αυτός του κλασικού μεταφορέα γνώσης. Ο στατικός τρόπος διδασκαλίας, με την «αυθεντία» στην έδρα και τους βαριεστημένους δέκτες να προσποιούνται ότι παρακολουθούν, δεν μπορεί να αποδώσει. Στον εκπαιδευτικό, σήμερα, οφείλεται να παρέχεται η ευελιξία να αναπτύσσει τις γνώσεις, τις δεξιότητες, τον χαρακτήρα, αλλά και, κυρίως, τη μεταγνώση. Ο εκπαιδευτικός ουσιαστικά καλείται να διδάξει τον μαθητή το πώς να μαθαίνει, να κρίνει διεπιστημονικά και να εξατομικεύει από το πλήθος των πληροφοριών που του προσφέρονται.

Μέσω ποιων διδακτικών αντικειμένων, όμως, θα κληθεί ο εκπαιδευτικός να συνεργαστεί με τον μαθητή; Η έλλειψη κινήτρων και η ανία των μαθητών αποδεικνύουν ότι τα ωρολόγια προγράμματα απέχουν από την πραγματικότητα. Ερωτήσεις όπως «Πόση Ιστορία πρέπει να διδαχθούν και ποια;», «Μήπως είναι σημαντικότερη η εκμάθηση της στατιστικής από τη γεωμετρία;», «Έχει νόημα η εμμονή στη Μηχανική, την εποχή της Πυρηνικής Φυσικής και της Αστροφυσικής;», «Πώς διδάσκω τη γλώσσα στη γενιά του Facebook και του Youtube;», «Θρησκεία ή θρησκειολογία και πώς;», «Νέες ειδικότητες, όπως μέσα επικοινωνίας, ρομποτική, επιχειρηματικότητα κ.λπ. πρέπει να εισαχθούν και σε ποιον βαθμό;», «Οι τέχνες πώς διδάσκονται;», «Πώς κατανοείται η διεπιστημονικότητα;», όπως και πληθώρα σχετικών ερωτήσεων, δεν είναι και τόσο εύκολο να απαντηθούν. Ιδίως όταν το κοινό σου είναι πολυμελές, ετερόκλητο και με αποκλίνουσες δυνατότητες. Πώς θα μεταφέρουμε στους μαθητές αξίες όπως η ηθική, η ανοχή, η προσαρμοστικότητα, η ακεραιότητα, η δικαιοσύνη, η ενσυναίσθηση; Οι αξίες αυτές δεν διδάσκονται μέσω επιβολής. Είναι αναπόσπαστο τμήμα της Παιδείας που οφείλει το σχολείο να προσφέρει μέσω της εκπαίδευσης.

Η εκπαίδευση των μαθητών στη δημιουργικότητα, την κριτική σκέψη, την επικοινωνία και τη συνεργατικότητα (τα γνωστά “4C”), δεν είναι ένας ευσεβής πόθος. Είναι οι προϋποθέσεις για την αποτελεσματική απορρόφηση της γνώσης και την απόδοση στην εργασία. Πώς θα αλλάξει ένα παρωχημένο, αδιάφορο και υπερφορτωμένο πρόγραμμα σπουδών; Πώς θα αλλάξει η ομογενοποίηση, που αγνοεί τις τοπικές ιδιαιτερότητες; Ποια θα είναι η αλληλουχία των μαθημάτων ώστε ο μαθητής να εξελίσσεται τόσο ατομικά όσο και ομαδικά; Και πόσο έτοιμο και επαρκές είναι το διδακτικό προσωπικό; Μπορούν μερικά σεμινάρια, με τον γνωστό τρόπο που πραγματοποιούνται, να αλλάξουν κάτι έστω και ελάχιστα; Ο σχεδιασμός του σχολείου δεν μπορεί να βασίζεται στο πόσο προσωπικό περισσεύει, αλλά στο πώς αυτό μπορεί να ανταποκριθεί στις ορατές προκλήσεις.

Το σχολείο, στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον του 21ου αιώνα, καλείται να διαδραματίσει τον πιο σύνθετο και απαιτητικό ρόλο που είχε ποτέ. Οι απόφοιτοί του πρέπει παράλληλα να έχουν τις δεξιότητες, τον χαρακτήρα, το ήθος για την ατομική και επαγγελματική εξέλιξη. Δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για καλύτερες κοινωνίες. Κι ας είμαστε στοιχειωδώς ρεαλιστές· η εκπαίδευση, ιδίως στις ανώτερες βαθμίδες, δεν μπορεί να αποκοπεί από τα κοινωνικά και εργασιακά περιβάλλοντα.

Η προσαρμογή του σχολείου στις πραγματικές συνθήκες και απαιτήσεις είναι το κρίσιμο ζητούμενο. Κι αυτός πρέπει να είναι ο γνώμονας των όποιων επιλογών. Άλλωστε, επί της ουσίας, έτσι δεν ήταν πάντοτε;

* Ο Μιχάλης Πετρόπουλος είναι φυσικός στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, M.Sc. στην εξειδίκευση καθηγητών Φυσικών Επιστημών, υποψήφιος διδάκτορας στο ΕΑΠ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου