Τετάρτη 19 Μαρτίου 2014


Σε μένα έλαχε η μοίρα να πω λίγα φτωχά λόγια για έναν μεγάλο φίλο: Τον Γιάννη Μπανιά. Έφυγε τόσο πρόωρα κι άδικα από κοντά μας. Πώς μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι εκείνο το πρωινό που τον συνάντησα στον πεζόδρομο της Βαλτετσίου θα ήταν η τελευταία φορά που θα τον αντίκριζα όρθιο και ζωντανό, όπως πάντα με το χαμόγελο στα χείλη, γεμάτο ενδιαφέρον για τα νέα και την κατάσταση του κάθε ανθρώπου. Αχ! άχαρε κι άδικε Χάρε πότε επιτέλους θα κατανοήσουμε τη σειρά με την οποία επιλέγεις τα θύματά σου;
 Ήταν μια συνάντηση, που αναπάντεχα κράτησε πολλή ώρα, συνεχίστηκε πάνω στο γραφείο του κι είχε κι έναν εξομολογητικό και ίσως, εκ των υστέρων κρινόμενο, προφητικό χαρακτήρα. Ο Γιάννης, όπως πάντα ήταν έτοιμος για προσφορά και δόσιμο. Μου μίλησε για θέματα υγείας, για την νεανική του παρόρμηση να γίνει γιατρός στο πλευρό του θείου του στην κλινική του Σμπαρούνη, τα διαβάσματά του σε ιατρικού ενδιαφέροντος βιβλία και την προσφορά του προσωπικά σε μένα:
 -Αν, Λευτέρη, κάποια στιγμή αντιμετωπίσεις πρόβλημα υγείας να μου το πεις. Έχω φίλους γιατρούς, που θα ενδιαφερθούν για σένα
 Κι όμως αυτός, ο γεμάτος σφρίγος, ευθυτενής, με έντονη διάθεση για ζωή και προσφορά φίλος σε λίγο θα σκεπαστεί από το χώμα της Αττικής γης κι εγώ, ο ετοιμόρροπος, διαβάζω αυτά τα λόγια όρθιος, αλλά βαθειά συγκινημένος. Πόσο παράξενη και απροσδιόριστη που είναι τελικά η ζωή μας! Όμως ας πούμε τη βαριά αλήθεια! Η καμπάνα για την κλάση μας άρχισε να χτυπάει πια. Τα γεμάτα ζωή νιάτα της δεκαετίας του ’60 εβδομηντάρισαν πλέον!
Εκεί, στις αρχές της δεκαετίας του ’60 τον γνώρισα. Ήταν συνεχώς ο καθοδηγητής μου. Στο γραφείο της σπουδάζουσας και τ’ άλλα κομματικά όργανα. Νέοι εμείς, δυνατοί, γεμάτοι βεβαιότητα για το δίκιο των αγώνων μας, πεισμένοι πλήρως για την αναπόφευκτη μελλοντική μας δικαίωση. Αισθανόμασταν λες κι ήμασταν ο ομφαλός της γης!
  Εγώ αδαής κι αδοκίμαστος επαρχιώτης ζήλευα τις γνώσεις του, την ψυχραιμία με την οποία αντιμετώπιζε τις καταστάσεις και την πολιτική αναλυτική του σκέψη. Συνδέθηκα, λοιπόν, μαζί του με μια φιλία, που στηριζόταν και στον θαυμασμό μου γι αυτόν. Εκείνα τα χρόνια περπατήσαμε τους ίδιους δρόμους σ’ όλες τις φάσεις. Με τις δυσκολίες της εποχής, μέσα στους φοιτητικούς και νεολαιίστικους αγώνες, Ήταν όμως όμορφα χρόνια, γιατί συνδυάζονταν με τα νιάτα μας, που έτσι κι αλλιώς είναι όμορφα, αλλά και την καθαρότητα των τοτινών μας στόχων.
Μαζί φύγαμε για φαντάροι, μαζί επιστρέψαμε με σημαδεμένα απολυτήρια, μαζί μπήκαμε στις αντιστασιακές οργανώσεις και σχεδόν μαζί γίναμε όμηροι της άνομης δικτατορικής εξουσίας. Μετά τη μεταπολίτευση βρεθήκαμε πάλι μαζί στην κίνηση των ’77 και τελικά μαζί επιστρέψαμε στο ΚΚΕ εσωτερικού. Κοινή η μοίρα κι εγώ μονίμως οπαδός του.
 Αργότερα αραίωσαν οι επαφές μας γιατί προσωπικά άλλαξα προτεραιότητες. Εκείνος απτόητος, σταθερός, πεισματάρης συνέχισε με την ίδια αδιάκοπη προσφορά του εαυτού του, των ιδιαίτερων ικανοτήτων του στο ίδιο νεανικό μας όνειρο. Προσφέροντας όχι μόνο το χρόνο του, αλλά κι ότι άλλο είχε για τον κοινό σκοπό, στις ιδέες που από νωρίς ενστερνίστηκε και με συνέπεια υπηρέτησε σ’ όλη του τη ζωή.
Πάντα όμως παρακολουθούσα με ενδιαφέρον την πορεία του. Ήταν από τους ανθρώπους, που θέλεις δεν θέλεις, τους σέβεσαι, τους παραδέχεσαι. Αυτός ήταν ο Γιάννης. Ένας άνθρωπος συνεπής σ’ όλη τη ζωή του. Εδώ, υποκλινόμαστε στο νεκρό του σώμα, υποσχόμενοι ότι δεν θα τον ξεχάσουμε ποτέ.

Επικήδειος του Λευτέρη Τσίλογλου,
στελέχους της ΔΝΛ και του Ρήγα Φεραίου


 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου