Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2014

Η Νίκη Βόλου


                        Σ’ όλες τις πόλεις, που υπάρχουν πολλές ομάδες, γεννιέται μια αντίθεση μεταξύ των οπαδών τους, που πολλές φορές και για ορισμένους ανθρώπους φτάνει στην έχθρα και τον πόλεμο. Το ίδιο συμβαίνει και στο Βόλο ανάμεσα στις ιστορικές ομάδες της Νίκης και του Ολυμπιακού. Βέβαια, όταν μετά την κατοχή η προσφυγική συνοικία της Ν. Ιωνίας έγινε αυτόνομος δήμος, τότε τυπικώς ήταν ομάδες δύο όμορων πόλεων.


Τι τα θέλεις όμως; Τα όρια  έτσι κι αλλιώς είναι μπερδεμένα. Η αντίθεση παρέμενε ίδια με εξαίρεση κάποιους «ψύχραιμους» που επιδίωξαν την ένωσή τους.

Πιο εύκολο είναι να λύσεις το Μεσανατολικό παρά να ενώσεις αυτές τις ομάδες. Ο υπεύθυνος, στα χρόνια της χούντας, Ασλανίδης έκανε μια τέτοια απόπειρα. Σε έκτακτη γενική συνέλευση των μελών της Νίκης που έγινε στον τότε κινηματογράφο «Λίντο» εν είδει εντολής έθεσε το θέμα.

-Αφήστε τα αυτά! Ενώστε τις δυνάμεις σας να κάνετε μια δυνατή ομάδα.

Όμως δεν ήξερε που απευθυνόταν. Τα σιγομουρμουρίσματα από κάτω εκφράστηκαν ανάγλυφα από έναν καραμπινάτο δεξιό παράγοντα της ομάδας, που είχε το θάρρος και την ασφάλεια της ιδεολογικής του συγγένειας. Σηκώθηκε πάνω και είπε στον Ασλανίδη:

-Πάρε τα κλειδιά κι ένωσέ τες. Εμείς θα την ξαναϊδρύσουμε από την αρχή!

Η αίθουσα σείστηκε από τα χειροκροτήματα και η προσπάθεια για τη συγκόλληση έπεσε στο κενό.

Είμαι χρόνια  πολλά μακριά από την πόλη και δεν έχω την εικόνα της. Ίσως οι οξείες παλιές αντιθέσεις να έχουν αμβλυνθεί, ίσως να μην υπάρχει ατμόσφαιρα πολέμου, αλλά κάτι μέσα μου λέει, ότι η αντίθεση κουφοβράζει υπόγεια και με την πρώτη ευκαιρία θα εκδηλωθεί σαν κεραυνός.

Είμαι «φίλαθλος», αλλά καλύτερα να πω οπαδός. Στο ποδόσφαιρο «αντικειμενικοί» είναι μόνο οι λαπάδες, που δεν έχουν ζήσει ποτέ τον ηλεκτρισμό και την ένταση της εξέδρας. Στο φανατισμό μου μάλιστα έχω δώσει και έναν πρακτικό «επεξηγηματικό μανδύα». Αν ο άνθρωπος έχει ένα απόθεμα φανατισμού καλύτερα να τον διοχετεύει σε «ανώδυνες» κατά το δυνατόν κατευθύνσεις και έτσι δε νιώθω όλες τις ενοχές που ίσως πιστεύετε!

Ξέρετε ότι ανάμεσα στους νέους σήμερα, που περνάμε μια εποχή ύφεσης των κοινωνικών  αγώνων, η πιο προσφιλής συζήτηση είναι για το ποδόσφαιρο. Το ξέρω καλά γιατί η δουλειά μου  ήταν συνέχεια ανάμεσα  στους νέους.

Μέσα στην τάξη, στα διαλείμματα, σε κάθε ευκαιρία εκδήλωνα και εγώ το πάθος μου. Σε καινούργιους, που ακόμα δε με ήξεραν, άρχιζα με τη δήλωση:

-Εγώ δεν είμαι φανατικός!

Ακολουθούσε μια παρατεταμένη σιωπή, οπότε κάποιοι που δε λιώνουν γι’ αυτά ηρεμούσαν κι έλεγαν μέσα τους:

-Α! ωραία από αυτόν γλυτώσαμε!

Τότε όμως με βροντερή φωνή έριχνα τον κεραυνό:

-Όχι δεν είμαι φανατικός! Είμαι ΠΟΛΥ φανατικός!

Τι να κάνω; Αφού έκλεισα μια σειρά πόρτες, έπρεπε να έχω κι εγώ έναν τομέα, που να θυμώνω, να εκνευρίζομαι και να μαλώνω και να εκτονώνομαι .

Από μικροί στην προσφυγική μας γειτονιά ήμασταν χωμένοι στα χαρακώματα..

Από τις τοπικές ομάδες  ΝΙΚΗ ΒΟΛΟΥ και από τις κεντρικές ομάδες των Αθηνών με την ΑΕΚ, όπως και τα μεγαλύτερα μου αδέρφια. Αργότερα μερικοί παρασπόνδησαν, αλλά εγώ ξεροκέφαλος παρέμεινα πιστός κι αμετακίνητος.

Θα σας αναφέρω δύο χαρακτηριστικά επεισόδια.

 Στο γήπεδο της Νίκης -στη Μαιάνδρου κοντά στο νεκροταφείο- γίνεται ο αγώνας της Α΄ Εθνικής Νίκη-Ολυμπιακός Πειραιώς. Η Νίκη έπαιζε στην πρώτη Εθνική, τότε.

Τα στραβοσφυρίγματα πάνε κι έρχονται. Η «αδικία» μας πνίγει. Η εξέδρα, δίπλα στο γκαράζ, βράζει. Μαζί τους βράζω και εγώ. Εκείνη την εποχή είμαι φοιτητής, ένας από τους λίγους φοιτητές της Ν. Ιωνίας τότε, δακτυλοδεικτούμενος σαν «καλό και μορφωμένο» παιδί. Επιπλέον πολιτικοποιημένος στο χώρο της Αριστεράς.

Ένας παράγοντας της ομάδας, ένας αξιοπρεπής κύριος, γιατρός στο επάγγελμα, σηκώνεται από τον πάγκο της ομάδας και με απεγνωσμένες κινήσεις και εκκλήσεις προσπαθεί να μας ηρεμήσει. Όταν το μάτι του πέφτει σε μένα μου λέει φωναχτά:

-Λευτέρη προσπάθησε να τους ηρεμήσεις!

Μα την Παναγιά σας λέω, δε βρίζω και συνήθως  προσπαθώ να είμαι με τους άλλους ευγενικός.

 Χωρίς σκέψη, με το ένστικτο, του απαντώ γεμάτος θυμό:

-Άντε  γ…………  και συ!

Σε δευτερόλεπτα κατάλαβα τη μαλακία μου αλλά ήδη ήταν αργά. Στο τέλος του αγώνα πήγα σα βρεγμένη γάτα ζητώντας συγνώμη. Αυτός χαμογελαστός μου λέει:

-Το ξέρω παιδί μου. Μη στεναχωριέσαι. Αυτά έχει το ποδόσφαιρο!

Συμφωνώ! Αυτά έχει το ποδόσφαιρο. Η λογική, η σύνεση, η μετριοπάθεια χάνονται. Μέσα στο γήπεδο γίνεσαι ένα ανεξέλεγκτο κομμάτι της αχαλίνωτης μάζας.

Το άλλο επεισόδιο έγινε στη Ριζούπολη, στον αγώνα Αιγάλεω-Νίκης. Μήπως εκείνη τη χρονιά η  Ριζούπολη ήταν έδρα του Αιγάλεω; Ο αγώνας ήταν κρίσιμος. Κάποια στιγμή ο διαιτητής σφύριξε ένα ανύπαρκτο πέναλτι σε βάρος της Νίκης.

 Λες να λειτουργούσε από τότε η «παράγκα»;

Το ποτήρι ξεχείλισε. Κάποιοι από μας μπήκαμε στο στίβο κυνηγώντας το διαιτητή. Όχι πολλά πράγματα αλλά μερικούς μας μάζεψαν στα αποδυτήρια.  Ο αγώνας που συνεχίστηκε και δυστυχώς  έληξε σε βάρος μας.

Εκεί, στα αποδυτήρια, με περίμενε μια έκπληξη. Μέσα στους συλληφθέντες ήταν κι ένας αδελφός μου που είχε έρθει από το Βόλο με την ομάδα. Τότε δεν υπήρχαν τηλέφωνα. Τα κινητά έτσι κι αλλιώς. Αλλά, ούτε σταθερά  είχαμε. Έτσι έμαθα τα νέα από την οικογένεια.

Τώρα η αγωνία μου ήταν άλλη. Μη τυχόν συνδέσουν το γεγονός με τη νεολαία που ήμουν τότε. Ευτυχώς μετά από λίγο μας άφησαν ελεύθερους.

Σήμερα δεν πηγαίνω πια στο γήπεδο. Μπορώ να βρίζω μόνος μου μπροστά στην τηλεόραση. Η επίσημη δικαιολογία που έχω είναι:

-Δεν μπορώ, με πιάνει η καρδιά μου!

Όμως σας ομολογώ ότι ζω την ένταση του αγώνα σα νιόβγαλτο παλικαράκι…

2005

 

 

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου