Η γεωργική εκπαίδευση στην Ελλάδα έχει μια ιστορία η οποία ουσιαστικά συμπορεύεται και εμπλέκεται με την ιστορία και την εξέλιξη του ίδιου του νεοελληνικού κράτους. Αν επιχειρηθεί η ανασύνθεση της πορείας και εξέλιξης της γεωργικής εκπαίδευσης, η προσπάθεια θα συμβαδίσει με τα προβλήματα και διλήμματα που απασχόλησαν το νεοελληνικό κράτος και την κοινωνία, αφού αυτή συνδέεται άμεσα με τον αγροτικό τομέα, τον εκσυγχρονισμό της παραγωγής και τα ίδια τα πολιτικά και κοινωνικά δεδομένα. Άλλωστε η Ελλάδα υπήρξε από το 19ο αιώνα μέχρι και τη δεκαετία του 1950 μια κατεξοχήν αγροτική χώρα, όπου η γεωργία αποτελούσε τη βάση της ελληνικής οικονομίας.
Η παραγωγή ωστόσο παρέμενε σε μέτριο επίπεδο, εξαιτίας κυρίως της έλλειψης υποδομής, κατάλληλου εξοπλισμού, καλλιεργητικών μεθόδων και ανάλογης εκπαιδευτικής υποδομής. Οι αγρότες μέχρι και το πρώτο τέταρτο του 20ου αιώνα στην πλειοψηφία τους όργωναν με το αλέτρι που έσυραν ζώα και ακολουθούσαν καλλιεργητικές μεθόδους, που λίγο διέφεραν από αυτές της αρχαιότητας ή του μεσαίωνα. Πολλοί ήταν οι παράγοντες που σε συνδυασμό με τη γενικότερη οικονομική στενότητα, τους πολέμους και την ελλιπή ενημέρωση, διαμόρφωσαν ένα κλίμα με πολλές ιδιομορφίες και ιδιαιτερότητες που εξωθούσαν το αγροτικό δυναμικό στην καθυστέρηση, στην εσωτερική ή εξωτερική μετανάστευση ή στην καλύτερη περίπτωση στη σταδιακή ενσωμάτωση στο αστικό περιβάλλον.
Αρκετά νωρίς διαπιστώθηκε η ανάγκη για συστηματική γεωργική εκπαίδευση προκειμένου να επιλυθεί το (μόνιμο, για πολλές δεκαετίες) επισιτιστικό πρόβλημα και η στελέχωση των υπηρεσιών του κράτους με εξειδικευμένο προσωπικό, απαραίτητη προϋπόθεση για την αναδιάρθρωση των γεωργικών υπηρεσιών και για την αύξηση και βελτίωση της γεωργικής παραγωγής. Στη συνέχεια όσο τα προβλήματα εντείνονταν και διογκώνονταν, η ενίσχυση της γεωργικής παραγωγής, η λήψη διοικητικών μέτρων και η εφαρμογή μιας αγροτικής πολιτικής, αποτέλεσαν αδήριτη ανάγκη. Έτσι στο πλαίσιο αυτό, έστω και καθυστερημένα, έγινε κατανοητή η σημασία της γεωργικής εκπαίδευσης για την επίλυση των κρίσιμων και σύνθετων προβλημάτων του αγροτικού (και όχι μόνο) χώρου.
ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΚΑΙ Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΙΡΥΝΘΑΣ (1829)
Την αναγκαιότητα και τη σημασία της γεωργικής εκπαίδευσης, πρώτος διείδε ο Κυβερνήτης Ι. Καποδίστριας και αποτέλεσε βασικό μέλημα της πολιτικής του από τα πρώτα ακόμη χρόνια ύπαρξης του ελεύθερου ελληνικού κράτους. Για το λόγο αυτό, προχώρησε στην ίδρυση της Γεωργικής Σχολής της Τίρυνθας στο Ναύπλιο το έτος 1829, «ο ίδιος μεταβαίνων καθ΄εκάστην» όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Δ. Ζωγράφος (1888 - 1948) στην «Ιστορία της παρ΄ημίν γεωργικής Εκπαιδεύσεως». Η σχολή αυτή παρείχε στοιχειώδη γεωργική εκπαίδευση, καθόσον ο πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδος έκρινε ότι δεν ήταν η κατάλληλη στιγμή για τη δημιουργία ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Με τη μοναδική αίσθηση του μέτρου και τη διορατικότητα που τον διέκρινε, θεωρούσε ότι έπρεπε να προηγηθεί η τεχνική, επαγγελματική και κυρίως η στοιχειώδης εκπαίδευση, η οποία ήταν η αρμόζουσα την περίοδο αυτή εξαιτίας των ειδικών συνθηκών και της γενικότερης ένδειας του νεοσύστατου κράτους. Η λειτουργία της Σχολής στην οποία φοιτούσαν παιδιά φτωχών γεωργών, ανατέθηκε στον Γρηγόριο Παλαιολόγο, γεωπόνο που είχε σπουδάσει στο Παρίσι.
Η λειτουργία της Σχολής αυτής όμως έμελλε να αποτελέσει ένα μόνιμο πρόβλημα για το ελληνικό κράτος αφού, μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια, παραμελήθηκε και μετά από πολλές απόπειρες που έγιναν για την αναδιοργάνωσή της, καταργήθηκε οριστικά το 1873. Κύριες αιτίες της αποδυνάμωσής της ήταν η έλλειψη πόρων, η κακοδιαχείριση, η γενικότερη οικονομική κατάσταση, αλλά και η ατολμία των κυβερνήσεων να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα, ώστε να αποτελέσει το ίδρυμα αυτό το πρότυπο που θα συνδύαζε αποτελεσματικά μια θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση υψηλού επιπέδου.
Οι συζητήσεις ανάμεσα στους ειδικούς και στη Βουλή όλα τα επόμενα χρόνια εξαντλούνταν στο αν θα έπρεπε να υπάρχει ανώτατη γεωργική παιδεία ή απλώς γεωργικοί σταθμοί και αγροκήπια, τα οποία θα παρείχαν τα μέσα στους αγροτόπαιδες ή τους ενδιαφερόμενους να διδάσκονται μαθήματα γενικής γεωργικής κατεύθυνσης και να επιλύουν τα πρακτικά προβλήματα που ανέκυπταν τοπικά - και τα οποία χρόνο με το χρόνο γίνονταν όλο και πιο σύνθετα. Οι συζητήσεις αυτές διαρκούσαν, ενώ επισείετο ο κίνδυνος της αποδυνάμωσης της γεωργίας και του αγροτικού δυναμικού από φαινόμενα όπως ήταν η εσωτερική ή εξωτερική μετανάστευση, η συρρίκνωση της γεωργικής παραγωγής με την ταυτόχρονη αύξηση της αστυφιλίας και τη σταδιακή εγκατάλειψη της υπαίθρου. Αυτή εξάλλου η ατολμία όσον αφορά την προαγωγή και την αναβάθμιση της γεωργικής εκπαίδευσης, ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την καθυστέρηση που παρατηρείται όλα τα επόμενα χρόνια στον τομέα της γεωργικής παραγωγής και την απαξίωση που έλαβε στη συλλογική συνείδηση το γεωργικό επάγγελμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου