Η ηδονή της κακιάς είδησης
Έχετε παρατηρήσει, φαντάζομαι, την αναστάτωση και τη διέγερση, που εμφανίζεται στα δελτία ειδήσεων των ΜΜΕ ή τους χτυπητούς ολοσέλιδους τίτλους των εφημερίδων, όταν οι κατέχοντες έχουν στα χέρια τους μια κακή είδηση. Πραγματική ή κατασκευασμένη. Μια δύσκολα αποκρυπτόμενη χαρά, μια αδημονία για το άκρατο φαγοπότι που θα επακολουθήσει, κυριεύει τους πάντες συνοδευμένη από μια ολομέτωπη επίθεση που επιστρατεύει όλα τα όπλα για να προκαλέσει τη μεγαλύτερη δυνατόν ζημιά, χωρίς κανένα κράτημα ή σεβασμό. Το Κολοσσαίο στολίζεται με το κατάλληλο σκηνικό, τα άγρια θηρία είναι ήδη πεινασμένα. Έτσι τα υποψήφια θύματα ρίχνονται μέσα στο στίβο χωρίς καμιά αναστολή και έλεος και πάντα βρίσκονται το αναγκαίο και επαρκές φιλοθεάμον κοινό να παρακολουθήσει και να ζητωκραυγάσει την κατασπάραξή τους.
Όπως απότομα και χωρίς έλεος εμφανίζεται μια υπόθεση και απασχολεί με αδιάκοπη ένταση για όλο το απαιτούμενο κατά την αντίληψή τους διάστημα τα μέσα ενημέρωσης, έτσι και ξαφνικά εξαφανίζεται χωρίς κανέναν απολογισμό, χωρίς κανένα συμπέρασμα. Η παρασιώπηση είναι ιδιαιτέρως εκκωφαντική όταν η εξέλιξη των πραγμάτων διαψεύσει πλήρως τους τόνους λάσπης που όλο τον προηγούμενο καιρό, χωρίς σκέψη και αιδώ, εκτόξευαν εναντίων των επιλεγμένων στόχων. Κάτι που είναι γεγονός για τη μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων.
Περίπτωση υποβολής συγνώμης, περίπτωση έκφρασης μιας κάποιας αυτοκριτικής δεν τίθεται, καθόσον οι κάθε λογής αστέρες του γραπτού ή τηλεοπτικού λόγου έχουν, ως αυτονόητο, τοποθετήσει τους εαυτούς τους υπεράνω κριτικής και ευθυνών. Το μεγάλο κακό είναι ότι έτσι αντιμετωπίζονται από της πάσης φύσεως ελεγκτικές αρχές, αλλά και την ίδια την κοινωνία. Τη λέξη «δικαίωμα» την παίζουν στα δάχτυλα, όμως η λέξη «υποχρέωση» δεν συμπεριλαμβάνεται στο προσωπικό τους λεξιλόγιο, η δε μνήμη έχει κοντά ποδάρια εκτός αν κάποιοι για λόγους δικού τους συμφέροντος υπενθυμίζουν κάθε τόσο και νεκρανασταίνουν τα νοσηρά φαινόμενα.
Στην εκστρατεία επίθεσης από τα ΜΜΕ, προσέρχονται αρωγοί με ιδιαίτερη προθυμία και εθελοντισμό άφθονοι, αλλά σχεδόν πάντα οι ίδιοι, διάφοροι Ροβεσπιέροι που αυτοανακήρυξαν τους εαυτούς τους αδέκαστους εισαγγελείς της κάθαρσης και της καθαρότητας των θεσμών της δημόσιας ζωής. Το μεγαλύτερο κακό είναι ότι στη συνέχεια απαιτούν μέσα από τα κομματικά ψηφοδέλτια την αμοιβή των «κόπων» τους και πολλές φορές, δυστυχώς, την εισπράττουν. Πράγμα που αποδεικνύει περίτρανα ότι και μέρος του φιλοθεάμονος κοινού είναι του αυτού και ιδίου φυράματος. Η χιμαιρική αντίληψη, που κάποιοι την πιπιλούν σαν καραμέλα, ότι ο λαός έχει πάντα δίκαιο διαψεύδεται συνεχώς από τα πράγματα. Συνεχώς παρασύρεται από πανέξυπνους δημαγωγούς και σε κρίσιμες φάσεις γυρίζει την ιστορία προς τα πίσω. Αυτό με έχει διδάξει η ανάγνωση της πορείας του τόπου μας.
Δυο είναι οι ομάδες που κυριαρχούν σήμερα στην σκηνή της χώρα μας και δημιουργούν στρεβλώσεις στην πολιτική, κοινωνική και οικονομική ζωή της.
Πρώτοι είναι οι συνδικαλιστές. Είναι, για αρκετούς πολίτες αυτής της χώρας, άδηλος ο τρόπος με τον οποίο εξελέγησαν, ποια ομάδα ανθρώπων εκπροσωπούν και στη συνέχεια με ποιο τρόπο ανανεώνουν αδιαλείπτως την συνδικαλιστική τους ιδιότητα. Ποιο ποσοστό των εργαζομένων στην πραγματικότητα λαμβάνει μέρος στις εκλογικές διαδικασίες και τι ψήφους παίρνουν. Τέτοια στοιχεία δεν ανακοινώνονται, αλλά το χειρότερο είναι ότι δεν αναζητούνται από τους πολυπράγμονες ερευνητές-ρεπόρτερ, που σε άλλες περιπτώσεις μπορούν να βγάλουν από τη μύγα ξίγκι.
Οι συνδικαλιστές στη χώρα μας διαθέτουν ένα ευρύ φάσμα προνομίων και ασυλιών Μπορούν στη πράξη να υπερβαίνουν το νόμο χωρίς τις αυτονόητες για τον οποιοδήποτε άλλο Έλληνα πολίτη συνέπειες στο όνομα της υπεράσπισης των κακώς εννοούμενων συμφερόντων των εργαζομένων και οπωσδήποτε των συμφερόντων του κοινωνικού συνόλου και της αυτονόητης αντίληψης της ισονομίας. Ανάμεσα στα άλλα έχουν απαλλαγεί από τις υποχρεώσεις της εργασίας για την οποία όμως συνεχίζουν αδιαλείπτως να πληρώνονται. Δεν έχουν την πίεση του ωραρίου της καθημερινής απασχόλησης. Συγχρόνως οικοδομούν το δικαίωμα τους για την τιμητική και αφορολόγητη επιπλέον σύνταξη με την οποία θα αμειφθούν στο τέλος της συζητήσιμης, ως προς τη χρησιμότητα τους, αποστολής τους.
Έχοντας άπειρο ελεύθερο χρόνο, απαλλαγμένοι από το κυνηγητό του βιοπορισμού των εργαζομένων χώνονται μέχρι το λαιμό στους κομματικούς μηχανισμούς, γίνονται τα απαραίτητα γραφειοκρατικά γρανάζια για την «εύρυθμη λειτουργία» τους και αναμένουν τη κατάλληλη στιγμή που θα εξαργυρώσουν, έναντι δημοσίων θώκων, αυτή την « κοινωνική προσφορά» τους. Συνήθως εκπροσωπούν ένα σωματείο που έχει άμεση ή έμμεση σχέση με το δημόσιο, αυτόν τον ξέχειλο, αλλά παραλυμένο από άποψη απόδοσης και χρησιμότητας σάπιο πια θεσμό, αλλά δυστυχώς αδηφάγα μαύρη τρύπα από την πλευρά των απαιτήσεων.
Έχετε παρατηρήσει ότι για την πλευρά αυτή του συνδικαλισμού τα λαλίστατα συνήθως μέσα μαζικής ενημέρωσης δεν κάνουν καμία αναφορά;. Οι «εκπρόσωποι» των εργαζομένων βρίσκονται στο απυρόβλητο εν ονόματι μιας παρεξηγημένης, αλλά ευρύτατα διαδεδομένης αντίληψης ότι αγωνίζονται για τα δίκαια τους. Πολλές φορές τα αιτήματα αλλά και οι «κατακτήσεις» τους περιλαμβάνουν δυσβάστακτους όρους για τους υπόλοιπους και γίνονται βρόχος στην οικονομία και την κοινωνία.
Σκεφτείτε το εξής απλό γεγονός. Ως παράδειγμα αναφέρω. Το κράτος με τη βοήθεια και της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπόρεσε με καθυστέρηση τόσων χρόνων να θέσει σε λειτουργία τις πρώτες γραμμές του μετρό. Πως είναι δυνατόν με μια απόφαση μιας ομάδας ευνοημένων μελών της κοινωνίας μας, που εκπαιδεύτηκαν δωρεάν, με άγνωστα αρχικά προσόντα, διορισθέντες με άδηλες στο ευρύ κοινό διαδικασίες, να κατεβάζουν με το έτσι θέλω τα ρολά όλων των γραμμών; Καλά, όλοι απεργούν στον κλάδο αυτό. Δεν υπάρχουν άνθρωποι με άλλη άποψη ή μήπως εδώ βασιλεύει ένας υφέρπων φασισμός φκιασιδωμένος με ψευδή δημοκρατικό μανδύα; Αποτυπώνεται το γεγονός αυτό στις μισθολογικές καταστάσεις της επιχείρησης ή μήπως βρισκόμαστε μπροστά σε ένα φαινόμενο εξόφθαλμης κοροϊδίας της υπόλοιπης κοινωνίας; Μια άλλη διάσταση είναι αν σε αυτούς τους χώρους εξασφαλίζεται το δικαίωμα της εργασίας. Δόθηκαν τόσοι αγώνες για το δικαίωμα της απεργίας. Μήπως θα χρειαστούν άλλοι τόσοι για το δικαίωμα της εργασίας;
Πολλές φορές γίνεται επίκληση λόγων ασφάλειας. Το πρόβλημα είναι αν η οργανωμένη πολιτεία παίρνει τα κατάλληλα προνοητικά μέτρα για την περίπτωση αυτή. Το προσωπικό που χρησιμοποιεί απόκτησε την ειδίκευσή του μέσα στην εταιρία, έμαθε ότι έμαθε μέσα σ’ αυτήν. Δεν είναι προσόντα που απόκτησαν με δικές τους ανεξάρτητες σπουδές και τις αντίστοιχες δαπάνες, άρα η επίκλησή τους δεν έχει δικαιολογητική βάση. Όταν κηρύσσουν απεργία στις κρίσιμες ώρες που ο απλός εργαζόμενος, με μισθό πολύ μικρότερο από τον ίδιο και με αίσθημα ασφάλειας πολύ ασθενέστερο από τον ίδιο, μπαίνει το ερώτημα:
Εναντίον ποιου στρέφεται στην πράξη και ποιον τελικά εκβιάζει;
Η κοινωνία αφοπλισμένη- προς το παρόν ελπίζω- σ’ αυτόν τον εξόφθαλμο φαβοριτισμό δεν αντιδρά, ως όφειλε, και δέχεται αδιαμαρτύρητα αυτό το γεγονός. Ίσως γιατί βρίσκουν πλάτες και απεριόριστη υποστήριξη, από τη δεύτερη ομάδα επηρεασμού αλλά και παραπληροφόρησης της κοινής γνώμης:
Τους δημοσιογράφους! Μια ομάδα ανθρώπων που ασκούν αμείλικτη, έως υπερβολική, κριτική στους πολιτειακούς θεσμούς, όταν η κυβέρνησή δεν είναι της κομματικής τους προτίμησης. Αντίθετα γίνονται αρρωστημένα μύωπες και εθελοτυφλούν όταν το ολίσθημα αφορά κομματικούς μηχανισμούς της προτίμησης τους.
Μετρήστε τον αριθμό των πατέρων του έθνους, δηλαδή των βουλευτών, που βρίσκονται στα έδρανα της βουλής που ήταν δημοσιογράφοι και το επάγγελμα τους έγινε επιτυχές εφαλτήριο για την εκλογή τους ως εκπροσώπων του λαού και την πραγμάτωση των άκρατων, πολλές φορές, φιλοδοξιών τους. Ο αριθμός τους σίγουρα είναι δυσανάλογος με το ποσοστό που αντιπροσωπεύουν στην Ελληνική κοινωνία. Βέβαια δεν είναι οι μόνοι φταίχτες για αυτήν την κατάσταση. Η γνωστή εικόνα τους συνεχώς μέσα από την τηλεόραση βομβαρδίζει τους τηλεθεατές και μετατρέπεται σε δωρεάν διαφημιστική καμπάνια, αντί να αποτελεί κίνητρο αποφυγής και αποκλεισμού τους. Αυτό είναι μια ένδειξη ότι ο μέσος Έλληνας πολίτης δεν έχει ακόμα αποκτήσει τα απαιτούμενα αντανακλαστικά και τους ανεπτυγμένους απαραίτητους μηχανισμούς άμυνας σε τέτοιου είδους επηρεασμούς.
Έχουν γίνει κράτος εν κράτει στη χώρα μας. Δείτε την επιθυμία και την αγωνία των άλλων πολιτικών ή πολιτευτών να είναι προσκαλεσμένοι σε μια από τις εκπομπές τους, δείτε το σκαιό τρόπο με τον οποίο μερικές φορές τους αντιμετωπίζουν και μάλιστα αδιαμαρτύρητα, το θάρρος που τους δίνουν και που εύκολα το μεταλλάσσουν αυτοί σε θράσος. Είναι παντοδύναμοι και παντοκράτορες, το μόνο είδος στο ζωικό βασίλειο που έχουν γνώμη και γνώση επί παντός επιστητού, που δικαιούνται να κρίνουν όλους τους άλλους, αλλά όχι και να κρίνονται, που κατακεραυνώνουν τα κακώς κείμενα εκτός αν άπτονται των ιδίων συμφερόντων τους ή των συμφερόντων για τα οποία αμείβονται και έχουν ταχθεί να υπερασπίζονται και που ασμένως το πράττουν.
Αυτοί που έχουν σηκώσει ψηλά τη σημαία της «κάθαρσης», αυτοδιορισθέντες ως σερίφηδες του Φαρ-Ουέστ, αναζητούν εκ προοιμίου το σκάνδαλο και αν δε το βρίσκουν το εφευρίσκουν, αδιαφορούντες παντελώς στο κατά πόσο ζημιώνουν γενικότερα τη χώρα. Αυτοί νομίζουν πως απλώς χτυπάνε την κυβέρνηση που σ’ αυτή τη συγκυρία βρίσκεται στην εξουσία.
Ο έντονος κομματισμός τους προφανώς γίνεται τροχοπέδη στην αντικειμενική ενημέρωση. Η αφετηρία της προβολής ενός γεγονότος πολλές φορές ξεκινάει εκ προοιμίου από την πολιτική τους άποψη να υπερασπίσουν ή να καταδικάσουν κάτι και όχι από την αυτονόητη υποχρέωσή τους για αντικειμενική ενημέρωση. Έτσι αυτή η ενημέρωση είναι το λιγότερο κολοβή αν και μερικές φόρες φτάνει στην πλήρη απόκρυψη γεγονότων και συμβάντων που δε «συμφέρουν». Ο δημοσιογράφος δεν εκτελεί λειτούργημα, αντίθετα λειτουργεί ως διατεταγμένο όργανο εξυπηρέτησης συμφερόντων. Τελικώς είναι ένας αργυρώνητος κονδυλοφόρος.
Μια άλλη πλευρά που αξίζει να αναφερθεί είναι ο εκβιασμός που ασκείται άμεσα στους δημοσιογράφους για διαγραφή τους από τα ευνοημένα με λεφτά άλλων ταμεία τους στη περίπτωση που δεν υπακούουν στα κελεύσματα της συνδικαλιστικής τους ηγεσίας. Παραδείγματος χάριν στη συμμετοχή μιας εξαγγελθείσης απεργίας. Ήδη υπάρχουν παραδείγματα τέτοιων αυθαίρετων και αντιδημοκρατικών συμπεριφορών. Τα ποσοστά συμμετοχής θυμίζουν αποτελέσματα εκλογών στις πάλαι ποτέ «δημοκρατίες του υπαρκτού σοσιαλισμού».
Σημειώστε την υποχωρητικότητα των πολιτικών όλου του πολιτικού φάσματος, που τρέχουν να διαδηλώσουν την αμέριστη συμπαράστασή στα συζητήσιμα αιτήματα τους. Ναι, σωστό είναι να καταργηθούν οι αμοιβές υπέρ τρίτων, αλλά όχι και στη δική μας περίπτωση. Εμείς έχουμε τη «σφραγίδα της δωρεάς» και ούτως πως πρέπει να είμαστε στο απυρόβλητο.
Αυτό το χαρακτηριστικό είναι και το πιο ενοχλητικό. Η διαρκής επανάληψη του αμαρτήματος έχει εισχωρήσει. μέσω των αισθήσεών μας, βαθιά μέσα στο μυαλό μας κι έχει αμβλύνει τις φυσιολογικές και απαραίτητες αντιστάσεις μας και τα αναχώματα που θα έπρεπε να έχει η συνείδησή μας. Το πεδίο της απάνθρωπης κι ανεξέλεγκτης δράσης έχει μείνει ελεύθερο και αξιοποιείται στον ύψιστο βαθμό από τους διάφορους αργυρώνητους κονδυλοφόρους των εφημερίδων και γλυκανάλατους εκφωνητές- σταρ της μικρής οθόνης.
Το ερώτημα μπαίνει αυτονόητα μόνο του: Ποιο είναι το καθήκον ενός υπεύθυνου σημερινού πολίτη; Να δεχτεί αδιαμαρτύρητα αυτό το γεγονός ή να δράσει σε ατομικό ή συλλογικό επίπεδο κόντρα σε αυτή την κατάσταση; Δε προτείνω κανενός είδους αστυνομικού ή διοικητικού χαρακτήρα μέτρα. Είναι αναποτελεσματικά και τις περισσότερες φορές, αντί να λύσουν τα προβλήματα «δικαιώνουν» τον ένοχο. Προτείνω την ένταση της εκστρατείας για τη συνειδητοποίηση του φαινομένου στο μέγιστο δυνατό βαθμό και έτσι την ουσιαστική εξουδετέρωσή του.
Όταν οι σκοτεινοί και χαιρέκακοι κύκλοι συνειδητοποιήσουν τον αφοπλισμό αυτής της χρυσοφόρας φλέβας, μην έχετε ψευδαισθήσεις. Δε θα το βάλουν εύκολα κάτω. Μη τρέφετε τέτοιες φρούδες ελπίδες. Τα εφευρετικά, αλλά και σατανικά τους μυαλά θα κατασκευάσουν εναλλακτικές λύσεις, θα βρουν νέους τρόπους παραπλάνησης του κοινού τους. Σε καμιά περίπτωση δε θα περάσει όμως από το μυαλό τους ότι με αυτές τις μεθόδους πιθανόν να προξενούν κακό στη χώρα τους, αφού με αρκετά βολικό τρόπο έχουν πείσει τους εαυτούς τους ότι οι δικοί τους στόχοι είναι το αληθινό συμφέρον της χώρας μας.
Είναι λοιπόν αδιέξοδο; Δε σωζόμαστε με τίποτα; Πράγματι είναι η προαιώνια κι ατέλειωτη μάχη ανάμεσα στο καλό και το κακό. Θα πρέπει να συνεχιστεί με μοναδικό κίνητρο την ελπίδα μιας απρόσμενης, έστω και μακροπρόθεσμα, κάθαρσης.
Μάιος 2009
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου