Το
πρώτο μου ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη
Βιβλία που έφερα από εκεί
Στην Κωνσταντινούπολη πήγα για πρώτη φορά το 1980. Με λεωφορείο που
ξεκίνησε από την οδό Μάρνης κι έκανε με τα σημερινά κριτήρια ένα ημερήσιο
κουραστικό ταξίδι μέχρι να μας ακουμπήσει στην Πόλη Παρέα μου ήταν ένας
κολλητός μου φίλος, που αναζητούσε χαλιά κι εγώ ενδιαφερόμουν για Ελληνικά
βιβλία αφού με φανατισμό από το 1979 είχα «εξελιχθεί» σε συλλέκτη του είδους. Η
ατμόσφαιρα της στρατοκρατίας διάχυτη σε όλη την πόλη με συνεχείς περιπόλους και
ελέγχους στοιχείων. Η απλή επίδειξη του διαβατηρίου μας απάλλασσε από περαιτέρω
έλεγχους. Είχαν φαίνεται τέτοια εντολή. Πρώτη τραυματική εμπειρία η επίσκεψη
στην Αγιά Σοφιά. Σας ομολογώ χωρίς ντροπή ότι μ’ έπιασαν τα κλάματα. Μέσα στο
σχολείο είχα μεγαλώσει με όλη την πορεία της κατασκευής της και τις περιπέτειες
της ιστορικής διαδρομής της. Τώρα όλα σοβαντισμένα και το μόνο εμφανές δυο
τεράστια αποσπάσματα Κορανίου. Τότε είχαν αρχίσει οι εργασίες επανεμφάνισης των
αγιογραφιών και ψηφιδωτών. Μείναμε σ’ ένα ξενοδοχείο στον κεντρικό δρόμο του
Πέραν , που μόλις άρχιζε τη λειτουργία του σε ένα παλαιό νεοκλασικό Ελληνικό,
που οι παλαιοί ιδιοκτήτες το είχαν εγκαταλείψει. Τιμές ημερήσιας χρέωσης σχεδόν
αστείες με τα αντίστοιχα Ελληνικά δεδομένα. Το 1983 πράγματι ξαναπήγα αλλά με αεροπλάνο.
Με πληροφόρησαν ότι κοντά στο Tunnel της
Πόλης υπάρχει ένα βιβλιοπωλείο μιας Ρωμιάς με Ελληνικά κυρίως Βιβλία. Η Θάλεια
Νομίδου Ήταν η πρώτη μας επίσκεψη το πρώτο πρωινό. Όταν μπήκα μέσα θαμπώθηκα.
Θησαυροί !! Τι να διαλέξω Τελικά
κατέληξα σε δύο. Πρώτο τη δωδεκάτομη «Ιστορία των ανθρωπίνων πράξεων» του
Λαρισαίου Κ. Μ .Κούμα. Εκδόθηκαν στη Βιέννη μεταξύ των ετών 1830 έως 1832. Σχήμα
12ον Όλοι οι τόμοι δεμένοι.
Το δικά μου αντίτυπο έχει μια ιδιομορφία. Στον ένα τόμο έλλειπαν κάποιες
σελίδες και ο ιδιοκτήτης που τα έδεσε πρόσθεσε με ιδιαίτερη καλλιγραφική γραφή
ότι έλλειπε και αποκατέστησε τη ζημιά Το
δεύτερο βιβλίο ήταν του Μηλιώτη λόγιου Γρηγορίου Κωνσταντά με τον τίτλο «Στοιχεία Λογικής. Μεταφυσικής
και Ηθικής» σχήμα 8ον Βενετία
1804 σελ 352
Ρώτησα την κ. Θάλεια την τιμή τους και
μου είπε 50 δολάρια. Επειδή πέρασαν τα χρόνια και κάποια πράγματα ίσως έχουν
ξεχαστεί τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε ο κάθε Έλληνας τότε να έχει μαζί του
ξένο συνάλλαγμα. Το νόμιμο, που ήταν μικρό το προμηθευόσουν από την
τράπεζα με ισοδυναμία, που εκείνη
καθόριζε και τα υπόλοιπα που χρειαζόσουν από τη μαύρη αγορά με το αναπόφευκτο
πρόσθετο τίμημα. Επειδή γινόταν αυστηρός έλεγχος τα επιπλέον δολάρια τα ράβαμε
στις φόδρες των ρούχων μας. Έτσι κι εγώ στο πάνω μέρος του παντελονιού ξήλωσα
το ένα κατοστάρι και της το έδωσα. Μου είπε
«Δεν έχω ρέστα. Πήγαινε απέναντι στην
τράπεζα να το χαλάσεις..»
Στήθηκα στην ουρά και το έκανα. Όταν
όμως επέστρεψα στο μαγαζί της κ. Θάλειας χωρίς κανένα δισταγμό με μια ξερή φωνή
μου λέει
«Το σκέφτηκα πάλι και για να στα δώσω
θέλω 100 δολάρια»
Είχε δει τη δίψα μου, άπειρος ακόμα
από αγορές κι έκανε εκβιασμό Με βάση το χαρακτήρα μου θα έπρεπε να τη χέσω και
να φύγω, μα ο διψασμένος στην έρημο για να ξεδιψάσει δίνει ό,τι έχει και δεν
έχει Τα έδωσα χωρίς σχόλια αποφασισμένος όμως να μην ξαναπατήσω εκεί. Ευτυχώς
την άλλη μέρα βρήκα καλύτερη κι αξιόπιστη άλλη πηγή.
Η επόμενη δραστηριότητα μας ήταν η
επίσκεψή στο δημοπρατήριο χαλιών. Το ενδιαφέρον δυο Ελλήνων για ένα όμορφο χαλί
μεσαίου μεγέθους δημιούργησε μια μικρή αναστάτωση. Αυτοί που έκαναν τα
χτυπήματα τιμών ήταν κυρίως επαγγελματίες του κλάδου. Χτυπήσαμε μέχρι το ύψος
που θέλαμε και μετά σιωπή. Όμως, ίσως και για λόγους αδράνειας, η τιμή ανέβηκε
κι άλλο και ο νικητής πλήρωσε το χαλί σε τιμή του ήταν υπέρ τριπλάσια της
αρχικής. Τις επόμενες λίγες μέρες του ταξιδιού μας, οι επισκέψεις του φίλου μου
σε εκθέσεις χαλιών απέδωσαν κι όταν
αναχωρούσαμε ήταν κάτοχος δυο κομματιών
Εγώ με έναν τρόπο, που δε θυμάμαι
ακριβώς, ήρθα σε επαφή με ένα άτομο με το οποίο
διατηρήσαμε αυτήν την επαφή για
αρκετά από τα επόμενα χρόνια. Μέσα σε αυτό το διάστημα πλούτησα τη συλλογή μου
σε αριθμό που προσεγγίζει τα εκατό κομμάτια. Εδώ να διευκρινίσω ότι κυρίως
ενδιαφερόμουν για βιβλία σχετικά με τις θετικές επιστήμες , αλλά δεν ήμουν
αδιάφορος και για ότι τσίγκλαγε κάποιο
ενδιαφέρον μου. Το εν λόγω πρόσωπο ήταν ιερωμένος και δε θέλω ν’ αναφέρω τ’
όνομά του, χωρίς να υπάρχει κάποιος εμφανής λόγος, αλλά ποτέ δεν πρέπει να
είσαι σίγουρος σε αυτούς τους κύκλους. Ο ίδιος ήταν λάτρης του παλαιού βιβλίου
και το ειδικό του ενδιαφέρον ήταν η καταγραφή όλων των Ελληνικών βιβλίων που
είχαν εκδοθεί στην Κωνσταντινούπολη όλα τα προηγούμενα χρόνια. Ο ίδιος είχε μια πλούσια βιβλιοθήκη που συνεχώς
εμπλουτιζόταν από Ρωμιούς, που
αναχωρούσαν για μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα κι άφηναν αρκετά από τα
βιβλία τους στον ιερέα της ενορίας τους
Εδώ ίσχυαν σε όλα τα χρόνια άλλοι κανόνες. Εκείνος έκανε προτάσεις και οι τιμές ήταν
φιξ. Τα χρήματα πάντα σε ελληνικό νόμισμα που τα κατέθετα σε τραπεζικό
λογαριασμό που είχε από πριν ανοίξει στην Αθήνα. Τακτική αλληλογραφία. Προτάσεις από αυτόν με την αντίστοιχη τιμή
τους. Αποδοχή από μένα και μεταφορά των
βιβλίων στην Αθήνα Τρεις φορές από μένα που πήγα στην Πόλη, δυο φορές που ήρθε
ο ίδιος αυτοπροσώπως στην Αθήνα και όλες τις υπόλοιπες μέσω γνωστών του που έκανε και για προσωπικούς τους λόγους
τη διαδρομή Πόλη- Αθήνα. Μάλιστα την δεύτερη φορά που ήρθε ο ίδιος στην Αθήνα, κατά τη διάρκεια της παραμονής του,
με ξαναπήρε τηλέφωνο γιατί με τις αγορές που έκανε για την οικογένειά του
ξέμεινε από λεφτά και μου ζήτησε προπληρωμή μελλοντικής αποστολής. Του είπα να
περάσει από το φροντιστήριο για να τα πάρει, αφού συνεννοήθηκα με τον ταμία.
Πράγματι ήρθε αυθημερόν, μόνο που δεν τον είδα γιατί ήμουν σε μάθημα και
βιαζόταν. Σε λίγες μέρες κάποιος Ρωμιός ήρθε στη δουλειά μου φέρνοντας τα
υποσχεθέντα. Η χρήσιμη αυτή σχέση πρέπει να κράτησε μια δεκαετία και κόπηκε
ξαφνικά για άγνωστο λόγο. Υποπτεύομαι για λόγους υγείας. Εντωμεταξύ μου είχε
περάσει και η αρχική δίψα και αρκετά από τα χρήματα πήγαιναν σε άλλες ανάγκες
που έβγαλε εντωμεταξύ ο χρόνος
Τα βιβλία με τα οποία εγκαινίασα τη
μεταξύ μας σχέση το 1980 ήταν
1} « Οδός Μαθηματικής .. Μεθοδίου
Ανθρακίτου ..κυρίου Μπαλάνου Βασιλόπουλου ..» τόμος 1ος LXXVI +424 sx. 4ον Ενετίησιν 1749
2) Τόμος 2ος σελ 454
3) Τόμος 3ος σελ. 528
( Συμπεριλαμβάνεται ο γεωγραφικός πίνακας
Χρύσανθου Νοταρά σε
Μεγάλο σχήμα Έκδοση Παταβία 1700 )
4)
Κ.Μ Κούμα Η οκτάτομη « Σειρά
στοιχειώδους των Μαθηματικών και Φυσικών πραγματειών Βιέννη 1807 κ.α
Οι νέοι ιδιοκτήτες του ξενοδοχείου που
καταλύσαμε δεν είχαν ακόμα την όποια οργάνωση να μας προσφέρουν κάτι φαγώσιμο πέραν
του εμφιαλωμένου νερού. Έτσι εξηγείται
και η μικρή τιμή της ημερήσιας χρέωσης. Λησμόνησα να πω ότι αυτήν την περίοδο η
Τουρκία βρίσκεται σε καθεστώς σκληρής δικτατορίας υπό τον στρατηγό Κενάν Εβρέμ
με ό,τι αυτό σημαίνει για τις ελευθερίες και τις περιπέτειες του λαού της.
Σε άθλια οικονομική κατάσταση με μια
σειρά απαγορεύσεις. Μια κακιά συνήθεια σε αρκετές χώρες που η δύναμη των όπλων
οπλίζει και τις φιλοδοξίες ενίων αξιωματικών που υπερεκτιμούν τις ικανότητές
τους και θεωρούν μονοπώλιό τους την αγάπη τους προς την πατρίδα. Το έχουμε
ζήσει κι εμείς οι Έλληνες αυτό το φαινόμενο.
Αναζητήσαμε ένα από τα πολλά μαγαζάκια που
προσφέρουν την πλούσια ποικιλία του Τούρκικου πρωινού. Σύντομα το βρήκαμε σε
μια πάροδο της κεντρικής οδού όπου ήταν το Αγγλικό προξενείο και κάτσαμε στο
σχεδόν άδειο κατάστημα Κάναμε την παραγγελία που θέλαμε και τότε ανακαλύψαμε
ότι δεν υπάρχει στην Τουρκία καφές. Η χούντα με την τραγική έλλειψη
συναλλάγματος είχε απαγορεύσει εισαγωγές πολλών αγαθών πρώτης ανάγκης. Δεν
θυμάμαι τον λόγο που με ώθησε τότε να πάρω μαζί μου από την Ελλάδα μια σακούλα
καφέ Λουμίδη, την οποία είχα στο σακίδιο της πλάτης μου. Τον φώναξα και του
έδωσα τη σακούλα. Μ’ ένα παρακλητικό ύφος μου λέει
«Να κάνω κι εγώ;»
«Κράτησε την όλη γιατί θα έρθουμε κι
αύριο» του απάντησα
Όταν ζητήσαμε λογαριασμό η απάντηση
του ήταν
« προσφορά του καταστήματος»
Έχω πολλά παραδείγματα που μου έδειξαν ότι ο
απλός Τούρκος είναι καρντάσης, έχει καλή συμπεριφορά απέναντι στον Έλληνα και
προσφέρεται να τον εξυπηρετήσει. Εγώ επηρεασμένος κι από τη μάνα μου σε αυτή τη
διάθεση. Έλεγε η γλυκιά μου
«Εμείς με τους τούρκους ήμασταν μέλι
γάλα. Οι τσέτες φταίνε για όλα» Σήμερα θα συμπλήρωνα και κάποιοι που ήρθαν να
μας «απελευθερώσουν»
Ξέραμε για τα σιροπιαστά γλυκά και τα
τιμήσαμε δεόντως παραπάνω στου Γκιουλίογλου
Μετά στη Σκεπαστή Αγορά έψαξα σε τούρκικα παλαιοπωλεία και βρήκα μερικά
των ενδιαφερόντων μου Ενδεικτικά αναφέρω
1) Εγκυκλοπαίδεια Φιλολογική Ιωάννη Πατούσα Βενετία 1819 εκδ. Γλυκύς σχ 8ο 4ος τόμος
2) Λεξικόν δίγλωσσον Ρωμαίικης και
Γαλλικης διαλέκτου Τόμος Βιέννη 1804 σ.
352
Την τελευταία μέρα της παραμονής μας
στην Πόλη κάναμε ένα ταξιδάκι με το καραβάκι στα Πριγκηπόννησα. Περάσαμε από τη
Χάλκη. Άφησε λίγους επιβάτες και συνέχισε για την Πρίγκηπο που ήταν κι ο προορισμός
μας. Εκεί νιώσαμε αμέσως καλά γιατί ακούσαμε μια σειρά άτομα να μιλάνε τη
γλώσσα μας Όμορφα σπίτια, αρκετά ξύλινα αριστουργήματα φτιαγμένα με μεράκι
Το πρώτο που μας είπαν ντόπιοι Ρωμιοί
ήταν να πάμε στη μονή του Αη Γιώργη τον Κουδουνά να προσκυνήσουμε. Ακόμα δεν
είχε χαραχτεί βατό μονοπάτι και η άνοδος θα ήταν δύσκολη. Σε όλα υπάρχει λύση.
Ένα Τουρκόπουλο είχε γαιδουράκια και με μια πενιχρή αμοιβή μας ανέβασε ο ίδιος
μέχρι πάνω. Προηγουμένως είχαμε προμηθευτεί από πλανόδιο μανάβη ένα κιλό
λαχταριστά κεράσια. Στη γιορτή του Αγίου
γίνεται ονομαστό πανήγυρι που μετέχουν και οι τούρκοι Τώρα όμως ερημιά του
θανατά. Κάποια στιγμή βρήκαμε το φύλακα, ένας φιλόξενος Κούρδος που μας
ξενάγησε μέσα. Αφήσαμε την προσφορά μας
κι ανάψαμε κεριά στην εκκλησία. Τότε είπε
« Καθίστε να σας κάνω μια τηγανιά. Έχω
πατάτες, αλλά το ψωμί είναι χθεσινό»
Πλύναμε τα κεράσια, στρώθηκε πρόχειρο
τραπέζι και καθίσαμε ο φύλακας, το τουρκόπουλο και οι δυο μας. Μας φάνηκαν όλα
με μια ιδιαίτερη νοστιμιά. Ήταν όμορφα. Με το ζόρι ο φύλακας πήρε ένα χρηματικό
μπαξίσι που του αφήσαμε
Την άλλη μέρα ήταν η αναχώρηση. Ο
μόνος μας φόβος ήταν μη μας δημιουργήσουν προβλήματα κατά την έξοδο. Μας
δυσκόλεψαν λίγο αφού και τους δυο στον έλεγχο μας κάλεσαν στο γραφείο του
επικεφαλής. Η γραμμή ήταν να μη φεύγουν θησαυροί από τη χώρα Μετά από αρκετή συζήτηση έγραψαν στα
διαβατήρια μια ποινή 50 δολαρίων με… αναστολή
Ήταν όμορφο το παρθενικό μου ταξίδι
στην Τουρκία. Επειδή επαναλήφθηκε κι άλλες φορές η παρατήρηση που κάνω είναι
πως κάθε φορά συναντούσα κι άλλη χώρα. Δεν είναι παράξενο. Το ίδιο θα έλεγε κι
ένας ξένος ταξιδιώτης που θα έκανε διαδοχικά ταξίδια στην Ελλάδα Κλείνω μ’ ένα
παράπονο. Οι καημένοι οι γονείς μου, στο συνεχές κυνήγι του επιούσιου δεν
αξιώθηκαν ποτέ να επισκεφτούν τους
τόπους γέννησής τους. Τα «μέρη» τους
όπως τα αποκαλούσαν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου