Πως προέκυψε το φαινόμενο του ευεργετισμού
(Απόσπασμα από ευρύτερη εργασία της φοιτήτριας του Πάντειου
Πανεπιστημίου Μαρίας Κώτσια)
Η ελληνική ψυχή ανά τους
αιώνες μεγαλούργησε επιδεικνύοντας δείγματα μεγαλοψυχίας, γενναιοδωρίας,
υπερβάσεως του εγώ, αλτρουισμού και αυτοθυσίας. Αυτές οι υψηλές αξίες και τα
ιδανικά του Έλληνα νοηματοδοτούν την ύπαρξη του, συνυφαίνονται με την ταυτότητα
του και αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της εθνικής του κληρονομιάς.
Σε κατάσταση αδιεξόδου
μπορούν να βρεθούν όχι μόνο άτομα αλλά
και ολόκληρα έθνη. Η Ελλάδα δυστυχώς κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας είχε
βρεθεί στην έσχατη μορφή εξαθλίωσης. Μόνη παρηγοριά της είχε τα μεγαλεία του παρελθόντος
και μέσα από αυτά αντλούσε δύναμη για να ξεπεράσει τις υπάρχουσες δυσκολίες. Η
τουρκοκρατία ήταν δυσβάστακτη και η ανάγκη των ανθρώπων για ελευθερία μεγάλη.
Έτσι οι άνθρωποι για να μπορέσουν να αμυνθούν στις κακουχίες αναγκάστηκαν να
ακολουθήσουν δύο δρόμους. Οι πρώτοι ανέβηκαν στα βουνά και έγιναν Κλέφτες. Οι
δεύτεροι ξενιτεύτηκαν εκμεταταλευόμενοι και τις ευνοϊκές διεθνείς συμβάσεις που
είχαν προκύψει εκείνη την εποχή όπως η συνθήκη Κιουτσούκ Καϊναρτζη που
υπογράφτηκε το 1774. Με αυτή τη συνθήκη επιβλήθηκαν διομολογήσεις στην Οθωμανική αυτοκρατορία και οι ξένοι
απαλλάσσονταν όχι μόνο από τη φορολογία αλλά είχαν και μια σειρά από οικονομικά
και κοινωνικά οφέλη, δεδομένα που δεν ίσχυαν για τους γηγενείς. Επίσης οι ξένοι
δε δικάζονταν από τα τοπικά δικαστήρια αλλά από τα προξενεία. Αυτή η κατηγορία
των ανθρώπων που ξενιτεύτηκε εργάστηκε με όλη της τη δύναμη και επιτέθηκε στον
οθωμανικό ζυγό με το χρήμα.
Αυτοί είναι οι εθνικοί
ευεργέτες που έδρασαν με το αποικιοκρατικό σύστημα κατά τον 17ο , 18ο και 19ο
αιώνα. Τον 17ο και 18ο υπήρξε μετακίνηση
προς τη Κεντρική Ευρώπη όπως π.χ
Μολδοβλαχία, Αυστροουγγαρία, Ρωσία αλλα και προς τη Βενετία και άλλες
Ενετοκρατούμενες πόλεις, τη Κωνσταντινούπολη και τη Μ. Ασία. Το 19ο αιώνα όμως άρχισαν να μετακινούνται προς το
νότο και συγκεκριμένα στην Αίγυπτο καθώς ο Νείλος προσφερόταν για γεωργική
παραγωγή και την είχε καταστήσει παγκόσμιο σιτοβολώνα. [1]
Οι Έλληνες σε όλα τα
διασπορικά τους ταξίδια οργάνωναν τις κοινότητες τους. [2] Περα από αυτές υπήρξαν και οι
αδελφότητες που ήταν υποσύνολα του συνολου των κοινοτήτων και η ιδιαιτερότητα
τους ήταν ότι στις αδελφότητες ανήκαν όσοι είχαν την ίδια ιδιαίτερη
πατρίδα. Στις αδελφότητες οι συντοπίτες
μαζεύονταν έλεγαν τα νέα από τη πατρίδα τους, ειχαν πολλούς γνωστούς, φίλους
και συγγενείς και μέσα από εκεί γίνονταν
τα προξενιά. Ακόμα στις παροικίες υπήρχαν οι συντεχνίες που ήταν ενώσεις
ανθρώπων που είχαν κοινή επαγγελματική ενασχόληση.
4
Οι άνθρωποι που είχαν
οργανωθεί στις κοινότητες άρχισαν να κάνουν έργα για την κοινότητα τους όπως
π.χ. σχολεία, νοσοκομεία και άλλα.
Ωστόσο υπήρξαν και μεμονωμένα άτομα μέσα στην παροικία που εργάστηκαν σκληρά,
διακρίθηκαν και απέκτησαν αμύθητο πλούτο. [3] Εδώ είναι το σημείο που έχουμε το
πέρασμα από την παραδοσιακότητα στην νεωτερικότητα. Δηλαδή τα άτομα που
πλούτισαν και κατέκτησαν την οικονομική εποποιία διέθεσαν τα χρήματά τους για
την ευποιία, δηλαδή να γίνουν έργα υπέρ της κοινότητας. Περνάμε δηλαδή από το
συλλογικό «εμείς» στο «εγώ». Αυτοί είναι
οι ευεργέτες που ξεχωρίζουν και παίρνουν πάνω τους την οικονομική αλληλεγγύη
και αντικαθιστούν τo συλλογικό έργο. Χάρη σ αυτούς συγκροτούνται θεσμοί που
υπάρχουν μέχρι και σήμερα, οι οποίοι υποστηρίζουν την υγεία, τη μόρφωση και την
κρατική ασφάλεια. Γίνονται έργα κοινωφελούς χαρακτήρα όπως σχολεία, νοσοκομεία,
ορφανοτροφεία και πολλά άλλα μέσα από τα οποία φάνηκε έμπρακτα η φιλοπατρία και
η ευγνωμοσύνη προς τον Έλληνα συμπατριώτη.
[4] Η ευεργετική λειτουργία πραγματοποιήθηκε στη
παροικία, στην ιδιαίτερη πατρίδα και στο εθνικό κέντρο. Κάποιοι έδρασαν μόνο
στο ένα ή και στα δύο από τα παραπάνω και άλλοι άγγιξαν και τα τρία. Έγιναν
δηλαδή κοινωφελή έργα από ένα πρόσωπο και στους τρείς χώρους, χαρακτηριστικό
παράδειγμα αποτελεί ο Γεώργιος Αβέρωφ, ο Εμμανουήλ Μπενάκης και πολλοί άλλοι.
Οι ευεργέτες ήταν άνθρωποί αγνοί, απλοί και ευφυείς που εργάστηκαν σκληρά και
τίμια και έδωσαν τα κεκτημένα τους στα χέρια της πατρίδας τους η οποία ως
ανταμοιβή τους χάρισε τον τίτλο των «Εθνικών
Ευεργετών». Ο πλούτος τους αυξανόταν ως αποτέλεσμα του ιερού μόχθου που ήταν
ταγμένος στην πατρίδα. Όνειρο τους ήταν να τη δουν ελεύθερη, στηριγμένη σε γερά
θεμέλια και να ανακτά την παλιά της
δόξα. Πράγματι η Ελλάδα μετά την επανάσταση του 1821 που ήταν σε εξαιρετικά
δύσκολη κατάσταση μπόρεσε να σταθεί στα πόδια της χάρη στην αμέριστη προσφορά
των ευεργετών. Μπορεί οι περισσότεροι από τους ευεργέτες να έχουν φύγει από τη
ζωή εδώ και δύο με τρείς αιώνες, ωστόσο τα έργα τους παραμένουν αγέρωχα μέχρι
και τις μέρες μας δείχνοντας έμπρακτα τον ψυχικό τους πλούτο, την αμέριστη
αγάπη και τη γενναιοδωρία τους στον ελληνικό πολιτισμό. Με τα ευεργετήματα
φαίνεται ξεκάθαρα η εθνική τους ταυτότητα και συνείδηση.
Είναι πράγματι πολύ δύσκολο
να φανταστούμε την Αθήνα χωρίς το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, το
Μετσόβειο Πολυτεχνείο, το Ζάππειο Μέγαρο, το Αρχαιολογικό Μουσείο και πολλά
άλλα, σε λίγους όμως περνά από το μυαλό ότι όλα αυτά έγιναν με χρήματα που
έδωσαν μεγάλοι ευεργέτες του Έθνους από την προσωπική τους περιουσία όπως ο
Αβέρωφ, ο Τοσίτσας, ο Μπενάκης, ο Ζάππας και πολλοί άλλοι.
5
Παραπομπές
[1] , [2], [3], [4], σύμφωνα με το openeclass.panteion. gr, στο
μάθημα ευεργετισμός της ελληνικής διασποράς, στο άρθρο «Αιγυπτιώτης Ευεργετισμός: «Κοινωνική και Ιστορική λειτουργία
του ευεργετισμού», σελ 1-4, της καθηγήτριας Ματούλας Τομαρά-Σιδέρη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου